Τρίτη 26 Ιανουαρίου 2021

ΝΙΚΟΣ ΚΑΧΤΙΤΣΗΣ ‘’ Ένας υπέρμαχος της μοναξιάς και της απομόνωσης-Επιμέλεια Σωτήρης Ι.Νικολακοπουλος

 

ΝΙΚΟΣ ΚΑΧΤΙΤΣΗΣ

‘’ Ένας υπέρμαχος της μοναξιάς και της απομόνωσης  ‘

 


 

Ο Νίκος Καχτίτσης (Γαστούνη 1926-Πάτρα 1970) υπήρξε ένας άξιος έλληνας λογοτέχνης. Οι κριτικοί λένε πως είναι και από τους πλέον σημαντικούς της μεταπολεμικής γενιάς. Δίκιο έχουν.

Ο Νίκος Καχτίτσης γεννήθηκε στις 26 Φεβρουαρίου 1926 στη Γαστούνη Ηλείας, δευτερότοκος και πέμπτο από τα έξι παιδιά του Θωμά και της Μελπομένης Καχτίτση (το γένος Λογοθέτη, με καταγωγή από τη Ζάκυνθο). Ο πατέρας του, με καταγωγή από την Ήπειρο (Κόνιτσα), ήταν σιδηροδρομικός των ΣΠΑΠ (Σιδηρόδρομοι Πειραιώς—Αθηνών—Πελοποννήσου) και την περίοδο εκείνη υπηρετούσε στη Γαστούνη. Πέρασε τα παιδικά του χρόνια στη Μανωλάδα και την Πάτρα.

Από τον Σεπτέμβριο του 1931 μέχρι τον Ιούνιο του 1935 φοίτησε στο Δημοτικό Σχολείο Βάρδας (κωμόπολης και σιδηροδρομικού κόμβου κοντά στη Μανωλάδα Ηλείας). Τον Σεπτέμβριο του 1935 ο πατέρας του μετατέθηκε στο Ναύπλιο, τόπο διαμονής της οικογένειας μέχρι το καλοκαίρι του 1940 οπότε και μετακόμισε πάλι στη Βάρδα, διατηρώντας ωστόσο δεύτερη κατοικία στην Πάτρα στην οποία εγκαταστάθηκε ο Καχτίτσης. Τον Σεπτέμβριο 1940 γράφτηκε στην Δ΄ τάξη του Α΄ Γυμνασίου Αρρένων Πατρών. 

Κατά τη διάρκεια της Κατοχής, μεταξύ Οκτωβρίου 1942 και Μαρτίου 1943, ορισμένοι συμμαθητές και φίλοι (Ν. Καχτίτσης, Ντ. Ηλιόπουλος, Λ. Μπαζός, Σπ. Στεφανόπουλος, Μαρία Στοφόρου - Μανωλάκου), όντας σε επικοινωνία με τον Γιώργη Παυλόπουλο στον Πύργο Ηλείας (όπου εκδιδόταν το νεανικό και πατριωτικό περιοδικό «Οδυσσέας» από ομάδα νέων, μεταξύ των οποίων και ο Τάκης Σινόπουλος), αποφασίζουν την έκδοση, σε χειρόγραφη μορφή, ενός λογοτεχνικού πατριωτικού περιοδικού, της ‘’Μέλισσας’’ 

Στις 20 Δεκεμβρίου ετοιμάζεται ένα πρώτο σχεδίασμα. Ο Καχτίτσης καλλιγραφεί ιδιοχείρως τα πρώτα τέσσερα αντίτυπα, τα οποία κυκλοφορούν από χέρι σε χέρι μεταξύ 15 και 20 Μαρτίου 1943. Η έκδοση αναστέλλεται ύστερα από ανώνυμες επιστολές «μὲ τὴν ἀπειλὴ πὼς ἂν τολμήσει νὰ ἐμφανισθεῖ τὸ ἀναρχικὸ ἔντυπο “θὰ καταγγελθεῖτε εἰς τὰς Ἀρχὰς Κατοχῆς ὡς ἀντιτιθέμενοι στὸ κρατοῦν καθεστώς”». Απογοητευμένα, τα περισσότερα μέλη της συντακτικής επιτροπής εντάσσονται στην ΕΠΟΝ. Ο Καχτίτσης διατηρεί στενές σχέσεις μαζί τους χωρίς ωστόσο να ενταχθεί ο ίδιος.

Λίγο πριν την απελευθέρωση της Πάτρας, στις 4 Οκτωβρίου 1944, συλλαμβάνεται και κρατείται από τα Τάγματα Ασφαλείας, επειδή διατηρούσε αλληλογραφία με τον Λάκη Μπαζό, στενό του φίλο και μέλος της ΕΠΟΝ.

Θα μας πει ο ποιητής

 

ΞΕΡΙΖΩΜΕΝΟΣ

Μνήμες, μην έρχεστε!
Η μουσκεμένη
εχθρική γη μυρίζει
σαν το νιόσκαφτο μνήμα
του Κρίνου Κοριτσιού
της θύμησής μου.

Η σαλαμάνδρα
υφαίνει ντροπαλό
τραγούδι
κι εγώ μαζεύω
κόκκινα φύλλα,
έντομα κι άνθη του αγρού
για το λεύκωμά σου.

Ο Νίκος Καχτίτσης υπήρξε ένας άξιος  λογοτέχνης. Οι κριτικοί λένε πως είναι και από τους πλέον σημαντικούς της μεταπολεμικής γενιάς. 

«Αυτός ο Νίκος Καχτίτσης, σαν τον Νεκρό Ταξιδιώτη του Παπαδιαμάντη, πλέει προς την Ελλάδα. Και είναι πιο πρακτικό και πιο πατριωτικό το να τονίσω, με εμπάθεια, πως αυτός ο Νίκος Καχτίτσης είναι κάποιος σπουδαιότατος Νεοελλην πεζογράφος». (Ηλίας Πετρόπουλος, 1972)   

Τα βιβλία του, που κυκλοφόρησαν κατά τη διάρκεια της ζωής του, συνήθως τα έστελνε ο ίδιος, λίγα-λίγα, σε κεφάλαια, μέσω ταχυδρομείου σε Έλληνες εκδότες και τυπογράφους, είτε τα τύπωνε ο ίδιος μετά το 1967 (καθώς έμαθε και να τυπώνει από προσωπική ανάγκη).  Ήταν ένα τεύχος, λοιπόν, του πατρινού περιοδικού «Παράθυρο», το υπ' αριθμόν 4 από τις αρχές του '85, εκεί όπου ο πατρινός λογοτέχνης και ποιητής Βασίλης Λαδάς παρουσίαζε ένα μονοσέλιδο κείμενο για τον Καχτίτση, προτείνοντας μάλιστα να δοθεί το όνομά του και σ' ένα δρόμο της πόλης.   

