ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΣΙΣΙΝΗΣ
Ο ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΗΣ ΤΗΣ ΓΑΣΤΟΥΝΗΣ
(Ομιλία μου που δόθηκε μετά
από πρόσκληση του τότε Μητροπολίτη Ηλείας Μακαριστού Αθανασίου (Βασιλοπούλου)
στην αίθουσα του Εκκλησιαστικού Πνευματικού Κέντρου Γαστούνης την Κυριακή και
ώρα 11 της 27ης Μαρτίου 1976)
Κάθε φορά που η καμπύλη του
χρόνου μας ξαναγυρίζει στις 25 του Μάρτη, κάθε φορά που η γαλανή μας Πατρίδα, ανθοστόλιστη
και μυρωμένη από τις ανοιξιάτικες αύρες, φαντάζει χιλιοπλούμιστη κάτω από τον
ολόλαμπρο ήλιο της, κάθε φορά που οι καμπάνες ηχούν χαρμόσυνα αντιβοώντας πέρα
στις βουνοπλαγιές, στις χαράδρες και στις νερομάνες, το κοσμοσωτήριο μήνυμα του
Γαβριήλ στην Κεχαριτωμένη Μαρία, ανασαλεύει
μέσα μας και αναπλάθεται η γιγάντια προσπάθεια του Έθνους να απαλλαγεί από τον
Τουρκικό ζυγό- η Εποποιϊα του Εικοσιένα.
Η Εθνική μας μνήμη, νοερός
ανατόμος του χρόνου, νοερή γέφυρα πάνω από τα κατάθολα νερά και τις καταχνιές
του παρόντος μας πάει πίσω στις κρυστάλλινες πηγές του παρελθόντος που
αναβλύζουν απ’ τις Ολύμπιες κορφές της φυλής, για να πιούμε απ’ το αθάνατο νερό
τους.
Μας ξαναγυρίζει στο ιστορημένο
εθνικό μας παρελθόν-στη ρίζα, πίσω στις
πανάρχαιες μήτρες της φυλής, και μας αντιπαραθέτει προς αυτό.
Γιατί, χωρίς μια τέτοια
αντιπαράθεση δεν μπορεί να νοηθεί το παρόν, και να ανακαλύψει αν συγγενεύει με
το παρελθόν.
Δεν μπορεί αλλιώς να
αποκτήσει συνείδηση για τον εαυτό του αν δεν πάει πέρα από τη στιγμή, αν δεν
απλωθεί στο παρελθόν.
Η σύγκριση και η εξαγωγή
θάρρους και ενδυνάμωσης, σήμερα είναι ακόμη πιο αναγκαία, δεδομένου ότι έχουμε
και σήμερα τον ίδιο επίβουλο εχθρό να έχει καταπατήσει με το βρώμικο πόδι του
Αττίλα τη μισή Μαρτυρική και Ηρωική μας Κύπρο και να στέκεται προ των πυλών
κραδαίνων μαχαίρι και φωτιά και να απειλεί να καταλύσει το καθεστώς του
Ελληνικότατου Αιγαίου και των ματωβαμένων από τους ίδιους ,νησιών μας.
Είναι υποχρέωση μας να αποδώσουμε
τιμή στους προγόνους μας που αγωνίστηκαν, που δεν υπολόγισαν τη ζωή τους, την
περιουσία τους ,την άνεσή τους, προκειμένου να χαρίσουν σε μας ένα τόπο
λεύτερο.
Ευχαριστώ θερμότατα το
Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη μας τον ακούραστο εργάτη του Ευαγγελίου και της Αγάπης
που είχε την καλοσύνη και την πρωτοβουλία να οργανώσει τη σημερινή εκδήλωση.
Ευχαριστώ και σας, κυρίες και
κύριοι, πού είχατε την καλοσύνη να βρεθείτε κοντά μας και να παρακολουθήσετε τη διάλεξή μου.
Το θέμα της ομιλίας μου είναι
Ιστορικό, παρμένο από χίλιες δύο πηγές, ιστορικών κειμένων, απομνημονευμάτων,
επιστολών, και εφημερίδων του Αγώνα.
Οι αγωνιστές του 21 για τους πολλούς περιορίζονται συνήθως
στον Κολοκοτρώνη, τον Καραϊσκάκη, τον Αθανάσιο Διάκο, τον Ανδρούτσο, Κανάρη,
Μιαούλη, Μπουμπουλίνα και Υψηλάντη.
Τους διαφεύγουν, φυσικά τα ονόματα αρκετών αγωνιστών των οποίων το
μερίδιο στη συμμετοχή της διεξαγωγής του Αγώνα είναι εξ’ ίσου τεράστιο, ώστε φθάνουμε να πούμε ότι ο Κολοκοτρώνης δεν
θα πετύχαινε τίποτε στα Δερνεβάκια, στους Μύλους και στα άλλα πεδία των μαχών,
εάν δεν υπήρχε η Γαστούνη, που τότε Γαστούνη σήμαινε Γεώργιος Σισίνης και Γεώργιος Σισίνης σήμαινε, ΣΤΡΑΤΗΓΟΣ
ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΗΣ-ΤΡΟΦΟΔΟΤΗΣ του ελληνικού
Στρατεύματος.
