Πέμπτη 20 Δεκεμβρίου 2018

OMΙΛΙΑ ΔΗΜΗΤΡΗ ΜΑΡΚΟΠΟΥΛΟΥ ΣΤΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ 17-12-2018


ΑΝΑΖΗΤΩΝΤΑΣ ΤΗΝ ΑΛΗΘΕΙΑ


Θα αρχίσω την ομιλία μου με ένα ευαγγελικό απόσπασμα: «Είπεν ουν αυτώ ο Πιλάτος. Ουκούν βασιλεύς ει συ; Απεκρίθη ο Ιησούς. Συ είπας ότι βασιλεύς ειμί εγώ. Εγώ εις τούτο γεγέννημαι και εις τούτο ελήλυθα εις τον κόσμον ίνα μαρτυρήσω τη αληθεία. Λέγει αυτώ ο Πιλάτος. Τι εστίν αλήθεια; Και τούτο ειπών, πάλιν εξήλθε προς τους Ιουδαίους». Που σημαίνει κατά μετάφραση Παναγιώτη Τρεμπέλα: «Ερώτησε ο Πιλάτος. Είσαι, λοιπόν, εσύ βασιλεύς; Απεκρίθη ο Ιησούς. Εσύ το είπες ότι εγώ είμαι βασιλεύς. Εγώ εγεννήθηκα και ήρθα εις τον κόσμον για να αποκαλύψω και να κηρύξω την αλήθεια. Λέγει προς αυτόν ο Πιλάτος. Δεν βαριέσαι!  Τι είναι αλήθεια και ποιος μπορεί να την βρει; Και χωρίς να περιμένει απάντηση εξήλθε προς τους Ιουδαίους.
Κι εγώ σήμερα, παρά την αμφιβολία του Πιλάτου για την δυνατότητα εύρεσης της αλήθειας, θα προσπαθήσω να την αναζητήσω. Και ασφαλώς η προσπάθεια μου αυτή θα ανταποκρίνεται και στο δικό σας ενδιαφέρον. Γιατί το ερώτημα του Πιλάτου «Τι είναι αλήθεια και ποιος μπορεί να την βρει», βασανίζει κάθε ανθρώπινη σκέψη από την αρχαιότητα ως τα σήμερα και θα την βασανίζει, ασφαλώς και στο μέλλον. Και τούτο, γιατί το πρόβλημα της αλήθειας είναι ένα από τα υψηλότερα και δυσκολότερα προβλήματα της ανθρώπινης σκέψης, το οποίο μετά την κριτική φιλοσοφία του Καντ έγινε τους τελευταίους αιώνες το κεντρικό πρόβλημα της επιστημολογίας όλης της ανθρωπότητας.
Απ΄τα παλιά τα χρόνια η ελληνική Μυθολογία προσωποποίησε την αλήθεια ως Θεά, κόρη του Δία, μητέρα της Αρετής και τροφό του Απόλλωνα. Την παριστάνει με γυμνή γυναίκα η οποία στο ένα χέρι κρατά ένα κάτοπτρο ή μια δάδα. Ωραίος και τέλειος συμβολισμός. Γυμνή Θεά, δηλαδή γυμνή αλήθεια, μια ρητορική έκφραση που χρησιμοποιείται και λέγεται και σήμερα. Το κάτοπτρο που κρατά φανερώνει ότι ενδέχεται να μη βλέπεις την πραγματική αλήθεια αλλά το είδωλό της.  Και όταν κρατά αντί του κατόπτρου τη δάδα συμβολίζει το φως που σκορπίζει γύρω της η αλήθεια.
Και οι Ρωμαίοι την πίστευαν ως κόρη του Κρόνου και αργότερα του Χρόνου.
Η χριστιανική αλήθεια παριστάνεται σαν γυναίκα που στο ένα χέρι της κρατά ένα ανοιχτό ευαγγέλιο και στο άλλο της χέρι τον ακτινοβολούντα σταυρό του Χριστού.    