«Θα ήθελε άραγε να ταφεί κάπου στην οδό Αγίου Ανδρέου ο Καχτίτσης; Ή μήπως σ' ένα σιδηροδρομικό σταθμό του ηλειακού κάμπου, πλάι σε πυκνές φυλλωσιές; Είτε το 'θελε είτε δεν το 'θελε ενταφιάστηκε στο Α Νεκροταφείο Πατρών. Να τολμήσω να προτείνω πως αν όχι η Αγίου Ανδρέου ένας άλλος δρόμος παρακατιανότερος θα μπορούσε να λάβει το όνομα Νίκος Καχτίτσης; Ή θα παρεξηγηθώ από το Δήμαρχο και τους δημοτικούς συμβούλους, αφού ο Νίκος Καχτίτσης δεν είναι και δεν μπορεί να αποτελέσει σύμβολο λαϊκίστικης νοοτροπίας και ήθους».   

Το ονοματεπώνυμο «Νίκος Καχτίτσης» να πούμε πως δόθηκε όντως, κάποια στιγμή, σ' ένα δρόμο της Πάτρας, σ' ένα χαμένο αδιέξοδο στενό, κάπου στα Συχαινά Ο Καχτίτσης, που ήταν παράξενος άνθρωπος και ζουσε στη μοναξιά επικοινωνούσε με τους λιγοστούς φίλους του στην Ελλάδα μέσω αλληλογραφίας, δίχως, μάλιστα, τους περισσότερους απ' αυτούς, να καταφέρει να τους γνωρίσει και δια ζώσης.   

Το 1972, ο Η.Χ. Παπαδημητρακόπουλος και ο Ηλίας Πετρόπουλος έκαναν μια προσπάθεια να φέρουν στο φως τα βιβλία και τις ιστορίες του ήδη πεθαμένου Καχτίτση μέσω του μικρού βιβλίου τους «Μνήμη Νίκου Καχτίτση» Το βιβλιαράκι ήταν καλαίσθητο, γιατί καλαίσθητα ήταν τα βιβλία και του τυπογράφου Καχτίτση,

Λίγα χρόνια αργότερα, το 1976, ο Κέδρος θα επιχειρούσε και την πρώτη κανονική επανέκδοση πεζών του Καχτίτση με τα «Ποιοι οι Φίλοι / Η Ομορφάσχημη / Το Ενύπνιο», που πέρασε όμως απαρατήρητη.  

Ας δούμε την γραφεί του

ΧΑΜΕΝΟΣ

Δεν μπορώ πια να περάσω
μες’ από τούτη την αλέα του Χρόνου
δίχως τα κίτρινα μου γάντια
και τη μάσκα της αυστηρότητας.
Γιατί χιλιάδες φιλύποπτα μάτια
πίσω από τους θάμνους
με κατασκοπεύουν.

Όχι, δεν είναι τούτη
η εποχή μου.
Ωστόσο περιμένω μ’ ελπίδα
την ημέρα
που τα ηλιοτρόπια
κι οι μανόλιες
θ’ ανθίσουν για πάντα.
Τότε θα χρειαστεί να τιμωρήσω
το φίδι που φτύνει
το φαρμάκι του στη σάρκα μου.
*Από τη συλλογή “Τρωτό σημείο” που γράφτηκε από τον ποιητή στα αγγλικά με τον τίτλο “Vulnerable point”. Η συλλογή αυτή γράφτηκε το 1949, αλλά είδε το φως της δημοσιότητας σε έκδοση του ίδιου του ποιητή στο Μόντρεαλ του Καναδά το 1968. Η ελληνική μετάφραση έγινε από τον ποιητή Γιώργο Δανιήλ.

Μεταξύ Φεβρουαρίου και Μαρτίου 1945 εκδίδει στην Πάτρα με τον Λ. Μπαζό, πλαισιωμένος από τον κύκλο της Μέλισσας, τον ‘’Νέο Ρυθμό’’, όπου δημοσιεύει κείμενά του με διάφορα ψευδώνυμα. Η έκδοση αναστέλλεται μετά από δύο τεύχη και ενώ το τρίτο τεύχος ήταν έτοιμο, εξαιτίας των αντιδράσεων που προκάλεσε ἡ δημοσίευση νεκρολογίας για τον Γληνό σε συντηρητικούς κύκλους της Πάτρας, δεδομένου του τεταμένου πολιτικού κλίματος της εποχής (Δεκεμβριανά, Συμφωνία Βάρκιζας).

Μετά την απελευθέρωση εργάστηκε στη Γραμματεία της «Αγγλικής Υπηρεσίας Πληροφοριών» και κατόπιν δίδαξε στο Παράρτημα Πατρών της Βρετανικής Ακαδημίας. Μας λέει ο ποιητής

                                                                  Αδιέξοδο
                                                           Ο σωσίας μου
                                                           συλλέκτης μεσαιωνικών κλειδιών
                                                           ζει κάπου αλλού,
                                                           στη Λιθουανία υποθέτω
                                                           ή πιθανόν στη Σαμαρκάνδη.

                                                           Και δέ θ’ αυτοκτονήσει
                                                           πριν ανταμώσουμε και πάλι
                                                           στο Εδιμβούργο.

Στις 24 Μαρτίου 1949, ενώ ο Εμφύλιος συνεχιζόταν, παρουσιάστηκε στο Κέντρο Εκπαιδεύσεως Τριπόλεως. Απολύθηκε από τον Ελληνικό Στρατό ύστερα από τριάμισι χρόνια θητείας στις 21 Ιουλίου 1952 με τον βαθμό του εφέδρου ανθυπολοχαγού.

Στις 24 Ιανουαρίου 1953 αναχώρησε αεροπορικώς από την Αθήνα —μέσω Παρισιού, Μπορντώ και Τύνιδας— για την Ντουάλα του Γαλλικού Καμερούν, όπου είχε προσληφθεί ως λογιστής στη βρετανική εταιρεία Paterson, Zochonis & Co Ltd. Επέστρεψε στην Αθήνα τον Απρίλιο του 1955.

Τον Ιούνιο του 1956 έλαβε πρόσκληση από τη Θ. Τσαπουλάρη να μεταβεί στον Καναδά ως επίσημος μνηστήρας της. Μετά από σύντομη διαμονή στο Παρίσι και το Λονδίνο, στις 6 Ιουλίου αναχώρησε από το Σαουθάμπτον με το υπερωκεάνιο Ascania για το Μόντρεαλ. Στις 27 Οκτωβρίου νυμφεύτηκε τη Θ. Τσαπουλάρη στον ορθόδοξο ναό της Αγίας Τριάδας στο Μόντρεαλ με κουμπάρο τον νεανικό του φίλο Ντίνο Ηλιόπουλο.

Στο Μόντρεαλ θα βιοποριστεί με ποικίλες εργασίες: κατ’ οίκον διδασκαλία αγγλικών και γαλλικών σε ομογενείς, υπάλληλος ταξιδιωτικού πρακτορείου και επίσημος δικαστικός διερμηνέας, εργασία που θα αποτελέσει την κύρια πηγή εσόδων του. Στις 11 Ιανουαρίου 1962 γεννήθηκε ο γιος του Θωμάς-Κωνσταντίνος.

