Τρίτη 30 Ιανουαρίου 2018

ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ ΟΜΙΛΙΑΣ ΣΤΗ ΔΗΜΟΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΓΕΡΑΣΙΜΟΥ ΡΗΓΑΤΟΥ



                                                                    ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ


Η ΕΤΑΙΡΕΙΑ  ΛΟΓΟΤΕΧΝΩΝ N.Δ. ΕΛΛΑΔΟΣ

 

                                            Η ΔΗΜΟΤΙΚΗ  ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ


                           ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΟΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΔΗΜΟΥ ΠΑΤΡΕΩΝ



Σας προσκαλούν

στο Φιλολογικό βραδινό  της Δευτέρας
5ης  Φεβρουαρίου    2018   και ώρα 7.00 μ.μ.
στην αίθουσα του αναγνωστηρίου της,
             στο οποίο θα  μιλήσει ο Ιατρός και Λογοτέχνης, βραβευμένος από την Ακαδημία Αθηνών για το συνολικό του έργο ,

ΓΕΡΑΣΙΜΟΣ ΡΗΓΑΤΟΣ 


Με θέμα:

«Ένα ταξίδι του Μιχαήλ Μητσάκη στην Πάτρα»

Την εκδήλωση θα προλογίσει και θα συντονίσει ο πρόεδρος της Εταιρείας Λεωνίδας Μαργαρίτης.

Η παρουσία σας  θα μας τιμήσει ιδιαιτέρως.

ΤΑ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΑ ΣΥΜΒΟΥΛΙΑ

 

Σάββατο 27 Ιανουαρίου 2018

ΟΜΙΛΙEΣ ΜΕ ΘΕΜΑ ΤΟ ΓΗΡΑΣ




ΟΜΙΛΙEΣ

                                    ΜΕ ΘΕΜΑ ΤΟ ΓΗΡΑΣ

                          ΣΤΟ  ΒΡΑΔΙΝΟ ΤΗΣ ΔΕΥΤΕΡΑΣ

                                   ΣΤΗ  ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ

 

Mε θέμα: «Το γήρας αποτελεί τιμωρία;» θα  μιλήσουν και θα εκθέσουν τις απόψεις τους στο ερώτημα,  την προσεχή Δευτέρα 29η Ιανουαρίου  το απόγευμα στις 7 .00 στο Αναγνωστήριο της Δημοτικής Βιβλιοθήκης,   ο Πρόεδρος της Γηριατρικής και Γεροντολογικής Εταιρείας Ν.Δ.Ελλάδος, Ομότιμος Καθηγητής του Πανεπιστημίου Πατρών Ιατρός Κώστας Χρυσανθόπουλος και ο Δημοσιογράφος και Λογοτέχνης Σταύρος Ιντζεγιαννης. 


Οι  ομιλίες   αυτές  έχουν  προγραμματισθεί  από την Εταιρεία Λογοτεχνών και περιλαμβάνονται στον κύκλο των ομιλιών των Φιλολογικών βραδινών που γίνονται κάθε Δευτέρα    με τη συνεργασία του Πολιτιστικού Οργανισμού του Δήμου Πατρέων.


  Την εκδήλωση θα προλογίσει  και       θα παρουσιάσει  ο  πρόεδρος της Εταιρείας Λογοτεχνών Λεωνίδας Μαργαρίτης .

 Η είσοδος για το κοινό θα είναι ελεύθερη.

Παρασκευή 26 Ιανουαρίου 2018

ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ ΤΟΥ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ (ΔΗΜΟΥ) ΝΙΚΟΛΟΠΟΥΛΟΥ «ΤΑ ΧΑΙΡΕΤΗΜΑΤΑ ΑΠ’ ΤΟΝ ΤΟΠΟ ΜΑΣ»

ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ
ΤΟΥ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ (ΔΗΜΟΥ) ΝΙΚΟΛΟΠΟΥΛΟΥ
«ΤΑ ΧΑΙΡΕΤΗΜΑΤΑ ΑΠ’ ΤΟΝ ΤΟΠΟ ΜΑΣ»

ΑΠΟ ΤΟΝ ΓΕΩΡΓΙΟ ΑΜΠΑΤΖΗ
ΔΙΚΗΓΟΡΟ ε.τ. – Πρώην επίτιμο πρόξενο της Ο.Δ. Γερμανίας

ΔΗΜΟΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΠΑΤΡΩΝ
22 Νοεμβρίου 2017



ΑΜΠΑΤΖΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ : Αξιότιμες κυρίες και κύριοι, αγαπητοί φίλες και φίλοι. Θέλω να ευχαριστήσω κατ’ αρχήν τον αγαπητό Πρόεδρο, το Λεωνίδα το φίλο, για την ευκαιρία που μου έδωσε να παρουσιάσω σήμερα το βιβλίο ενός πολύ δημιουργικού ανθρώπου. Παράλληλα θέλω να παρουσιάσω και τον ίδιο τον άνθρωπο το Δήμο το Νικολόπουλο, ο οποίος με επέλεξε για να κάνω αυτή την παρουσίαση. Δεν σας κρύβω ότι, όταν κλήθηκα να παρουσιάσω το βιβλίο και να το διαβάσω, είχα μία επιφύλαξη, το προσέγγισα με κάποια επιφύλαξη, είναι μία σειρά χρονογραφημάτων. Το χρονογράφημα από την ίδια τη φύση του έχει μία εφήμερη υπόσταση αφενός και αφετέρου έχει και μία επιδερμική αντιμετώπιση. Δεν είναι έργο εμβριθές για να πεις ότι θα κάνεις κάποια ανάλυση. Όταν όμως έκλεισα το βιβλίο άλλαξα εντελώς άποψη. Θα σας εκμυστηρευθώ ένα βίωμα δικό μου. Όταν έκλεισα το βιβλίο, γύρισα στα παιδικά μου χρόνια, στα Προσφυγικά της Πάτρας, τότε που δεν είχαμε ούτε τηλεόραση ούτε ραδιόφωνο και περιμέναμε την κυρά Αντωνία, μία Μικρασιάτισα να μας πει τα παραμύθια της. Τα παραμύθια που έφερναν όλο τον αέρα και τα χρώματα της Ανατολής. Και εμείς κοιμόμασταν το βράδυ ευτυχισμένοι που είχαμε αυτές τις παραδεισένιες εντυπώσεις. Δεν σας κρύβω ότι αυτό αποτέλεσε και τη βάση της παιδείας μας, όχι της στεγνής, της ξερής παιδείας, αλλά της συναισθηματικής, της βαθιά ανθρώπινης παιδείας, η οποία μας κράτησε και στα μετέπειτα δύσκολα χρόνια. Τα ίδια συναισθήματα ένοιωσα και όταν έκλεισα το βιβλίο του Δήμου. Γιατί; Γιατί εκείνο που διακατέχει όλα τα χρονογραφήματα,     είναι μία βαθιά συναίσθηση ανθρωπιάς. Μία μυθολογική προσέγγιση της φύσης, μία αγάπη για τον πλησίον και μία θρησκευτικότητα που δεν είναι απομονωμένη από την κοινωνία, αλλά αποτελεί μία ενότητα, μία στάση υπαρξιακή, η οποία δικαιώνει την ίδια την υπόσταση του ανθρώπου.     
Να πω δυό λόγια για το βιβλίο. Αποτελείται από θεματικές ενότητες. Θεματικές ενότητες που αποτελούν μάζεμα χρονογραφημάτων, δημοσιευμένων και μη, και αναφέρονται στη θρησκεία, τη φύση, την ιστορία και τα ζέοντα κοινωνικά προβλήματα του καιρού μας. Αυτές είναι οι βασικές θεματικές ενότητες. Αν κανείς διαβάσει το βιβλίο θα δει με πόσο βαθιά γνώση, διεισδυτική κριτική παρουσίαση, αλλά και αισθητική τελειότητα παρουσιάζει τα θέματά του. Επίκεντρο: Η ιδιαίτερη πατρίδα του. Ο πανέμορφος Πλάτανος Αιγιαλείας. Και μέσα σε αυτόν οι άνθρωποί του. Οι άνθρωποι που γνώρισε, οι συντοπίτες του, αυτοί που μείναν στο χωριό με τη ρυτιδωμένη όψη και με την αγνή καρδιά και αυτοί που φύγαν και ξενιτευτήκαν και ξαναγυρίσανε στην πατρίδα τους, στον Πλάτανο, και αποτελούν για το Δήμο το ανθρώπινο στοιχείο πάνω στο οποίο έπλασε όλα αυτά τα δημιουργήματά του. Νομίζω ότι ένα από τα βασικά στοιχεία που πρέπει να ερευνήσουμε είναι τα κίνητρα του Δήμου. Γιατί συνέγραψε αυτά τα χρονογραφήματα και γιατί τα δημιούργησε σαν βιβλίο. Τα κίνητρά του είναι τρία. Και προκύπτουν με τρόπο διάφανο από την ανάγνωση του βιβλίου, αλλά και από τις εξομολογήσεις του ίδιου του συγγραφέα. Το πρώτο : Είναι η βαθιά αίσθηση ευθύνης του, ως μέλους της κοινωνίας απέναντι σε μία ιστορική πορεία που την διατρέχουν στιγμές μεγαλείου, συμφορών και που σήμερα κατατρύχεται από βαθιά οικονομική κρίση. Ήδη από τις εισαγωγικές σκέψεις που παραθέτει τονίζει τα εξής, (διαβάζω από το βιβλίο του) : «τα χρονίζοντα και άλυτα προβλήματα στην περιοχή μας με άγγιζαν και ήθελα να τα πλησιάσω και να προβώ σε δέουσες ενέργειες για την επίλυσή τους. Αιωρούμενα προβλήματα, που ταλανίζουν τους ανθρώπους και υποβαθμίζουν την καθημερινότητά τους. Αυτά ακριβώς υπήρξαν για μένα γενεσιουργά αίτια να ασχοληθώ αυτοπροαίρετα και να εκφέρω γνώμη δια ζώσης ή με τη γραφή μου ή με την πένα μου.» Και παρακάτω : «το γράφειν είναι για μένα θαλπωρή, παραμυθία, ταξίδι ρέμβης, ώριμος καημός, υπενθύμιση χρεών μου προς τους συνανθρώπους μας, χορταστική πνοή μου και κατάθεση ψυχής μου.» Και παρακάτω μας πάει πολύ βαθιά στην ιστορική παράδοση, μας πάει στα λεγόμενα του Θουκυδίδη, εκείνο το «ουκ απράγμονα αλλ' αχρείον ηγούμεθα», και γράφει, τότε λογαριαζόταν ως άχρηστος, αχρείος, κατά τον γνωστό απόφθεγμα του Θουκυδίδη, όποιος δεν έπαιρνε μέρος στα κοινά. Παράλληλα όμως κάνει μία επισήμανση πολύ σημαντική. Και λέει, ο Θουκυδίδης χαρακτηρίζει άχρηστον όχι όποιον δεν πολιτευόταν, με την έννοια που δίνουμε σήμερα σ’ αυτή τη λέξη, αλλά όποιον δεν μετείχε ενεργά σε όλες τις λειτουργίες της πολιτείας σαν άρχων ή σαν αρχόμενος. Το ένα λοιπόν στοιχείο, όπως προαναφέρθηκε, είναι η κοινωνική ευθύνη του συγγραφέα. Η ανάγκη του να πει μερικά πράγματα στους ανθρώπους, να εκφράσει τη σκέψη του, να καθοδηγήσει σαν δάσκαλος που είναι, με τρόπο όμως όχι διδασκαλικό αλλά με τρόπο διδακτικό αγάπης, πατρικό. Το δεύτερο κίνητρό του  ήταν μια πηγαία ανάγκη, ανάγκη να υμνήσει την ομορφιά και τις φυσικές καλλονές του τόπου του, ένα αντίδωρο στη μάνα φύση που του έδωσε την δυνατότητα να χαρεί, να απολαύσει μόνος του και μαζί με τους συντοπίτες του αυτήν την εκπάγλου ωραιότητας φύση. Πράγματι όποιος έχει πάει στον Πλάτανο θα έχει μείνει άφωνος από την ομορφιά του τοπίου, το βουνό και τη θάλασσα, τη φύση, τα δέντρα, το δάσος και όλα αυτά. Θέλω να επισημάνω ότι η φύση για τον Δήμο δεν είναι ένα στοιχείο αντικειμενικό, ουδέτερο, αποξενωμένο. Η φύση είναι μια άρρηκτη ενότητα με την ύπαρξή του. Είναι ένα στοιχείο που τον κάνει να αγκυρώνεται σε αυτή τη ζωή, να μην έχει προβλήματα υπαρξιακά. Γράφει σε ένα σημείο : δεν ξέρω πώς να λεξιντύσω και τι επιθετοαμφιέσεις, (είναι και γλωσσοπλάστης), να βάλω και να φορέσει αυτός ο ευλογημένος και ήρεμος τόπος που ακούει στο όνομα και λέγεται Πλάτανος Αιγιαλείας. Με επιφύλαξη, και ίσως τον αδικώ, όταν τον ονομάσω ελβετικό τοπίο. Θα μείνω λίγο σε αυτό. Κάνει μία σύγκριση ελβετικού τοπίου και του τοπίου του Πλατάνου. Και καταλήγει: μάλλον τον αδικώ. Γιατί το ελβετικό έχει άφθονα θέλγητρα που ελκύουν τα μάτια να στέκονται και να σιτίζονται με κάλλη και πανεμορφιές.
Επέκεινα δεν υπάρχουν για να σταθεί … ο επισκέπτης ή ο περιηγητής του. Εδώ υπάρχει ένα πολύ μεγάλο υπαρξιακό μυστικό για το Δήμο. Η φύση σαν ένα στοιχείο που δικαιώνει την ύπαρξη. Η αγκύρωση του ανθρώπου στο εδώ και στο τώρα. Η χαρά που δίνει η ομορφιά της φύσης να δικαιώνει την ίδια την ύπαρξη, να δικαιώνει την ίδια τη ζωή. Μας θυμίζει εδώ λίγο πολύ τους μεγάλους δημιουργούς μας, δεν θέλω να τους συγκρίνω σε λογοτεχνική αξία, να μην παρεξηγηθώ, αλλά το περιεχόμενο όμως είναι το ίδιο. Είναι οι ελεύθεροι πολιορκημένοι του Σολωμού, είναι η σύνδεση της υπαρξιακής ελευθερίας με τη φυσική ομορφιά. Η πρόσκληση της φύσης μέσα από αυτήν να δούμε και να αισθανθούμε την ανθρώπινη ελευθερία. Εξάλλου η βιωματική σχέση του λογοτέχνη με το τοπίο είναι πολύ σημαντική και μας έχει δείξει διαχρονικά ότι η χρήση της γλώσσας ακριβώς οδηγεί στην συγκινησιακή μέθεξη του ανθρώπου και τον φέρνει σε επαφή ακριβώς με τη φύση.  