Στη σύγχρονη εποχή δεν έχουμε ανάλογους συμβολισμούς. Έχουμε όμως πλούτο φιλοσοφικών, επιστημονικών και θεολογικών συγγραμμάτων, τα οποία μας βοηθούν στο ταξίδι μας προς αναζήτηση της αλήθειας.
Ας ξεκινήσουμε με τον ορισμό της έννοιας της αλήθειας, και πρώτα- πρώτα με την ετυμολογία της. Η επικρατέστερη ετυμολογική άποψη είναι αυτή που διατυπώνεται στο λεξικό Liddell scot, ότι προέρχεται από το ρήμα λήθω, που σημαίνει λανθάνω δηλ. μου διαφεύγει και από το στερητικό ΄΄α΄΄. Επομένως, η φράση «σας λέω την αλήθεια» σημαίνει ότι αυτό που σας λέω για ένα αντικείμενο, για ένα φαινόμενο, για μια ιδέα, το γνωρίζω καλά και δεν μου διαφεύγει σε τίποτα. Δηλαδή γνωρίζω το «όντως ον, το πραγματικά υπάρχον».
Σχετικά τώρα με τον ορισμό της έννοιας της αλήθειας, θα λέγαμε ότι ο επικρατέστερος είναι ο εξής: «Αλήθεια είναι η απόλυτη συμφωνία της σκέψης με την υπάρχουσα πραγματικότητα». Και όταν λέμε πραγματικότητα εννοούμε αυτό που πραγματικά υπάρχει και αυτό που συμβαίνει, είτε στον υλικό κόσμο της φύσης είτε στον πνευματικό κόσμο των ιδεών και στη ζωή του ανθρώπου γενικότερα.  
Και γεννάται το ερώτημα: Πώς ο άνθρωπος, η επιστήμη, η φιλοσοφία, η θρησκεία, συλλαμβάνουν την πραγματικότητα και καταλήγουν στην αλήθεια που πραγματικά υπάρχει γι΄αυτήν;
Και ας έρθουμε πρώτα στην περίπτωση του μεμονωμένου ανθρώπου. Η ψυχολογία μας διδάσκει, πως ο άνθρωπος κατανοεί τον γύρω του κόσμο με τις αισθήσεις, το νου και την ψυχή του.
Και όσον αφορά τις αισθήσεις του, είμαστε βέβαιοι ότι μπορούν να αντιληφθούν πάντα σωστά την πραγματικότητα;  Ποιος από εμάς αντιλαμβάνεται με τις αισθήσεις του ότι η γη κινείται γύρω από τον ήλιο και γύρω από τον εαυτό της και μάλιστα με καταπληκτική ταχύτητα; Όλοι έχουμε την αίσθηση ότι η γη είναι σταθερή και ακίνητη, ενώ ο ήλιος κινείται. Δηλαδή το εντελώς αντίθετο από αυτό που συμβαίνει στην πραγματικότητα.
Όταν απολαμβάνουμε τα μενεξεδένια δειλινά, τα μάτια μας βλέπουν τον ήλιο πάνω από τον ορίζοντα και μάλιστα κατακόκκινο. Και όμως, ο ήλιος έχει ήδη δύσει κι αυτό που βλέπουμε είναι το είδωλό του που οφείλεται στην αντανάκλασή του.
Το χρώμα της θάλασσας οι οφθαλμοί μας το βλέπουν γαλάζιο. Κι όμως το νερό της θάλασσας είναι άχρωμο.
Όταν ταξιδεύουμε νιώθουμε να είμαστε ακίνητοι στη θέση μας, ενώ κοιτάζοντας προς τα έξω βλέπουμε τα δέντρα να κινούνται προς την αντίθετη φορά του οχήματος.
Θα μπορούσα να αναφέρω και άλλες περιπτώσεις που φανερώνουν πως οι αισθήσεις, ενίοτε, μας εξαπατούν. Και ασφαλώς είχε δίκιο ο Ηράκλειτος όταν έλεγε πως: «Κακοί μάρτυρες ανθρώποισιν οφθαλμοί και ώτα». Γεγονός που επιβεβαιώνουν σήμερα πολλοί επιστήμονες όπως οι καθηγητές της Αστροφυσικής στο Πανεπιστήμιο Αθηνών Δανέζης και Θεοδοσίου στο βιβλίο τους «Κοσμολογία της Νόησης», όταν γράφουν: «Αυτό που μέχρι σήμερα αντιλαμβανόμαστε με τις αισθήσεις μας σαν απτή και εξατομικευμένη ύλη, για τη σύγχρονη Φυσική επιστήμη, δεν είναι παρά ένα ψευδές κατασκεύασμα των αισθήσεών μας. Βλέπουμε, δηλαδή, το περιβάλλον μας όχι όπως είναι στην πραγματικότητα, αλλά όπως οι αισθήσεις μας μας επιτρέπουν να το αντιληφτούμε».
Ο Πλάτωνας για να μας δείξει την πλάνη των αισθήσεων για τη σύλληψη της αλήθειας χρησιμοποίησε μια αλληγορία. Έπλασε τον γνωστό μύθο του σπηλαίου. Οι άνθρωποι μοιάζουν σαν να είναι δεμένοι μέσα σ΄ένα σπήλαιο, κοιτάζοντας συνεχώς προς το βάθος του έχοντας πίσω τους μια αναμμένη φωτιά και πιο πέρα την είσοδο του σπηλαίου. Και καθώς τα διάφορα αντικείμενα περνούν έξω από το σπήλαιο και μπροστά από τη φωτιά, το μόνο που βλέπουν οι άνθρωποι είναι οι σκιές των αντικειμένων που σχηματίζονται στον τοίχο που υπάρχει στο βάθος του σπηλαίου και όχι τα ίδια τα αντικείμενα. Όμως οι σκιώδεις μορφές των αντικειμένων εμφανίζονται παραμορφωμένες από τις ανταύγειες της φωτιάς και από το ανάγλυφο του τοίχου του σπηλαίου. Και οι άνθρωποι, εμπιστευόμενοι την εικόνα που τους δείχνει η περιορισμένη όρασή τους, πιστεύουν πως η αλήθεια είναι οι σκιές και όχι τα πραγματικά αντικείμενα.
Αυτά για τις αισθήσεις.
Κι΄ας έρθουμε να δούμε το ρόλο του νου στην αναζήτηση της αλήθειας.
Είναι γεγονός αναμφισβήτητο, ότι ο ορθός λόγος, η νόηση, είναι η σπουδαιότερη πηγή της γνώσης.
Για την αλήθεια π.χ. του μαθηματικού αξιώματος «Τα τρίτω τινί ίσα είναι και αλλήλοις ίσα» δεν είναι δυνατόν να καταφύγουμε στην εμπειρία των αισθήσεων γιατί δεν υποπίπτει σ’αυτές. Είναι έργο καθαρά της νόησης.
Τον ορθολογισμό υποστήριξαν αρχαίοι και νέοι φιλόσοφοι. Ο Παρμενίδης παραδέχεται ότι κριτήριο της αλήθειας είναι το λογικό «Κριτήριον δε τον λόγον ειπείν, τας δε αισθήσεις μη ακριβείς υπάρχει». Το ίδιο θα πει και ο Πλούταρχος «Νους ορά και νους ακούει, τ΄άλλα δε τυφλά και κωφά τυγχάνει λόγου δεόμενα».
Ο Γερμανός φιλόσοφος Χέρμαν Κόχεν (1918) παραδέχεται ότι ο μόνος συντελεστής της γνώσης είναι η νόηση. Η αίσθηση καθόλου δεν συντελεί στη γνωστική λειτουργία. Τα εμπειρικά δεδομένα μας προσφέρουν απλά τα ερωτήματα των αισθήσεων για όσα θαυμαστά και ανεξήγητα συμβαίνουν στο κόσμο, ενώ η νόηση καλείται να δώσει αφ΄εαυτής την ερμηνεία και την κατανόησή τους. Και στις δύσκολες περιπτώσεις, όταν δηλαδή ούτε οι αισθήσεις, ούτε ο νους του μεμονωμένου ανθρώπου δε μπορούν να συλλάβουν την αλήθεια, τότε ο άνθρωπος καταφεύγει στην επιστήμη που είναι και αυτή, βέβαια, ένα δημιούργημα της νόησής του.
Η Χημεία θα μας δώσει την αλήθεια για τη σύσταση των όντων, η Βιολογία την αλήθεια για τη λειτουργία του σώματος του ανθρώπου και των λοιπών εμβίων όντων, η μαθηματική επιστήμη την απόλυτη αλήθεια των αριθμών.
Και όταν και η επιστήμη δεν μπορεί να βρει την αλήθεια ορισμένων πραγμάτων (γιατί έχει και αυτή τα όρια της), θα καταφύγει στη φιλοσοφία για να δώσει τη δικής της ερμηνεία που ίσως να βρίσκεται πιο κοντά στην αλήθεια.
Κι ας έρθουμε στον τρίτο παράγοντα με τον οποίο ο άνθρωπος προσπαθεί να συλλάβει την αλήθεια και ιδιαίτερα πάνω στις αξίες και στα μεταφυσικά ερωτήματα του ανθρώπου. Είναι η ψυχή του (για την οποία θα μιλήσω ιδιαίτερα στο τέλος της ομιλίας μου). Είναι το θείο δώρο που κατά τη θρησκευτική παράδοση χάρισε ο Θεός στον άνθρωπο για να μπορεί, μέσω αυτής να συλλαμβάνει και να βιώνει την αλήθεια των ηθικών αξιών, την αλήθεια του χρέους του ανθρώπου προς τη ζωή, την αλήθεια του ηθικώς πράττειν, την αλήθεια της ορθής συνείδησής του. Το επιβεβαιώνει αυτό και ο Πλάτωνας όταν λέει: «Και όλον και τέλειον εκ τελείων σωμάτων σώμα εποίησεν, ψυχήν δε εις το μέσον αυτού δια παντός τε ο Θεός έτεινεν» (Τίμαιος 33α).