                                                    ‘ Ο άνθρωπος με το ψηλό καπέλο’
                                                        Δεν έχω την παραμικρή αμφιβολία
                                                        ότι μια νύχτα καταθλιπτική
                                                        που θα πλανιέμαι ολομόναχος
                                                        σ’ έναν καταχνιασμένο δρόμο,
                                                        θα ξεπροβάλει κάποιο χέρι
                                                        απ’ το παράθυρο ενός μαύρου ταξί
                                                        και θα με πιστολίσει από μοιραίο
                                                        αναπόφευκτο λάθος.
                                                       Μα τέτοιο λάθος
                                                        θα’ ταν το πιο τέλειο
                                                        στη ζωή μου,
                                                        η τελευταία
                                                        κι εκλεκτότερη μου
                                                        εμπειρία.

Τυπωμένο από τον ίδιο τον Καχτίτση στο χειροκίνητο πιεστήριο στο υπόγειο του σπιτιού του στο Μόντρεαλ, το καλοκαίρι του 1968.

 

Με την κήρυξη του στρατιωτικού καθεστώτος, την 21η Απριλίου 1967, ακολουθώντας την στάση πολλών Ελλήνων συγγραφέων, ο Καχτίτσης παύει να τυπώνει κείμενα στην ελληνική γλώσσα. Εξαίρεση στον κανόνα η υπό την εκδοτική επωνυμία «Λωτοφάγος» έκδοση τον Δεκέμβριο του 1967 του Ήρωα της Γάνδης, η εκτύπωση του οποίου είχε ξεκινήσει στις αρχές του έτους στον Πύργο και διακόπηκε στα τέλη Απριλίου. Τον Μάιο του 1968 ως εκδότης πλέον τύπωσε τις’’ Πρόκες’’ του Γ. Δανιήλ και πάλι υπό την εκδοτική επωνυμία του «Λωτοφάγου». Αμφότεροι τόμοι στοιχειοθετήθηκαν στα πιεστήρια όπου εκτυπωνόταν η ημερήσια ομογενειακή εφημερίδα Το Ελληνοκαναδικό Βήμα. 

Ας δούμε μια άλλη πλευρά της ποίησης του

                                                    Η συμφωνία της ομίχλης
                                                          Μ’ αρέσει η φιλία
                                                          της ομίχλης
                                                          μ’ όλο που νιώθω
                                                          ένα υγρό φορτίο
                                                          αηδίας
                                                          στο λαιμό μου
                                                          όταν της κουβεντιάζω
                                                         Μα σαν αποτραβιέμαι
                                                         με σιωπηλά φευγαλέα βήματα
                                                         μες στα ερείπια,
                                                         τότε υποφέρω αληθινά
                                                         και μ’ αγωνία την περιμένω
                                                         να’ ρθει πάλι
                                                         με νέα οράματα
                                                         καινούρια μουσική.

Το καλοκαίρι του 1968 εγκατέστησε στο υπόγειο του σπιτιού του ένα χειροκίνητο πιεστήριο και τύπωσε υπό τη διακριτική επωνυμία «Anthelion Press» στην αγγλική γλώσσα κείμενα δικά του, του Ε. Χ. Γονατά και άλλων καθώς και τρία αντιδικτατορικά τομίδια. Άνθρωπος διηνεκώς κατεχόμενος από φοβίες και λόγω της ημιεπίσημης θέσης του ως δικαστικού διερμηνέως εξέδωσε τις ανωτέρω εκδόσεις ανωνύμως. Παράλληλα δημοσίευσε με ψευδώνυμο σειρά άρθρων στο Ελληνοκαναδικό Βήμα στα οποία παίρνει σαφή θέση κατά της Δικτατορίας.

Στις 6 Απριλίου 1970 διαγιγνώσκεται στον Καχτίτση οξεία λευχαιμία. Στις 17 Μαΐου φτάνει στην Αθήνα και την επομένη στην Πάτρα όπου διαμένει σε συγγενείς του. Δύο ημέρες πριν πεθάνει εισήχθη στο Νοσοκομείο της Πάτρας όπου και εξέπνευσε στις 25 Μαΐου 1970. Ενταφιάστηκε στις 26 Μαΐου το απόγευμα στον οικογενειακό τάφο σε μια πλαγιά του Α΄ Νεκροταφείου Πατρών, αλλιώς νεκροταφείου των Αγγέλων.

Κάπου γράφει

                                                                   Αδράνεια
                                                          Ο μολυβένιος ουρανός
                                                          μου σφεντονίζει ένα τρελό φεγγάρι
                                                          καταπρόσωπο,
                                                          κι η Γη
                                                          θρηνεί τα τέκνα της
                                                          που χάθηκαν
                                                          στα πορφυρά πεδία των μαχών.
                                                          Απόψε ο νους μου πάει
                                                          σ’ αυτούς που κάνουν το ταξίδι
                                                          Κορνουάλη – Σφαξ
                                                          Κι Αμβούργο – Άγνωστο
.

 Κλείνοντας αυτό το μικρό αφιέρωμα για ένα άνθρωπο που γνώρισα μέσα από τον λόγο του μπορώ να πω ότι 

Τα πεζά, αλλά και τα λιγοστά ποιήματα του Καχτίτση διακατέχονται από μία διαρκή αγωνία και ένα άγχος που συνθλίβει τον άνθρωπο. Οι ήρωές του είναι παγιδευμένοι στις ενοχές που προκαλεί ένα μακρινό παρελθόν και αδυνατούν να απεμπλακούν από την κατάσταση αυτή. Ο αφηγηματικός κόσμος του Καχτίτση κυριαρχείται από την ενοχή. Στην αφηγηματική τεχνική συνδυάζει την παρωδία και την ανατροπή των κλασικών τεχνικών αφήγησης Το έργο του επίσης, θα μπορούσαμε να πούμε,  συνδέεται με την μεταπολεμική πεζογραφική παραγωγή της Θεσσαλονίκης, κυρίως με την λεγόμενη σχολή του εσωτερικού μονολόγου (Νίκος-Γαβριήλ Πεντζίκης, Γιώργος Δέλιος κ.ά.). 