Κατά τα προεπαναστατικά
χρόνια τα πιο αξιόλογα Ελληνικά κέντρα στον κάμπο της Ηλείας ήταν ο Πύργος και η Γαστούνη. Η Γαστούνη
,όμως ήταν πιο μεγάλη απ΄τον Πύργο, τόσο γιατί σ’ αυτόν υπαγόντουσαν Διοικητικά
και τα άλλα χωριά της πεδινής Ηλείας,
όσο και από το γεγονός ότι στα χρόνια της Φραγκοκρατίας υπήρξε αξιόλογο φέουδο.
Εκτός των ανωτέρω η Γαστούνη
ήκμαζε εμπορικά και οικονομικά και κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας τόσο δε ήταν
μεγάλη η φήμη της που όταν μιλούσαν για τον Πύργο, έλεγαν: o «Πύργος της Γαστούνης».
Η Γαστούνη κατά τα χρόνια της
Επαναστάσεως ήταν πρωτεύουσα της Επαρχίας και συγκέντρωνε πολλές οικογένειες
Τούρκων. Ο Φιλήμων γράφει σχετικά: «Εν τη πατρίδι του-εννοεί τον
Σισίνη-ενεφόλευον υπέρ τας τριακοσίας οικογένειαι Τουρκικαί. Αλλ’ επί του τραχήλου
και της μίας και της άλλης των δύο τούτων πόλεων-επαρχιών επέκειντο κακόν
δεινότερον οι Λαλαίοι (μάχιμοι και φανατικοί ως άπαντες οι εξωμόται Τούρκοι).Εν
γένει δε ,της μεν Γαστούνης πολιτικό κέντρο ήτο ο Γεώργιος Σισίνης, πολλού
πνεύματος, πατριωτισμού και δραστηριότητος ανήρ, του δε Πύργου , ο Χαράλαμπος
Βιλαέτης.
Σχετικά με τον πληθυσμό της
Γαστούνης αναφέρω από ένα στατιστικό
πίνακα που μας δίνει ο RANK σε μετάφραση Π. Καλιγά ο οποίος δημοσιεύθηκε στο
περιοδικό «Πανδώρα» το έτος 1862 (τόμος ΙΒ και ΙΓ) συγκριτικά προς την πόλιν
των Πατρών είχε 16.847 και αι Πάτραι 11.918.
Το ότι η Γαστούνη ήταν πολυπληθεστέρα του Πύργου προκύπτει και από το γεγονός ότι η
μεν Γαστούνη κατέβαλε κάθε χρόνο 4.443 χαράτσια, ενώ ο Πύργος μόλις 632.
Φυσικά ήταν αυτή η αξιόλογη
πόλη να παρακολουθείται εντατικά στις κινήσεις της και να επιβλέπεται πολυειδώς
και πολυτρόπως και μάλιστα από τις πιο
πλούσιες και επιφανέστερες οικογένειες των Τούρκων της περιοχής.
Ο πληθυσμός της Γαστούνης κατά τους χρόνους της
εξέγερσης απετελείτο από Χριστιανούς και Τούρκους. Τη φρούρηση των Τούρκων που
κατ’ άλλους συγχρόνους περιηγητές, ανήρχοντο σε 1.200 οικογένειες είχαν
αναλάβει 200 επίλεκτοι άνδρες της Τούρκικης Στρατιωτικής Δύναμης. Για το σκοπό
αυτό κυρίως, διωρίζετο εκάστοτε Διοικητικής της Γαστούνης ανώτερος εν ενεργεία
αξιωματικός του Τουρκικού Στρατού, ο
οποίος επιλεγότανε και ετοποθετείτο από τον πανίσχυρο Πασά της Τριπολιτσάς.
Το μόνο παρηγορητικό στοιχείο
για τους Έλληνες της περιοχής ήταν ότι οι Τούρκοι της Γαστούνης, για προσωπικές
τους διαφορές, δεν διέκειντο φιλικώς προς τους Τουρκαλβανούς του Λάλα οι οποίοι
αποτελούσαν πανίσχυρο και επικίνδυνη στρατιωτική δύναμη και ενομίζετο μάλιστα
,ότι σε περίπτωση εξέγερσης των κατοίκων της πεδινής Ηλείας δεν θα έσπευδαν εις
βοήθεια τους, αν και τελικώς οι προβλέψεις τους δεν επαληθεύτηκαν.
Στα προεπαναστατικά χρόνια
λάμψανε σημαντικές μορφές στη Ηλεία, όπως ο Λυκούργος Κρεστενίτης, ο
Γεώργιος Μήτσος, οι Αυγερινοί, ο
Χαράλαμπος Βιλαέτης, ο Θαλής Θεοδωρίδης που υπήρξε και ιδιαίτερος γραμματέας
του Γεωργίου Σισίνη και που φυσικά η πιο εξέχουσα φυσιογνωμία του αγώνα της
Ηλείας, ο Επαναστάτης Στρατηγός Γεώργιος Σισίνης.
