Τετάρτη 25 Νοεμβρίου 2020

ΣΟΦΙΑΣ ΚΛΗΜΗ-ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΥ ΔΙΗΓΗΜΑ H ΠΡΩΤΗ ΝΥΧΤΑ

 

H   ΠΡΩΤΗ  ΝΥΧΤΑ

 


Της Σοφίας Κλήμη-Παναγιωτοπούλου

 

Ήταν κουρασμένος, εξαντλημένος πες. Είχε περιπλανηθεί μέσα στον απέραντο κήπο σε μια περιδιάβαση δίχως τελειωμό. Είχε σταματήσει  ,μπρος τα πελώρια δένδρα, θαύμασε τα λουλούδια, τις νεροσυρμές…Αναμείχθηκε με τα δίποδα και τα τετράποδα που συνάντησε στα βήματα του και που τον έβλεπαν περίεργα όπως σαστισμένος τα κοίταζε κι αυτός.

Άδραξε απ’ τα δένδρα καρπούς ζουμερούς μυρουδάτους που του έδιναν ο καθένας διαφορετική γεύση στον καταπιώνα του. Ήθελε να προσδιορίσει τη διαφορετικότητά  τους, μα δεν δίνονταν. Δεν ήξερε τις λέξεις έπρεπε να τις εφεύρει μα ούτε  κι αυτό το μπορούσε.

Σκυμμένα πάνω στο ρυάκι, αγέλες τ’ αγρίμια, έχωναν τις μουσούδες τους στο νερό. Πλησίασε κι αυτός, τα αναμέριασε, εκείνα  του έκαναν  τόπο δίπλα τους, έσκυψε, έχωσε κι ο ίδιος το πρόσωπό του στο νερό . Μιά δροσιά τον διαπότισε ολάκερον. Άνοιξε το στόμα -σαν τ’ άλλα πλάσματα- κι άφησε αυτή τη δροσιά να εισρεύσει στα σωθικά του . Α, ναι, ήταν καλό. Λίαν.

 Όλα ήταν για πρώτη φορά. Όλα πρωτόγνωρα, πρωτοείδωτα, απαρατήρητα από άλλο ανθρώπινο μάτι, ανέγγιχτα κι απάτητα..

Κάθισε κατάκοπος στη γη, πάνω στο ψηλό χορτάρι. Έβλεπε ολόγυρα- και το σάστισμα του πλήθαινε-τα πάντα και λίγο λίγο   ν’ αλλάζουν.

Τα πλάσματα πλάι του-ήταν παλιότερά του- γνώριζαν την αλλαγή που στιγμή τη στιγμή ερχόταν. Με ενστικτώδη γνώση και υποταγή ετοιμάστηκαν γι αυτήν. Τα  πουλιά φώλιασαν στα κλαδιά των δένδρων, βολεύτηκαν. Οι ανθοί, άλλοι έσκυψαν να δροσερέψουν  τις καρδιές τους, άλλοι ανέδωσαν τ’ άρωμά τους  υμνώντας τη ζωή. Τα φίδια κουλουριάστηκαν τυφλά. Τ’ άλλα ζώα, αφήνοντας ένα ένα το ρυάκι, γύρισαν στις μεριές τους, ξάπλωσαν ομάδι.

Κάπου, πολύ μακριά, μια λαμπαδιασμενη λάβα, κατέβαινε απ’ τα’ αψήλου δισταχτικά. Μιά γαλήνη, ντυμένη χρυσαφιά, ομόρφαινε πιότερο τον κήπο.’ Ένα αγέρι τρέμισε για λίγο στις κορφές των δένδρων…κάποιοι ήχοι ανταποκρίθηκαν…Ύστερα, ηρέμησαν όλα. Τα χρώματα έσβησαν. Το υπόλοιπο φως χάθηκε. Σταμάτησαν οι ψίθυροι…

Βαθύς ίσκιος ξεκίνησε ν’ αναβρύζει απ’ τη γή, ν’ απλώνεται, να περεχά τα πάντα.

Δεν έβλεπε πια τίποτα. Καμιά εικόνα μπρος στα ορθάνοιχτα μάτια του. Κανένα είδωλο, ούτε καν του ίδιου του εαυτού του. Άγγιξε το κορμί του. Το έψαυε, το ένοιωθε, ναι ,μα δεν το έβλεπε. Κι αυτό τον συντάραζε.

Κάποιο τρέμουλο δυνάστεψε τα σωθικά του. Κάτι άρχισε να πάλλει μέσα του, να εδώ στο στέρνο του και να χτυπά γρήγορα και πιο  γρήγορα και δυνατά και δυνατότερα. Κρύωνε. Ριγούσε. Τα σαγόνια και τα χέρια του έτρεμαν. Ήταν ο συγκλονισμός απ’ την εμφάνιση του φόβου. Ο συνεπαρμός απ’ τη γνωριμιά με τη μοναδικότητά του κι η μοναξιά του ενός..

Μέσα στη νύχτα που τον σκέπαζε ανελέητη με το σκοτάδι και τη σιωπή της, ήταν μονάχος. Κανένας άλλος σαν κι αυτόν, ν’ ακουμπήσει στο πλευρό του, να παρηγορήσει την ερημιά του. Βαθειά στην ύπαρξή του εγκαταστάθηκε το μέγα δέος.

 Ένα  κάψιμο αναδύθηκε απ’ τα μάτια του κι έγινε δάκρυ να κυλά στο πρόσωπό του. Δάκρυ αδυναμίας μπροστά στο άγνωστο.

Ανήμπορος ν’  αμυνθεί, δίπλωσε τα πόδια, αγκάλιασε σφιχτά το κορμί του -ό,τι δικό του είχε- έγειρε στο χώμα και παραδόθηκε σ’ αυτό που τον κυριάρχησε: στη μέγιστη, ανέλπιδη απορία. Και στην παραίτηση.

Πάνωθέ του, ο μέγας Ουρανός του έστειλε τον Μορφέα να του αναπάψει τα μέλη και τον Όνειρο να διεγείρει τη συνείδηση του.

…………………………………………………………….

Όταν άνοιξε τα μάτια, όλα ήταν σαν χθές. Φωτερά, χρυσαφιά, δακρυσμένα απ’ τ’ αγιάζι…μυρωμένα. Όλος ο κήπος λαμπίριζε, τώρα που ο μέγας δίσκος αναδύθηκε ξανά απ’ το χάος. Οι γνώριμοι του-τ’ αγρίμια- έπαιζαν με τους συντρόφους τους, έπιναν νερό ομάδι,  τον προσέγγιζαν φιλικά.

Ανατάνυσε το κορμί του. Δεν έτρεμε. Δεν φοβόταν. Ήταν γερός. Πατούσε στέρεα στη γη. Όλα του ήταν γνώριμα. Και το κελάηδημα των πουλιών και το κελάρυσμα των ρυακιών, το θρόισμα του ανέμου στα φύλλα…Τα βάφτισε. Τα ονομάτισε ένα ένα και χάρηκε γι αυτή τη μπόρεσή σου

‘Εσκυψε,έχωσε το πρόσωπό του στο  ρυάκι, να πιει δίπλα στα  αγρίμια. Ύστερα μετανοιωμένος, άπλωσε τις χούφτες, τις γέμισε με τη δροσιά του νερού τις  πλησίασε στο στόμα του και ιπιε, μόνος  αυτός όρθιος, ανάμεσα στο σκυφτό πληθυσμό της γης.

Μια σιγουριά, μαζί με την  συνειδητοποίηση αυτού που του δόθηκε να είναι, τον ενδυνάμωνε. Το διαισθανόταν μα και το διαπίστωνε:  Ήταν το «ον το δίπουν, το άπτερον, το λογικόν».

Ο φόβος του είχε παρέλθει οριστικά  μαζί και η πρώτη¨-μεγάλη-  νύχτα του ανθρώπου.

Κυριακή 15 Νοεμβρίου 2020

ΔΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ ΦΩΤΗΣ

ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ «ΓΝΩΜΗ|» ΠΑΤΡΩΝ

15η  ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ 2020             Παρέα νε την ποίηση

                                                         Τότε και τώρα

                                                         Από την Πάτρα.

 ΔΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ  ΦΩΤΗΣ

 


                                  Επιμέλεια ΣΩΤΗΡΗΣ Ι.ΝΙΚΟΛΑΚΟΠΟΥΛΟΣ

                                                   Μέλος του Κύκλου Ποιητών

                                                  Μέλος της Εταιρειας Ελλήνων Λογοτεχνών

 



                                                   

Γεννήθηκε στην Πάτρα όπου τέλειωσε το Β’ Γυμνάσιο αρένων. Τελείωσε την Φιλοσοφική σχολή Αθηνών και μετά την στρατιωτική του θητεία, υπηρέτησε ως φιλόλογος στην Β/βαθμια εκπαίδευση και συνταξιοδοτήθηκε ως Λυκειάρχης από το Πειραματικό Λύκειο του Πανεπιστημίου Πατρών. 

Έχει δημοσιεύσει διάφορα φιλολογικά και Ιστορικά μελετήματα καθώς και σχολικά βοηθήματα. Άρθρα του βιβλιοπαρουσιάσεις φιλοξενούνται τακτικά στον ημερήσιο τύπο της Πατρας και της Αθήνας και όχι μόνο. 

Τακτικό Μέλος της Εταιρείας Λογοτεχνών ΝΔ Ελλάδος

Τακτικό μέλος της Πανελλήνιας Ένωσης Λογοτεχνών

Και άλλων Λογοτεχνικών συλλόγων.