 

Τρίτη 5 Ιανουαρίου 2021

ΣΩΤΗΡΗ ΝΙΚΟΛΑΚΟΠΟΥΛΟΥ : ΓΙΑΝΝΗΣ ΣΚΑΡΙΜΠΑΣ ‘’ Διάττων Αστέρας ’

 

ΓΙΑΝΝΗΣ ΣΚΑΡΙΜΠΑΣ

‘’ Διάττων Αστέρας ’’



Ο Γιάννης Σκαρίμπας γεννήθηκε στο Αίγιο  στις 28 Σεπτεμβρίου 1893. Ήταν γιος του Ευθυμίου Σκαρίμπα και της Ανδρομάχης Σκαρτσίλα, που καταγόταν από αρχοντική γενιά και ήταν μορφωμένη. Είχε μια μικρότερη αδερφή την Καλλιόπη (1915-1983) που ασχολήθηκε με την ποίηση και έζησε στην σκιά του αδελφού της 

Το 1906 αποφοίτησε από το αλληλοδιδακτικό Δημοτικό σχολείο. Μετά από παρακίνηση του δασκάλου του λόγω των υψηλών επιδόσεών του ο μικρός Γιάννης Ξεκίνησε τις εγκύκλιες σπουδές του στο σχολαρχείο του Αιγίου και τέλειωσε το Α' Γυμνάσιο Πατρών, παράλληλα πήρε πτυχίο από τη μέση δασική σχολή της πόλης. Το 1912 εργάστηκε στο λογιστήριο του υποκαταστήματος της Γερμανικής εταιρείας «Singer» στην Πάτρα. Τον Ιανουάριο του 1914 στρατεύτηκε και με την είσοδο της Ελλάδας στον Α Παγκόσμιο Πόλεμο, βρέθηκε να πολεμάει στο μακεδονικό μέτωπο, όπου τραυματίστηκε και παρασημοφορήθηκε για τον ηρωισμό του. Απολύθηκε προσωρινά, ανακλήθηκε στο στράτευμα και αποστρατεύτηκε οριστικά τον Απρίλιο του 1919.

Σε ιδιόγραφο βιογραφικό σημείωμά του γράφει:

Γεννήθηκα το 1893 στο χωριό Αγια - Θυμιά της Παρνασσίδος – πρώην Δήμου Μυωνίας. Το δημοτικό μου σκολειό το πέρασα στην Ιτέα των Σαλώνων. Το Σχολαρχείο στο Αίγιο και το Γυμνάσιο στην Πάτρα. Εδώ (στη Χαλκίδα) ελθόντας για στρατιώτης (κληρωτός) το 1914 παντρεύτηκα (... εξ’ έρωτος). Έκτοτε, σχεδόν δεν ‘‘το κούνησα’’ από την πόλη ετούτη = τη Χαλκίδα. Έκανα οικογένεια (παιδιά, νύφες κι εγγόνια) και μνέσκω ακόμα, γράφοντας Λογοτεχνία και Ιστορία. Αλλά και Ποίηση και Θέατρο.
Τώρα υπέρ τα 84 μου χρόνια γεγονώς, εφησυχάζω (σχεδόν μόνος) στο σπιτάκι μου, ζων ‘‘αεί -μη- διδασκόμενος’’, εν αναμονή του ‘‘εσχάτου-μου-μαθήματος’’, ευχαριστώντας εκείνο που ονομάζουμε Θεό, ‘‘για τα βουνά και για τα δάση που είδα...’’  Και για το ακριβές των παραπάνω αυτών μου ασημάντων, υπογράφομαι,
ο ταπεινότατος
Γιάννης Σκαρίμπας

Τον Σεπτέμβριο του 1019 προσλήφθηκε στο τελωνείο της Χαλκίδας, και παράλληλα γράφτηκε στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Παντρεύτηκε την Ελένη Κεφαλλονίτη, με την οποία απέκτησε πέντε παιδιά. Μετά το γάμο του αποσπάστηκε στο τότε νεοσύστατο τελωνείο της Ερέτριας, όπου έμεινε ως το 1922. Μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή επανήλθε στη Χαλκίδα, όπου και παρέμεινε ως το τέλος της ζωής του. Λόγω του γάμου του και της επαγγελματικής του δραστηριότητας εγκατέλειψε τις πανεπιστημιακές του σπουδές.

Κατά τη διάρκεια της παραμονής του στην Ερέτρια ο Σκαρίμπας ολοκλήρωσε τα εννιά πρώτα διηγήματά του, ωστόσο η συνειδητή του ενασχόληση με τη λογοτεχνία χρονολογείται από την επιστροφή του στη Χαλκίδα. Τότε μελέτησε νεοελληνική ποίηση και δημοτικό τραγούδι, καθώς επίσης έργα των Έντγκαρ Άλαν Πόε, Κνουτ Χάμσουν, Μιγκέλ ντε Θερβάντες, Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι, Ερρίκου Ίψεν και Όσκαρ Ουάιλντ, που επηρέασαν το έργο του.

Ιδιότυπος ποιητής, πεζογράφος και θεατρικός συγγραφέας, που χρονικά μόνο τοποθετείται στη γενιά του τριάντα. Ο Γιάννης Σκαρίμπας αποτελεί μια μοναχική περίπτωση στα ελληνικά γράμματα, ένας «διάττων αστέρας», όπως χαρακτηρίστηκε, που αγνοήθηκε για πολλά χρόνια από τη φιλολογική επιστήμη στην χώρα μας (ο Κ. Δημαράς ούτε καν τον αναφέρει στην «Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας»). Υπήρξε ένας από τους εισηγητές του παράδοξου στο χώρο της νεοελληνικής λογοτεχνίας αλλά και του θεάτρου. Ο Γιάννης Σκαρίμπας αποτελεί μια μοναχική περίπτωση στα ελληνικά γράμματα, και για πολλά χρόνια αγνοήθηκε από την κριτική.

ΤΡΕΛΟΣ;

ΕΙΜΑΙ –το ξέρω- λογικός. Ω δεν μιλάω.
Σαν λάμψει η μέρα σβω το φως μου.
Αν ιδώ ένα φύλλο πούπεσε – εντός μου
Λεω: είδα ένα φύλλο πούπεσε και… πάω/

Τόσο πολύ! Προσέχω. Τα’ όντι
Δεν έχω αντίρρηση καμιά. Χαρά μου
Νάναι τα δυο διπλό σε ένα . νοερά μου:
Πως είναι στόγγυλοι – επιμένω- οι οριζόντοι

Τρελός εγώ; Αστείο! Και στίχους
Φιάχνω, και πάω πατώντας^ ούτε λόγος
Ότι όπως στρίβει ο δρόμος, αναλόγως
Στρίβω να μη σκουντάψω πια στους στίχους

Λοιπόν δεν είμαι. Ωραία. Το ψέμα
Μισώ. Τώρα εννοώ γιατί η καρδιά μου
Έκανε τίκι- τακ για κείνηνα – στοχιά μου:
Για να κυκλοφοράει μου το αίμα!

Πέθανε: πως την έλεγαν ξεχνάω…
– χάθηκε μαζί της η χαρά, το φως μου-
και είμαι τόσο λογικός που εντός μου
λεω: είδα ένα φύλλο πούπεσε –και πάω…

Πολλοί μάλιστα μελετητές τον θεωρούν ως τον πρώτο ‘’Έλληνα θεατρικό συγγραφέα του παραλόγου’’. Η πεζογραφική παραγωγή του χαρακτηρίζεται από την αναγωγή της γλώσσας σε κυρίαρχο στοιχείο της, μέσω της συστηματικής εξάρθρωσής της (τεχνική που παραπέμπει στο σουρεαλισμό) και την τοποθέτηση της πλοκής στο επίπεδο του προσχήματος. Παράλληλα και συμπληρωματικά στην πρωτοποριακή γραφή του κινείται και το ποιητικό του έργο.