Η οικογένεια Σισίνη, από τους
αρχαίους χρόνους είχε τις ρίζες της στη Γαστούνη. Κάποιος απόγονός τους κατά
τον μεσαίωνα εγκατέλειψε την γενέτειρα του και εγκαταστάθηκε στην Ενετία όπου
ασχολήθηκε ευδόκιμα στο εμπόριο και
τιμήθηκε μάλιστα από την Ενετική Δημοκρατία με τίτλο ευγενείας, διέθετε
οικόσημο και σφραγίδα.
Απογόνους του Σισίνη συναντάμε ένα διάσημο Ιεράρχη της
Κωνσταντινουπόλεως καθώς επίσης και ένα στρατηγό στο Ρωσικό Στρατό.
Ο πατέρας του στρατηγού
Σισίνη ονομάζονταν Χρύσανθος και είχε λάβει για σύζυγο του μια Γαλλίδα με το
όνομα Βικτωρία, καθολική το θρήσκευμα. Από το γάμο του με τη Βικτωρία απέκτησε
τέσσερες γιούς τον Νικόλαο, τον Πέτρο, τον Μιχαήλ και τον Γεώργιο και μια
θυγατέρα την οποία έλαβε για σύζυγο του ο Σωτήρης Χαραλάμπης από τα Καλάβρυτα.
Ο Γεώργιος γεννήθηκε το έτος
1766 ήταν δε προικισμένος με πολλές αρετές, με ευφυΐα, με ευρεία για την εποχή
του μόρφωση και υπήρξε άριστος στους τρόπους, δεν άργησε μάλιστα να διακριθεί
μεταξύ των συμπολιτών του και να γίνει προεστός.
Από πολλούς θεωρείτο για
γιατρός και ειδικότερα από τους Τούρκους κατοίκους της περιοχής.
Στην πραγματικότητα όμως ο
Σισίνης δεν είχε σπουδάσει ιατρική ούτε είχε λάβει δίπλωμα φυσικά, παρ’ όλα
αυτά θεωρείτο σπουδαίος γιατρός.
Ίσως επειδή είχε πατέρα ιατρό
και τρεις αδελφούς ιατρούς, με πλούσια βιβλιοθήκη στη διάθεσή του με ευρωπαϊκή
εμφάνιση έδινε την εντύπωση γιατρού, πέρα από το γεγονός ότι η φιλομάθειά του
και η ευφυΐα του τον είχαν κάνει κατά το ήμισυ τουλάχιστον ιατρό.
Ο Γεώργιος Σισίνης
κληρονόμησε από τον πατέρα του τεράστια περιουσία αλλά δεν επαναπαύθηκες σ’ αυτό αλλά και ο ίδιος εργάζονταν.
Τόσο πριν από την επανάσταση
όσο και κατά τη διάρκεια αυτής, ο Σισίνης ζούσε ηγεμονικά. Ο Φίνλεϊ ο οποίος ως γνωστό άλλωστε δεν
διεκρίνετο για τον φιλελληνισμό του αναφέρει τα εξής για τη ζωή του Σισίνη: «Ούτως εκληρονόμησεν το αγέρωχον και πολλά
ελαττώματα των Τούρκων. Διετήρει τον οίκον του μετά μεγάλης επιδείξεως. Εν μεν
τοις σταύλοις είχε πάντοτε καλούς ίππους της ιππασίας, πολυτελώς επισεσαγασμένους εν δε τη αυλή του
πολλούς οπλισμένους. Ουδέποτε εξήρχετο της οικίας του άνευ εφίππου τε και πεζής
συνοδείας οπλισμένης μάλιστα διά Περσικών όπλων. Απεκαλείτο Μπέης».
Ο Aμερικανός Σαμουέλ Χάου
γράφει για το Σισίνη: «Είναι λίαν
επιδέξιος, ευγενής τους τρόπους και ευγενέστερος την φιλοξενίαν ήν επιδαψιλεύει
τοις ξένοις, αγαπάει περιπαθώς τα συγγράμματα και σαν Προεστός της Πελοποννήσου
προξενεί θαυμασμό διά των γνώσεων του
εκ της εξωτερικής φιλολογίας»
Μολονότι ο Γεώργιος Σισίνης
ζούσε πλούσια και άνετα όπως μας πληροφορούν διάφοροι συγγραφείς, τον φλόγιζε η
αγάπη και η πίστη για την απελευθέρωση της πατρίδας του.
Είναι από τους πρώτους που
υπέγραψε την αναφορά προς τον Μεγάλο Ναπολέοντα με την οποία οι Έλληνες
ζητούσαν την συνδρομή του για την απελευθέρωση της Ελλάδος.
Το 1819 ο Σισίνης κατηχήθηκε
στα μυστικά της Φιλικής Εταιρείας και έγινε μέλος της.
Στις αρχές του 1820 πολλοί
μυημένοι αρχιερείς και προύχοντες μεταξύ των οποίων και ο Σισίνης μετά από
σύσκεψη απεφάσισαν και έστειλαν τον Παπαρηγόπουλο στην Κωνσταντινούπολη, στις Ηγεμονίες Μολδοβλαχίας και στη Ρωσία για να
οργανώσει τον αγώνα και να ζητήσει βοήθεια για αυτόν.