Έχει έντονη λογοτεχνική παρουσία στην πνευματική και πολιτιστική ζωή της Πάτρας. 

Διετέλεσε για μια δεκαετία 1985 – 1995 εξωτερικός συνεργάτης της Ελληνικής Ραδιοφωνίας σε θέματα της ειδικότητας του ενώ την ίδια περίοδο άφησε το στίγμα του ως πρόεδρος του Συνδέσμου Φιλολόγων Πατρών.

Έχει εκδώσει ως σήμερα :  - «Το Πρώτο Ρήγος» 1972 – Το θεατρικό μονόπρακτο  «Το Δίλημμα» και το 2011 εξέδωσε τα «Νόστιμα Θέλγητρα»’ που είναι ανθολόγηση ποιημάτων του 1967 – 2007.  Πρόσφατα κυκλοφόρησε την μελέτη του  «ΟΙΝΟΣ ΚΑΤΡΟΠΤΟΝ ΝΟΥ»  έργο ζωής που αναφέρεται στον οίνο και τα συμπόσια στη Ελληνική αρχαιότητα και είναι βασισμένο στις αρχαιοελληνικές πηγές. Με το έργο αυτό αποκαλύπτεται ακόμα μια πλευρά της προσωπικότητας του.

Υπό έκδοση έχει το «Νόστιμα Θέλγητρα ΙΙ».

 

Ο Φώτης Δημητρόπουλος έχει μια παράλληλη πορεία στην ποίηση. Από το1968 δημοσιεύει ποιήματα του σε Αθηναϊκά περιοδικά και το 1971 εμφανίζεται στα γράμματα με το: «Πρώτο Ρήγος».

Η ποίηση του πλημμυρισμένη από Φως και Αγάπη μας μεταλαμπαδεύει την αισιοδοξία του για μια πνευματικότερη κοινωνία. Την προσδοκία του για την εκπόρθηση του ένδον είναι μας από το Φως της Γνώσης, του Κάλλους, της Συν αντίληψης.  Γι’ αυτό κάθε στίχος του διακατέχεται από ζωηρή παραστατικότητα και απηχεί τον ανυστερόβουλο Ιδεόκοσμo του. Από «τα νόστιμα θέλγητρα των κερασιών»1981-1990

 

Αγαπώ τον Θεό

την μουσική 

κι σένα

Τον θεό που είναι αγάπη

τη μουσική που ψάλλει τον θεό

Εσένα που είσαι μουσική

 

Στον Ποιητή διαπιστώνουμε την άοκνη αναζήτηση μιας Ιθάκης. Μας καλεί να καταστήσουμε τον ανεπεξέργαστο εσώτερο εαυτό μας επεξεργασμένο πνευματικό ον. Να ανιχνεύσουμε τον Θείο Σπινθήρα εν ημίν. Να αρθούμε υπεράνω των υλιστικών δεσμεύσεων. Να κονιορτοποιήσουμε της ιδιοτελείς μικροπρεπείς επιδιώξεις. Για να μπορέσουμε να γευθούμε τις άρρητες τέρψεις της οντολογικής αρτιότητας.

Η ελπίδα κυριαρχεί στην αέναη πορεία της ζωής η οποία γεννιέται μαζί με τη μουσική που υπάρχει πριν από εμάς, συνεχίζεται αενάως και πάλλετε αφομοιωμένη με το ρυθμικό μέλος του τραγουδιού. Γράφεται στην πέτρα της υπομονής που γεννά ανθούς την άνοιξη καταυγάζοντας ένα μυροβόλημα στην ψυχή του κόσμου. Ο τροφοδότης πόνος μεγαλείο στα κυπαρίσσια, στις πυγολαμπίδες που δεν νικάνε το σκότος, στο γυρισμό που είναι άπιαστη γιορτή και στο σπάραγμα που εκφράζεται με τον στίχο.

 

ΝΙΨΟΝ ΑΝΟΜΗΜΑΤΑ

 

Συγχωρέσε μας κύριε!
Δεν βρήκαμε νερό
να νίψουμε τα ανομήματά μας.
Λίγο που είχε απομείνει
μουχλιασμένο
ήταν μολυσμένο
-αιώνες τώρα-
από τις ανομίες των βασιλέων
της βασιλεύουσας
που ένιβαν μόνο την όψη τους.

 

Θέλει να γίνει άνθρωπος χωρίς συμφέρον, χρήμα, περιουσίες, κέρδος, τράπεζες, αγορές που είναι σκλαβιά σωμάτων και ψυχών ανελεύθερων. Θέλει ενότητα, με προμετωπίδα τη δικαιοσύνη και αρωγούς αυτής τη γνώση, την τέχνη, τον πολιτισμό. Επιθυμεί να συντάσσονται τα πάντα και οι πάντες στο αλώνι της αδελφοσύνης. Είναι λάτρης της αγάπης στα γράμματα, της γνώσης που καθίσταται «κτήμα ες αεί» κατά τον Θουκυδίδη. Η γνώση και η παιδεία είναι τα μόνα αγαθά που παραμένουν στον κάτοχό του, τόσο στη ζωή όσο και μετά τον θάνατό του όπως διακηρύττει ο Μ. Βασίλειος ο μεγάλος στοχαστής, άγιος τιμώμενος και ως προστάτης της Παιδείας. Η παιδεία μια παράδοση αιώνων από την Ομηρική ακόμη εποχή είναι για τον κ. Φώτη Δημητρόπουλο «κρυφό σχολείο ίασης». Είναι θάλασσα-γυναίκα που αναδύεται από τον κόλπο της, μετατρέπεται σε ηχοχρώματα και με ένα αντικλείδι θαυματουργικό σε μια στιγμή ανοίγει την πόρτα της αιωνιότητας. Ένα κοχύλι αστρόσκονη ή ακρωτήρι να ρουφάει την αλμύρα των δακρύων. Θέλει ο ποιητής ως τιμή για την γενέτειρά «Στόλισμα της μνήμης» του πρώτου του ήλιου που είναι παρθενικά οράματα/ 

στο βωμό των αναζητήσεων/ με γεύση φιλιού/…

Μια ευαίσθητη πνοή διαχέει στους μελετημένους, λυρικούς και φιλοσοφικούς στίχους εκφράζοντας συμπυκνωμένα, λακωνικά, υψηλά μηνύματα και απέραντα συναισθήματα και στοχασμούς. Με ύφος λεπτό, με παλμό και κίνηση εναλλασσόμενη περιρρέει τους μικρούς, αλλά με μουσικότητα ομοιοκατάληκτους στίχους δίνοντας χαρακτήρα ρυθμικό. Εικόνες με αποχρώσεις φωτός, ωρίμανση με σιωπή προδίδουν νουν ρυτιδωμένης σοφίας. Με τους στίχους δίνει τη χαρά, τον έρωτα, τη φύση, την ομορφιά και τη γνώση.

 

ΟΙ ΝΥΧΤΕΣ

 

Κιονόκρανα φωτισμένα 

από τους αιώνες που πέρασαν 

φαντάζουν 

οι ανάγλυφες εκείνες νύχτες·

στόλισμα της μνήμης 

λουσμένες 

με σπάνιο άρωμα 

λευκής ακακίας 

που μόνο λίγοι οσμίζονται,

ταξιδεύουν ανενόχλητες 

στις τρικυμίες και τις νηνεμίες 

των δρόμων με τους ίμερους· 

και σαν χοές 

παρθενικών οραμάτων 

στο βωμό των αναζητήσεων ,

με γεύση φιλιού

ρέουν απρόσκλητες 

στις φλέβες των οστράκων 

που κρύβουν τους έρωτες 

στο βυθό της θάλασσας.

 

Ποίηση που αναδεικνύει έναν ποιητή ονειρολόγο που με ευαισθησία ψυχής αναπλάθει την  ωραιότητα του Κόσμου και αποκαλύπτει τη μοναδικότητά του.

Βλέπει στην Αγάπη την εσωτερική ανάγκη της ανθρώπινης ύπαρξης. Ο Φώτης κοιτάζει μπροστά. Στην πνευματική ανασύνταξη. Στην καταξίωση. Η Ποίηση γίνεται για αυτόν Ανάδυση Μυστικών δυνάμεων  

Από «στα σύνορα του χρόνου και του φωτός» 2001-2007

 

Εκεί μηδεις κατηχούμενος μηδεις αμύητος

Μηδεις αγεωμέτρητος εισιτω

«οι δ’οικεται και εις τις άλλος βέβηλος τε και αγροίκος

Πυλας πανυ μεγάλας τοις ωσιν επιθεσθε»

Γιατί Εκεί εκτείνεται το πέλαγος των ανεξερεύνητων μύθων

Εκεί αρχίζει και τελειώνει το χάος

Εκεί καταργούν την ανάσταση

οι χαμένοι σύντροφοι του Οδυσσέα

και χορεύουν οι σάτυροι και οι σέλινοι

στα μουσικά αποτυπώματα της χαμένης Ατλαντίδας.

Εκεί ανεμίζουν τα μαντήλια οι εξόριστοι ποιητές

που δεν αφήσαν των ερώτων τ’ αποστάγματα

να γίνουν μεταλλαγμένα ιζήματα

και ρύποι χημικών αντιδράσεων.

 

Οραματίζεται ειλικρινέστερες και πιο ακίβδηλες τις ανθρώπινες διαπροσωπικές σχέσεις. Θέλει να αναχαιτίζει κάθε βάρβαρο καλπασμό της ανθρωπότητας.