Ο ορισμός της ψυχής είναι δύσκολος. Από τον Όμηρο ως τα σήμερα έχουν διατυπωθεί διάφορες απόψεις και μάλιστα αντιτιθέμενες μεταξύ τους. Πολλοί, μάλιστα, αμφισβήτησαν την ύπαρξή της και υποστήριξαν ότι τα ψυχικά συμβεβηκότα είναι η απλή απόρροια των διεργασιών του εγκεφάλου. Δε μας είπαν όμως πως βρήκε ο εγκέφαλος τη δύναμη να σκέπτεται και με ποιο τρόπο οι σκέψεις του συγκροτούν τη συνείδηση και την ψυχή του ανθρώπου. Το ότι η ψυχή εξαρτάται από τον εγκέφαλο δεν αμφισβητείται, αλλά δε σημαίνει ότι εγκέφαλος και ψυχή είναι το ίδιο πράγμα. Επειδή ο βρασμός ενός φαγητού εξαρτάται από τη φωτιά, δε σημαίνει ότι φωτιά και φαγητό είναι το ίδιο πράγμα. Εγώ εμμένω στην ύπαρξή της απλά γιατί τη νιώθω μέσα μου. Άλλωστε ο ίδιος ο θεάνθρωπος Ιησούς τόνισε την πρωταρχικότητα της ψυχής του ανθρώπου όταν έλεγε: «Τι γαρ ωφελήσει άνθρωπον εάν κερδίσει τον κόσμον όλον και ζημιωθεί την ψυχήν αυτού;»
 Ο θυμόσοφος λαός έχει αποδεχτεί την ύπαρξη και το ρόλο της ψυχής λέγοντας μερικές χαρακτηριστικές φράσεις, όπως π.χ. «Το χωριό μας έχει εκατό ψυχές» αντί να πει εκατό ανθρώπους: «Αυτός είναι η ψυχή της οργάνωσης μας» για το δραστήριο μέλος της. «Πούλησε την ψυχή του στον διάβολο» για τον αμαρτωλό. Και το πιο σύνηθες «Εύχομαι από τα βάθη της ψυχή μου να ευτυχήσεις».
Ο Γάλλος φιλόσοφος Ερρίκος Μπέρξον, πέραν αυτών των τριών συντελεστών της γνώσης (αισθήσεις, νους, ψυχή) προσθέτει ως πηγή της αλήθειας την διαίσθηση, την ενόραση όπως την αποκαλεί και η οποία είναι υπεράνω της εμπειριαρχίας  και του ορθολογισμού.
Σας εξέθεσα με ποιο τρόπο και με ποια όργανα μπορεί ο άνθρωπος να συλλάβει την αλήθεια, να ταυτίσει δηλαδή τη γνώση του με την πραγματικότητα και τόνισα τις δυνατότητες που έχουν τα μέσα αυτά για την  πραγμάτωση αυτού του στόχου.
Και γεννάται τώρα το μεγάλο ερώτημα:
Μπορούν οι άνθρωποι να έχουν την ίδια αντίληψη της πραγματικότητας ή ο καθένας την βλέπει και την αντιμετωπίζει με το δικό του ξεχωριστό τρόπο; Μ΄άλλα λόγια η αλήθεια που συλλαμβάνει ο άνθρωπος για τα γεγονότα της ζωής, τόσο του φυσικού κόσμου όσο και του πνευματικού κόσμου, έχει αντικειμενική ισχύ ή είναι καθαρά υποκειμενική;
Η απάντηση στο ερώτημα αυτό δεν είναι δύσκολη. Η επικρατούσα αντίληψη είναι ότι οι αλήθειες που συλλαμβάνει ο άνθρωπος άλλοτε είναι αντικειμενικές και άλλοτε υποκειμενικές. Ας δούμε πρώτα τις αντικειμενικές.
Οι αλήθειες που διατυπώνω με τις φράσεις μου: «Ο ναός του Άγιου Ανδρέα είναι ο λαμπρότερος ναός της Πάτρας», «Ο Όλυμπος είναι το ψηλότερο βουνό της Ελλάδος», «Ο Ηράκλειτος, ο Σωκράτης, ο Πλάτωνας και ο Αριστοτέλης ήσαν σπουδαίοι φιλόσοφοι», αυτές οι αλήθειες δεν αμφισβητούνται από κανέναν. Επομένως είναι πλήρως αντικειμενικές. Το ίδιο συμβαίνει όταν αναφέρεται σε απλά γεγονότα του γύρω κόσμου και σε βιώματα της προσωπικής του ζωής.
Όταν όμως ο άνθρωπος αναζητά την αλήθεια στον κόσμο των ιδεών, των άξιων, της πνευματικής ζωής, της ηθικής που καθορίζει το ορθώς πράττειν, τότε οι αλήθειες αυτές είναι καθαρά υποκειμενικές. Άπειρα είναι αυτά τα παραδείγματα: «Ο λόγος έχει αντίλογο» συνηθίζουμε να λέμε. Ο Ινδός ποιητής Ταγκόρ θα πει: πως «Η αλήθεια των πνευματικών αξιών βρίσκει το φόρεμα του πραγματικού πολύ στενόχωρο».
Ας δούμε μερικά παραδείγματα.
·       Στις τηλεοράσεις παρακολουθούμε καθημερινά τους διαξιφισμούς των ομιλητών που μετέχουν στα πάνελ πάνω σε συγκεκριμένα θέματα. Οι θέσεις που διατυπώνουν είναι εντελώς αντίθετες. Ενώ μια είναι η αλήθεια, ο καθένας την συλλαμβάνει, την διατυπώνει και την υπερασπίζεται με διαφορετικό τρόπο. Το ίδιο δεν συμβαίνει και μεταξύ των βουλευτών στις συνεδριάσεις της βουλής; Ποιος απ΄αυτούς εκφράζει την πραγματική αλήθεια για τα θέματα που συζητούν;
·       Οι σοσιαλιστές ή οι καπιταλιστές βρίσκονται πιο κοντά στην αλήθεια, που αναφέρεται στην σωστή οργάνωση και λειτουργία του κράτους;
·       Και το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα που εκφράζει την υποκειμενικότητα της ανθρώπινης αλήθειας είναι οι αποφάσεις των δικαστηρίων. Λέγεται πως οι δικαστές αποφασίζουν κατά συνείδηση. Και παρατηρούμε ότι οι αποφάσεις τους τις περισσότερες φορές παίρνονται κατά πλειοψηφία. Σε ποιους από τους διαφωνούντες δικαστές βρίσκεται η αλήθεια;
Γι΄αυτό ο Νίτσε θα μας πει: «Ω εραστή της αληθείας μην αισθάνεσαι ζήλεια γι αυτούς τους απόλυτους και πιεστικούς. Η αλήθεια δεν κρεμάστηκε ποτέ ως τα τώρα από τα μπράτσα ενός απόλυτου. Μέχρι σήμερα υπάρχουν χιλιάδες αλήθειες για το καλό και το κακό και για όλες τις αξίες της ζωής γιατί υπάρχουν χιλιάδες λαοί. Έχει αποδειχτεί, πως εκείνο που ένας λαός υποστήριξε πως είναι καλό, ο άλλος το περιφρόνησε και το υποτίμησε. Εκείνο που βρήκαν άλλοι λαοί να το αποκαλούν κακό, άλλοι το περικόσμησαν με βασιλική τιμή».
Και συμβαίνει αυτό γιατί κάθε άνθρωπος αντιλαμβάνεται την αλήθεια ανάλογα με τον τρόπο που λειτουργούν οι αισθήσεις του, ο νους του και η συνείδησή του. Και επειδή αυτά τα στοιχεία δεν λειτουργούν κατά τον ίδιο τρόπο σε όλους τους ανθρώπους, είναι φυσικό και επόμενο να διαφωνούν στο τι είναι αλήθεια και στο τι είναι ψεύδος.
Το επιβεβαιώνει αυτό η επιστήμη της Ψυχολογίας, η οποία μας διδάσκει ότι κάθε ανθρώπινη ύπαρξη αποτελεί μια ξεχωριστή ιδιαιτερότητα, επειδή οι παράγοντες που την διαμορφώνουν, όπως είναι η κληρονομικότητα, το οικογενειακό και κοινωνικό περιβάλλον, η αγωγή και η μόρφωση που έλαβαν και ιδιαίτερα η ιδεολογία που διαμόρφωσαν δεν είναι ίδια σε όλους τους ανθρώπους και ως εκ τούτου είναι φυσικό και επόμενο να συλλαμβάνουν διαφορετικά την αλήθεια των πραγμάτων και των γεγονότων της ζωής. Κι όχι μόνο αυτό. Η υποκειμενική αλήθεια που δημιουργείται στο μυαλό του ανθρώπου προσδιορίζεται πολλές φορές και από το πόσο αυτή ικανοποιεί ή βλάπτει τα ένστικτά του, τις επιθυμίες του και προπαντώς το συμφέρον του.