ΦΑΝΤΑΣΙΑ

Νάναι σα να μας σπρώχνει ένας αέρας μαζί

προς έναν δρόμο φιδωτό που σβει στα χάη,

και σένα του καπέλου σου πλατειά και φανταιζί

κάποια κορδέλα του, τρελά να χαιρετάει.

 

Και ναν΄ σαν κάτι να μου λες, κάτι ωραίο κοντά

γι΄ άστρα, τη ζώνη που πηδάν των νύχτιων φόντων,

κι΄ αυτός ο άνεμος τρελά – τρελά να μας σκουντά

όλο προς τη γραμμή των οριζόντων.

 

Κι΄ όλο να λες , να λες, στα βάθη της νυχτός

για ένα – με γυάλινα πανιά – πλοίο που πάει

όλο βαθιά, όλο βαθιά, όσο που πέφτει εκτός:

όξ΄ απ΄ τον κύκλο των νερών – στα χάη.

 

Κι΄ όλο να πνέει, να μας ωθεί αυτός ο αέρας μαζί

περ΄ από τόπους και καιρούς, έως ότου – φως μου –

( καθώς τρελά θα χαιρετάει κειν΄ η κορδέλα η φανταιζί )

βγούμε απ΄ την τρικυμία αυτού του κόσμου…

 

Η πρώτη επίσημη εμφάνισή του στη λογοτεχνία σημειώθηκε το 1929 με τη δημοσίευση του διηγήματός του «Στις πετροκολόνες στο λιμάνι» και τη βράβευσή του στον πανελλήνιο διαγωνισμό διηγήματος του περιοδικού «Ελληνικά Γράμματα» για το έργο του «Καπετάν Σουρμελής ο Στουραΐτης», που έγινε δεκτό με ενθουσιασμό από την κριτική επιτροπή, που την αποτελούσαν ο Κωστής Μπαστιάς, ο Φώτης Κόντογλου, ο Κώστας Καρθαίος και ο Λέων Κουκούλας.

ΤΟ ΡΟΜΠΟΤ

ΛΟΙΠΟΝ ωραία! Εφτάσαμε, ποιος ξέρει από τι κήπους
Ξένα πουλιά γης άγνωστης – Πρώσσοι εδώ ατενείς-
Και είμαστ’ εδώ (στης χάλκινης καρδιάς μας μπρος τους χτύπους)
Μ’ άγνωστο εντός μας γύρισμα και ρόγχο μηχανής

Κι ήταν ωραία – πρώτο φτερό- άκρη, άκρη τα’ ακρωτηρίου
Της χίμαιρας ως στάθκαμε με πόζες και ρυθμούς
Με στήθος κούφιο, ακούοντας εντός μας του μυστήριου
Τη ρόδα, πόθους να γυρνά , γρανάζια και αριθμούς

Πρώτο φτερό – τι πήδημα ! – Παράδεισος που εχάθη
Η πρώτη ανυπαρξία μας (αργά τάχα ή νωρίς;)
Κι είμαστ’ –α- χα! – απ’ το υλικό ( να ζούμε χωρίς λάθη)
Πούν’ – με σοφία- οι ηλίθιοι και οι σοφοί ν’ χωρίς…

Λειψοί ή περίσσοι; Αίνιγμα! Μυστήριο γύρω οι τόποι
Και ο σπαραγμός της μύτης μας μοιάζει άνθος του ουρανού
– Δε φτάσαμε ή περάσαμε – κι εμείς – νάμαστ’ ανθρώποι;
Δώθες τάχα σταθήκαμε ή πέρα από το νου;

Το 1930 εξέδωσε την πρώτη συλλογή διηγημάτων του με τίτλο «Καϋμοί στο Γρυπονήσι». Στροφή στην μέχρι τότε πορεία του αποτέλεσε το επόμενο έργο που εξέδωσε (1932) με τίτλο «Το θείο Τραγί» με εμφανείς επιρροές από το γαλλικό σουρεαλισμό. Ακολούθησε ο «Μαριάμπας» που αντιμετωπίστηκε από την κριτική ως αριστούργημα και το 1938 τυπώθηκε η πρώτη του ποιητική συλλογή με τίτλο «Ουλαλούμ». Ένα από τα ποιήματα της συλλογής, το «Σπασμένο Καράβι», έχει μελοποιήσει ο Γιάννης Σπανός. 

Σπασμένο καράβι να 'μαι πέρα βαθιά
έτσι να 'μαι
με δίχως κατάρτια με δίχως πανιά
να κοιμάμαι
Να 'ν' αφράτος ο τόπος κι η ακτή νεκρική
γύρω γύρω
με κουφάρι γειρτό και με πλώρη εκεί
που θα γείρω
Να 'ν' η θάλασσα άψυχη και τα ψάρια νεκρά
έτσι να 'ναι
και τα βράχια κατάπληκτα και τ' αστέρια μακριά
να κοιτάνε
Δίχως χτύπο οι ώρες και οι μέρες θλιβές
δίχως χάρη
κι έτσι κούφιο κι ακίνητο μες σε νύχτες βουβές
το φεγγάρι
Έτσι να 'μαι καράβι γκρεμισμένο νεκρό
έτσι να 'μαι
σ' αμμουδιά πεθαμένη και κούφιο νερό
να κοιμάμαι.

Την ίδια χρονιά κυκλοφόρησε και ένα άλλο σημαντικό μυθιστόρημά του με τίτλο «Το σόλο του Φίγκαρο».

Κατά τη διάρκεια του ελληνοϊταλικού πολέμου δημοσίευσε άρθρα στην εφημερίδα της Χαλκίδας «Εύριπος» και στράφηκε με ενδιαφέρον προς το ελληνικό θέατρο σκιών. Στη γερμανική κατοχή κινδύνευσε να πεθάνει από την πείνα και το 1943 έγινε η πολύκροτη δίκη που κίνησε εναντίον του Αργύρη Βαλσαμά για συκοφαντική δυσφήμηση, καθώς ο τελευταίος είχε ισχυρισθεί πως το θεατρικό έργο του Σκαρίμπα «Η γυναίκα του Καίσαρος» ήταν αποτέλεσμα αντιγραφής από το έργο του Σόμερσετ Μομ «Το βαμμένο πέπλο». Στρατεύτηκε στο ΕΑΜ και το 1945 κυκλοφόρησε τη βραχύβια εφημερίδα «Λευτεριά».

Η ΤΡΑΤΑ

ΓΡΗΓΟΡΑ φτάσαμε λοιπόν ή αργήσαμε; Και ίδια
Πως κάμψαμε της χίμαιρας μαζί το ακρωτήριο;
Δώθες ερχόντας πήραμε καρδιά, ματιές και φρύδια
– περίεργο γιατί καρδιά, γιατί ματιές μυστήριο!