Εναγκαλίζεται ο Ποιητικός Λόγος του την γόνιμη ανησυχία του Πνεύματος. Τα αισθήματα γίνονται κραδασμοί ασυμβίβαστου ανθρωπισμού.

Ξέρω ότι η αυτογνωσία του δίνει ζωή, ξέρω πως είναι η αναπνοή του  η ιδία του η καρδιά ο έρωτας του.  Ο Φώτης γράφει πέρα απ’ την ευφυΐα της ζωής ό,τι αγαπάει Η Ποίηση είναι ο έρωτας του!

Δεν μπορώ να μην πω, πως αυτό που  με έχει εντυπωσιάσει στο γράψιμο του είναι  που απεικονίζει ταυτόχρονα την συνεχή δυναμική της εναλλασσόμενης εικόνας της ζωής, έτσι που ο  λόγος του να επιδρά πιστεύω στην ψυχή του αναγνώστη!

Μας πηγαίνει στους δρόμους που διάβηκε, μας εξιστορεί αυτά που αισθάνθηκε όταν μόνος πέρναγε δεν διστάζει να πει τα συναισθήματά του.

Από τα ποίημα τα του 1991-2000 «Μπροστά στην ταραγμένη θάλασσα» μας λέει στο ποίημα «Ω Ρώμη».

 

Ω Ρώμη

Δεν χώρεσαν στην ψυχή μας

αποτυπώματα

της αιώνιας αίγλης σου…..

 

και από την ίδια συλλογή στο ποίημα : «Μαδρίτη 3 Μαΐου 1808»

 

Στους δρόμους της Μαδρίτης

κυλάει το άνομα του

όπως τα νερά του Μανθαναρες……

 

Οι γνώσεις, οι προσδοκίες οι εμπειρίες και η πείρα γράφονται και μεταδίδονται με γλαφυρό τρόπο και παράλληλα πολύ αληθινό.

Τα ποιήματα του απευθύνονται σε όλους, ακόμα και στον πιο σκεπτικιστή. 

H ποίηση του Φώτη διακρίνεται από έναν πλουραλισμό και μια αίσθηση ζωής αφοπλιστική. Από τη μία σε φέρνει αντιμέτωπο με τις μεγάλες αλήθειες, από την άλλη σου υποδεικνύει το δρόμο της απλότητας. Ευρυμαθής και πλουραλιστικός ο ίδιος, ως Φιλόλογος ποιητής ‘δάσκαλος’ διαχέει σκέψεις, ιδέες και εμπειρίες μέσα σε λειτουργικούς για τον αναγνώστη στίχους. Απολαμβάνουμε τα περάσματα από διάφορα κανάλια της Ιστορίας, της Φιλοσοφίας, του Μύθου, της Αυτογνωσίας. Με βλέμμα, άλλοτε παιχνιδιάρικο, άλλοτε λοξό, άλλοτε γεμάτο σοφία ή συγκατάβαση τα κοιτά ο ποιητής και τα αγκαλιάζει και τα θεωρεί ή τα αναθεωρεί και μετατρέπει «τα ξινά σε γλυκά». Καταθέτει ποιήματα που συναντιούνται και συνομιλούν. 

Από «οι ανάγλυφες εκείνες νύχτες» 1967-1980

 

Σαν ένιωσα το ρίγος να σιγοκαίει τα σωθικά μου

ξάφρισμα του δελφινιού

του νιου κορμιού η δροσιά,

ήταν φωτιά,

κομμάτι τ’ Κατάλαβα την δύναμη που σου ‘δώσε ο πλάστης.

Δεν ήταν αστραπή

ούτε το ουρανού

-το ρίγος- και μυστήριο.

 

Ο Φώτης Δημητρόπουλος δεν κάνει επίδειξη γνώσεων, ούτε υπερβάλλει. Ο Φώτης είναι λάτρης του παιγνίου και της περιπλάνησης στις ιδέες και στις αισθήσεις, ευγνώμων με την ζωή και την δυνατότητα έκφρασης μέσω της ποιητικής τέχνης, είναι θετικός προς το διαφορετικό, εραστής της φιλοσοφίας και της ιστορίας, παρατηρητής της ζωής και συνταξιδιώτης του Χάους και έχει την ικανότητα να παντρεύει ή να ενορχηστρώνει όλες τις διαφορετικές τάσεις, επιρροές, γνώσεις που τον κατακλύζουν. Με προσοχή χρησιμοποιεί τόσο τον υπερρεαλισμό όσο και τον λυρικό κραδασμό. Στροβιλίζεται γλωσσικά και ποιητικά μέσα σε μια πληθωρική αθωότητα! 

 

ΣΗΜΑΙΕΣ ΜΕΣΙΣΤΙΕΣ 

 

Σημαῖες μεσίστιες ὑποκλίνονται 

στό πένθος τῆς συμφωνικῆς μουσικῆς. 

(… μεταδίδουν τά μοναχικά προγράμματα 

τῆς ἑλληνικῆς ραδιοφωνίας…) 

Πολλοί φιλόμουσοι μένουν ἀκροατές. 

Σημαῖες μεσίστιες ὑποστέλλονται 

στό ἄκουσμα παράφωνων ἐμβατηρίων. 

(… ἀναμεταδίδει τό μοναδικό μεγάφωνο 

τῆς πλατείας θεάτρου σκιῶν καί 

 μαριονέτας…) 

Ὃλοι οἱ περαστικοί ἔστρεψαν τά νῶτα… 

 Χωρίς χαιρετισμό… 

 

Χειμαρρώδης μεταβολίζει όλα τα διαβάσματα, τις διακειμενικές του αγάπες, σπουδές και μελέτες και σε γλώσσα ευέλικτη μάς χαρίζει αξιοπρόσεκτες ποιητικές καταθέσεις. 

Κλείνοντας την παρουσίαση αυτή για τον ποιητή Φώτη Δημητρόπουλο θέλω να τονίσω ότι : Αν και σκάβει στην Ύπαρξη, δεν κατατρώγουν τις λέξεις του το Έρεβος και το Σκοτάδι. Είναι μια δύναμη που αυτές αποπνέουν και προτείνουν ταξίδια στον κόσμο και είναι γεμάτες αυτοπεποίθηση και όσο ξέρουν να σιωπούν, ξέρουν και να τραγουδούν, δρασκελίζοντας πάντα το κατώφλι της ζωής του αναγνώστη!

-Ικανός ο μισθός σου  ποιητή μας έβαλες στον κόσμο σου μήπως καταλάβουμε τον δικό μας.











 

Τετάρτη 11 Νοεμβρίου 2020

ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΣΙΣΙΝΗΣ Ο ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΗΣ ΤΗΣ ΓΑΣΤΟΥΝΗΣ

 


ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΣΙΣΙΝΗΣ  Ο ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΗΣ ΤΗΣ ΓΑΣΤΟΥΝΗΣ

 


(Ομιλία μου που δόθηκε μετά από πρόσκληση του τότε Μητροπολίτη Ηλείας Μακαριστού Αθανασίου (Βασιλοπούλου) στην αίθουσα  του  Εκκλησιαστικού  Πνευματικού Κέντρου Γαστούνης την Κυριακή και ώρα 11 της 27ης Μαρτίου 1976)

 

 


Κάθε φορά που η καμπύλη του χρόνου μας ξαναγυρίζει στις 25 του Μάρτη, κάθε φορά που η γαλανή μας Πατρίδα, ανθοστόλιστη και μυρωμένη από τις ανοιξιάτικες αύρες, φαντάζει χιλιοπλούμιστη κάτω από τον ολόλαμπρο ήλιο της, κάθε φορά που οι καμπάνες ηχούν χαρμόσυνα αντιβοώντας πέρα στις βουνοπλαγιές, στις χαράδρες και στις νερομάνες, το κοσμοσωτήριο μήνυμα του Γαβριήλ  στην Κεχαριτωμένη Μαρία, ανασαλεύει μέσα μας και αναπλάθεται η γιγάντια προσπάθεια του Έθνους να απαλλαγεί από τον Τουρκικό ζυγό- η Εποποιϊα του Εικοσιένα.

Η Εθνική μας μνήμη, νοερός ανατόμος του χρόνου, νοερή γέφυρα πάνω από τα κατάθολα νερά και τις καταχνιές του παρόντος μας πάει πίσω στις κρυστάλλινες πηγές του παρελθόντος που αναβλύζουν απ’ τις Ολύμπιες κορφές της φυλής, για να πιούμε απ’ το αθάνατο νερό τους.

Μας ξαναγυρίζει στο ιστορημένο  εθνικό μας παρελθόν-στη ρίζα, πίσω στις πανάρχαιες μήτρες της φυλής, και μας αντιπαραθέτει προς αυτό.

Γιατί, χωρίς μια τέτοια αντιπαράθεση δεν μπορεί να νοηθεί το παρόν, και να ανακαλύψει αν συγγενεύει με το παρελθόν.

Δεν μπορεί αλλιώς να αποκτήσει συνείδηση για τον εαυτό του αν δεν πάει πέρα από τη στιγμή, αν δεν απλωθεί στο παρελθόν.

Η σύγκριση και η εξαγωγή θάρρους και ενδυνάμωσης, σήμερα είναι ακόμη πιο αναγκαία, δεδομένου ότι έχουμε και σήμερα τον ίδιο επίβουλο εχθρό να έχει καταπατήσει με το βρώμικο πόδι του Αττίλα τη μισή Μαρτυρική και Ηρωική μας Κύπρο και να στέκεται προ των πυλών κραδαίνων μαχαίρι και φωτιά και να απειλεί να καταλύσει το καθεστώς του Ελληνικότατου Αιγαίου και των ματωβαμένων από τους ίδιους ,νησιών μας.