Όταν οι Τούρκοι της Τριπολιτσάς
άρχισαν να υποπτεύονται τις κινήσεις των Ελλήνων ο Πασάς της Τριπολιτσάς κάλεσε τους προύχοντες
της Πελοποννήσου και μεταξύ αυτών και το Σισίνη να πάνε στην Τρίπολη με πρόθεση
να τους χρησιμοποιήσει για ομήρους σε περίπτωση ξεσηκωμού.
Ο Σισίνης με αρκετές
προσποιήσεις απέφευγε προφασιζόμενος αρρώστια, μα τελικά απεφάσισε να πάει κι
αυτός μια και δεν μπορούσε πλέον να
αναβάλει μήπως κινήσει περισσότερες υποψίες στον Πασά. Όταν έμαθε την απόφαση
του Σισίνη ο Παλαιών Πατρών Γερμανός, έστειλε τον Πρωτοσύγκελο του Βησσαρίωνα,
μαζί με τον Επίσκοπο Κερνίτσης Προκόπιο
στη Γαστούνη, με τους οποίους έστειλε στο Σισίνη μια επιστολή στην οποία έγραφε
μόνο δύο λέξεις: «που υπάγεις;»
΄Ετσι μ’ αυτή την επιστολή ο
Σισίνης απέφυγε όσα υπέφεραν οι άλλοι προύχοντες της Πελοποννήσου που
αναγκάστηκαν να πάνε στην Τρίπολη.
Έτσι ο Σισίνης μπόρεσε με
μεγαλύτερη ευκολία και ευχέρεια να προετοιμαστεί δραστήρια για την έναρξη του
αγώνα. Και όταν η περιπόθητος ημέρα της εξέγερσης πλησίαζε τότε άρχισαν οι
εντατικές προπαρασκευές για την κήρυξή της. Αμέσως τα μοναστήρια της πεδινής
Ηλείας μεταβάλλονται σε επαναστατικούς πυρήνες και τα κελιά τους γεμίζουν
μπαρουτόβολα, τσακμακόπετρες και στουπιά.
Ο Σισίνης έχει ετοιμάσει τα
πάντα και περιμένει να δοθεί το σύνθημα της εξέγερσης και να ακουστεί η εθνεγερτήρια σάλπιγγα.
Επί τέλους στις 27 Μαρτίου
1821 φθάνει εις τα ορεινότερα μέρη της Ηλείας το κήρυγμα του αγώνα και στις 29
διαδίδεται μέχρι τον κάμπο της Ηλείας.
Το χαρμόσυνο τούτο άγγελμα
μεταφέρεται από χωριό σε χωριό και από άνθρωπο σε άνθρωπο. Οι πρώτες χαρμόσυνες
κραυγές δονούν την Ηλειακή ατμόσφαιρα. Τότε ο Γεώργιος Σισίνης μαζί με
τον συγγενή του Ιωάννη και τον Επίσκοπο Κερνίτσης Προκόπιο, υψώνουν υπερήφανοι
και ατρόμητοι τη σημαία της Επαναστάσεως στο Μοναστήρι τότε , της Παναγίας της
Καθολικής , όπως ονομάζεται.
Στις διαταγές του τρέχουν
ολοπρόθυμοι οι Βαρθολομαίοι με τον Κοτσάφτη, οι Ανδραβιδαίοι με τον Καπετάν
Κωνσταντή Δημητρόπουλο και οι Κελεβαίοι
με τον Γεώργιο Παπαχαραλαμπόπουλο. Κοντά σ’ αυτούς προσέρχονται απτόητοι και
αποφασιστικοί και οι άλλοι κάτοικοι της Πεδινής Ηλείας κατά μικρές ομάδες με διάφορους καπετανέους με την
στερά απόφαση να πεθάνουν η να ελευθερωθούν.
Αφού έδιωξε τους Τούρκους της
Γαστούνης, οι οποίοι άλλοι έφυγαν για το Κάστρο του Χλεμούτσι και άλλοι για το
Λάλα, όπλισε αμέσως 300 άνδρες και έφυγε
για τη Μανωλάδα να καθαρίσει ολοκληρωτικά την πεδινή Ηλεία από του Τούρκους. Οι
300 οπλίτες του Σισίνη έγιναν από τη
φήμη 1000 και οι Τούρκοι της Ηλείας πανικόβλητοι φεύγουν για να προστατευτούν στα ισχυρότερα τότε κάστρα που βρίσκονταν στα χέρια των
Τούρκων.
Να πως περιγράφει σχετικά το
γεγονός ο ιστορικός Κόκκινος: Oι 300 οπλίτες του Σισίνη φθάνουν στο Χλεμούτσι μαζί με το Χαράλαμπο Βιλαέτη από
τον Πύργου οδηγούντα 217 συμπολίτες του, συμπράττουν και οι χωρικοί της Ηλείας.