Πόσο δίκιο είχε ο Πρωταγόρας, όταν πριν από δυο χιλιάδες τετρακόσια χρόνια είχε διακηρύξει το περίφημο απόφθεγμα «Πάντων χρημάτων μέτρον άνθρωπος».
Και αφού εξετάσαμε τις αντικειμενικές και υποκειμενικές αλήθειες που συλλαμβάνει ο κάθε άνθρωπος χωριστά, ας δούμε τι συμβαίνει με τις αλήθειες που διατυπώνει η επιστήμη. Και στο χώρο των επιστημών παρατηρούμε πως άλλοτε έχουμε αντικειμενικές και άλλοτε υποκειμενικές αλήθειες. Τις αντικειμενικές εκφράζουν οι θετικές επιστήμες ενώ τις υποκειμενικές οι θεωρητικές επιστήμες.
Οι θετικές επιστήμες όπως είναι η Φυσική, η Χημεία, η Ιατρική η Βιολογία η Μηχανική, τα Μαθηματικά κ.α., που επαληθεύουν τα συμπεράσματα των ερευνών τους με πειράματα και συνεχείς επιβεβαιώσεις, μπορούμε να πούμε πως οι αλήθειες που διατυπώνουν έχουν μια αδιάψευστη αντικειμενικότητα.     Η Χημεία θα μας δώσει την αλήθεια για τη σύσταση των όντων, η Βιολογία την αλήθεια για τη λειτουργία του σώματος των ανθρώπων και των λοιπών εμβίων όντων, η Μαθηματική επιστήμη την απόλυτη αλήθεια των αριθμών.
Όλες αυτές οι επιστήμες μας προσφέρουν αντικειμενικές και απόλυτα αποδεκτές αλήθειες. Κανείς δεν αμφισβητεί ότι το νερό αποτελείται από ένα άτομο οξυγόνου και δύο άτομα υδρογόνου, ότι το άθροισμα των γωνιών ενός τριγώνου είναι δύο ορθές, ο ήλιος είναι το κέντρο του ηλιακού συστήματος και πως το Ίντερνετ είναι πλούσια πηγή γνώσεων και πληροφοριών της σύγχρονης εξέλιξης της Πληροφορικής επιστήμης.
Δε συμβαίνει όμως αυτό σε όσες επιστήμες  έχουν ως αντικείμενο έρευνας κοινωνικά, πνευματικά και ιδεολογικά προβλήματα, όπως είναι η Κοινωνιολογία, η Νομική, η Ιστορία η Θρησκειολογία και άλλες. Οι αλήθειες που διατυπώνουν υπόκεινται στη βάσανο της αμφιβολίας. Και επειδή νιώθουν την αδυναμία τους αυτή, αισθάνονται την ανάγκη να ζητήσουν τη συνδρομή της φιλοσοφίας. Η ιστορία όμως απέδειξε ότι και η συνεργασία αυτή Επιστήμης και Φιλοσοφίας δεν κατόρθωσε να δώσει πάντοτε αληθινές απαντήσεις στα μεγάλα ιδεολογικά ερωτήματα του ανθρώπου.
Ας αναφέρουμε μερικά τέτοια ερωτήματα:
·       Η γένεση του σύμπαντος και της ζωής είναι αυτοφυής ή τυχαία; Δε μας έδωσαν ακόμη απάντηση η επιστήμη της Κοσμολογίας και Αστρολογίας.
·       Στην ερώτηση «Ποια είναι η υπέρτατη αξία της ζωής, το άτομο ή η κοινωνία»; οι μεν υπαρξιακοί φιλόσοφοι Χάιντεγκερ, Νίτσε Γιάσπερ κ.α. θα μας πουν πως είναι το άτομο, ενώ ο Έγελος, ο Ρουσσώ κ.α. θα μας πουν πως είναι η κοινωνία. Ποιος λέει την αλήθεια;
·       Υπάρχει μετά θάνατο ζωή; Οι υλιστικές θεωρίες θα μας πουν πως «Μετά θάνατον ουδέν», ενώ οι ιδεολογικές θεωρίες θα υποστηρίξουν ότι η ψυχή είναι αθάνατη.
·       Οι Ρωμαίοι φιλόσοφοι για τον τρόπο της ζωής του ανθρώπου διατύπωσαν δυο εντελώς αντίθετες αλήθειες. Κάποιοι μας είπαν: Primum vivere de inde philosophare (Πρώτα να ζεις και ύστερα να φιλοσοφείς). Άλλοι υποστήριξαν το εντελώς αντίθετο: Philosophare negeset est, vivere not est negeset. (Το να φιλοσοφείς είναι αναγκαίο, το να ζεις δεν είναι αναγκαίο). Γιατί άμα ζεις χωρίς να σκέφτεσαι και να φιλοσοφείς είσαι ένα σκέτο ζώο. Ποιοι μας λένε την αλήθεια;
·       Για την αξία της γνώσης διατυπώθηκαν αντιτιθέμενες απόψεις, όπως είναι ο δογματισμός, ο σκεπτικισμός, ο θετικισμός, ο πραγματισμός κ.α. Ποια θεωρία να πιστέψεις ότι σου λέει την αλήθεια;
·       Για το μεγάλο θεολογικό πρόβλημα διατυπώθηκαν διαφορετικές απόψεις από τη θεολογία και τη Φιλοσοφία, όπως είναι ο Πανθεϊσμός, ο Δεϊσμός, ο Θεϊσμός, ο Μυστικισμός, και ο Αθεϊσμός. Ποια θρησκεία και ποια φιλοσοφία μας λέει την αλήθεια;
Και τέλος, ποια επιστημονική θεωρία ομολογεί την αλήθεια για το μεγάλο πρόβλημα της γένεσης και της σύστασης του σύμπαντος; Η θεωρία της σχετικότητας του Αϊνστάιν, που πανηγύριζε ότι έδωσε τη σωστή απάντηση ή η σύγχρονη κβαντική θεωρία του νομπελίστα φυσικού Μαξ Πλανκ, η οποία ανέτρεψε την θεωρία της σχετικότητας και η οποία κινδυνεύει να ανατραπεί και αυτή από τη «θεωρία του παντός» που βρίσκεται σήμερα στα σκαριά και επίκειται η ολοκλήρωση της;
Υπάρχουν, λοιπόν, πολλά προβλήματα που η επιστήμη και η Φιλοσοφία έδωσαν αντικρουόμενες απαντήσεις, που προκαλούν σύγχυση στο νου του ανθρώπου που αναζητεί την αλήθεια.   
Αυτό ανάγκασε τον μαθηματικό και φιλόσοφο Χένρι Ποϊνκαρέ (1854-1912) να πει ότι: «Οι νόμοι της επιστήμης και οι φιλοσοφικές αρχές είναι συμβατικές καταλήξεις και είναι αποδεκτές για τη ευκολία και απλότητά τους και όχι γιατί εκφράζουν την αλήθεια».
Το ίδιο διατυπώνει και ο Νταβίν Μπομ(1917-1992) καθηγητής της θεωρητικής Φυσικής στο πανεπιστήμιο του Λονδίνου όταν μας λέει: «Μπορεί να υπάρχουν άλλα επίπεδα αλήθειας πέρα από ότι είμαστε ικανοί να γνωρίζουμε».
Για να συμπληρώσει ο διαπρεπής ψυχίατρος και φιλόσοφος Κάρολος Γιάσπερ (1882-1969)λέγοντας: «Από τη στιγμή που το «είναι» δεν  αποκαλύπτεται στον άνθρωπο στην ολότητά του, η επιστήμη και η φιλοσοφία δεν έχουν σχέση με μια πλήρη και οριστική αλήθεια».
Και το πιο καταπληκτικό σχετικά με την αλήθεια των επιστημών μας το είπε ο Αϊνστάιν: «Όταν οι μαθηματικοί και οι φυσικοί νόμοι αναφέρονται στη πραγματικότητα δεν είναι σίγουροι και όταν είναι σίγουροι δεν έχουν καμιά σχέση με την πραγματικότητα».
Πόσο δίκιο, λοιπόν, είχε ο Γρηγόριος ο Νύσσης όταν πριν από 1800 χρόνια από τους σύγχρονους φιλοσόφους είχε πει: «Εν αγνοία πάντες διάγομεν, πρώτον εαυτούς αγνοούντες έπειτα δε και τα άλλα πάντα».
Αφού, λοιπόν, έτσι έχουν τα πράγματα ας προσπαθήσουμε τώρα να περιγράψουμε τον τρόπο με τον οποίο ο σκεπτόμενος άνθρωπος θα πρέπει να πορεύεται προς αναζήτηση και ανεύρεση της αλήθειας. Και λέω «ο σκεπτόμενος άνθρωπος» γιατί το απλό πνεύμα ενός ανθρώπου που δεν σκέπτεται αποδέχεται αβασάνιστα σαν αλήθεια αυτό που του προσφέρουν. Ενώ το πνεύμα που σκέπτεται και φιλοσοφεί αμφιβάλλει πάντα ακόμα και γι’αυτό που πιστεύει. Επομένως η πορεία του ανθρώπου προς ανεύρεση της αλήθειας πρέπει να περνάει από τον έλεγχο της αμφιβολίας.
Μας το τόνισε αυτό και ο Ράσελ: «Σε κάθε εποχή και σε όλες τις εκδηλώσεις της ανθρώπινης ζωής, στην Αγάπη, στη   Θρησκεία, στην Πολιτική και στη Γνώση επικράτησε μια υγιής αντίληψη, να βάζει κανείς ερωτηματικά σε κάθε τι που θεωρείται σαν αξίωμα».
Η αμφιβολία είναι ο πιο σοβαρός αυτοέλεγχος της ανθρώπινης γνώσης. Χάρη σ΄αυτήν η Επιστήμη και η Φιλοσοφία ανέτρεψαν παγιωμένες γνώσεις που για χρόνια και αιώνες κυριαρχούσαν και παρερμήνευαν την ανθρώπινη και την παγκόσμια αλήθεια. Και τούτο γιατί η προβολή της αμφιβολίας συνεπάγεται με το χρέος προς έρευνα, από την οποία είναι πιθανόν να αρθεί η υπάρχουσα αλήθεια από μια άλλη αλήθεια που ανταποκρίνεται πληρεστέρα στην πραγματικότητα. 
Για την αξία της αμφιβολίας ο Ε.Παπανούτσος γράφει στην Ηθική του σελ10: «Υπάρχουν αμφιβολίες άγονες. Υπάρχουν όμως και αμφιβολίες γόνιμες. Οι αμφιβολίες που ορθώνει στην πορεία της η αληθινή κριτική φιλοσοφία, όπως είναι π.χ. οι ιστορικές αμφιβολίες του Σωκράτη, του Descartes και του Καντ αποδείχθηκαν γονιμότατες. Όχι μόνο από θεωρητική άποψη βοήθησαν για να συλληφθεί από τον στοχασμό καθαρότερη η ουσία της αλήθειας αλλά και για να σχηματιστεί μέσα στην αγαθή θέληση γνησιότερο το νόημα της αρετής».
Ίσως να διερωτηθεί κάποιος από μας μαζί με τον Ράυλλυ: «Μήπως με τη συνεχή παρεμβολή της αμφιβολίας και τις αλλεπάλληλες ερωτήσεις οδηγηθεί ο άνθρωπος στην από-γνωση; Δηλαδή να μην έχει σταθερή γνώση; Η αγωνιώδης αυτή σκέψη δεν έχει έρεισμα. Γιατί η αμφιβολία δεν αίρει πάντοτε τη γνώση, ώστε ο άνθρωπος να βρεθεί χωρίς περιεχόμενο. Ή την εμβαθύνει και την κάνει ουσιαστικότερη, ή εάν την άρει τη αντικαθιστά αμέσως με μια νέα γνώση που είναι περισσότερο αντικειμενική και βρίσκεται πλησιέστερα στην αλήθεια.
Το επιβεβαιώνει αυτό και ο Έγελος με την «Τριλογία» του: «Κάθε παρούσα γνώση μου αποτελεί την αλήθεια που πιστεύω για την υπάρχουσα πραγματικότητα. Ο ερχομός της άρνησης, που θα προκαλέσει η αμφιβολία μου, θα οδηγήσει στη σύνθεση της νέας μου γνώσης, που θα είναι πιο αληθινή από τη προηγούμενη». Θέση-άρνηση-σύνθεση πρέπει να είναι η πορεία της ανθρώπινης σκέψης προς αναζήτηση της αλήθειας.
Η αμφιβολία είναι ο αντίποδας του δογματισμού. Ενώ με την αμφιβολία το πνεύμα του ανθρώπου αιωρείται ελεύθερο προς όλες τις κατευθύνσεις, αναζητώντας την αλήθεια, με τον δογματισμό υποτάσσεται στα δεσμά του φανατισμού. Ο άνθρωπος που αμφιβάλλει σέβεται κάθε αντίθετη αλήθεια που προβάλλουν οι συνάνθρωποι του. Ο άνθρωπος που δογματίζει και στηρίζεται στην άποψη «ου με πείσεις καν με πείσεις» θέλει να επιβάλει τη γνώμη του και την δική του αλήθεια σ΄όλους τους άλλους.  Ο άτεγγτος δογματισμός του εκθρονίζει τη χάρη της διαλεκτικής και ο σκοταδισμός του φανατισμού του την φλόγα την δημοκρατίας.
Αξίζει να αναφερθώ σ΄ένα ιστορικό γεγονός που φανερώνει την απέχθεια και τη σκληρότητα του δογματισμού.
Όταν ο αστροφυσικός Γαλιλαίος με το βιβλίο που εξέδωσε, υποστήριξε το ηλιοκεντρικό σύστημα που το είχαν βέβαια ανακαλύψει οι αρχαίοι Έλληνες και το είχε αποδεχθεί προηγουμένως και ο Πολωνός Κοπέρνικος, ο τότε Πάπας Ουρβανός ο Γ΄ τον προσήγαγε στο δικαστήριο της Ιεράς Εξέτασης για να δικαστεί, επειδή η θεωρία του ήταν αντίθετη με την επικρατούσα άποψη της Δυτικής Εκκλησίας, που πίστευε ότι κέντρο του ηλιακού συστήματος είναι η γη και όχι ο ήλιος. Και ο Γαλιλαίος καταδικάστηκε σε ισόβια φυλάκιση! Φοβερό και απάνθρωπο! Και ακόμα φοβερότερο είναι το γεγονός ότι πριν οδηγηθεί στη φυλακή τον μετέφεραν στο πλησιέστερο ναό και τον ανάγκασαν να σταθεί γονυπετής και με το χέρι στο Ευαγγέλιο να κάνει την εξής δήλωση: Πρώτον. «Το ότι ο ήλιος είναι το κέντρο του κόσμου και είναι ακίνητος, είναι γνώμη ανόητη και φιλοσοφικά εσφαλμένη, διότι έρχεται σε αντίθεση με την Άγια Γραφή. Και δεύτερον, ότι η Γη δεν είναι το κέντρο του κόσμου και δεν είναι ακίνητη και ότι έχει ημερήσια κίνηση και η γνώμη αυτή έχει φιλοσοφική μωρίαν και εξεταζόμενη θεολογικά αποτελεί πεπλανημένη πίστη».
Τι ξεπεσμός της ανθρώπινης αξιοπρέπειας από  τον απαράδεκτο και πλανεμένο στην περίπτωση αυτή θρησκευτικό δογματισμό της καθολικής εκκλησίας  απέναντι στην επιστημονική πίστη και στην αλήθεια!
Δηλαδή η πλάνη του ψεύδους να αρνείται και να καταδικάζει την πραγματική αλήθεια!
Αυτά έβλεπε ο Φερνάντο Σαβαντέρ, όταν εξομολογούμενος στον γιο του, έλεγε: «Αποστρέφομαι το δογματισμό που κάνει τους ανθρώπους να εχθρεύονται αθεράπευτα οι μεν τους δε, τον ρατσισμό που κατατάσσει τους ανθρώπους σε πρώτη, δεύτερη  ή τρίτη κατηγορία και τις ψευδεπίγραφες φανατικές ιδεολογίες, είτε αυτές είναι θρησκευτικές, κοινωνικές και πολιτικές, αφού είναι ανίκανες να σεβαστούν την ειρηνική αντιπαράθεση των αντίθετων απόψεων, αφού απαιτούν από όλον τον κόσμο να πιστεύουν και να σέβονται ότι αυτές και μόνο αυτές θεωρούνται ως αλήθεια».
Ύστερα απ΄όλα αυτά θα πρέπει να καταλήξουμε στα εξής συμπεράσματα:
Πρώτον. Ότι η αλήθεια δεν είναι πάντα προσιτή στον άνθρωπο.
Δεύτερον. Ότι υπάρχουν αντικειμενικές και υποκειμενικές αλήθειες. Οι πρώτες έχουν σχέση με τα πορίσματα ορισμένων επιστημών και με τις διαπιστώσεις του απλού ανθρώπου πάνω σε απλά πράγματα της ζωής. Οι δεύτερες αναφέρονται στα κυρίως πνευματικά, κοινωνικά και φιλοσοφικά προβλήματα του ανθρώπου.
Τρίτον. Στις υποκειμενικές αλήθειες θα πρέπει ο άνθρωπος να μην είναι δογματικός και απόλυτος και να πορεύεται προς συνάντησή τους, προβάλλοντας αμφιβολίες και ερωτήματα, έτσι όπως έκανε ο Σωκράτης «ο πάντων σοφών σοφότατος» κατά το Μαντείο των Δελφών εφαρμόζοντας στη ζωή του το «Εν οίδα ότι ουδέν οίδα» που σημαίνει πως ένα πράγμα γνωρίζω:    ότι τίποτα δε γνωρίζω, αφού ότι γνωρίζω δεν είμαι βέβαιος ότι ανταποκρίνεται στην αλήθεια. Κι΄εκανε την ταπεινή αυτή σκέψη του όπλο της διαλεκτικής του και μέθοδο της μαιευτικής διδασκαλίας του με την οποία οδηγούσε τους μαθητές του στην εύρεση της αλήθειας.