Είναι υποχρέωση μας να αποδώσουμε τιμή στους προγόνους μας που αγωνίστηκαν, που δεν υπολόγισαν τη ζωή τους, την περιουσία τους ,την άνεσή τους, προκειμένου να χαρίσουν σε μας ένα τόπο λεύτερο.

Ευχαριστώ θερμότατα το Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη μας τον ακούραστο εργάτη του Ευαγγελίου και της Αγάπης που είχε την καλοσύνη και την πρωτοβουλία να οργανώσει τη σημερινή εκδήλωση.

 

Ευχαριστώ και σας, κυρίες και κύριοι, πού είχατε την καλοσύνη να βρεθείτε κοντά μας  και να παρακολουθήσετε τη διάλεξή μου.

Το θέμα της ομιλίας μου είναι Ιστορικό, παρμένο από χίλιες δύο πηγές, ιστορικών κειμένων, απομνημονευμάτων, επιστολών,  και εφημερίδων του Αγώνα.

Οι αγωνιστές  του 21 για τους πολλούς περιορίζονται συνήθως στον Κολοκοτρώνη, τον Καραϊσκάκη, τον Αθανάσιο Διάκο, τον Ανδρούτσο, Κανάρη, Μιαούλη, Μπουμπουλίνα και Υψηλάντη.

Τους διαφεύγουν, φυσικά  τα ονόματα αρκετών αγωνιστών των οποίων το μερίδιο στη συμμετοχή της διεξαγωγής του Αγώνα είναι εξ’ ίσου τεράστιο,  ώστε φθάνουμε να πούμε ότι ο Κολοκοτρώνης δεν θα πετύχαινε τίποτε στα Δερνεβάκια, στους Μύλους και στα άλλα πεδία των μαχών, εάν δεν υπήρχε η Γαστούνη, που τότε Γαστούνη σήμαινε Γεώργιος Σισίνης  και Γεώργιος Σισίνης σήμαινε, ΣΤΡΑΤΗΓΟΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΗΣ-ΤΡΟΦΟΔΟΤΗΣ  του ελληνικού Στρατεύματος.

 

Κατά τα προεπαναστατικά χρόνια τα πιο αξιόλογα Ελληνικά κέντρα στον κάμπο της Ηλείας  ήταν ο Πύργος και η Γαστούνη. Η Γαστούνη ,όμως ήταν πιο μεγάλη απ΄τον Πύργο, τόσο γιατί σ’ αυτόν υπαγόντουσαν Διοικητικά και τα άλλα  χωριά της πεδινής Ηλείας, όσο και από το γεγονός ότι στα χρόνια της Φραγκοκρατίας υπήρξε αξιόλογο φέουδο.

Εκτός των ανωτέρω η Γαστούνη ήκμαζε εμπορικά και οικονομικά και κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας τόσο δε ήταν μεγάλη η φήμη της που όταν μιλούσαν για τον Πύργο, έλεγαν: o  «Πύργος της Γαστούνης».

Η Γαστούνη κατά τα χρόνια της Επαναστάσεως ήταν πρωτεύουσα της Επαρχίας και συγκέντρωνε πολλές οικογένειες Τούρκων. Ο Φιλήμων γράφει σχετικά: «Εν τη πατρίδι του-εννοεί τον Σισίνη-ενεφόλευον υπέρ τας τριακοσίας οικογένειαι Τουρκικαί. Αλλ’ επί του τραχήλου και της μίας και της άλλης των δύο τούτων πόλεων-επαρχιών επέκειντο κακόν δεινότερον οι Λαλαίοι (μάχιμοι και φανατικοί ως άπαντες οι εξωμόται Τούρκοι).Εν γένει δε ,της μεν Γαστούνης πολιτικό κέντρο ήτο ο Γεώργιος Σισίνης, πολλού πνεύματος, πατριωτισμού και δραστηριότητος ανήρ, του δε Πύργου , ο Χαράλαμπος Βιλαέτης.

Σχετικά με τον πληθυσμό της Γαστούνης αναφέρω από  ένα στατιστικό πίνακα που μας δίνει ο RANK σε μετάφραση Π. Καλιγά ο οποίος δημοσιεύθηκε στο περιοδικό «Πανδώρα» το έτος 1862 (τόμος ΙΒ και ΙΓ) συγκριτικά προς την πόλιν των Πατρών είχε 16.847 και αι Πάτραι 11.918.

Το ότι η Γαστούνη ήταν  πολυπληθεστέρα  του Πύργου προκύπτει και από το γεγονός ότι η μεν Γαστούνη κατέβαλε κάθε χρόνο 4.443 χαράτσια, ενώ ο Πύργος μόλις 632.

Φυσικά ήταν αυτή η αξιόλογη πόλη να παρακολουθείται εντατικά στις κινήσεις της και να επιβλέπεται πολυειδώς και πολυτρόπως και μάλιστα από τις πιο  πλούσιες και επιφανέστερες οικογένειες των Τούρκων της περιοχής.

Ο  πληθυσμός της Γαστούνης κατά τους χρόνους της εξέγερσης απετελείτο από Χριστιανούς και Τούρκους. Τη φρούρηση των Τούρκων που κατ’ άλλους συγχρόνους περιηγητές, ανήρχοντο σε 1.200 οικογένειες είχαν αναλάβει 200 επίλεκτοι άνδρες της Τούρκικης Στρατιωτικής Δύναμης. Για το σκοπό αυτό κυρίως, διωρίζετο εκάστοτε Διοικητικής της Γαστούνης ανώτερος εν ενεργεία αξιωματικός του Τουρκικού  Στρατού, ο οποίος επιλεγότανε και ετοποθετείτο από τον πανίσχυρο Πασά της Τριπολιτσάς.

Το μόνο παρηγορητικό στοιχείο για τους Έλληνες της περιοχής ήταν ότι οι Τούρκοι της Γαστούνης, για προσωπικές τους διαφορές, δεν διέκειντο φιλικώς προς τους Τουρκαλβανούς του Λάλα οι οποίοι αποτελούσαν πανίσχυρο και επικίνδυνη στρατιωτική δύναμη και ενομίζετο μάλιστα ,ότι σε περίπτωση εξέγερσης των κατοίκων της πεδινής Ηλείας δεν θα έσπευδαν εις βοήθεια τους, αν και τελικώς οι προβλέψεις τους δεν επαληθεύτηκαν.

Στα προεπαναστατικά χρόνια λάμψανε σημαντικές μορφές στη Ηλεία, όπως ο Λυκούργος Κρεστενίτης, ο Γεώργιος  Μήτσος, οι Αυγερινοί, ο Χαράλαμπος Βιλαέτης, ο Θαλής Θεοδωρίδης που υπήρξε και ιδιαίτερος γραμματέας του Γεωργίου Σισίνη και που φυσικά η πιο εξέχουσα φυσιογνωμία του αγώνα της Ηλείας, ο Επαναστάτης Στρατηγός Γεώργιος Σισίνης.

Η οικογένεια Σισίνη, από τους αρχαίους χρόνους είχε τις ρίζες της στη Γαστούνη. Κάποιος απόγονός τους κατά τον μεσαίωνα εγκατέλειψε την γενέτειρα του και εγκαταστάθηκε στην Ενετία όπου ασχολήθηκε ευδόκιμα  στο εμπόριο και τιμήθηκε μάλιστα από την Ενετική Δημοκρατία με τίτλο ευγενείας, διέθετε οικόσημο και σφραγίδα.

Απογόνους  του Σισίνη συναντάμε ένα διάσημο Ιεράρχη της Κωνσταντινουπόλεως καθώς επίσης και ένα στρατηγό στο Ρωσικό Στρατό.

Ο πατέρας του στρατηγού Σισίνη ονομάζονταν Χρύσανθος και είχε λάβει για σύζυγο του μια Γαλλίδα με το όνομα Βικτωρία, καθολική το θρήσκευμα. Από το γάμο του με τη Βικτωρία απέκτησε τέσσερες γιούς τον Νικόλαο, τον Πέτρο, τον Μιχαήλ και τον Γεώργιο και μια θυγατέρα την οποία έλαβε για σύζυγο του ο Σωτήρης Χαραλάμπης από τα Καλάβρυτα.

Ο Γεώργιος γεννήθηκε το έτος 1766 ήταν δε προικισμένος με πολλές αρετές, με ευφυΐα, με ευρεία για την εποχή του μόρφωση και υπήρξε άριστος στους τρόπους, δεν άργησε μάλιστα να διακριθεί μεταξύ των συμπολιτών του και να γίνει προεστός.

Από πολλούς θεωρείτο για γιατρός και ειδικότερα από τους Τούρκους κατοίκους της περιοχής.

Στην πραγματικότητα όμως ο Σισίνης δεν είχε σπουδάσει ιατρική ούτε είχε λάβει δίπλωμα φυσικά, παρ’ όλα αυτά θεωρείτο σπουδαίος γιατρός.

Ίσως επειδή είχε πατέρα ιατρό και τρεις αδελφούς ιατρούς, με πλούσια βιβλιοθήκη στη διάθεσή του με ευρωπαϊκή εμφάνιση έδινε την εντύπωση γιατρού, πέρα από το γεγονός ότι η φιλομάθειά του και η ευφυΐα του τον είχαν κάνει κατά το ήμισυ τουλάχιστον ιατρό.

Ο Γεώργιος Σισίνης κληρονόμησε από τον πατέρα του τεράστια περιουσία αλλά δεν επαναπαύθηκες  σ’ αυτό αλλά και ο ίδιος εργάζονταν.