Το Χλεμούτσι πολιορκείτε. Οι Τούρκοι προσπαθούν να κάνουν έξοδο διά να
διαλύσουν τους πολιορκητές.
Κατακόβονται. Φονεύεται ο Αβδά-Αγάς εκ των Τούρκων αρχηγών και αι χανούμισσες
αρχίζουν τον θρήνον: Αλλάχ, Αλλάχ πως σκοτώνουν
τους εφεντάδες των τα σκυλιά οι
ραγιάδες.
O Γερμανός από τας Πάτρας παρακαλεί το Σισίνη δι’ επιστολής του,
να κρατήσει ακόμη την Πολιορκία διά να κατορθωθεί η άλωσις του Φρουρίου των
Πατρών» Μάλιστα «Ο Γερμανός έστειλε και βοήθεια τον οπλαρχηγό Σαγιά. Αλλά ενώ
οι Τούρκοι του Χλουμουτσίου ήσαν έτοιμοι να παραδοθούν, αγγέλλεται ότι
καταφθάνουν 400 ένοπλοι Τούρκοι Λαλαίοι. Τα πράγματα μεταβάλλονται αμέσως. Συντονίζεται
η επίθεσις των Λαλαίων και η έξοδος των πολιορκουμένων και το Ελληνικό σώμα
διαλύεται. Ο Σισίνης παρ’ όλα αυτά δεν πτοείται, δεν το βάζει κάτω, ανασυντάσσει τις δυνάμεις του
και καταφεύγει στη Μανωλάδα όπου υποδέχεται το Σώμα των Επτανησίων με τους Ανδρέα και Κωνσταντίνο Μεταξά.
΄Ετσι ουσιαστικά μετά τη λύση
της πολιορκίας του Χλουμουτσίου οι Τούρκοι αποχώρησαν από την περιοχή της
Γαστούνης και έφυγαν άλλοι για το Λάλα και άλλοι για την Πάτρα.
Στην πεδινή Ηλεία δεν
παρέμεινε καμιά εχθρική δύναμη αλλά ούτε ήταν δυνατόν να παραμείνει διότι η
αναμέτρηση με τους ηρωικούς Ηλείους με τον Γεώργιο Σισίνη θα απόβαινε σε βάρος
τους.
Ο Γεώργιος Σισίνης πρωτοστάτησε επίσης στις μάχες κατά των
Λαλέων Τούρκων. Συγκεκριμένα χαρακτηριστικό είναι το εξής: Προτού επιτεθούν οι Έλληνες
κατά του Λάλα, έστειλαν με τον Παναγή Μεσάρη από το Αργοστόλι ένα τελεσίγραφο. Μάλιστα
ο Μεσάρης πήγε επιδεικτικά οπλισμένος, επίσημα με λευκή σημαία μεταξωτή για να
δείξουν οργανωμένο Ελληνικό στρατό και κράτος. Στο τελεσίγραφο έγραφαν: «Από
εμάς τους αρχηγούς των Ελλήνων σε σας αγάδες του Λάλα. Να φύγετε. Αν μείνετε θα
χαθείτε. Το κρίμα στο λαιμό σας» Οι Λαλαίοι απάντησαν: «Τα Εφτάνησα είναι στην
Αγγλία τη φίλη μας. Αν ο Θεός εσήκωσε τα κεφάλια των ραγιάδων να σηκώσουν
κεφάλι, θα φάνε το κεφάλι τους. Νησιώτες, να τραβηχτήτε. Μην ακούτε τα ψέματα
του ψευτο -Γιώργη του Σισίνη, τ’Αυγερινού
και του παλιο -Μοσχούλα, που θα πάρουν και τους ραγιάδες και σας τους Νησιώτες
στο λαιμό τους…»
Ο Παλαιών Πατρών Γερμανός στα
απομνημονεύματά του γράφει: « Από τη Γαστούνη εξεστράτευσεν κατ’ αυτών-των
Λαλαίων, ο Γεώργιος Σισίνης, με τους στρατιώτες της Γαστούνης και Πύργου, μετά
των οποίων συνεστράτευσαν και οι Κεφαληναίοι, τριακόσιοι περίπου με τέσσερα
κανόνια. Μετά το ξεκαθάρισμα της φωλιάς εκείνης των Τούρκων Λαλαίων στις
νικηφόρες μάχες του Πούσι ο Γεώργιος Σισίνης εξεστράτευσε εις Πάτρας» και ο
Γερμανός συνεχίζων τα απομνημονεύματα του γράφει : «…διασκορπισθέντων των άλλων
έμεινεν εις την πολιορκία των Πατρών ο
Ανδρέας Ζαΐμης με μερικούς στρατιώτας
τοποθετημένους εις Πριναρόκαστρον και ο Γεώργιος Σισίνης τοποθετημένος εις το
Μετόχι του Ομπλού…Διασκορπισθέντων δε των λοιπών στρατιωτών ολίγον έλειψε να
αιχμαλωτίσουν και τον Σισίνη φεύγοντα.»