Κύριες και κύριοι.
Η ομιλία μου αυτή θα ήταν ημιτελής εάν πέραν αυτής της αλήθειας που συλλαμβάνει ο άνθρωπος με τις αισθήσεις και το νου του,  δεν έκανα μια ιδιαίτερη αναφορά σε μια σημαντική αλήθεια την οποία αποδέχεται αποκλειστικά με την ψυχή του. Πρόκειται για την «εξ αποκαλύψεως» θεία αλήθεια. Εδώ δεν χωράει η αμφισβήτηση του νου. Είναι αποκλειστική υπόθεση της πίστης. Αξίζει να μιλήσουμε γι αυτή την αλήθεια.
Θα συνεχίσω από εκεί που άρχισα την ομιλία μου «Εγώ εις τούτα γεγέννημαι και εις τούτο ελήλυθα εις τον κόσμον ίνα μαρτυρήσω την αλήθεια». Και το πιο σημαντικό:  «Εάν μείνετε εν τω λόγω τω εμώ, γνώσασθε την αλήθειαν και η αλήθεια ελευθερώσει υμάς» γιατί;  «Γιατί εγώ ειμί η οδός, η αλήθεια και το φως».
Το μέγα θαύμα της εμφάνισης του Θεού στη Γη δια της ενσαρκώσεως του Υιού του είναι αδύνατο να το συλλάβει ο νους του ανθρώπου. Είναι καθαρά θέμα πίστεως.
Ο αείμνηστος καθηγητής της φιλοσοφίας Ιωάννης Θεοδωρακόπουλος στο βιβλίο του «Χριστιανικά και φιλοσοφικά μελετήματα», μεταξύ άλλων γράφει: «Η παρουσία του Θεανθρώπου είναι μη καταληπτική αντίφαση. Ότι ο αιώνιος και υπερούσιος Θεός έγινε άνθρωπος με αίμα και σάρκα, δηλαδή νοητός, αυτό αποτελεί για τη λογική την οξύτερη αντίφαση. Μόνο η πίστη ικανοποιεί το αιώνιο πρόβλημα του Χριστού και του Θεού».
Και πρέπει να τονίσω πως η πίστη αυτή που εκφράζεται δια της ψυχής είναι πράγματι ένα φοβερό παράδοξο. Το άλογο, το χωρίς λογική, αποδέχεται την αλήθεια. Η πίστη είναι το αδιανόητο, το αναπόδεικτο αλλά και το υποσχόμενο. Δεν ανατέλλει σ’ όσους επιθυμούν την ανατολή της, αλλά σ’ όσους πορεύονται προς την ανατολή. Η πίστη δεν έρχεται στον αναμένοντα αλλά αναμένει τον ερχόμενο. Δεν είναι μόνο εύρημα του αγωνιζόμενου ανθρώπου αλλά και επιβράβευση.
Όταν ο άνθρωπος φτάσει στον άθλο αυτό, τότε το τελευταίο ερώτημα της αμφιβολίας του είναι η σιωπή του, γιατί η εκπλησσόμενη είναι και το τέλος της φιλοσοφίας. Μια σιωπή που δεν αίρει την σκέψη-ερώτημα, αλλά της δίνει τη δύναμη πιότερο να εμβαθύνει. Γιατί η σιωπή είναι μια βαθιά περισυλλογή, είναι το «ένδον σκάπτειν του λόγου» και ομιλεί όταν ο λόγος σωπαίνει. Είναι αίνος Θεού. «Σιγή το άρρητον αυτού ανυμνείν». Θα μας πει ο Πρόκλος στη θεολογία του Πλάτωνα. Για να συμπληρώσει ο Γρηγόριος ο Νύσσης «Δια σε η σιωπή είναι έπαινος» και για να συμπληρώσει ο ψαλμωδός λέγοντας: «ο Θεός τιμάται δια της σιωπής» 
Σύμφωνα με τις παραπάνω σκέψεις θα πρέπει να τονίσω ότι η πίστη δεν είναι υποδιαίρεση της γνώσης ούτε επαύξηση του «ειδέναι». Η γνώση είναι μια μορφή ικανοποίησης του νου, χαρακτήρας της είναι η επάρκεια, σύμβολο της ο κύκλος, σκοπός της ο άνθρωπος. Αντίθετα η πίστη είναι μια τάση προς την υπέρβαση, χαρακτήρας της είναι η ένδεια, σύμβολο της το βέλος, σκοπός της ο Θεός. Η γνώση αποβλέπει στα επίγεια. Η πίστη είναι η ελεύθερη πτήση του σκεπτόμενου ανθρώπου από τα επίγεια προς τα ουράνια. Επομένως  η γνώση του νου και η πίστη της ψυχής είναι δυο παράλληλες πορείες του ανθρώπου προς την αλήθεια. Δε συγκρούονται μεταξύ τους, δεν αίρει η μία την άλλη ούτε αντιμάχονται. Αντίθετα αλληλοσυμπληρώνονται.
Ας αναφερθούμε σε μερικές εξ αποκαλύψεως αλήθειες που πρόσφερε στους ανθρώπους ο ερχομός του θεανθρώπου Ιησού στη γη.
 Πρώτη και μεγαλύτερη αλήθεια είναι η ύπαρξη του Θεού, η οποία εμφανίστηκε δια της ενσαρκώσεως του Ιησού.
 Με την ανάσταση του μας επιβεβαίωσε την αθανασία της ψυχής. Με τα θαύματα του την παντοδυναμία του Θεού, αλλά και την δύναμη της πίστης του ανθρώπου «Θάρσει, θύγατερ, η πίστις σου σε ΄σωκέ σε πορεύου εις ειρήνην», είπε στην θεραπευθείσα αιμορροούσα γυναίκα. Με τη διδασκαλία του αποκάλυψε στους ανθρώπους τις ηθικές αλήθειες που πρέπει να κοσμούν την ψυχή και τη ζωή τους και στις οποίες δε χωρεί καμία αμφισβήτηση. Αυτές οι αλήθειες είναι διάσπαρτα καταγεγραμμένες στα Ευαγγέλια. Ο Καντ πάνω σ΄αυτό είπε έναν μεγάλο λόγο: «Η Βίβλος είναι ανεξάντλητη πηγή πασών των αληθειών».
Επομένως, όταν ο άνθρωπος αποδέχεται με την πίστη της ψυχής του αυτές τις εξ αποκαλύψεως αλήθειες, παραμερίζοντας τις αμφιβολίες του νου αφήνει τη φωνή της ψυχής του να μιλήσει εξομολογούμενος τον αγώνα του «Εν όλη τη καρδία μου εξεζήτησα Σε», ομολογώντας την εύρεση «Ιδού έγνων ότι θεός μου ει Συ», ανυψούμενος στον ουρανό «Προς σε, Κύριε, ήρα την ψυχή μου», υποσχόμενος υπακοή «Συ φωτιείς τον λύχνον μου Κύριε», εκφράζοντας εμπιστοσύνη «Εν σκιά των πτερύγων Σου ελπιών», προσευχόμενος «Κατευθυνθήτω η προσευχή μου ως θυμίαμα ενώπιον Σου».  Και βιώνει τη γαλήνη της ψυχής και της όλης ζωής του.
Συμφωνώντας με την άποψη του μεγάλου φιλοσόφου Καρέλ πως «Είναι ευτυχείς όσοι άνθρωποι αναζήτησαν την αλήθεια και έλυσαν τα προβλήματά τους με την πίστη», θα ήθελα να κλείσω την ομιλία μου υποβάλλοντας σε όλους μας ένα ερώτημα: «Μήπως θα πρέπει αρκετές φορές και ιδιαίτερα στα υπαρξιακά μας ερωτήματα, να κλείνουμε τα χωμάτινα βλέφαρά μας και να αναζητάμε την αλήθεια με τα μάτια της ψυχής και με τη δύναμη της πίστης;»  Μήπως, ή οπωσδήποτε;                  