Τόσο πριν από την επανάσταση όσο και κατά τη διάρκεια αυτής, ο Σισίνης ζούσε ηγεμονικά. Ο  Φίνλεϊ ο οποίος ως γνωστό άλλωστε δεν διεκρίνετο για τον φιλελληνισμό του αναφέρει τα εξής για τη ζωή του Σισίνη:  «Ούτως εκληρονόμησεν το αγέρωχον και πολλά ελαττώματα των Τούρκων. Διετήρει τον οίκον του μετά μεγάλης επιδείξεως. Εν μεν τοις σταύλοις είχε πάντοτε καλούς ίππους της ιππασίας,  πολυτελώς επισεσαγασμένους εν δε τη αυλή του πολλούς οπλισμένους. Ουδέποτε εξήρχετο της οικίας του άνευ εφίππου τε και πεζής συνοδείας οπλισμένης μάλιστα διά Περσικών όπλων. Απεκαλείτο Μπέης».

Ο Aμερικανός Σαμουέλ Χάου γράφει για το Σισίνη:  «Είναι λίαν επιδέξιος, ευγενής τους τρόπους και ευγενέστερος την φιλοξενίαν ήν επιδαψιλεύει τοις ξένοις, αγαπάει περιπαθώς τα συγγράμματα και σαν Προεστός της Πελοποννήσου προξενεί θαυμασμό διά των γνώσεων  του εκ  της εξωτερικής φιλολογίας»

Μολονότι ο Γεώργιος Σισίνης ζούσε πλούσια και άνετα όπως μας πληροφορούν διάφοροι συγγραφείς, τον φλόγιζε η αγάπη και η πίστη για την απελευθέρωση της πατρίδας του.

Είναι από τους πρώτους που υπέγραψε την αναφορά προς τον Μεγάλο Ναπολέοντα με την οποία οι Έλληνες ζητούσαν την συνδρομή του για την απελευθέρωση της Ελλάδος.

Το 1819 ο Σισίνης κατηχήθηκε στα μυστικά της Φιλικής Εταιρείας και έγινε μέλος της.

Στις αρχές του 1820 πολλοί μυημένοι αρχιερείς και προύχοντες μεταξύ των οποίων και ο Σισίνης μετά από σύσκεψη απεφάσισαν και έστειλαν τον Παπαρηγόπουλο στην Κωνσταντινούπολη, στις  Ηγεμονίες Μολδοβλαχίας και στη Ρωσία για να οργανώσει τον αγώνα και να ζητήσει  βοήθεια για αυτόν.

Όταν οι Τούρκοι της Τριπολιτσάς άρχισαν να υποπτεύονται τις κινήσεις των Ελλήνων ο  Πασάς της Τριπολιτσάς κάλεσε τους προύχοντες της Πελοποννήσου και μεταξύ αυτών και το Σισίνη να πάνε στην Τρίπολη με πρόθεση να τους χρησιμοποιήσει για ομήρους σε περίπτωση ξεσηκωμού.

Ο Σισίνης με αρκετές προσποιήσεις απέφευγε προφασιζόμενος αρρώστια, μα τελικά απεφάσισε να πάει κι αυτός   μια και δεν μπορούσε πλέον να αναβάλει μήπως κινήσει περισσότερες υποψίες στον Πασά. Όταν έμαθε την απόφαση του Σισίνη ο Παλαιών Πατρών Γερμανός, έστειλε τον Πρωτοσύγκελο του Βησσαρίωνα, μαζί με τον Επίσκοπο Κερνίτσης  Προκόπιο στη Γαστούνη, με τους οποίους έστειλε στο Σισίνη μια επιστολή στην οποία έγραφε μόνο δύο λέξεις: «που υπάγεις;»

΄Ετσι μ’ αυτή την επιστολή ο Σισίνης απέφυγε όσα υπέφεραν οι άλλοι προύχοντες της Πελοποννήσου που αναγκάστηκαν να πάνε στην Τρίπολη.

Έτσι ο Σισίνης μπόρεσε με μεγαλύτερη ευκολία και ευχέρεια να προετοιμαστεί δραστήρια για την έναρξη του αγώνα. Και όταν η περιπόθητος ημέρα της εξέγερσης πλησίαζε τότε άρχισαν οι εντατικές προπαρασκευές για την κήρυξή της. Αμέσως τα μοναστήρια της πεδινής Ηλείας μεταβάλλονται σε επαναστατικούς πυρήνες και τα κελιά τους γεμίζουν μπαρουτόβολα, τσακμακόπετρες και στουπιά.

Ο Σισίνης έχει ετοιμάσει τα πάντα και περιμένει να δοθεί το σύνθημα της εξέγερσης και να ακουστεί  η εθνεγερτήρια σάλπιγγα.

Επί τέλους στις 27 Μαρτίου 1821 φθάνει εις τα ορεινότερα μέρη της Ηλείας το κήρυγμα του αγώνα και στις 29 διαδίδεται μέχρι τον κάμπο της Ηλείας.

Το χαρμόσυνο τούτο άγγελμα μεταφέρεται από χωριό σε χωριό και από άνθρωπο σε άνθρωπο. Οι πρώτες  χαρμόσυνες  κραυγές δονούν την Ηλειακή ατμόσφαιρα. Τότε ο Γεώργιος Σισίνης μαζί με τον συγγενή του Ιωάννη και τον Επίσκοπο Κερνίτσης Προκόπιο, υψώνουν υπερήφανοι και ατρόμητοι τη σημαία της Επαναστάσεως στο Μοναστήρι τότε , της Παναγίας της Καθολικής , όπως ονομάζεται.

Στις διαταγές του τρέχουν ολοπρόθυμοι οι Βαρθολομαίοι με τον Κοτσάφτη, οι Ανδραβιδαίοι με τον Καπετάν Κωνσταντή  Δημητρόπουλο και οι Κελεβαίοι με τον Γεώργιο Παπαχαραλαμπόπουλο. Κοντά σ’ αυτούς προσέρχονται απτόητοι και αποφασιστικοί και οι άλλοι κάτοικοι της Πεδινής Ηλείας κατά  μικρές ομάδες με διάφορους καπετανέους με την στερά απόφαση να πεθάνουν η να ελευθερωθούν.

Αφού έδιωξε τους Τούρκους της Γαστούνης, οι οποίοι άλλοι έφυγαν για το Κάστρο του Χλεμούτσι και άλλοι για το Λάλα, όπλισε αμέσως 300  άνδρες και έφυγε για τη Μανωλάδα να καθαρίσει ολοκληρωτικά την πεδινή Ηλεία από του Τούρκους. Οι 300 οπλίτες του Σισίνη   έγιναν από τη φήμη 1000 και οι Τούρκοι της Ηλείας πανικόβλητοι  φεύγουν για να προστατευτούν στα ισχυρότερα  τότε κάστρα που βρίσκονταν στα χέρια των Τούρκων.

 

Να πως περιγράφει σχετικά το γεγονός ο ιστορικός Κόκκινος: Oι 300 οπλίτες του Σισίνη φθάνουν στο  Χλεμούτσι μαζί με το Χαράλαμπο Βιλαέτη από τον Πύργου οδηγούντα 217 συμπολίτες του, συμπράττουν και οι χωρικοί της Ηλείας. Το Χλεμούτσι πολιορκείτε. Οι Τούρκοι προσπαθούν να κάνουν έξοδο διά να διαλύσουν  τους πολιορκητές. Κατακόβονται. Φονεύεται ο Αβδά-Αγάς εκ των Τούρκων αρχηγών και αι χανούμισσες αρχίζουν τον θρήνον: Αλλάχ,  Αλλάχ πως σκοτώνουν τους εφεντάδες  των τα σκυλιά οι ραγιάδες.

   O  Γερμανός από τας   Πάτρας παρακαλεί το Σισίνη δι’ επιστολής του, να κρατήσει ακόμη την Πολιορκία διά να κατορθωθεί η άλωσις του Φρουρίου των Πατρών» Μάλιστα «Ο Γερμανός έστειλε και βοήθεια τον οπλαρχηγό Σαγιά. Αλλά ενώ οι Τούρκοι του Χλουμουτσίου ήσαν έτοιμοι να παραδοθούν, αγγέλλεται ότι καταφθάνουν 400 ένοπλοι Τούρκοι Λαλαίοι. Τα πράγματα μεταβάλλονται αμέσως. Συντονίζεται η επίθεσις των Λαλαίων και η έξοδος των πολιορκουμένων και το Ελληνικό σώμα διαλύεται. Ο Σισίνης παρ’ όλα αυτά δεν πτοείται, δεν  το βάζει κάτω, ανασυντάσσει τις δυνάμεις του και καταφεύγει στη Μανωλάδα όπου υποδέχεται το Σώμα των Επτανησίων με  τους Ανδρέα και Κωνσταντίνο Μεταξά.

΄Ετσι ουσιαστικά μετά τη λύση της πολιορκίας του Χλουμουτσίου οι Τούρκοι αποχώρησαν από την περιοχή της Γαστούνης και έφυγαν άλλοι για το Λάλα και άλλοι για την Πάτρα.

Στην πεδινή Ηλεία δεν παρέμεινε καμιά εχθρική δύναμη αλλά ούτε ήταν δυνατόν να παραμείνει διότι η αναμέτρηση με τους ηρωικούς Ηλείους με τον Γεώργιο Σισίνη θα απόβαινε σε βάρος τους.