Κι είμαστε δω –ω τι καλά- με τους εγκάρδιους σκύλους
Στητοί μπρος στ’ άνθη που γυρνούν και στους – που φεύγουν τόπους
Σαν να – τι ωραία- βρεθήκαμε με ρούχα και με πίλους
Σαν να – ποιος ξέρει τι χρυσά χορεύουμε με τρόπους…

Χρυσά με τρόπους και μαλλιά …. Οι ράφτες μας (τι νόες
Και μαιτρ – α- χα) μας μπάζουνε στους ραφτικούς των οίκους
-γυμνοί εμείς!… οι μάνες μας, για ιδές τες κει – αθώες –
είναι σαν Δε μας γέννησαν μικρούς κουτούς πιθήκους!

Και –τραλαλά …- τα’ αδέρφια μας: τα φίδια, οι γάτοι, οι σκύλοι-
Στα τέσσερ’ άλλα περπατάν κι άλλα παν’ με τα στήθη
– κι αυτά ματιές, κι αυτά καρδιά ως εμείς … τι ωραία ω φίλοι,
με ουρά ή με πίλο ή με φτερά , γοργά μας πάει η λήθη!…

Και πάμε αντάμα. Τι καλά! Κατόπι έρχονται οι άλλοι
-κι άλλα γατιά, κι άλλα πουλιά!… πλάνα χορεύτρα η φύση,
ή με ουρά ή με φτερά ή πίλο στο κεφάλι,
βιάστηκε να μας φέρει εδώ ή τάχα νάχει αργήσει;

Η συγγραφική και εκδοτική του δραστηριότητα συνεχίστηκε ως τα τελευταία χρόνια της ζωής του με ποιήματα, μυθιστορήματα, διηγήματα, θεατρικά έργα, δοκίμια και ιστορικές μελέτες από τις οποίες ξεχωρίζει το τρίτομο «Το ’21 και αλήθεια» (1971-1975). Τιμήθηκε από την Εταιρεία Ευβοϊκών Σπουδών (1964) και το Δήμο Χαλκιδέων (1978), καθώς και με το Α Κρατικό Βραβείο Διηγήματος για την αντιπολεμική νουβέλα «Φυγή προς τα Εμπρός», που εξέδωσε το 1975 και βασίζεται στα βιώματά του από τον Α Παγκόσμιο Πόλεμο.

Ήταν από τους  σημαντικούς εκπροσώπους του υπερρεαλισμού στην Ελλάδα γιατί, τόσο το εικονοκλαστικό του ύφος, όσο και ή ιδιόρρυθμη γλώσσα πού χρησιμοποίησε στα έργα του, προκάλεσε αίσθηση την εποχή εκείνη. Αρκετά ποιήματά του μελοποιήθηκαν πριν το θάνατό του, αλλά και μετά. 

Ο Γιάννης Σκαρίμπας πέθανε στην Χαλκίδα στις 21 Ιανουαρίου 1984 και κηδεύτηκε με δημόσια δαπάνη.

 

Σάββατο 2 Ιανουαρίου 2021

ΔΑΚΡΥΣΑ Λεωνίδας Γ. Μαργαρίτης, Ποίηση

 

                                          ΔΑΚΡΥΣΑ

                                                    Λεωνίδας Γ. Μαργαρίτης

 


Τα τελευταία χρόνια της ζωής μου

δε δάκρυσα ποτέ.

Είχε σκληρύνει πολύ  η καρδιά μου.

Πολλές φορές, ήθελα να κλάψω

 μα δεν το μπορούσα.

Είχε γίνει ένα «μπετόν αρμέ» η  ψυχή μου.

Πολλές φορές αποζητούσα το δάκρυ,

δάκρυ χαράς,

δάκρυ πίκρας,

δάκρυ πόνου,

δάκρυ λύπης,

δάκρυ συμπόνιας,

δάκρυ αγωνίας…

Κι όμως δεν έλεγε να κατέβει από τα μάτια μου

λες και είχαν στεγνώσει οι δακρυγόνοι μου.

Πολλές φορές   αναζητούσα το κλάμα μου

σα λύτρωση των χρόνων που πέρασαν

και μαζί αυτούς πέρασαν κι έφυγαν

αγαπημένοι μου,

κι όμως δεν εννοούσαν να τρέξουν

τα δάκρυά μου…

Ζητούσα να βρω διεξόδους  κι αυτές

δεν εννοούσαν να μου δοθούν

τόσο δύσκολες, έγιναν τελευταία.

Έλεγα πάντα πως η λύπη είναι ταίρι της χαράς

Έτρεχα να τη συναντήσω μήπως και  συγκινηθώ…

Κι όμως κάθε φορά που κοντοζύγωνε

έφευγε  άπραγη, η αφιλότιμη.

Τόσο έλεγα σκλήρανε  ο ψυχή μου

κι αναζητούσα διεξόδους, στη χαρά

της γνώσης ,της ξεκούρασης, της αναπόλησης…

Κι όμως η χαρά είχε κόψει μόνη της

τα φτερά της.

Εγώ ο τόσο ευαίσθητος, ο τόσο αισθηματίας

αναζητούσα το δάκρυ,

το εκλιπαρούσα κυριολεκτικά,

έτσι για να λυτρώσω και να λυτρωθώ…

Έγιναν τόσο πολλά τα τελευταία χρόνια

Έφυγαν τόσοι  πολλοί για μακρινά η και κοντινά ταξίδια

τα μαντήλια μας έμειναν στεγνά

για να φτερουγίζουν στο άνεμο…

Κι όμως σήμερα ξαναβρήκα το δάκρυ μου.

Ένα δάκρυ χαράς αυτή τη φορά…

Ήρθε και φώλιασε στην καρδιά μου

και κατέβηκε καυτό στα μάτια μου.

Αλήθεια!  δεν το πίστευα μέχρι

που είδα ποτισμένο το μαντήλι μου με δάκρυα…

Κι ήταν δάκρια χαράς…

Ήταν μια μέρα που την περίμενα χρόνια!...

Ήταν πόθος ζωής.

Όταν θα έφευγα ,  ήθελα να είναι όλοι ,

μα   όλοι παρόντες!

Αυτή η απαίτηση ήταν μια μεγάλη αδυναμία

μιας αδύναμης αγκαλιάς,

που ήθελε πάντα να χωράει, τα πάντα μέσα της…

Εκείνο το μεσημέρι δεν κοιμήθηκα ως συνήθως,

Κι έτσι ότι είδα δεν ήταν όνειρο!...

Ήταν μια αλήθεια. Μια ευχάριστη, όμορφη αλήθεια!...

Που μου έφερε τα δάκρυα που περίμενα χρόνια!...

 


ΣΑΤΙΡΑ ΕΙΡΩΝΕΙΑ ΚΑΙ ΧΙΟΥΜΟΡ ΣΤΗΝ ΠΟΛΙΤΙΚΗ 'Αρθρο Λεωνίδα Μαργαρίτη

 

ΣΑΤΙΡΑ, ΕΙΡΩΝΕΙΑ ΚΑΙ ΧΙΟΥΜΟΡ, ΣΤΗΝ ΠΟΛΙΤΙΚΗ

        Λεωνίδα Γ. Μαργαρίτη Επιτ. Δικηγόρου

               Προέδρου Εταιρείας Λογοτεχνών

Θεωρούσα και συνεχίζω να θεωρώ, πως οι χαρακτηριζόμενοι  ως  πνευματικοί άνθρωποι,  διαθέτουν ελεύθερο, δημοκρατικό πνεύμα και  ισχυρή ικανότητα κριτικής.