Το τρίτο κίνητρο που τον παρεκίνησε να γράψει το βιβλίο μας το λέει ο ίδιος ο Δήμος. Ήταν  η προσπάθειά του να νικήσει τη φθορά του χρόνου, ένας μη συμφεροντολογικός ιδιοτελής σκοπός. Μία ιδιοτέλεια που μας διακρίνει όλους. Δυστυχώς λίγοι τα καταφέρνουν να ξεπεράσουν την εφήμερη ζωή και να δικαιωθούν  στο επέκεινα μέσα από τα έργα τους. Είναι οι μεγάλοι λογοτέχνες, οι μεγάλοι πολιτικοί. Αυτός ο στόχος του Δήμου είναι ευδιάκριτος στο έργο του και κυρίως μέσα από αυτόν η προσπάθειά του να εμφανίσει και να διαιωνίσει τους συντοπίτες του, τους ανθρώπους που έζησε μαζί τους. Να μην τους παρασύρει ο χρόνος στο διάβα του και εξαφανιστούν, να μην τους παρασύρει η στάχτη της ανυπαρξίας, αλλά να μείνουν και μαζί του να μπορέσουν να σταθούν αγκωνάρι, όσο χρονικό διάστημα αντέχουν και τα έργα του. Η θρησκεία για το Δήμο, το θρησκευτικό συναίσθημα, δεν είναι μία απομονωμένη αντιμετώπιση του Θεού, δεν είναι μία αποκομμένη αντιμετώπιση, αποκομμένη από την γήινη ύπαρξη. Αλλά είναι ο ιμάντας που τον συνδέει με τον συνάνθρωπό του, με την κοινωνία του χωριού του, με τη φύση και τις ομορφιές της, με τον ίδιο το Θεό. Μέσα από το θρησκευτικό συναίσθημα, μέσα από την ομορφιά της φύσης, πλέκει και τα ιστορικά στοιχεία και εμφανίζει μία κοινωνία, που ίσως φεύγει τώρα την χάσαμε εμείς εδώ στην πόλη τουλάχιστον, μία κοινωνία η οποία δένεται μέσα από τις παραδόσεις αυτής της θρησκευτικής, της ιστορικής, της κοινωνικής ενότητας. Ενδεικτικά θα αναφέρω ότι ξεκινώντας από την περιγραφή της φάτνης της Βηθλεέμ, μπαίνει σε φιλοσοφικούς στοχασμούς και λέει ότι η φάτνη συμβολίζει κάτι. Είναι το μεταίχμιο από την υπανάπτυξη του ανθρώπου στην ανάπτυξή του. Είναι ο φάρος που φέρνει το φως και την ελπίδα για ηθική ανάπλαση, για εγκαθίδρυση δικαιοσύνης πάνω στην κοινωνία με τον ερχομό του Χριστού. Εκεί που ξεπερνάει τον εαυτό του, ας μου επιτραπεί η έκφραση, είναι η περιγραφή που κάνει στα εξοχικά ερημοκλήσια του Αϊ Τρύφωνα, στις πλαγιές του Χελμού, όπου πίσω από τα ξωκλήσια, πίσω από τα ρυτιδωμένα πρόσωπα των ιερέων του χωριού του, ψηλαφεί το ίδιο το πρόσωπο του Θεού. Μέσα σε κάθε αγριολούλουδο, σε κάθε ταπεινό θάμνο που στολίζει την περιφέρεια του χωριού του, ανακαλύπτει το ίδιο το χέρι του Θεού. Εκτός από τα θρησκευτικά και τα τοπικά τον απασχολούν και τα ιστορικά στοιχεία. Μέσα στο βιβλίο του υπάρχει ένα πανόραμα μιάς ιστορικής διαδρομής της χώρας μας από την άλωση της Πόλης μέχρι και σήμερα. Με πολύ επιτυχία και δραματικούς τόνους μας περιγράφει τι γινόταν πριν από την άλωση της Πόλης. Μας περιγράφει τι έγινε μετά. Μας περιγράφει την περίοδο της Βαυαροκρατίας και από εκεί τη διαχρονική περιπέτεια της χώρας μας μέσα από τις καταστροφικές δανειακές συμβάσεις, μέχρι τη σημερινή οικονομική κρίση και τις αιτίες της. Θέλω να σας διαβάσω μόνο ένα κομμάτι από το βιβλίο, που αναφέρεται στο δάνειο του 1821, γράφει :  την άνοιξη του ’21 υποθηκεύτηκαν στο βωμό των δανειστών μας τα εξής, δύο δάνεια του 1823  800.000 λίρες και του 1825  2 εκατομμύρια λίρες. Αυτά είναι που υποκίνησαν και τον εμφύλιο πόλεμο και έριξαν σε κίνδυνο την έκβαση της επανάστασης. Προσέξτε, από το πρώτο δάνειο των 800.000 λιρών, πήραν  287.700   λίρες, δηλαδή πήραν ούτε το 1/3   και από το δεύτερο δάνειο των 2 εκατομμυρίων 816.000 λίρες. Η διαφορά κρατήθηκε από τους Άγγλους δανειστές για προκαταβολές τόκων, έξοδα, προμήθειες και μεσιτείες διαφόρων επιτηδείων. Σας θυμίζει τίποτα αυτό; Δεν ψηλαφεί τις σύγχρονες πληγές; Αναφέρει έναν Ραίχεμπαχ που ήρθε μαζί με τον Οθωνα και ο οποίος ασχολήθηκε με τα οικονομικά της χώρας μας. Και κάνει μία επιτυχημένη ιστορική σύγκριση αναφερόμενος στον σημερινό, στον πρόσφατο, Ράιχεμπαχ ο οποίος ήταν απεσταλμένος των δανειστών μας που θέλησε να ρυθμίσει αυτά τα πράγματα.
Κάνει και κοινωνική κριτική, έχει ένα οξύτατο βλέμμα. Θέλω να σας πω ότι η παρουσίαση είναι με λογοτεχνικό τρόπο δοσμένη, με καλλιέπεια, έτσι που να κρατάει το ενδιαφέρον του αναγνώστη. Αλλά, εκτός από τα θρησκευτικά, τα φυσιολατρικά, τα ιστορικά θέματα, που έχουν το κύριο βάρος της προσπάθειάς του, κάνει και μία κοινωνική κριτική για το σύγχρονο Έλληνα. Μιλάει για την κατάσταση της χώρας μας, στην οποία αυτή περιήλθε όχι χωρίς δική μας ευθύνη και την άρνησή μας να αποδεχτούμε μέρος έστω αυτής της ευθύνης. Τόσο που έχει αναχθεί σε μόνιμη μέθοδο των Ελλήνων   να φορτώνουμε τις ευθύνες για όλα τα κακοπαθήματά μας στον ξένο παράγοντα, στον ξένο δάκτυλο ή στις ξενικές εξαρτήσεις. Στάθηκε ακόμα ένα βασικότατο άλλοθι για να αποσείουμε τις δικές μας ευθύνες και ενοχές. Μία από τις βαρύτερες είναι συνήθως η προθυμία πολλών πολιτικών μας να προσφέρουν τη χώρα μας σαν σφάγιο και οι ίδιοι σαν συνεκδοροσφαγείς. Και συνεχίζει, θα επιμείνω εδώ γιατί ακριβώς η αιτία της κακοδαιμονίας βρίσκεται μέσα μας. Ας μην γελιόμαστε. Φταίνε οι ξένοι; Φταίνε οι ξένοι. Εμείς τι κάνουμε; Και λέω, λέγαμε ότι για την θρονοκρατία του 19ου αιώνα και των αρχών του 20ου αιώνα ευθύνονται οι ξενόφερτοι μονάρχες, όχι ασφαλώς οι πολιτικοί μας, αυτοί που έγιναν εργαλεία τους με το αζημίωτο, για την κομματοκρατία και ρουσφετοζητιανιά ευθύνονται μόνο οι πολιτικοί και οι κομματοπαράγοντες, όχι και η ψηφοπελατεία που ρουσφετολογεί και παζαρεύει ψήφους με μανία και ακαταπόνητα για την παράλυση και ασύστολη παραλυσία της δημόσιας διοίκησης ευθύνεται μόνο το κράτος. Ακόμα ευθύνονται οι νόμοι, οι κυβερνήσεις, όχι ασφαλώς και οι υπάλληλοι όσοι σκοπεύουν να εμπλακούν ευσχήμως στα γρανάζια της κρατικής μηχανής προς ίδιον όφελος. Πικρή ειρωνεία και καυστικό σχόλιο για τη σημερινή κοινωνία μας. Ας μου επιτραπεί να πω κάτι, να ξεφύγουμε λίγο, μου έχει εντυπωθεί μία γελοιογραφία του Δημήτρη Μητρόπουλου. Είναι τρεις Έλληνες και συζητούν και δύο ακούνε, και λέει ο ένας στην ομήγυρη των τριών: Καλά, λέγανε ότι για τη μικρασιατική καταστροφή φταίγανε οι Γάλλοι, για τον εμφύλιο φταίγανε οι Άγγλοι, για τη χούντα φταίγανε οι Αμερικάνοι, για την κρίση φταίγανε οι Γερμανοί, εμείς δεν φταίγαμε σε τίποτα; Ο ένας που ήταν ωτακουστής από την άλλη παρέα πετάγεται και λέει κοίτα,  βρίζει τους Έλληνες! Να μην θίξουμε καθόλου τις δικές μας ευθύνες. Είναι το εύκολο να μεταφέρουμε τα βάρη των δικών μας ευθυνών στους άλλους.
Ο Δήμος δεν περιορίζεται μόνο σ’ αυτά τα θέματα, προχωρεί και η έγνοια του είναι μεγάλη για τα τοπικά ζητήματα που καίνε τον τόπο. Τρεις, αν δεν κάνω λάθος, τρεις φορές αναφέρεται στον αμιαντοσωλήνα από τον οποίο υδρεύεται το χωριό. Και φωνάζει και κραυγάζει ότι κάτι πρέπει να γίνει για να ξεφύγουν οι άνθρωποι από αυτή την εξάρτηση από ένα νοσογόνο τρόπο να έχουν την ύδρευσή τους.
Αναφέρεται σε ανθρώπους που έχασε, σε φίλους του αγαπημένους με τους οποίους έζησε αξέχαστες στιγμές και στους οποίους αφιερώνει σαν μνημόσυνο ορισμένα λόγια, προκειμένου να μείνουν και να τον συντροφεύουν και να συντροφεύουν και εμάς σε όλη τη διαδρομή της ύπαρξής μας.
Θέλω να κλείσω εδώ και να επισημάνω ότι η φιλοπατρία είναι συνδεδεμένη με την αγάπη του τόπου και η αγάπη του τόπου δίνει ένα αντάλλαγμα υπαρξιακής δόμησης και υπαρξιακής αγκύρωσης. Μας λέει για το χωριό του τον Πλάτανο : εδώ όλα ευαγγελίζονται  και   γίνεσαι άλλος άνθρωπος. Βρίσκεις γαλήνη σαν τα ακροβότσαλα σε ακύμαντους όρμους και σε γαλήνιους κολπίσκους. Ο,τι βλέπεις σε εμπνέει σαν να ξέρεις το βιογραφικό του που σε άγγιξε βιωματικά. Είναι ο ίδιος ο άνθρωπος, είναι κομμάτι της ψυχής του, δεν είναι ξένα. Το δένδρο, το λουλούδι, το εξωκκλήσι είναι κομμάτια από την δική του ύπαρξη, είναι κομμάτια από τη δική του υπόσταση. Εδώ, λέει, διαπιστώνεις την αντίληψη για λίγες ώρες που θα παραμείνεις ότι ξεφορτώνεσαι το άγχος, αυτή την περίεργη αίσθηση που υπάρχει στο διηνεκές του χρόνου και ταλανίζει τον άνθρωπο. Και καταλήγει : όφειλα να γράψω αυτά αντί ύμνου και επαίνου και κυρίως από ξεχείλισμα ευγνωμοσύνης για τον Πλάτανο Αιγιαλείας που όταν προφέρω το όνομά του με περιλούζει μία σχηματότητα αιώνιας και αδιατάρακτης αγάπης.
Ο Δήμος τελειώνοντας το βιβλίο του μας αφήνει μία παρακαταθήκη που είναι το καταστάλαγμα της δικής του εμπειρίας, όπως το ένιωσε όταν τελείωσε το βιβλίο. Λέει, λοιπόν, τα Χαιρετήματα από τον τόπο μας, το συγκεκριμένο βιβλίο, έχουν μία συγκινησιακότητα απτή και έναν απαντητικό λόγο στην νοσταλγία μας. Μιλάει με το παρελθόν του, μιλάει με το παρόν του, μιλάει για όλη του τη ζωή, μιλάει με την ίδια του την ύπαρξη. Αλήθεια, χαίρομαι σαν οι γαλήνιες θάλασσες στις ανταύγειες   του θελκτικού ηλιοβασιλέματος με την πολυχρωμία του. Εικόνα που άντλησε απευθείας από τον Πλάτανο και από το ατένισμα του Κορινθιακού και της απέναντι πλευράς της Ρούμελης. Αλήθεια, χαίρομαι σαν το πηγαίο επίθετο στην αυτόκλησή του να στολίσει έναν ρομαντικό στίχο. Εδώ δείχνει την λογοτεχνική του υπόσταση  η οποία είναι συνδεδεμένη με τη φυσική ομορφιά. Και τέλος, το φιλοσοφικό επιστέγασμα  όλης αυτής της προσπάθειάς του : Αλήθεια, χαίρομαι σαν οι σειρήνες όταν περιχαρείς διαλαλούν λήξη πολέμου οριστικά και για πάντα. Η λήξη αυτών των εφιαλτικών στιγμών του πολέμου που έζησε ο Δήμος και αυτών των εφιαλτικών στιγμών του μη πολέμου που ζει η Ελλάδα σήμερα κάτω από το βάρος της κρίσης.
Ευχαριστώ!    
Γιώργος Αμπατζής