Ο Γεώργιος Σισίνης  πρωτοστάτησε επίσης στις μάχες κατά των Λαλέων Τούρκων. Συγκεκριμένα χαρακτηριστικό είναι το εξής: Προτού επιτεθούν οι Έλληνες κατά του Λάλα, έστειλαν με τον Παναγή Μεσάρη από το Αργοστόλι ένα τελεσίγραφο. Μάλιστα ο Μεσάρης πήγε επιδεικτικά οπλισμένος, επίσημα με λευκή σημαία μεταξωτή για να δείξουν οργανωμένο Ελληνικό στρατό και κράτος. Στο τελεσίγραφο έγραφαν: «Από εμάς τους αρχηγούς των Ελλήνων σε σας αγάδες του Λάλα. Να φύγετε. Αν μείνετε θα χαθείτε. Το κρίμα στο λαιμό σας» Οι Λαλαίοι απάντησαν: «Τα Εφτάνησα είναι στην Αγγλία τη φίλη μας. Αν ο Θεός εσήκωσε τα κεφάλια των ραγιάδων να σηκώσουν κεφάλι, θα φάνε το κεφάλι τους. Νησιώτες, να τραβηχτήτε. Μην ακούτε τα ψέματα του ψευτο -Γιώργη  του Σισίνη, τ’Αυγερινού και του παλιο -Μοσχούλα, που θα πάρουν και τους ραγιάδες και σας τους Νησιώτες στο λαιμό τους…»

Ο Παλαιών Πατρών Γερμανός στα απομνημονεύματά του γράφει: « Από τη Γαστούνη εξεστράτευσεν κατ’ αυτών-των Λαλαίων, ο Γεώργιος Σισίνης, με τους στρατιώτες της Γαστούνης και Πύργου, μετά των οποίων συνεστράτευσαν και οι Κεφαληναίοι, τριακόσιοι περίπου με τέσσερα κανόνια. Μετά το ξεκαθάρισμα της φωλιάς εκείνης των Τούρκων Λαλαίων στις νικηφόρες μάχες του Πούσι ο Γεώργιος Σισίνης εξεστράτευσε εις Πάτρας» και ο Γερμανός συνεχίζων τα απομνημονεύματα του γράφει : «…διασκορπισθέντων των άλλων έμεινεν  εις την πολιορκία των Πατρών ο Ανδρέας  Ζαΐμης με μερικούς στρατιώτας τοποθετημένους εις Πριναρόκαστρον και ο Γεώργιος Σισίνης τοποθετημένος εις το Μετόχι του Ομπλού…Διασκορπισθέντων δε των λοιπών στρατιωτών ολίγον έλειψε να αιχμαλωτίσουν και τον Σισίνη φεύγοντα.»

΄Ετσι ο Σισίνης ασχολούμενος αποκλειστικά σαν Επαναστάτης-Πολέμαρχος εξηγείται γιατί δεν έλαβε μέρος ούτε στη Συνέλευση των Καλτετζών ούτε στην Εθνοσυνέλευση της Επιδαύρου και μόνο στην τελευταία μνημονεύεται από τον Μαμούκα σα μέλος του Βουλευτικού Σώματος. Μα και στην Εθνοσυνέλευση του Αστρους δεν έλαβε σπουδαίο μέρος, απλά αναφέρεται σ’ αυτήν σαν πληρεξούσιος.

Ο Σισίνης με το δαιμόνιο μυαλό που διέθετε έβλεπε ότι ο αγώνας των Ελλήνων θα έπαιρνε χρόνο και διαπίστωνε ότι θα απαιτούσε ακόμη μεγαλύτερες θυσίες και μάλιστα οικονομικές. Γι’ αυτό κατέληξε στη  σκέψη να κατασκευάσει τούρκικα νομίσματα. Έτσι έκανε πράξη τη σκέψη του, αφού προμηθεύτηκε μηχανές και υλικό. Άρχισε να κατασκευάζει νομίσματα όχι ολωσδιόλου κίβδηλα ,αλλά με μικρότερη του κανονικού αναλογία πολυτίμου μετάλλου. Αυτή η δουλειά του απέφερε τεράστιο κέρδος. Τα νομίσματα αυτά έστελνε στο Τουρκικό Κράτος και προμηθεύονταν διάφορα καταναλωτικά αγαθά και ιδίως πολεμοφόδια γιατί θα  πρέπει να σημειωθεί ότι ο ίδιος συντηρούσε τα πολεμικά σώματα τόσο τα δικά του όσο και των γιών του.

Ίσως θεωρηθεί υπερβολή εάν αναφέρομαι ότι όλη η τροφή για τους αγωνιστές προέρχονταν από το Σισίνη.

Συγκεκριμένα ο Αρχιστράτηγος της Πελοποννήσου Θεόδωρος Κολοκοτρώνης στις διηγήσεις του περί των συμβάντων της Ελληνικής φυλής προς τον Γεώργιο Τερτσέτη ο οποίος έγραψε καθ’ υπαγόρευση του, αναφέρει: «  Η τροφή όλου του στρατεύματος ήρχετο από Γαστούνη. Τόσον τακτική ήταν η ζωοτροφία, τέσσερες χιλιάδες σφαχτά, ογδοήκοντα κεφάλια γελάδια, ψωμί από την Γαστούνη. Η Γαστούνη ήτο μελίσσι άτρυγο και μας τα έστελνε όλα ο Σισίνης. Όσα ετρώγαμε την εβδομάδα μας τα έμβαζαν οπίσω και ήτο πάντοτε οι τέσσερες χιλιάδες».

Η πράξη της κοπής κίβδηλων νομισμάτων από το Σισίνη ίσως θεωρηθεί κατακριτέα, αλλά μπροστά στην προσφορά του,την τόσο μεγάλη άλλωστε ,όπως μας  μαρτυράει ο ίδιος ο Κολοκοτρώνης, νομίζουμε ότι πράξη του υπήρξε εθνωφελής.

Η πράξη της κιβδηλοποιίας του Σισίνη κατά τη διάρκεια του αγώνα έδωσε αφορμή στο συντάκτη των «Ελληνικών Χρονικών» του Μεσολογγίου να γράψει διάφορα πικρά άρθρα κατά του Σισίνη.

Νομίζω όμως ότι ο αρθογράφος δεν θα τολμούσε να γράψει λίβελους κατά του Σισίνη αν γνώριζε καλά τι έκανε για την πατρίδα και τον αγώνα ο επαναστάτης Σισίνης.

Πικρά λόγια για το Σισίνη έγραψε και ο Γόρδων ο οποίος αναφέρει ότι ο Λόντος και ο Σισίνης εισέπραττον τα εισοδήματα των επαρχιών των επί τη προφάσει να μεταχειρισθώσι ταύτα εν τη πολιορκία των Πατρών.

Ο πρώτος μάλιστα προσθέτει έλαβε προς τούτο και εκ του Δημοσίου εις είδη και εις χρήματα 2.000.000 γροσίων. Αλλά εάν κάτι τέτοιο δεχθούμε ότι αληθεύει δεν θα κατέληγαν να πεθάνουν φτωχοί και ο πρώτος μάλιστα καταχρεωμένος.

Ο Σισίνης δεν ανεμείχθη καθόλου στην προπαρασκευή του εμφυλίου πολέμου, μόλις όμως  εξερράγη εκηρύχθηκε αντάρτης. Πολλοί Πελοποννήσιοι εκινήθηκαν εναντίον του, περισσότερο από φθόνο, αλλά ο Σισίνης με τους δικούς του τους έδιωξε.

Όταν όμως εισέβαλλον οι Στερεοελλαδίτες στην Πελοπόννησο ο Σισίνης διέφυγε στη Ζάκυνθο και από  εκεί παραδόθηκε στα χέρια της νέας Κυβέρνησης η οποία τον έστειλε στη Ύδρα. Στην Ύδρα εστάλη και ο γιος του Χρύσανθος.

Τότε όλη η περιουσία του Σισίνη και η πλούσια βιβλιοθήκη  του, καθώς και το νομισματοκοπείο ελεηλατήθηκαν. Το μεγαλύτερο μαράζι του Σισίνη από  αυτή τη συμφορά ήταν η  καταστροφή της βιβλιοθήκης του.

Μετά την χορηγηθείσα αμνηστία  ο Σισίνης ελευθερώθηκε από την Ύδρα και έτρεξε να συμπράξει μετά των άλλων στρατηγών για να αποκρούσει τον Ιμπραήμ και να σώσει την Πατρίδα.

Θα τον βρούμε στα Δερβενάκια επικεφαλής των Ηλείων και σ’ όλες τις  μάχες σχεδόν κατά του Ιμπραήμ.

Η δραστηριότητα του Σισίνη καταφαίνεται και από την παρατιθέμενη επιστολή του προς τον Κολοκοτρώνη:

«Εκλαμπρότατε αρχηγέ Κύριε Θ. Κολοκοτρώνη,

Διά της παρούσης  ημών αναφοράς αναφέρω προς την Εκλαμπρότητά σας ότι από διάφορα γράμματα μου είσθε πληροφορημένος τα εδώ, ήδη δε τη λέγω ότι ημείς δεν λείπομεν από του να πολεμώμεν με τους εις Πάτρας εχθρούς σχεδόν καθημερινώς ,οι οποίοι και δεν λείπουν από την Κάτω Αχαΐαν πότε 500 πότε 800 και πότε 1000 και να μετακομίζουν τα ξύλα και τα κεραμίδια των οσπιτιών εις τας Παλ. Πάτρας. Αρχηγέ ημείς έχομεν χρείαν από έξη κανόνια κάμπου….