Τετάρτη 12 Δεκεμβρίου 2018

ΟΜΙΛΙΑ ΔΗΜΗΤΡΗ ΜΑΡΚΟΠΟΥΛΟΥ


ΟΜΙΛΙΑ  ΔΗΜΗΤΡΗ ΜΑΡΚΟΠΟΥΛΟΥ

ΣΤΟ ΦΙΛΟΛΟΓΙΚΟ  ΒΡΑΔΙΝΟ  ΤΗΣ ΔΕΥΤΕΡΑΣ


 

Την  προσεχή Δευτέρα 17η Δεκεμβρίου 2018  και ώρα 7.μ.μ.  στα πλαίσια των προγραμματισμένων ομιλιών των Φιλολογικών Βραδινών της Εταιρείας Λογοτεχνών που γίνονται με τη συνεργασία της Δημοτικής Βιβλιοθήκης -Πολιτιστικός Οργανισμός Δήμου Πατρέων, θα  μιλήσει στο Αναγνωστήριο της Δημοτικής Βιβλιοθήκης, o  τ. Σχολικός Σύμβουλος   και Συγγραφέας, 


ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΜΑΡΚΟΠΟΥΛΟΣ,
            
με θέμα :  «Προς αναζήτηση της αλήθειας».

Την εκδήλωση θα προλογίσει  και       θα συντονίσει   ο πρόεδρος της Εταιρείας   Λεωνίδας Μαργαρίτης.

Η είσοδος για το κοινό θα είναι ελεύθερη.