Τρίτη 23 Ιανουαρίου 2018

ΦΙΛΟΛΟΓΙΚΟ ΒΡΑΔΙΝΟ ΔΕΥΤΕΡΑΣ 29ης ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ



                                                                     ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ


Η ΕΤΑΙΡΕΙΑ  ΛΟΓΟΤΕΧΝΩΝ N.Δ. ΕΛΛΑΔΟΣ

 

                                            Η ΔΗΜΟΤΙΚΗ  ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ


                                
                             ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΟΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΔΗΜΟΥ ΠΑΤΡΕΩΝ



Σας προσκαλούν

στο Φιλολογικό βραδινό  της Δευτέρας
29ας  Ιανουαρίου    2018   και ώρα 7.00 μ.μ.
στην αίθουσα του αναγνωστηρίου της,
             στο οποίο θα  μιλήσουν, οι   συμπολίτες

ΚΩΣΤΑΣ ΧΡΥΣΑΝΘΟΠΟΥΛΟΣ
Ομότιμος Καθηγητής της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Πατρών και

ΣΤΑΥΡΟΣ ΙΝΤΖΕΓΙΑΝΝΗΣ
Δημοσιογράφος-Λογοτέχνης

Με θέμα:

«Το γήρας αποτελεί τιμωρία;»

Την εκδήλωση θα προλογίσει και θα συντονίσει ο πρόεδρος της Εταιρείας Λεωνίδας Μαργαρίτης.