Εκ Γαστούνης τη 13 Σεπτεμβρίου 1825.

 Ο Πρόθυμος των Επιταγών

Γεώργιος Σισίνης.

και άλλη,

Εξοχώτατε στρατηγέ Κολοκοτρώνη

Ημείς ολημερινώς έχομεν πόλεμον με τους Τούρκους και προχτές εβγήκα και επήγα εις Παλαιόπολιν να συστήσωμεν στρατόπεδον, και πάλιν από διάφορα αίτια εγύρισα οπίσω, μας λείπουν όλα τα αναγκαία και καμμίαν προκοπήν δεν κάμνομεν, και πως έχει να γένη δεν ηξεύρω…

Τη 14 Οκτωβρίου 1825

 Γαστούνη ο αδελφός σου Γεώργιος Σισίνης.

Ο Σισίνης όταν αργότερα συνήλθε στο Αστρος η Εθνοσυνέλευσις εξελέγη μέλος της Κυβερνητικής Επιτροπής.

Με την Κυβέρνηση Ζαΐμη εργάστηκε πρόθυμα για την απόκρουση του εχθρού αλλά και για την σύγκληση της διακοπείσης τρίτης Εθνοσυνέλευσης.

Ως  Πρόεδρος της Κυβερνητικής Επιτροπής με μερικά μέλη της Επιτροπής πήγαν στην Αίγινα και προσκάλεσαν εκεί τους πληρεξουσίους. Ο Σισίνης πήγε στην Ερμιόνη. Πολλοί ακολούθησαν το Σισίνη και τον εξέλεξαν Πρόεδρο. Τελικά επήλθε συμφωνία στις δύο παρατάξεις. Σπουδαίο ρόλο μεσολαβητικό  έπαιξε ο Σισίνης και η Εθνοσυνέλευση πραγματοποιήθηκε τελικά  στην Τροιζήνα. Τα δύο αντιμαχόμενα μέρη εξέλεξαν το Σισίνη οριστικό Πρόεδρο της Εθνοσυνέλευσης.

Στην Προεδρία του Σισίνη εψηφίσθηκαν τα σπουδαιότερα από τα ζητήματα, όπως η αίτηση μεσολάβησης της Αγγλίας προς την Υψηλήν Πύλη, η εκλογή του Καποδιστρίου ως Κυβερνήτη της Ελλάδος, η αρχιναυαρχία του Κόχραν και η αρχιστρατηγία του Τζούρτζ.

Στην Προεδρία του Σισίνη συνέβησαν και αρκετά δυσάρεστα του αγώνα. Έπεσα στο πεδίο της μάχης ο άριστος των Στρατηγών της Ελλάδος ο Καραϊσκάκης και αποδεκατίσθηκε το άνθος του Ελληνικού Στρατού στην Αττική.

Σ’ όλα αυτά τα γεγονότα ο Πρόεδρος της Εθνοσυνελεύσεως Σισίνης έδειξε έμφυτη σύνεση, μετριοπάθεια, αφοβία και γενναιότητα.

Περιστατικά, γραμματείς του.

Αντιδικία στρατιωτών για ένα σπαθί με ασημένια λαβή και θήκη.

Ο Σισίνης φημιζότανε για τη φιλοξενία του ιδίως των ξένων και ειδικότερα των φιλελλήνων. Όταν μάλιστα ήρθε εις την Ελλάδα ο Στρατηγός Ροζαρέλη ο οποίος διοργάνωσε τακτικό στρατό υπό τον Ιωακείμ Ναπολέοντα, ο Σισίνης τόσο ενθουσιάσθηκε για τον ερχομό του επισήμου εκείνου ξένου, που κατά τα «Ελληνικά Χρονικά» έστειλε για προϋπάντηση του τον γενναίο στρατηγόν υιόν του κ. Χρύσανθο και άλλους γενναίους  και ευγενείς νέους με τους οποίους  έως την Γαστούνη εσυνωδεύθη όπου από τον ρηθέντα κύριον Σισίνη έλαβεν όλα τα σημεία μιας  γενναίας  και καθαράς φιλοξενίας .Ο Στρατηγός Ροζαρέλη υποσχεθείς να διδάξει την πολεμικήν τούτους τους πολεμικούς νέους, έκαμε να κατασκευασθώσι πεντακόσιαι λόγχαι διά το ιππικόν. Ο ίδιος ούτος στρατηγός δεν γνωρίζει με ποιους λόγους  να εξηγήσει την ευχαρίστησή του, βλέπων το τόσον αγχίνουν των Ελλήνων, μάλιστα των Κυρίων Χρυσάνθου και Μιχαήλου υιών του πανευγενεστάτου Κυρίου Σισίνη μετά τινών άλλων ευγενών νέων  ώστε με δέκα ημερών διδασκαλίαν και γύμνασιν κατά το ιππικόν έμαθον και εκείνο του συντάγματος, δι ού εσυνήθισαν και οι ίπποι των να ενεργούν και εκείνο της Κυβερνήσεως της λόγχης και του σπαθιού τα οποία αποκαθιστούν την δύναμιν του ιππικού… «Ελληνικά Χρονικά» Τόμος Β .έκδοση  Β .

Τον  Φεβρουάριο του 1822 ο Κολοκοτρώνης ερχόμενος προς την Πάτρα έγινε με ενθουσιασμό δεκτός στη Γαστούνη όπου ο Σισίνης του επεφύλαξε εγκάρδιο υποδοχή και του παρέθεσε γεύμα διοργανώσας μάλιστα ολόκληρη γιορτή με σφαχτά και κρασιά, με χορούς και τραγούδια.

Ο Σισίνης υποστήριξε πάρα πολύ την εκλογή του Καποδιστρίου ως Κυβερνήτου και τον θεώρησε ως άγκυρα σωτηρίας της πατρίδος από την αναρχία, τον υποδέχθηκε με ευχαρίστηση και ειλικρίνεια και διορίστηκε μάλιστα και μέλος του Πανελληνίου.

Όταν όμως ήλθε το ζήτημα της εκλογής οριστικού  ηγεμόνα της Ελλάδος και μάλιστα του Λεοπόλδου, ο Σισίνης ενόμισε ότι ο Καποδίστριας κρυφά αντιτασσότανε πράγμα που έκανε το Σισίνη να βρεθεί αντίπαλος του Καποδίστρια.

Παρ’ όλα αυτά όμως ο Σισίνης δεν αναμείχθηκε σε καμιά  αντεθνική πράξη, τιμούσε και σεβότανε τον Καποδίστρια για τις σπάνιες και πολλές αρετές του.

Επειδή όμως διαφώνησε με την πολιτική του ο Σισίνης αποσύρθηκε στη Γαστούνη και ιδιώτευε. Εκεί αρρώστηκε από ένα οξύ φλογιστικό νόσημα και πέθανε στις 27 Σεπτεμβρίου 1829 δεκατέσσαρες  μέρες δηλαδή μετά το τραγικό τέλος του Κυβερνήτη.

Όταν έφτασε στο Σισίνη η είδηση για το θάνατο του Καποδίστρια ακούστηκε να λέει: «Δυσαρεστούμαι μεγάλως διά τον θάνατον τοιούτου μεγάλου ανδρός, εγώ  δεν επεθύμουν τον θάνατον του Καποδίστριου αλλά μόνον την περιστολήν  της απολύτου πορείας του. Κακόν τούτο και ολέθριον. Ας είδωμεν πως και που θέλομεν καταντήσει.»

Πιστεύω ότι  θα ήταν άσκοπο να σας διαβάσω και μερικά δημοτικά ποιήματα-τραγούδια που η Λαϊκή-Δημοτική μούσα συνέθεσε για την αίγλη και την αντριωσύνη των Σισιναίων και λέω των Σισιναίων, γιατί εκτός από τον Γεώργιο Σισίνη,μαζί του  πολέμησε ο  συγγενής του Ιωάννης,  και οι γιοί του Χρύσανθος και Μιχαήλ. Μάλιστα ο πρώτος αναδείχθηκε άξιος στρατηγός ενδόξου πατρός και ο δεύτερος επί Καποδιστρίου κατατάχθηκε   Ίλαρχος του Ιππικού.

 

 

 

 

Τρίτη 10 Νοεμβρίου 2020

ΠΑΠΑΦΛΕΣΣΑΣ:ΈΝΑΣ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΠΡΩΤΕΡΓΑΤΕΣ ΤΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗΣ

 

ΠΑΠΑΦΛΕΣΣΑΣ:ΈΝΑΣ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΠΡΩΤΕΡΓΑΤΕΣ ΤΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗΣ

Γιώργου Παπαθανασόπουλου

 


 

Ο Αρχιμανδρίτης Γρηγόριος Δικαίος ή Παπαφλέσσας ήταν ένας εκ των πρωτεργατών της έναρξης της Εθνεγερσίας. Ο άλλος ήταν ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης. Και οι δύο με εντολή της Αρχής – ο Παπαφλέσσας και με την ιδιότητα του Πατριαρχικού Εξάρχου - ήσανστην Πελοπόννησο στις αρχές του 1821. Στις 26 – 29 Ιανουαρίου ο Παπαφλέσσας συμμετέσχε στη σύσκεψη της Βοστίτσας (Αιγίου).

Μεταξύ των συμμετασχόντων ήσαν οι Επίσκοποι Παλαιών Πατρών Γερμανός, Κερνίκης Προκόπιος, Χριστιανουπόλεως Γερμανός, ο Αρχιμανδρίτης Αμβρόσιος Φραντζής και οι προεστοί Ανδρέας Ζαΐμης, Ασημάκης Φωτήλας και Ανδρέας Λόντος. 