Τρίτη 4 Δεκεμβρίου 2018

ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ NEOY ΒΙΒΛΙΟΥ ΑΡΥΡΗ ΣΤΑΥΡΑΚΗ


ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ NEOY ΒΙΒΛΙΟΥ

TOY ΑΡΕΟΠΑΓΙΤΗ ΕΠΙ ΤΙΜΗ-ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ

ΑΡΥΡΗ ΣΤΑΥΡΑΚΗ

ΣΤΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ

Την προσεχή Δευτέρα 10η Δεκεμβρίου   και ώρα 7.00 μ.μ. στα πλαίσια των Φιλολογικών Βραδινών της Εταιρείας Λογοτεχνών, που γίνονται   σε συνεργασία με τη Δημοτική Βιβλιοθήκη-  Πολιτιστικό Τομέα του Δήμου Πατρέων και με έκτακτη συμμετοχή των γνωστών εκδόσεων της πόλης μας «ΤΟ ΔΟΝΤΙ» ,στην αίθουσα του Αναγνωστηρίου της Δημοτικής Βιβλιοθήκης, θα γίνει η παρουσίαση  του νέου βιβλίου  του συμπολίτη Αρεοπαγίτη επί τιμή,  συγγραφέα,  τακτικού  μέλους  της Εταιρείας Λογοτεχνών, ΑΡΓΥΡΗ ΣΤΑΥΡΑΚΗ    με τον τίτλο:
  «Η ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ».
Το βιβλίο θα παρουσιάσουν, ο Χρήστος Μούλιας Δικηγόρος-Συγγραφέας- Ιστορικός Ερευνητής, και ο Βασίλης Λαδάς Δικηγόρος-Συγγραφέας.
        Την εκδήλωση θα προλογίσει και θα συντονίσει ο πρόεδρος της Εταιρείας Λεωνίδας Μαργαρίτης.

H είσοδος για το κοινό θα είναι ελεύθερη.


Κυριακή 2 Δεκεμβρίου 2018

ΠΟΙΗΣΗ ΣΤΟΛΗ ΨΥΧΗΣ Η « ΠΟΙΗΜΕΝΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ » ΤΟΥ ΦΩΤΗ Ν. ΠΑΛΑΙΟΛΟΓΟΥ


Γράφει ο Φώτης Δημητρόπουλος                                                                     Δημοτική Βιβλιοθήκη Πατρών
                                Φιλόλογος                                                                                                   19 – Νοε – 2018
                                                               