Η παρουσία σας  θα μας τιμήσει ιδιαιτέρως.

ΤΑ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΑ ΣΥΜΒΟΥΛΙΑ

 

Πέμπτη 18 Ιανουαρίου 2018

ΜΑΤΑΙΩΣΗ ΦΙΛΟΛΟΓΙΚΟΥ ΒΡΑΔΙΝΟΥ



ΜΑΤΑΙΩΣΗ ΦΙΛΟΛΟΓΙΚΟΥ ΒΡΑΔΙΝΟΥ
                            
ΔΕΥΤΕΡΑΣ

Λόγω εκτάκτων και επιβεβλημένων επισκευών στην οροφή του αναγνωστηρίου της Δημοτικής Βιβλιοθήκης  που ξεπέρασαν τον  προγραμματισμένο χρόνου, το  Φιλολογικό βραδινό της Δευτέρας με ομιλητή τον ομότιμο καθηγητή του Πανεπιστημίου Πατρών Ηρακλή Καλλέργη με λύπη μας  ματαιώνεται επί του παρόντος.

Από την Εταιρεία Λογοτεχνών Νοτιοδυτικής Ελλάδος

Τρίτη 16 Ιανουαρίου 2018

ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ ΟΜΙΛΙΑΣ ΗΡΑΚΛΗ ΚΑΛΛΕΡΓΗ



                                                                       ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ


Η ΕΤΑΙΡΕΙΑ  ΛΟΓΟΤΕΧΝΩΝ N.Δ. ΕΛΛΑΔΟΣ

 

                                              Η ΔΗΜΟΤΙΚΗ  ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ


                          ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΟΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΔΗΜΟΥ ΠΑΤΡΕΩΝ



Σας προσκαλούν

στο Φιλολογικό βραδινό  της Δευτέρας
22ας  Ιανουαρίου    2018   και ώρα 7.00 μ.μ.
στην αίθουσα του αναγνωστηρίου της,

στο οποίο θα  μιλήσει, ο  συμπολίτης
Ομότιμος Καθηγητής του Πανεπιστημίου Πατρών


ΗΡΑΚΛΗΣ ΚΑΛΛΕΡΓΗΣ

Με θέμα:

«Ι.Δ.ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ. Μνήμη ενός κορυφαίου της παιδικής λογοτεχνίας μας»

Την εκδήλωση θα προλογίσει και θα συντονίσει ο πρόεδρος της Εταιρείας Λεωνίδας Μαργαρίτης.

Η παρουσία σας  θα μας τιμήσει ιδιαιτέρως.

ΤΑ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΑ ΣΥΜΒΟΥΛΙΑ

 

Τετάρτη 10 Ιανουαρίου 2018

ΦΙΛΟΛΟΓΙΚΟ ΒΡΑΔΙΝΟ ΤΗΣ ΔΕΥΤΕΡΑΣ 15ης ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ



ΑΜΠΑΤΖΗΣ ΚΑΙ ΣΥΚΙΩΤΗΣ
ΟΜΙΛΗΤΕΣ
ΣΤΟ ΒΡΑΔΙΝΟ ΤΗΣ ΔΕΥΤΕΡΑΣ
                                                                                                            
                                                                                                              ΣΤΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ

Την προσεχή Δευτέρα 15η Ιανουαρίου  και ώρα 7.00 στα πλαίσια των Φιλολογικών Βραδινών της Εταιρείας Λογοτεχνών που  έχουν προγραμματιστεί και πραγματοποιούνται   σε  συνεργασία  με τη Δημοτική Βιβλιοθήκη-Πολιτιστικός Οργανισμός Δήμου Πατρέων, θα μιλήσουν δύο εκλεκτοί επιστήμονες συμπολίτες οι οποίοι θα αναπτύξουν ένα ιδιαίτερα ενδιαφέρον ιστορικό και ιατρικό  θέμα.
 Συγκεκριμένα ο συμπολίτης Δικηγόρος επί τιμή, Γιώργος Αμπατζής θα αναπτύξει το θέμα : «Μελάμπους και ΄Ιφικλος.Η ψυχανάλυση πριν από τον Φρόιντ»,
 ενώ ο συμπολίτης Νευρολόγος-Ψυχίατρος Παναγιώτης Συκιώτης θα αναπτύξει το θέμα: «Η θεραπεία των Προιτίδων από τον Μελάμποδα»  


Την εκδήλωση θα προλογίσει και  θα συντονίσει
ο πρόεδρος της Εταιρείας Λογοτεχνών Λεωνίδας Γ. Μαργαρίτης.
Η  είσοδος για το κοινό είναι ελεύθερη.

OMIΛΙΑ-ΕΙΣΗΓΗΣΗ ΘΕΟΔΟΣΗ ΠΥΛΑΡΙΝΟΥ



OMIΛΙΑ-ΕΙΣΗΓΗΣΗ ΘΕΟΔΟΣΗ ΠΥΛΑΡΙΝΟΥ 


Μια περιδιάβαση στην ποίηση του Στέλιου Μαφρέδα

(Ομιλία στην αίθουσα της Δημοτικής Βιβλιοθήκης Πατρών στα πλαίσια των φιλολογικων βραδινών της Εταιρείας Λογοτεχνών Ν.Δ.Ελλάδος την 8η Ιανουαρίου 2018 κατα την παρουσίαση της τελευταίας ποιητικής συλλογής του ΣΤΈΛΙΟΥ Θ.ΜΑΦΡΕΔΑ με τον τίτλο: ΝΕΥΜΑ ΑΠΟ ΑΠΕΝΑΝΤΙ). 