Ο Παπαφλέσσας με τον γεμάτο πάθος λόγο του και με πολλές αβέβαιες υποσχέσεις και διαβεβαιώσεις προσπάθησε να πείσει τους συμμετασχόντας στη σύσκεψη ότι άμεσα έπρεπε να ξεκινήσει η επανάσταση. Οι κληρικοί και οι προεστοί δεν αποδέχθηκαν την πρόταση   του Παπαφλέσσα, γιατί η εκτίμησή τους ήταν ότι δεν ήσαν στρατιωτικά έτοιμοι να αντιμετωπίσουν τους κατακτητές. Το πάθος που εξέφρασε στη σύσκεψη ο Παπαφλέσσας  μετριάσθηκε από τη σύνεση του Παλαιών Πατρών Γερμανού. Όπως γράφεται στην Ιστορία του Ελληνικού Έθνους,«ο Γρηγόριος από την σύσκεψη τη Βοστίτσας έφυγε πικραμένος, διότι η έναρξη της Επανάστασης πήγαινε για αναβολή» και όχι για τον Μάρτιοτου 1821.Φεύγοντας εξοργισμένος φοβέρισε τους προεστούς πως αν δεν συγκατανεύσουν στην άμεση έναρξη της Επαναστάσεως εκείνος, σύμφωνα με την εντολή της «Σεβαστής Αρχής», θα μισθώσει 2.000 Μανιάτες και θα αρχίσει τον Αγώνα, προσθέτοντας πως «κι όποιον πιάσουν χωρίς όπλα οι Τούρκοι θα τον θανατώσουν». Ευτυχώς για την Ελληνική Επανάσταση οι εκφρασθείσες επιφυλάξεις στη Βοστίτσα  δεν επικράτησαν...Οι φλογεροί λόγοι του αρχιμανδρίτη ξεσήκωσανάμεσα τις έτοιμες από χρόνια ελληνικές καρδιές να δεχθούν το μήνυμα της εξεγέρσεως. 

Ο Παπαφλέσσας γεννήθηκε στην Πολιανή Μεσσηνίας το 1788. Ήταν ο υστερότοκος γιός, από δεύτερο γάμο, του Δημητρίου Δικαίου, ο οποίος είχε αποκτήσει συνολικά 28 παιδιά. Το βαφτιστικό του όνομα ήταν Γεώργιος. Φοίτησε στη Σχολή της Δημητσάνας, την οποία δεν τελείωσε. Το 1816 εντάχθηκε στην αδελφότητα της Μονής της Παναγιάς της Βελανιδιάς στην Καλαμάτα, όπου και έλαβε το όνομα Γρηγόριος. Ο δυναμισμός του και η δράση του κατά των Τούρκων τον υποχρέωσαν να καταφύγει στη Ζάκυνθο και μετά πήγε στην Κωνσταντινούπολη, όπου και μυήθηκε στην Φιλική Εταιρεία. 

Στην Κωνσταντινούπολη επισκέφθηκε και ετέθη στην υπηρεσία του ιερομάρτυρος Μητροπολίτου Δέρκων Γρηγορίου, μεγάλης εκκλησιαστικής και εθνικής προσωπικότητας, μυημένου επίσης στην Φιλική Εταιρεία. Ο Μητροπολίτης τον χειροτόνησε Αρχιμανδρίτη και τον παρότρυνε να διευρύνει τις γνώσεις του για να γίνει Μητροπολίτης. Ο Παπαφλέσσας εν μέρει άκουσε τη συμβουλή του, γιατί ήταν παθιασμένος με την αποτίναξη του τουρκικού ζυγού και δεν είχε χρόνο να διαθέσει για να σπουδάσει. Ο Δέρκων απαγχονίστηκε από τους Τούρκους στις 3 Ιουνίου 1821, ημέρα που τιμάται από την Εκκλησία η μνήμη του. 

Ο ενθουσιασμός και το επαναστατικό πνεύμα του Παπαφλέσσα,οδήγησε σε επικίνδυνες καταστάσεις την Φιλική Εταιρεία στη Μολδοβλαχία, όπου δραστηριοποιήθηκε μετά την Πόλη και χρειάστηκε να τον επιπλήξουν για την απρόσεκτη διαγωγή του. (Ιωάννου Φιλήμονος «Φιλική Εταιρεία», εν Ναυπλία, 1834, σελ. 248).

Στην Πελοπόννησο είχε την αντίληψη να είναι ο κατευθύνων τον αγώνα και δρούσε ανταγωνιστικά προς τον Γέρο του Μωριά. Είναι χαρακτηριστικό ότι κάποια στιγμή φόρεσε και αυτός περικεφαλαία... Επίσης του άρεσε που η Β΄ Εθνοσυνέλευση στο Άστρος τον εξέλεξε Υπουργό των Εσωτερικών. Ο Παπαφλέσσας είχε πολεμήσει στα Δερβενάκια υπό τον Κολοκοτρώνη, αλλά κατά την εμφύλια διαμάχηβρέθηκε κοντά στους Κωλέττη και Μαυροκορδάτο και απέναντί του. Έφτασε να τον ταπεινώσει, ζητώντας του να υπογράψει δήλωση μετανοίας στον Κουντουριώτη, να συντελέσει στη δολοφονία του υιού του Πάνου, «νέου, γενναίου και κατά πάντα φρονίμου ανδρός», κατά τη μάχη των υπ’ αυτόν κυβερνητικών στρατευμάτων με αυτά του Στάϊκου και τέλος να τον φυλακίσει στην Ύδρα με άλλους οπλαρχηγούς...

Ενώ τα εμφύλια πάθη βασίλευαν, στρατεύματα υπό τον Ιμπραήμ εισέβαλαν και σκορπούσαν τον τρόμο και τον θάνατο στην Πελοπόννησο. Αρχιστράτηγος ανέλαβε αντί του Κολοκοτρώνη ο... ναύαρχος Κουντουριώτης. Ο Κολοκοτρώνης από την φυλακή δήλωσε ειρωνικώς: «Τώρα οπού διωρίσθη ο κυρ Γ. Κουντουριώτης Αρχιστράτηγος... επί των κατά ξηράν στρατευμάτων καλά παν τα πράγματα... Έν έτι λείπεται σωστικόν εκ του προκειμένου μεγάλου κινδύνου, να διορίσουν και εμέ (τον Κολοκοτρώνη) Ναύαρχον επί του Ελλ. Στόλου και ούτως εκείνοι μεν δια ξηράς, εγώ δ’ από θαλάσσης, καταστρέψωμεν τον Ιμπραΐμην και πάσας τας Τουρκικάς δυνάμεις και σώσωμεν την Ελλάδα...». (Μιχ. Οικονόμου «Ιστορικά της Ελληνικής Παλιγγενεσίας», Αθήναι, 1976, σελ. 499. Σημ. Ο Οικονόμου υπήρξε γραμματέας του Κολοκοτρώνη).

Στον υπό τον Κουντουριώτη στρατό λεφτά υπήρχαν, διοίκηση και σχέδιο δεν υπήρχαν. Ο Παπαφλέσσας έβλεπε την κατάσταση, όπως και ο λαός. Ο λαός εκδήλωσε την αγανάκτησή του  και ο Παπαφλέσσας πίεσε να απελευθερωθούν οι φυλακισμένοι στην Ύδρα και κυρίως ο Κολοκοτρώνης. Ήταν 18 Μαΐου του 1825. Ο Μιχ. Οικονόμου στο αναφερθέν βιβλίο του έγραψε ότι ο Παπαφλέσσας είπε πηγαίνοντας στο Μανιάκι να αντιμετωπίσει τον Ιμπραήμ, μετά από δύο ημέρες, στις 20 Μαΐου( 2 Ιουνίου με το νέο ημερολόγιο): «Απερχόμενος εγώ εις τον προκείμενον αγώνα, πρώτον δεν θέλω ευρεθή εδώ να τον υποδεχθώ (τον Κολοκοτρώνη) εντρεπόμενος δι΄ όσα κατέπραξα κατ’ αυτού. Δεύτερον εάν κατορθώσω τι και φανώ τυχόν νικητής, θα δύναμαι να αντιβλέψω υπερηφάνως προς αυτόν και τους λοιπούς και να συναγωνισθώ μετ’ αυτών υπέρ της σωτηρίας της Πατρίδος. Άλλως εάν πέπρωται να πέσω τούτο είναι το τελευταίο χρέος μου προς την Πατρίδα, την οποίαν δια της συμπράξεως μου εις την καταδίωξιν και φυλάκισίν των, προφανώς έβλαψα και ηδίκησα, αλλά να πέσω καν ενδόξως πως, τουτέστιν μαχόμενος...»(Σελ. 515-516)

Στη μάχη στο Μανιάκι κατά του Ιμπραήμ ο Παπαφλέσας έπεσε πράγματι αγωνισθείς ηρωικώς. Ο Τρικούπης στην «Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως» γράφει πως ο Ιμπραήμ όταν του πήγαν το κομμένο κεφάλι του Παπαφλέσσα είπε : «Αμαρτία να χαθεί τοιούτος πολέμαρχος». ΣτονΠαπαφλέσσα καταλογίζονται πάθη ασίγαστα, όμως το ότι ήταν ο δημεγέρτης στην αρχή της Επανάστασης και το ότι θυσίασε τη ζωή του για την Ελευθερία της Ελλάδος τον κατατάσσουν ανάμεσα στις σπουδαιότερες προσωπικότητες του Αγώνα.