΄Ετσι ο Σισίνης ασχολούμενος
αποκλειστικά σαν Επαναστάτης-Πολέμαρχος εξηγείται γιατί δεν έλαβε μέρος ούτε
στη Συνέλευση των Καλτετζών ούτε στην Εθνοσυνέλευση της Επιδαύρου και μόνο στην
τελευταία μνημονεύεται από τον Μαμούκα σα μέλος του Βουλευτικού Σώματος. Μα και
στην Εθνοσυνέλευση του Αστρους δεν έλαβε σπουδαίο μέρος, απλά αναφέρεται σ’ αυτήν
σαν πληρεξούσιος.
Ο Σισίνης με το δαιμόνιο
μυαλό που διέθετε έβλεπε ότι ο αγώνας των Ελλήνων θα έπαιρνε χρόνο και διαπίστωνε
ότι θα απαιτούσε ακόμη μεγαλύτερες θυσίες και μάλιστα οικονομικές. Γι’ αυτό
κατέληξε στη σκέψη να κατασκευάσει
τούρκικα νομίσματα. Έτσι έκανε πράξη τη σκέψη του, αφού προμηθεύτηκε μηχανές
και υλικό. Άρχισε να κατασκευάζει νομίσματα όχι ολωσδιόλου κίβδηλα ,αλλά με
μικρότερη του κανονικού αναλογία πολυτίμου μετάλλου. Αυτή η δουλειά του απέφερε
τεράστιο κέρδος. Τα νομίσματα αυτά έστελνε στο Τουρκικό Κράτος και
προμηθεύονταν διάφορα καταναλωτικά αγαθά και ιδίως πολεμοφόδια γιατί θα πρέπει να σημειωθεί ότι ο ίδιος συντηρούσε τα
πολεμικά σώματα τόσο τα δικά του όσο και των γιών του.
Ίσως θεωρηθεί υπερβολή εάν
αναφέρομαι ότι όλη η τροφή για τους αγωνιστές προέρχονταν από το Σισίνη.
Συγκεκριμένα ο Αρχιστράτηγος
της Πελοποννήσου Θεόδωρος Κολοκοτρώνης στις διηγήσεις του περί των συμβάντων
της Ελληνικής φυλής προς τον Γεώργιο Τερτσέτη ο οποίος έγραψε καθ’ υπαγόρευση
του, αναφέρει: « Η τροφή όλου του
στρατεύματος ήρχετο από Γαστούνη. Τόσον τακτική ήταν η ζωοτροφία, τέσσερες
χιλιάδες σφαχτά, ογδοήκοντα κεφάλια γελάδια, ψωμί από την Γαστούνη. Η Γαστούνη
ήτο μελίσσι άτρυγο και μας τα έστελνε όλα ο Σισίνης. Όσα ετρώγαμε την εβδομάδα
μας τα έμβαζαν οπίσω και ήτο πάντοτε οι τέσσερες χιλιάδες».
Η πράξη της κοπής κίβδηλων
νομισμάτων από το Σισίνη ίσως θεωρηθεί κατακριτέα, αλλά μπροστά στην προσφορά
του,την τόσο μεγάλη άλλωστε ,όπως μας
μαρτυράει ο ίδιος ο Κολοκοτρώνης, νομίζουμε ότι πράξη του υπήρξε εθνωφελής.
Η πράξη της κιβδηλοποιίας του
Σισίνη κατά τη διάρκεια του αγώνα έδωσε αφορμή στο συντάκτη των «Ελληνικών Χρονικών»
του Μεσολογγίου να γράψει διάφορα πικρά άρθρα κατά του Σισίνη.
Νομίζω όμως ότι ο αρθογράφος
δεν θα τολμούσε να γράψει λίβελους κατά του Σισίνη αν γνώριζε καλά τι έκανε για
την πατρίδα και τον αγώνα ο επαναστάτης Σισίνης.
Πικρά λόγια για το Σισίνη
έγραψε και ο Γόρδων ο οποίος αναφέρει ότι ο Λόντος και ο Σισίνης εισέπραττον τα
εισοδήματα των επαρχιών των επί τη προφάσει να μεταχειρισθώσι ταύτα εν τη
πολιορκία των Πατρών.
Ο πρώτος μάλιστα προσθέτει
έλαβε προς τούτο και εκ του Δημοσίου εις είδη και εις χρήματα 2.000.000
γροσίων. Αλλά εάν κάτι τέτοιο δεχθούμε ότι αληθεύει δεν θα κατέληγαν να
πεθάνουν φτωχοί και ο πρώτος μάλιστα καταχρεωμένος.
Ο Σισίνης δεν ανεμείχθη καθόλου
στην προπαρασκευή του εμφυλίου πολέμου, μόλις όμως εξερράγη εκηρύχθηκε αντάρτης. Πολλοί
Πελοποννήσιοι εκινήθηκαν εναντίον του, περισσότερο από φθόνο, αλλά ο Σισίνης με
τους δικούς του τους έδιωξε.
Όταν όμως εισέβαλλον οι
Στερεοελλαδίτες στην Πελοπόννησο ο Σισίνης διέφυγε στη Ζάκυνθο και από εκεί παραδόθηκε στα χέρια της νέας Κυβέρνησης
η οποία τον έστειλε στη Ύδρα. Στην Ύδρα εστάλη και ο γιος του Χρύσανθος.