Η περιδιάβαση που θα επιχειρήσω στην ποίηση του Στέλιου Μαφρέδα θα είναι γενική, ένα είδος πρώτης γνωριμίας μαζί του για όσες κυρίες και κυρίους βρίσκονται σήμερα εδώ και δεν γνωρίζουν τον ποιητή και το έργο του, αλλά και επανενθύμισης αυτού για όσους το έχουν διαβάσει. Η έννοια του γενικού δεν ενέχει ασφαλώς το φευγαλέο ή το πρόχειρο· αντίθετα, θα επιδιώξω πυκνά και προπαντός εύληπτα, εστιάζοντας στα βασικά γνωρίσματα των θεματικών και της ποιητικής του, να δώσω μια σφαιρική εικόνα του έργου του, αφήνοντας την αναλυτική παρουσίαση της τελευταίας συλλογής του στη φίλη φιλόλογο Μαρία Ψάχου, η οποία έχει ασχοληθεί συστηματικά με την ποίηση των μεταπολεμικών γενεών της λογοτεχνίας μας.
Το βιογραφικό υπόβαθρο των ποιημάτων του Στ. Μαφρέδα αποτελεί βασικό γνώρισμα της ποίησής του, βοηθητικό για την πρόσληψη και κατανόηση του έργου του, που απαρτίζεται από πέντε συλλογές μέσα σε δέκα χρόνια, παραγωγή πλούσια, αν σκεφθεί κανείς ότι η πρώτη του εμφάνιση με βιβλίο πραγματοποιήθηκε το 2007. Αν θέλουμε να είμαστε ακριβείς, ποιήματα της πρώτης αυτής συλλογής προδημοσιεύτηκαν σε διάφορα λογοτεχνικά έντυπα, ενώ το 2010 η έμπειρη κριτική ματιά του Γιάννη Δάλλα επισήμανε την ποιότητα της ποίησής του στο 30ό Συμπόσιο Ποίησης στην Πάτρα.
Αυτά για την ιστορία, για τις αρχές, για την επίσημη ένταξη του ποιητή στη λογοτεχνική συντεχνία. Διότι οι πραγματικές αρχές βρίσκονται αλλού, πηγαίνουν πίσω στον χρόνο, αφού ο δημιουργός αυτός έχει αγαπητικές σχέσεις με την ποίηση πολύ νωρίτερα και την ιστορία αυτή ο ίδιος την έχει διηγηθεί, με τον τρόπο των ποιητών, στα συνθέματά του. Για να το πω με άλλα λόγια, στον Ταριχευτή ημερών, την πρώτη συλλογή του, καταγράφει πώς διατήρησε ευλαβικά ταριχευμένες τις μέρες του, πώς δηλαδή συντήρησε με κόπο και προσδοκία την ποιητική φλόγα, αναμένοντας την ώρα της λάμψης της. Άργησε να εμφανιστεί στο προσκήνιο, όμως η ωριμότητα, το μέστωμα στα πολλά χρόνια των αναστολών, των δύσκολων εργασιακών συνθηκών και της αναμονής αποδείχθηκαν εκ των υστέρων ωφέλιμα. Έτοιμος, λοιπόν,  από καιρό, απέδωσε έργο πλούσιο, κυοφορημένο επί πολύ, με ταχείς φαινομενικά ρυθμούς. Αν πρέπει, συνεπώς, να τονίσουμε με έμφαση κάτι, αυτό είναι η επιμονή του, παρά τις καθημερινές σκοτούρες των βαρετών εργασιακών επαναλήψεων· είναι η πίστη στον σκοπό του, το άσβεστο ποιητικό του όραμα. Θα γράψει παρουσιαζόμενος (ΤΗ, σ. 20, «Το αγόρι»):

Οι μέρες του αρχίζουν και τελειώνουν
με ποσοστά κερδών, δείκτες χρηματιστηρίων
στόχους υπαλλήλων.
Σκλήρυνε η καρδιά του,
όπως οι άπλυτες φτέρνες των ζητιάνων.

Αυτοβιογραφούμενος, δίνει το τοπικό στίγμα του στο ποίημα «Βιογραφία» (ΤΗ, σ. 11), συνδυάζοντας αυτό με τον ψυχισμό που του κληροδότησαν οι δύο ιστορικές θάλασσες της γενέτειράς του της Πρέβεζας, το Ιόνιο των ονειροπόλων ταξιδευτών και φλογερών εραστών, και η θάλασσα της Πρέβεζας, βαμμένη με το πένθιμο χρώμα της μελαγχολίας του Καρυωτάκη:

Γεννήθηκα ανάμεσα σε δύο θάλασσες.

Από την πρώτη κληρονόμησα
τα ηλιοβασιλέματα, τον έρωτα
και τα ταξίδια που ονειρεύτηκα
σε πέλαγα και ωκεανούς.
Μ’ αφήνουν άγρυπνο ακόμη τα βουητά του πόντου.

Η άλλη – κόλπος ναυμάχος,
με χάραξε με τα πένθη της πιστολιάς
που έσκισε την ησυχία του κόρφου της.
Κατάσαρκα φοράω – μισόν αιώνα τώρα,
τη θλίψη του δειλινού και την αρά του αυτοκτόνου.

Γεννήθηκα ανάμεσα σε δύο θάλασσες –
γεμάτη  η ζωή μου σταυροδρόμια.

Ο Μαφρέδας παρέμεινε δεμένος με τον τόπο του, μνημονική μαρτυρία που τη συναντάμε συχνά στα ποιήματά του, όταν επανέρχονται στη σκέψη οι νεκροί του, οι παιδικοί κήποι, τα χρόνια που έφυγαν. Θα γράψει αιώνιος νοσταλγός στην «Παλιννόστηση» (ΑΠ, σ. 11):

Θα γυρίσουμε κάποτε στον τόπο μας.
Εκεί που φυτρώνουν τα στάχυα
κι όταν φυσάει ο μαΐστρος του Ιονίου
λυγίζει η περήφανη κορμοστασιά τους.

Ο Μαφρέδας είναι ποιητής ερωτικός· ο έρωτας αποβαίνει ρυθμιστής του έργου του από την πρώτη συλλογή έως την τελευταία. Έρωτας μελαγχολικός, πονεμένος, συν τω χρόνω σταδιακά εκδηλότερος, σύμφυτος με την ιδιοσυγκρασία του· στίχοι με αγωνία και ξεχωριστό λυρισμό, παρακολουθούν σε μεγάλη σειρά ποιημάτων του τη μη κατονομαζόμενη αιώνια ερωμένη, ενώ κατατρύχεται από τη θλίψη της απώλειας, από τον φόβο του τέλους και τον αποχωρισμό της. Η Βεατρίκη του ενδιαιτάται σε ένα χώρο δυσπρόσιτο, θεοποιημένη και εμβληματική. Έχει την αίσθηση κανείς ότι πρόκειται για μορφή μετακινούμενη, για άπιαστο όνειρο· και ότι ο θεός έρωτας αντιστρατεύεται τη λατρευτική επιθυμία του ποιητή, του στερεί την ολοκληρωτική προσέγγιση με την γυναίκα των ονείρων του (ΑΠ, σ. 30, «Το χώμα των γονάτων»):

Ξυπόλυτη περπάτησες σε αγεώργητο χωράφι
[...]
Ύστερα έφυγες κατά τον βορρά
στα μέρη που η ομίχλη σκεπάζει διαρκώς τα δάση.
Στη διχάλα του δρόμου
έμειναν τ’ αποτυπώματά σου,
εκεί έριξες το ανάθεμα της πρώτης πίστης,
αποχαιρέτισες διαπαντός τα πρώιμα όνειρα,
σε σένα ανήκουν πλέον όλα αυτά, μου είπες.

Σε άλλες περιπτώσεις ο αναγνώστης των ποιημάτων αυτών σχηματίζει την εικόνα ότι το ποθητό πρόσωπο αντιστέκεται σθεναρά, ώστε ο ποιητής να αναζητεί παρηγοριά στον εσωτερικό του κόσμο και στη μοναξιά του. (ΑΠ, σ. 31, «Άρνηση του τέλους»):

Αμύνομαι στα φίλια πυρά της σιωπής σου.

Η ενδοχώρα μου – καταφυγή μου,
η άρνηση του τέλους
άρνηση αναμνήσεων και ατραπών.

Τυφλοπάνι στα μάτια μου φοράω
να μην βλέπω στα έξι μέτρα
το εκτελεστικό απόσπασμα
να σημαδεύει την καρδιά μου.