Δεν μπορούσα  να διανοηθώ ότι θα  υπήρχαν πνευματικοί άνθρωποι , που απορρίπτουν  τη σάτιρα, το χιούμορ και  την  καυστική ακόμη   ειρωνεία , από  τον πολιτικό  τους  λεξιλόγιο.

Δεν θα μπορούσα να υποπτευθώ καν,  πως θα ένοιωθαν αποστροφή σε μια λέξη καθημερινής χρήσης που ευτυχώς η  ατυχώς είναι  κοινωνικά  φορτισμένη ,και  βεβαρημένη  από τη βιωτή θιασωτών της.

Μ’ αυτή τη λέξη  θέλησα  να καταγράψω μια πραγματικότητα όπως αυτή μας υποχρέωσε να ασχοληθούμε όχι ακριβώς με τη λέξη καθ’ εαυτή, αλλά με τη συμπεριφορά αυτών που θέλουν συνειδητά να την υπηρετούν.

Ο καθένας μας έχει τις απόψεις του σε βασικά ζητήματα της ζωής και σε καμιά περίπτωση , δεν επιθυμεί να υπεισέλθει στα ενδότερα του ιδιωτικού βίου του  άλλου.

Όμως κανένας, δεν έχει το δικαίωμα να αδιαφορεί  η και να προσβάλει την δημόσια εικόνα και την αισθητική της κοινής μας ζωής, όπως αυτή καθημερινά εξελίσσεται και πραγματώνεται.

Είναι απλοϊκή η  σκέψη να επαναλάβει κανείς,  πως εκεί που τελειώνει η δική μου ελευθερία αρχίζει,  η ελευθερία του πλησίον μου. Δεν μπορείς να βιώνεις ειρηνικά την ελευθερία σου και ο απέναντι να σε υποχρεώνει να υποφέρεις την ελευθεριότητά του.

Δυστυχώς στις μέρες μας πολλοί ομιλούν για νόμους που θέλουν να ρυθμίσουν τις σχέσεις μειοψηφιών και αφήνουν ανεξέλεγκτα να υποφέρουν οι πλειοψηφίες  είτε με  την ανυπαρξία νόμων είτε με νόμους που έχουν κάποιοι άλλοι ατιμωρητί ατονήσει η και  στην πράξη καταργήσει.

Δεν έχω   την  αξίωση να υιοθετήσουν όλοι τις απόψεις μου. Προσωπικά όμως, είμαι θιασώτης  της τακτικής να μην ανέχομαι τη καταδυνάστευση κανενός και όταν αυτή η ελευθερία ζωής  περιορίζεται και  φαλκιδεύεται.

 Αποτελεί φυσιολογική μου αντίδραση να χρησιμοποιώ όλα εκείνα τα όπλα που μου παρέχει η παιδεία  και το ήθος μου. Μεταξύ αυτών των όπλων αντίδρασης είναι και η σάτιρα, το χιούμορ, η καυστική ειρωνεία και  κριτική, που σκοπό έχουν  να επαναφέρουν κάποιον, στην τάξη.

Αυτού του  είδους την   κριτική  θεωρώ απαραίτητη  και αναγκαία, όταν  μάλιστα  απευθύνεται σε πολιτικά πρόσωπα ή  σε πολιτικές πράξεις που έρχονται κόντρα στη φιλοσοφία της ζωής, στην κοινή από αιώνες παραδοχή των ηθών  αξιών  και των εθίμων μας.

          Δέχθηκα απαρέσκεια και δυσμενή  σχόλια για άρθρα μου που  είδαν το φως της δημοσιότητας και για κείμενά μου που κυκλοφόρησαν στο διαδίκτυο.

Θεωρώ και συνεχίζω να θεωρώ τη σάτιρα ένα σημαντικό εργαλείο στα χέρια των πνευματικών ανθρώπων προκειμένου μέσα απ’ αυτή να επιχειρείται ο εμπαιγμός, προσώπων και καταστάσεων που   αξίζει να αντιμετωπιστούν έτσι, με σκοπό  τη βελτίωση συμπεριφορών, προσώπων ,  καταστάσεων και πολιτικών.

Μέσα από τη λεπτή ίσως κι’ ακόμη τη σκληρή ειρωνεία και την υπερβολή, είναι δυνατό πολλές φορές να επιτευχθεί το ποθούμενο.

Η Αθηναϊκή Δημοκρατία, θεωρείται από πολλούς πως αναπτύχθηκε στην υγιέστερη μορφή της, λόγω της κοινωνικής σάτιρας της θεατρικής κωμωδίας και της αυστηρής κριτικής που ασκούσε ο   μεγάλος  σατιρικός δραματουργός -ποιητής Αριστοφάνης σε μια εποχή ειρήνης και άνθησης της Αθήνας, κατά την οποία κυριαρχούσε η προσωπικότητα του Περικλή.

 Ένας νεώτερος σατιρικός ποιητής υπήρξε και ο Ανδρέας Λασκαράτος ,ένας  από τη φύση του, με σπινθηροβόλο πνεύμα, άνθρωπος, ιδιαίτερα ανήσυχος, έξυπνος και ετοιμόλογος. Υπήρξε έντονα σατιρικός και αμετακίνητος στις απόψεις του, παραδίδοντας έργα που έρχονται σε σύγκρουση με τις αντιλήψεις της εποχής του. Το γεγονός ότι δε δίσταζε να εκφράζει ελεύθερα και ανεπηρέαστα τις απόψεις του στηλιτεύοντας την υποκρισία, αποτέλεσε την κύρια αιτία για τη φυλάκιση, τους διωγμούς και τους αφορισμούς που υπέστη κυρίως από την εκκλησία αλλά και από τους διάφορους θιγόμενους της εποχής του.

Ένας ακόμη  τρίτος  υπήρξε ο Σουρής με πλούτο γνώσεων με συνέπεια  κι  εξαίρετος δημοσιογράφος της έμμετρης σάτιρας των γεγονότων της εποχής, Έγραψε και αρκετές έμμετρες κωμωδίες, οι οποίες καυτηρίαζαν τα κακώς κείμενα της εποχής.

Το έργο του χαρακτηριζόταν από την ποιητική του γονιμότητα και την πληθώρα των στίχων του. Έγραφε πάντα καλοπροαίρετα σχολιάζοντας το λαό, τους άρχοντες, τους Βασιλείς, χωρίς ωστόσο να βρίζει. Συχνά μάλιστα αυτοσαρκαζόταν.