      ΠΟΙΗΣΗ ΣΤΟΛΗ ΨΥΧΗΣ
Η « ΠΟΙΗΜΕΝΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ » ΤΟΥ ΦΩΤΗ Ν. ΠΑΛΑΙΟΛΟΓΟΥ
Αν θελήσει κάποιος να χαρακτηρίσει ως « πρωτόλεια » τα ποιήματα της συλλογής « Ποιημέ
νη Φιλοσοφία » του Φώτη Ν. Παλαιολόγου, θα πρέπει να αναζητήσει την ερμηνεία της λέξης στην Αρ
χαία Ελληνική Γλώσσα, όταν την πρωτοχρησιμοποίησε ο Ευρυπίδης στην τραγωδία « Ορέστης ». ΟΟρέστης, ικέτης στο Μενέλαο λέει :
                                                εκών εγώ σοι ταμά μηνύσω κακά
                                                των σων δε γονάτων πρωτόλεια θιγγάνω
                                                Με την θέλησή μου τα δικά μου βάσανα θα σου διηγηθώ
                                                και θ’ αγγίξω τα γόνατά σου ως απαρχές ικεσίας.
                Και τούτο γιατί η ωριμότητα από κάθε άποψη της συλλογής, θεματολογία, λεκτικό, έκφραση
και ξάστερη ελληνική γλώσσα δε μας επιτρέπει τη σημασία της λέξης πρωτόλεια που αποδίδουμε στην
κοινή νεοελληνική ως τα πρώτα στιχουργήματα, μάλλον ανώριμα, τα πρωτοκάρπια μιάς νεανικής προ
σπάθειας. Ο Φώτης Παλαιολόγος παρουσιάζεται αντίθετα ως μια ώριμη λογοτεχνικά φυσιογνωμία
που καταφεύγει στα γόνατα της ποίησης και στον ποιητικό λόγο αναζητεί τη λύτρωση από τα δι
κά του δεινά, τα δικά του βάσανα, το δικό του πόνο.
                Μας αποκαλύπτεται ευθύς εξ αρχής. Επιθυμεί διαρκώς και διακαώς να λυτρώνεται από τους ανθρώπους που πληγώνουν με την αχαριστία τους και από τους όποιους πόνους σφίγγουν την καρδιά, ακόμα και  ’κείνους του γλυκού έρωτα. Και για να μας αποκαλυφθεί επιστρατεύει το « είναι » του και ως νόηση – διανόηση και ως εσώτατα συναισθήματα, δηλαδή και στοχασμό του νού,  και παλμό της
καρδιάς, που παίρνουν σάρκα και οστά με λέξεις ποίησης και γίνονται « Ποιημένη Φιλοσοφία ». Οι λέ
ξεις του Φώτη Παλαιολόγου δεν είναι λέξεις του λεξικού και της επικονωνίας· δεν είναι απλά ιερογλυφι
κά σύμβολα που δηλώνουν ή συνυποδηλώνουν απλώς κάτι νοησιακό ή ψυχοπνευματικό αλλά η ίδια η ψυχή και το πνεύμα του ποιητή. Είναι η γλώσσα δηλαδή η άλλη όψη του νού και της ψυχής του Φώτη
Παλαιολόγου. Είναι η πεμπτουσία του είναι του με την όψη της λαχτάρας για την ομορφιά, της εμπιστο
σύνης για την φιλαλληλία, της υπερηφάνειας και της αρετής για την αγάπη, της δύναμης για την αυτοπε
ποίθηση, της αλήθειας για το θάνατο, της ζήλιας για τον έρωτα, της ανησυχίας για την « ύβρι » και την
εκμετάλλευση… Κι αν περιδιαβεί κανείς αυτές τις λέξειςτίτλους στα μεστά τετράστιχά του, θα διαπι
στώσει ότι δεν είναι αφηρημένες έννοιες. Είναι όλες επιλεγμένες· και η επιλογή τους δεν είναι καθό
λου τυχαία. Είναι λέξεις πνευματικής οδύνης. Οι λέξεις του Φώτη Παλαιολόγου σε τίτλους και στίχους
έχουν καταγωγή, έχουν προγόνους που δεν είναι άλλοι απο τον ψυχισμό και την παιδεία του ποιητή : αποτυπώματα βιωμάτων, σχέσεων και αντίληψης για την ζωή και τον κόσμο, την ηθική την κοινωνία
και την φύση.
                Οι λέξεις του Φώτη Παλαιολόγου κινούνται σ’ έναν άξονα που ξεκινά από τη Φύση (στα πε
ρισσότερα ποιήματά του ο ποιητής γράφει με κεφαλαίο το « Φ ») και καταλήγει στη ψυχή. Ανάμεσα σ’
αυτούς τους δύο πόλους εκτείνεται ένας απέραντος πίνακας ζωγραφικής και ανιχνεύεται το δυσεξιχνί
αστο σύμπαν της ψυχής. Ετσι ο Φώτης Παλαιολόγος συνυφαίνει σε αυτόν τον άξονα π.χ. το σκίρτημα της αγάπης με το ζωντανό άνθος, το ακυβέρνητο πλήθος με την καταιγίδα, το χάσιμο του ονείρου με την αγκαλιά της Δύσης, την πορεία προς την αυτογνωσία με ταξίδι της σκέψης σε άπνοα πελάγη, τη ζωή που σέβεται τη ζωή και την ανθρωπιά με το φώς και τα κάλλη της πλάσης, τον αναπάντητο φόβο με την άχρωμη θωριά, την ανησυχία με τα ταραγμένα δένδρα, τη ζήλια με τ’ αφανισμένα χορτάρια, την ελπίδα για λύτρωση με πέρασμα απο στεριές και θάλασσες και άλλα. Και αυτό συμβαίνει ή μάλλον το επιτυγ
χάνει ο ποιητής γιατί πιστεύει οτι η ψυχή είναι η λάμψη του άστρου που δύναμη η Φύση της χαρίζει. Γιατί για τον Φώτη Παλαιολόγο η ψυχή είναι το καράβι με τα βαρειά κουπιά τόσο της χαράς όσο και του πόνου, και η Φύση είναι το απάνεμο λιμάνι, η αρμονία, η ζωή σε ισορροπία που ραίνει την εκπλήρωση των πνευματικών σκοπών και των ονειρικών στοχασμών.
                Για να προσεγγίσουμε βαθύτερα τη συλλογή του Φώτη Παλαιολόγου θα πρέπει νομίζω να προ
σέξουμε εκτός από το λεκτικό της, δύο ακόμα χαρακτηριστικά στοιχεία του τρόπου γραφής και να
εξετάσουμε τί ρόλο παίζουν στην νοηματοδότηση της Ποιημένης Φιλοσοφίας του. Πρώτον τη χρήση
του ενεστώτος χρόνου και δεύτερον την χρήση των αποσιωπητικών.
                Ο Φώτης Παλαιολόγος 99,99% στις ρηματικές προτάσεις του χρησιμοποιεί ενεστώτα. (Και
στις ονοματικές πάλι εννοείται ενεστώτας, είναι πολλά τα παραδείγματα ενεστώτα). Πολύ χαρακτη
ριστικά στο 1ο ποίημα : Να φεύγεις από συγγνώμη που χρωστιέται και δεν λέγεται και σφίγγει, πνίγει
ακολουθούν αγαπούν, η λαχτάρα που καρτεράει, η ομορφιά που ζωντανεύει πιο κάτω, και στη συνέχεια
η ζωή γλυκοκοιτάει, οι ψυχές ορκίζονται ή η αγάπη κλυδωνίζεται και λυγίζει η ζωή όταν τα σώματα στρο
βιλίζονται και φλυαρεί άφοβα ο αγέρας ή βουρκώνετε στοργικά μου μάτια, φύση μου μην ατιμάζεσαι αι
μοδοτείς το ψέμα κ.τ.λ., κ.τ.λ., μέχρι το τελευταίο « Τες Ιθάκες » που βαραίνουν τα κουπιά, αισιοδοξεί η
ψυχή και το καράβι κι ο άνθρωπος θαρρεί…
                Για να καταλάβουμε καλύτερα επιτρέψτε μου μία παρένθεση. Στη γραμματική έχουμε συνηθί
σει να διαιρούμε νοερά και με παράσταση τοπική μάλλον, τον χρόνο σαν μία ατέρμονη γραμμή παρελ
θόν μέλλον που τη διακόπτει το παρόν. Σαν κάτι το εμπράγματο. Αυτό είναι σχετικό. Η ελληνική γλώσ
σα δεν εκφράζει το σχετικό χρόνο (π.χ. Από αρχαιότητα μέχρι σήμερα ΕΦΥΓΑ ενώ είμαι ακόμα εδώ).
Η Ελληνική Γλώσσα, γλώσσα λαού με διαισθητικές ικανότητες επιδιώκει να παρουσιάσει στον ε
νεστώτα τις ιδιότητες μίας πράξης, ενός γεγονότος, εν τω γίγνεσθαι και σε άρρηκτη σχέση με εκεί
νον που τη χρησιμοποιεί, με το πρόσωπο που ενεργεί. Δηλαδή φανερώνει τη χροιά, το ποιόν της ε
νέργειας που η έννοιά τους είναι θεμελιώδης στην ελληνική, συναισθηματικά ευαίσθητη γλώσσα. Η ε
νέργεια μπορεί να παρουσιάζεται συγκεντρωμένη – στιγμιαία ή διαρκής, σε ανάπτυξη σκόπιμη, προσ
διορισμένη ή απροσδιόριστη Αυτά όλα μπορεί να ενισχύουν την υποκειμενικότητα (ο Αόριστος → αν
τικειμενικός). Η έννοια του Ενεστώτα → όμως είναι ελαστική και κατευθύνεται και προς το μέλλον  
και προς το πραγματικό (του αορ.). Ο ενεστώτας δεν εκφράζει το παροδικό, το περιστασιακό, το
κατακερματισμένο, αλλά το διαρκές, το συνεχόμενο, το αδιάκοπο, το μοναδικό αλλά μόνιμο.
                Ετσι ο σκοπός του Φώτη Παλαιολόγου φαίνεται ότι δεν είναι απλώς να δώσει τις ποιητικές
του εμπειρίες, αυτές που ανήκουν στο παρελθόν, αλλά κυρίως να μας κάνει συμμέτοχους στην « κα
τάσταση της ποιητικής χάρης ». [την οποία για να την καταλάβουμε και να την νοιώσουμε σπουδαίοι
διανοητές την συγκρίνουν με τη « θρησκευτική εμπειρία » των πιστών που προσεύχονται : την ώρα της
προσευχής  ο πιστός αισθάνεται αυτή τη χάρη, την άμεση δηλαδή παρουσία του Θεού και πλημμυρίζει
από αγαλλίαση]. Ο Φώτης Παλαιολόγος αισθάνεται οτι το κάθε ποίημά του ο κάθε στίχος του δεν εί
ναι αποκλειστικά δικός του, αλλά κάτι καθολικότερο, όχι υποκειμενική ιδιοκτησία του, αλλά κάτι
αντικειμενικό. Το υποκειμενικό του δημιουργεί μία οικειότητα που φαίνεται ότι τον στενοχωρεί. Βγάζει από μέσα του όλη την κλίμακα, όλους τους τόνους των συγκινήσεών του και με την όλη μορφή του γραπ
τού του – και με τη χρήση του ενεστώτα και με τα αποσιωπητικά – μας παρουσιάζει το κάθε τετράσ
τιχό του ως μία πνευματική αυθυπαρξία που εμπνέει θαυμασμό και κινείται έξω και πέρα από τον εαυ
τό του. (Αυτό έχω την εντύπωση άλλωστε ότι είναι το σήμα κατετεθέν της αληθινής ποίησης).
                Ο Φώτης Παλαιολόγος με τη γραφή του γενικά, αλλά και την καταγραφή των αποσιωπητικών του, διαγράφει τον εγωπαθή ατομικισμό και υπογράφει μία επιταγή, μας δίνει μία περίεργη δύναμη, δύναμη εξουσίας πάνω στα ποιήματά του, που μας επιτρέπει όχι την απλή αφομοίωση νοημάτων και
συναισθημάτων, αλλά τη συμμετοχή, την ενεργητική παράλληλη, ποιητική συμπληρωματική δημι
ουργία. Την κατάσταση της ποιητικής χάρης. Τα αποσιωπητικά του, η σιωπή του, η δική του σιωπή,
γίνεται δική μας φωνή. Και η ποιητική χάρη, η πλημμύρα της αγαλλίασης, επιτείνεται από τη χρήση του ενεστώτα, που εισάγει τον αναγνώστη « εν τω γίγνεσθαι » της ποίησης του Φώτη Παλαιολόγου.
                 Μέσα στην κατάσταση της ποιητικής χάρης ο αναγνώστης θ’ ανταμώσει τον κόσμο του ποιη
τή Φώτη Παλαιολόγου την ώρα της φυγής του από τους πόνους των χάρτινων ερώτων και του σαρ
κασμού που ανελέητα κουρσεύει τις ψυχές και μαστιγώνει τα σώματα. Θ’ ανταμώσει τη Φύση ως
θεϊκή συμφωνία και αιώνια ζήση θα νιώσει τον αγέρα και την ταραχή της αγάπης, θα ζήσει το στροβί
λισμα και τη δίνη του έρωτα, θα αντισταθεί στη ζάλη των κίβδηλων κερμάτων και τις αντιφάσεις της γλυ
κειάς ζωής, της ευδαιμονίας, θα αισθανθεί την αξιοπρέπεια ως βράχο υπομονής και την αυτοπεποίθηση
ως αδάμαστη βροχή σε γοητευτικούς ορίζοντες, θα ντυθεί με τη στολή της ψυχής, την Αρετή, θα ταξιδέ
ψει  αγέρωχα στο πέλαγος της αυτογνωσίας, θ’ αγκαλιάσει τη χαριτωμένη σκιά της συνύπαρξης ονείρου
και φωτός, θα γευτεί την αόρατη ζωγραφιά της φύσης και θα χαμογελάσει στον άηχο και αναπάντητο φόβο του θανάτου, αφήνοντας πίσω του ξεθωριασμένα και άνυδρα συναισθήματα.
                 Με δυό λόγια η ποίηση του Φώτη Παλαιολόγου είναι αυτό που στιχουργείται στο ποίημα «…Α
ρετή…» (σελ. 25), εωδιαστό ανθοδοχείο ζήσης, μια ευανάγνωστη ανοιχτή σελίδα της ψυχής του ή
μία καλοραμένη στολή που στολίζει την ψυχή του. Μία τέτοια στολή ταιριάζει σε κάθε συνοδοιπό
ρο του. Γιατί είναι στολή ποίησης. Της ποίησης που δεν αφήνει την αγάπη να σβήνει στα σύνορα
των ψευδαισθήσεων.