Τότε όλη η περιουσία του
Σισίνη και η πλούσια βιβλιοθήκη του,
καθώς και το νομισματοκοπείο ελεηλατήθηκαν. Το μεγαλύτερο μαράζι του Σισίνη
από αυτή τη συμφορά ήταν η καταστροφή της βιβλιοθήκης του.
Μετά την χορηγηθείσα
αμνηστία ο Σισίνης ελευθερώθηκε από την
Ύδρα και έτρεξε να συμπράξει μετά των άλλων στρατηγών για να αποκρούσει τον Ιμπραήμ
και να σώσει την Πατρίδα.
Θα τον βρούμε στα Δερβενάκια
επικεφαλής των Ηλείων και σ’ όλες τις
μάχες σχεδόν κατά του Ιμπραήμ.
Η δραστηριότητα του Σισίνη καταφαίνεται
και από την παρατιθέμενη επιστολή του προς τον Κολοκοτρώνη:
«Εκλαμπρότατε αρχηγέ Κύριε Θ.
Κολοκοτρώνη,
Διά της παρούσης ημών αναφοράς αναφέρω προς την Εκλαμπρότητά
σας ότι από διάφορα γράμματα μου είσθε πληροφορημένος τα εδώ, ήδη δε τη λέγω
ότι ημείς δεν λείπομεν από του να πολεμώμεν με τους εις Πάτρας εχθρούς σχεδόν
καθημερινώς ,οι οποίοι και δεν λείπουν από την Κάτω Αχαΐαν πότε 500 πότε 800
και πότε 1000 και να μετακομίζουν τα ξύλα και τα κεραμίδια των οσπιτιών εις τας
Παλ. Πάτρας. Αρχηγέ ημείς έχομεν χρείαν από έξη κανόνια κάμπου….
Εκ Γαστούνης τη 13
Σεπτεμβρίου 1825.
Ο Πρόθυμος των Επιταγών
Γεώργιος Σισίνης.
και άλλη,
Εξοχώτατε στρατηγέ
Κολοκοτρώνη
Ημείς ολημερινώς έχομεν
πόλεμον με τους Τούρκους και προχτές εβγήκα και επήγα εις Παλαιόπολιν να
συστήσωμεν στρατόπεδον, και πάλιν από διάφορα αίτια εγύρισα οπίσω, μας λείπουν
όλα τα αναγκαία και καμμίαν προκοπήν δεν κάμνομεν, και πως έχει να γένη δεν
ηξεύρω…
Τη 14 Οκτωβρίου 1825
Γαστούνη ο αδελφός σου Γεώργιος Σισίνης.
Ο Σισίνης όταν αργότερα
συνήλθε στο Αστρος η Εθνοσυνέλευσις εξελέγη μέλος της Κυβερνητικής Επιτροπής.
Με την Κυβέρνηση Ζαΐμη
εργάστηκε πρόθυμα για την απόκρουση του εχθρού αλλά και για την σύγκληση της
διακοπείσης τρίτης Εθνοσυνέλευσης.
Ως Πρόεδρος της Κυβερνητικής Επιτροπής με μερικά
μέλη της Επιτροπής πήγαν στην Αίγινα και προσκάλεσαν εκεί τους πληρεξουσίους. Ο
Σισίνης πήγε στην Ερμιόνη. Πολλοί ακολούθησαν το Σισίνη και τον εξέλεξαν
Πρόεδρο. Τελικά επήλθε συμφωνία στις δύο παρατάξεις. Σπουδαίο ρόλο
μεσολαβητικό έπαιξε ο Σισίνης και η Εθνοσυνέλευση
πραγματοποιήθηκε τελικά στην Τροιζήνα.
Τα δύο αντιμαχόμενα μέρη εξέλεξαν το Σισίνη οριστικό Πρόεδρο της Εθνοσυνέλευσης.
Στην Προεδρία του Σισίνη εψηφίσθηκαν
τα σπουδαιότερα από τα ζητήματα, όπως η αίτηση μεσολάβησης της Αγγλίας προς την
Υψηλήν Πύλη, η εκλογή του Καποδιστρίου ως Κυβερνήτη της Ελλάδος, η αρχιναυαρχία
του Κόχραν και η αρχιστρατηγία του Τζούρτζ.
Στην Προεδρία του Σισίνη
συνέβησαν και αρκετά δυσάρεστα του αγώνα. Έπεσα στο πεδίο της μάχης ο άριστος
των Στρατηγών της Ελλάδος ο Καραϊσκάκης και αποδεκατίσθηκε το άνθος του
Ελληνικού Στρατού στην Αττική.
Σ’ όλα αυτά τα γεγονότα ο
Πρόεδρος της Εθνοσυνελεύσεως Σισίνης έδειξε έμφυτη σύνεση, μετριοπάθεια, αφοβία
και γενναιότητα.
Περιστατικά, γραμματείς του.
Αντιδικία στρατιωτών για ένα
σπαθί με ασημένια λαβή και θήκη.