Είναι το αγωνιώδες συναίσθημα που παρουσιάζει ως άξονα περιστροφής στο ομώνυμο ποίημα (σ. 32), αποφαινόμενος ότι «δεν στέργουν τη νύχτα οι εξορκισμοί / το αύριο μόνος του ο καθένας περιμένει».
Οι συλλογές του Μαφρέδα, πρέπει να τονιστεί αυτό, έχουν συνέχεια, τις διακρίνει ενότητα. Έτσι, ενώ στον Ταριχευτή ημερών είναι αφηγηματικός, μιλάει απλά, γιατί πρέπει να μας δείξει την ταυτότητά του, να μας συστηθεί, στη δεύτερη συλλογή του είναι πυκνός, αφαιρετικός, υπαρξιακός και τα ποιήματά του μακροσκελή και αναλογικά δύσκολα, αν δεν γνωρίζει κανείς ό,τι έχει προηγηθεί, αν δεν έχει αντιληφθεί τι τον προβλημάτισε και τι βασανίζει τη σκέψη του. Τα στοιχεία της ταυτότητας αυτή τη φορά δίνουν τη θέση τους στην αναγνώριση του συναισθηματικού και ψυχικού κόσμου του ποιητή.
Στο σημείο αυτό ως ανάχωμα κατά της απαισιοδοξίας, ως ανακούφιση της αγωνίας έρχεται η ποίηση. Δεν αμβλύνει απλώς τις δυσκολίες η ποίηση, δίνει τα όπλα στον ποιητή να αποκτήσει συνείδηση των δυνάμεών του, να ζήσει ό,τι έχει στερηθεί ως δημιουργός. Πρόκειται και πάλι για βιώματα και όχι για θεωρητικές σκέψεις σχετικές με τις θέσεις του ως ποιητή. Η ποίηση είναι από κοινού με τον έρωτα πηγή έμπνευσης, διέξοδος προς την προσωπική ελευθερία για τον Μαφρέδα. Ξεχωρίζω λίγους στίχους ενδεικτικά για τον τρόπο συνομιλίας του με την ποίηση: «Νιώθω πως κάθε που σε προετοιμάζω σε ποίημα να μεταμορφωθείς, την ύπαρξή σου λεηλατώ λέξη τη λέξη μέσα μου σε μεταγγίζω» (ΑΠ, σ. 17, «Ποιητική 2») –ή «Οι ιαχές μου, απαγγελίες ποιημάτων,/ γράμματα τα συνθήματα, καθημερινά στο ίδιο πρόσωπο» (ΑΠ, σ. 38, «Γεωγραφικές αποστάσεις»). Πάθη και αγωνίες ψάλλει, εμπλέκοντας ρητά σ’ αυτά με διάφορους τρόπους την ποίηση και τους θεράποντές της, λογίζοντάς τους ως ζωντανές παρουσίες (ΑΠ, σ. 51, «Εξαγορά της κατάρας»):

Η μάνα σου – αγράμματη γυναίκα
έλεγε,
ποιητής είναι αυτός που γυρίζει τον κόσμο
και βλέπει...

Κι εσύ που διατείνεσαι
πως κάθε μέρα παλεύεις με τις λέξεις,
δεν  είδες την παλίρροια ν’ αποτραβιέται,
το λυκόφως να καταπίνει τις μορφές των αγίων,
τα σκυλιά να αλυχτούν χωρίς ελπίδα;

Ο χρόνος απασχολεί βασανιστικά τους ποιητές: οι μυθικές διαστάσεις του παρελθόντος, με τη μνήμη και τη νοσταλγία συνεχώς παρούσες, η παροντική ρευστότητα και το αβέβαιο του μέλλοντος, με το τέλος του βίου ως όριο απαραβίαστο, έρχονται και ξανάρχονται στις συλλογές του Μαφρέδα. Οι αναδρομές είναι διττές, νοσταλγικές και αγωνιώδεις. Το παρελθόν δηλαδή συνάπτεται με απώλειες, άλλες νοσταλγικές και άλλες λυπηρές (ΑΠ, σ. 34, «Οι ήχοι του σπιτιού»):

Ο ύπνος μου γίνεται άγριος
όταν ακούγονται οι τριγμοί των πατωμάτων,
το παράπονο της στέγης,
οι κλαυθμοί των κρεβατιών.

Ήχοι μεσονυκτίου, ήχοι του παρελθόντος μου.

Θα περίμενε κανείς να διακατέχει τον ποιητή αυτόν το δέος του θανάτου. Μάλιστα, αν συνυπολογίσει τη μελαγχολική του διάθεση και τη βαριά κληρονομιά στις αποσκευές του της Πρέβεζας του Καρυωτάκη, ο οποίος συχνά αναστρέφεται στους στίχους του, θα ήταν εύλογο να αναμένει απαισιόδοξη, και πεισιθάνατη ακόμη, θεώρηση της ζωής. Και όμως, ο θάνατος, όχι ως τετελεσμένο γεγονός, αλλά ως επικείμενο, αντιμετωπίζεται με φωτεινή απαισιοδοξία, αν μου επιτρέπεται το οξύμωρο σχήμα, από τον Μαφρέδα. Ο θάνατος είναι γι’  αυτόν η αναμενόμενη στιγμή, η αναπόφευκτη νομοτέλεια. Δέχεται ψύχραιμα, ρεαλιστικά θα έλεγα, το τέλος που μεταφέρει αυτός μαζί του. Είναι προφανές ότι θλίβεται για τη ζωή που αναλώνεται, θεωρεί με περίσκεψη την τραγική μοίρα του ανθρώπου και έχει συνείδηση του αναπότρεπτου. Δεν φαίνεται όμως να πανικοβάλλεται, να αναζητεί παρηγοριά στο επέκεινα, μεταφυσικών ή θεολογικών ή φιλοσοφικών προδιαγραφών. Ο θάνατος δεν σημαίνει ότι λείπει από τα ποιήματά του, κάθε άλλο. Αναμένει ο ποιητής ψύχραιμα, ακόμα και στον Επιβάτη πορθμείου, την τέταρτη συλλογή του, όπου ο θάνατος ενδημεί πολύ συχνά στους στίχους της· αναμένει, επιβάτης ο ίδιος, έτοιμος για το ταξίδι. Ωκεανός χαώδης το επέκεινα, άγνωστο, ασύλληπτο, όπως γράφει, είναι «ωκεανός που μας αγνοεί και ερήμην μας βρυχάται».
Ο Μαφρέδας, σύμφωνα με τα προηγούμενα, βλέπει τον κόσμο και τη ζωή διπολικά. Διακρίνει τα υπέρ και τα κατά σε όλες τις περιπτώσεις που προσεγγίζει τα θέματά του, είτε είναι ο έρωτας και ο θάνατος, είτε είναι ο χρόνος και η απώλεια. Διπολικά υπό την έννοια ότι δεν εθελοτυφλεί, δεν μετεωρίζεται, αλλά βλέπει τη ζωή, όπως είναι, ανεκτίμητη και πολύτιμη μέσα στην τραγικότητά της, σημαντική γιατί περιέχει ημερομηνία αποδημίας. Ονειρεύεται ως ποιητής και οραματίζεται, και τα όνειρά του είναι άλλοτε ευχάριστα και άλλοτε εφιαλτικά, αποδίδοντας έτσι χαρμολυπικά, διπολικά και αυτό, το διάβα της ζωής. Για να χρησιμοποιήσω λόγια δικά του «η ποίηση λιπαίνει τα όνειρά μας», θα πει («Αναμμένο καντήλι», ΑΠ) ή «τ’ όνειρό μου ταξιδεύει σε ήρεμα νερά» («Απόπλους καραβιών», ΑΠ). Και από την άλλη, «παραπεταμένα όνειρα και στίχοι» («Έξοδος», ΑΠ), θα μας πει, ή «τα όνειρα που χάθηκαν στα πεδία των αμβλώσεων» (ΑΠ).
Η τρίτη συλλογή του, η Υπόκλιση στον αυτουργό, θα σηματοδοτήσει την καταβύθιση του ποιητή στα μύχια του είναι. Μετά τη γνωριμία του, μετά τις εξομολογήσεις του, μετά την παρουσίαση του τρόπου θεώρησης του βίου, θα ακολουθήσει ένα είδος αποτίμησης, αυθερμηνευτικό των πεπραγμένων του, σε σχέση με ό,τι του επιφύλαξε η μοίρα, το πεπρωμένο του. Ο Μαφρέδας δεν ενέδωσε, αντιστάθηκε στο πεπρωμένο αυτό. Δεν δέχθηκε ηττοπαθώς ό,τι του επέβαλλε η σκληρή πραγματικότητα. «Κι εσύ πεπρωμένο μου / ποτέ δεν θέλησες στα ίσια να λογαριαστούμε», θα γράψει (ΥΑ, σ. 7). Η επίμονη αναζήτηση της ποίησης και η συνάντησή του με αυτήν επιβεβαιώνουν την αλήθεια αυτή. Δεν έγινε έρμαιο της μοίρας· αντίθετα, ακολούθησε συστηματική, ευθεία διαδρομή συνεχούς διαπορίας και αγώνα να ερμηνεύσει και όχι να αποδεχθεί αβασάνιστα τα κελεύσματα της μοίρας. Θα γράψει χαρακτηριστικά (ΥΑ, σ. 9, «Στο άβατο της αμφιβολίας»):