Ο Σισίνης φημιζότανε για τη
φιλοξενία του ιδίως των ξένων και ειδικότερα των φιλελλήνων. Όταν μάλιστα ήρθε
εις την Ελλάδα ο Στρατηγός Ροζαρέλη ο οποίος διοργάνωσε τακτικό στρατό υπό τον
Ιωακείμ Ναπολέοντα, ο Σισίνης τόσο ενθουσιάσθηκε για τον ερχομό του επισήμου
εκείνου ξένου, που κατά τα «Ελληνικά Χρονικά» έστειλε για προϋπάντηση του τον γενναίο
στρατηγόν υιόν του κ. Χρύσανθο και άλλους γενναίους και ευγενείς νέους με τους οποίους έως την Γαστούνη εσυνωδεύθη όπου από τον
ρηθέντα κύριον Σισίνη έλαβεν όλα τα σημεία μιας γενναίας
και καθαράς φιλοξενίας .Ο Στρατηγός Ροζαρέλη υποσχεθείς να διδάξει την
πολεμικήν τούτους τους πολεμικούς νέους, έκαμε να κατασκευασθώσι πεντακόσιαι
λόγχαι διά το ιππικόν. Ο ίδιος ούτος στρατηγός δεν γνωρίζει με ποιους
λόγους να εξηγήσει την ευχαρίστησή του, βλέπων
το τόσον αγχίνουν των Ελλήνων, μάλιστα των Κυρίων Χρυσάνθου και Μιχαήλου υιών
του πανευγενεστάτου Κυρίου Σισίνη μετά τινών άλλων ευγενών νέων ώστε με δέκα ημερών διδασκαλίαν και γύμνασιν
κατά το ιππικόν έμαθον και εκείνο του συντάγματος, δι ού εσυνήθισαν και οι
ίπποι των να ενεργούν και εκείνο της Κυβερνήσεως της λόγχης και του σπαθιού τα
οποία αποκαθιστούν την δύναμιν του ιππικού… «Ελληνικά Χρονικά» Τόμος Β .έκδοση Β .
Τον Φεβρουάριο του 1822 ο Κολοκοτρώνης ερχόμενος
προς την Πάτρα έγινε με ενθουσιασμό δεκτός στη Γαστούνη όπου ο Σισίνης του
επεφύλαξε εγκάρδιο υποδοχή και του παρέθεσε γεύμα διοργανώσας μάλιστα ολόκληρη
γιορτή με σφαχτά και κρασιά, με χορούς και τραγούδια.
Ο Σισίνης υποστήριξε πάρα
πολύ την εκλογή του Καποδιστρίου ως Κυβερνήτου και τον θεώρησε ως άγκυρα
σωτηρίας της πατρίδος από την αναρχία, τον υποδέχθηκε με ευχαρίστηση και
ειλικρίνεια και διορίστηκε μάλιστα και μέλος του Πανελληνίου.
Όταν όμως ήλθε το ζήτημα της
εκλογής οριστικού ηγεμόνα της Ελλάδος
και μάλιστα του Λεοπόλδου, ο Σισίνης ενόμισε ότι ο Καποδίστριας κρυφά
αντιτασσότανε πράγμα που έκανε το Σισίνη να βρεθεί αντίπαλος του Καποδίστρια.
Παρ’ όλα αυτά όμως ο Σισίνης
δεν αναμείχθηκε σε καμιά αντεθνική
πράξη, τιμούσε και σεβότανε τον Καποδίστρια για τις σπάνιες και πολλές αρετές
του.
Επειδή όμως διαφώνησε με την πολιτική
του ο Σισίνης αποσύρθηκε στη Γαστούνη και ιδιώτευε. Εκεί αρρώστηκε από ένα οξύ
φλογιστικό νόσημα και πέθανε στις 27 Σεπτεμβρίου 1829 δεκατέσσαρες μέρες δηλαδή μετά το τραγικό τέλος του
Κυβερνήτη.
Όταν έφτασε στο Σισίνη η
είδηση για το θάνατο του Καποδίστρια ακούστηκε να λέει: «Δυσαρεστούμαι μεγάλως
διά τον θάνατον τοιούτου μεγάλου ανδρός, εγώ
δεν επεθύμουν τον θάνατον του Καποδίστριου αλλά μόνον την περιστολήν της απολύτου πορείας του. Κακόν τούτο και
ολέθριον. Ας είδωμεν πως και που θέλομεν καταντήσει.»
Πιστεύω ότι θα ήταν άσκοπο να σας διαβάσω και μερικά δημοτικά
ποιήματα-τραγούδια που η Λαϊκή-Δημοτική μούσα συνέθεσε για την αίγλη και την
αντριωσύνη των Σισιναίων και λέω των Σισιναίων, γιατί εκτός από τον Γεώργιο Σισίνη,μαζί
του πολέμησε ο συγγενής του Ιωάννης, και οι γιοί του Χρύσανθος και Μιχαήλ. Μάλιστα
ο πρώτος αναδείχθηκε άξιος στρατηγός ενδόξου πατρός και ο δεύτερος επί
Καποδιστρίου κατατάχθηκε Ίλαρχος του Ιππικού.