Στους ώμους μου βάσταξα τη σιωπή μισού αιώνα,
στρίμωξα τόσα ηλιοβασιλέματα στην ψυχή μου
όλα κουβαλούσαν μέσα τους ένα φορτίο λησμονιάς.
Έτσι έμαθα πώς περνούν  τις ώρες τους
οι κατάδικοι στην απομόνωση της φυλακής,
πώς συντηρείς την κάθε μέρα
με διαγνώσεις χαράς εξ αποστάσεως.

Στον Επιβάτη πορθμείου, την τέταρτη συλλογή, μας επαναφέρει στην Πρέβεζα και τον Καρυωτάκη. Η ιστορία και η αυτοχειρία του ποιητή τής προσέδωσαν διαστάσεις δραματικές. Ο Μαφρέδας βλέπει τώρα μια άλλη Πρέβεζα. Το δέσιμό της με τον ποιητή των Νηπενθών, τον καρυωτακικό θρύλο της, τα ακολουθεί με σεβασμό. Όμως, η Πρέβεζα της συλλογής αυτής δεν είναι μόνο πόλη της μελαγχολίας, είναι και η πόλη του, μια πόλη ζωής, η πόλη της δικής του ζωής, όπως ο ίδιος την έζησε, και με τον τρόπο αυτό έρχεται να της αποδώσει τα δίκαιά της, να αποκαταστήσει την υστεροφημία της υπό τη δική του ποιητική οπτική. Επιβάτης του πορθμείου, όπως ανέφερα, ο ίδιος αυτή τη φορά, θα περιμένει στην προκυμαία νηφάλιος τον περατάρη για ένα άλλο ταξίδι, για την χώρα των καλότυχων νεκρών που λησμονάνε του Λορ. Μαβίλη, ο οποίος δεν έχει αναφερθεί τυχαία στο διακείμενο ενός ποιήματός του. Αναμένει χωρίς βιασύνη, χωρίς σφαίρες στον κρόταφο, αναλογιζόμενος το γήινο ταξίδι που διάνυσε από κοινού με εκείνο που οραματίστηκε και θα ήθελε να αποβεί αντάξιο των ονείρων του. Μελαγχολικό, ασφαλώς, και αυτό το ταξίδι, αλλά με υπόρρητη την προσδοκία για έναν κόσμο στο ανεξιχνίαστο Αλλού (ΕΠΠ, σ. 9, «Πέτραι πλαγκταί»):

Εκείνο το ταξίδι που επαγγέλθηκες
απ’ την αρχή μετράει πάθη κι ενοχές
απ’ το αρμένισμα το άδηλο μέλλον των ονείρων,
εκείνο το ταξίδι
κάποτε θα φτάσει, έφτασε!
στις συμπληγάδες πέτρες.

Η ζωή δίδαξε τον ποιητή να είναι επιφυλακτικός και υπομονετικός. Στον Επιβάτη πορθμείου είναι κατεξοχήν διαπορητικός και αινιγματικός, επιμένοντας στις δύο κορυφαίες έννοιες, του έρωτα και του θανάτου, με τον φόβο της διάψευσης ακόμη και την κρίσιμη αυτή ώρα. Αυτή η ασάφεια και αβεβαιότητα τον καθιστούν αποφθεγματικό και χρησμώδη, όχι δύσκολο. Η αδυναμία διείσδυσης στα μυστικά του συμπαντικού κόσμου είναι αυτή που τον καθιστά σκοτεινό, όσο σκοτεινή είναι και η πηγή του έρωτα και η ερμηνεία του θανάτου και το άγνωστο αύριο. Μια ιδιότυπη σύζευξη έρωτα  και θανάτου θα την περιγράψει ως εξής, κτυπώντας τον θάνατο με το όπλο του έρωτα, έχοντας μπροστά του την εικόνα της αιώνιας αγαπημένης (ΕΠΠ, σ. 35, «Αντί της Περσεφόνης»:

Πάντα θα σε φαντάζομαι σε βάθρο τ’  ουρανού
απερινόητη – θεραπαινίδα των ονείρων!
Και θ’ ανασαίνω τη ζωή
να μην αργοπεθαίνω εντός μου.

Ο Πλούτωνας ρήγμα στον θρόνο του ομολογεί·
στην αλλαγή των εποχών

άλλη θεά αντί της Περσεφόνης.

Για την τελευταία συλλογή, το Νεύμα από απέναντι, το επόμενο σταθερό βήμα του ποιητή, θα μας μιλήσει η Μαρία Ψάχου. Ο Μαφρέδας συνεχίζει τη διαδρομή του, οδηγός ο έρωτας, αντίμαχος πάντα του θανάτου αλλά και προάγγελός του (ΝαΑ, σ. 15, «Σημάδια»):

Κλητοί σε τούτο το συμπόσιο       
παράκαμψη να κάνουμε σ’ ένα ταξίδι μακρινό
πριν απ’ το πέρασμα στο αντίκρυ,
απέναντι αν σταθούμε
χειροπιαστή η εικόνα σου κι εγώ ευεργετημένος.

Θα επιστρέψω, κλείνοντας, σε ένα από τα πρώτα ποιήματά του και θα το ξαναδιαβάσω. Θεωρώ ότι περιέχει προγραμματικά όσα περιλήφθηκαν στις συλλογές του, όσα επιχείρησα να σας παρουσιάσω πυκνά στα κεντρικά σημεία τους. Επιστρέφω στο ποίημα αυτό για να τονίσω τη συνέπεια της βιοθεωρίας του, μετά από όσα είπα για την ποίησή του. Θεωρώ, επίσης, ότι οι θεματικές του προεξαγγέλθηκαν σ’ αυτό το ποίημα και ότι η ποιητική ευαισθησία του ήταν από τότε ήδη καλλιεργημένη:

Γεννήθηκα ανάμεσα σε δύο θάλασσες.

Από την πρώτη κληρονόμησα
τα ηλιοβασιλέματα, τον έρωτα
και τα ταξίδια που ονειρεύτηκα
σε πέλαγα και ωκεανούς.
Μ’ αφήνουν άγρυπνο ακόμη τα βουητά του πόντου.

Η άλλη – κόλπος ναυμάχος,
με χάραξε με τα πένθη της πιστολιάς
που έσκισε την ησυχία του κόρφου της.
Κατάσαρκα φοράω – μισόν αιώνα τώρα,
τη θλίψη του δειλινού και την αρά του αυτοκτόνου.

Γεννήθηκα ανάμεσα σε δύο θάλασσες –
γεμάτη  η ζωή μου σταυροδρόμια.