Τι θα πούμε λοιπόν γ’ αυτούς τους πνευματικούς ανθρώπους που σατίριζαν στην εποχή τους πρόσωπα και πράγματα και χρησιμοποιούσαν λέξεις του λαού φορτισμένες και  κοινωνικά βεβαρημένες  που  το άκουσμα τους δεν ήταν και τόσο ευχάριστο;

 

 

 

 

 

 

ΣΤΑΘΗΣ ΔΑΓΛΑΡΗΣ ΣΤΗΝ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ ΣΤΟΥΣ ΑΝΘΟΚΗΠΟΥΣ ΤΟΥ ΠΝΕΎΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΦΩΤΟΣ

 

                              ΣΤΑΘΗΣ ΔΑΓΛΑΡΗΣ 

 


 

                                            ΣΤΗΝ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ 

 ΣΤΟΥΣ ΑΝΘΟΚΗΠΟΥΣ ΤΟΥ ΠΝΕΎΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΦΩΤΟΣ

 

 

 Ένας ξεχωριστός άνθρωπος του πνεύματος, μαχητής της ζωής με πλούσια λογοτεχνική, αυτοδιοικητική και δικηγορική δράση, ο αγαπητός σε όλους Στάθης Δάγλαρης δεν βρίσκεται πια ανάμεσά μας.

Έφυγε από τη ζωή αντιπροχθές στην Αθήνα, όπου ζούσε τα τελευταία 5 περίπου χρόνια, λόγω των προβλημάτων υγείας, που αντιμετώπιζε αυτά τα χρόνια.
Η κηδεία του έγινε την Τρίτη 19 Μαΐου 2020, στις 6 το απόγευμα, στον γενέθλιο τόπο του στην Κρέστενα, από τον Ι.Ν. Αγίου Γεωργίου. Της νεκρώσιμης ακολουθίας προέστη ο ιερέας π. Χρήστος Κουσκουρής, ενώ ένας από τους ψάλτες ήταν ο ιερέας π. Χριστόφιλος  Γεωργακόπουλος.
Επικήδειους ξεφώνησαν ο Γραμματέας του Συνδέσμου Οπλιτών Ηλείας Καθηγητής Φιλόλογος κ. Γεώργιος Κουρκούτας και ο πρώην Πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου Ηλείας κ. Βασίλειος Τσαμπούκας, εκ μέρους του Δ.Σ. του εν λόγω Συλλόγου.
Στην εξόδιο ακολουθία παρέστησαν επίσης ο Πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου Ηλείας κ. Δημήτρης Δημητρουλόπουλος, ενώ Ψηφίσματα για την απώλεια του Στάθη Δάγλαρη εξέδωσαν το Δημοτικό Συμβούλιο του Δήμου Ανδρίτσαινας Κρεστένων και το Δ.Σ. του Δικηγορικού Συλλόγου Ηλείας, τόσο για την Αυτοδιοικητική, όσο και Επιστημονική προσφορά του στον τόπο.
Επίσης παρέστη και η κα Φωτεινή Αθανασοπούλου, κόρη του αείμνηστου Δήμαρχου Κρεστένων και διαπρεπούς Ιατρού Πάνου Αθανασόπουλου.
Ο αείμνηστος Στάθης Δάγλαρης ανέπτυξε έντονη δραστηριότητα στον λογοτεχνικό και συγγραφικό τομέα από τα μαθητικά και φοιτητικά του χρόνια, με πίστη και αγάπη επίσης για την περιοχή του.
Ως φοιτητής εξέδιδε την εφημερίδα "Ολυμπιακός Αγών" αναπτύσσοντας παράλληλα και δημοσιογραφική δράση. Την τύπωνε στα τυπογραφεία της εφημερίδας "Η ΑΥΓΗ" Πύργου, όπου και συνδέθηκε με στενή φιλία και συνεργασία με τον Διευθυντή αυτής Δημοσιογράφο Αύγουστο Καπογιάννη και αργότερα με τους Αντρέα και Πάνο Καπογιάννη.
Για 60 σχεδόν χρόνια υπήρξε εκ των διακεκριμένων μεταξύ άλλων συνεργατών της Εφημερίδας μας, μέσα από τις λογοτεχνικές και φιλολογικές σελίδες αυτής, με πληθώρα παρουσιάσεων μεγάλων πνευματικών μορφών πανελλαδικής και τοπικής εμβέλειας.
Επίσης συνεργάστηκε με όλες τις τοπικές μας εφημερίδες, ενώ εργασίες του δημοσιεύθηκαν σε Αθηναϊκές και Επαρχιακές εφημερίδες, καθώς και σε έγκριτα λογοτεχνικά περιοδικά.
Ο Στάθης Δάγλαρης γεννήθηκε το 1933 στην Κρέστενα Ολυμπίας από γονείς αγρότες. Σπούδασε τη Νομική Επιστήμη και άσκησε Δικηγορία στο Πρωτοδικείο Ηλείας. Διετέλεσε τακτικό μέλος της Εταιρείας Λογοτεχνών Νοτιοδυτικής Ελλάδος, του Συνδέσμου Ιστορικών Συγγραφέων και της Ενώσεως Συντακτών Ελληνικού Τύπου.
Εξέδωσε ποιητικές συλλογές, συνέγραψε δοκίμια και μονογραφίες, καθώς και εμπεριστατωμένες μελέτες για τον Κωστή Παλαμά, τον Κώστα Βάρναλη, τον Λορέντζο Μαβίλη, τον Λάμπρο Πορφύρα, τον Αχιλλέα Παράσχο, τον Νικηφόρο Βρεττάκο, τον Τάκη Δόξα, την Έφη Αιλιανού, την Φανή Παπαγεωργίου, την Καλλιόπη Καφετζή κ.ά.
Ως μαθητής του Γυμνασίου έγραψε το χρονικό "Η Μάχη της Κρέστενας” κι επίσης έκανε τα πρώτα του βήματα στην Ποίηση.
Αργότερα συνέγραψε το ιστορικό αφήγημα "Η Δίκη του Κολοκοτρώνη", τα δοκίμια "Ο Πνευματικός Μοριάς", "Η Πνευματική Ηλεία", στη συνέχεια εξέδωσε την Ανθολογία "Ελληνίδες Ποιήτριες για την Μάνα", την "Ποιητική Ανθολογία Πολιτικών" κ.ά.
Μια άλλη επίσης σημαντική εργασία του ήταν το απάνθισμα κειμένων με τον τίτλο  "Για την Ηλεία - Για τους Ηλείους", καθώς και διάφορες πρ
oσωπογραφίες κ.ά.
Στη διάρκεια της στρατιωτικής του θητείας ως Έφεδρος Αξιωματικός στην Τρίπολη παρουσίαζε από τον τότε Ραδιοφωνικό Σταθμό Ενόπλων Δυνάμεων Πελοποννήσου, διάφορες λογοτεχνικές και φιλολογικές εκπομπές.
Ποιήματά του έχουν μεταφραστεί στα Ιταλικά, ενώ άλλα έχουν περιληφθεί σε διάφορες ανθολογίες. Εκτός τούτων, ο Στάθης Δάγλαρης είχε δώσει πολλές λογοτεχνικές διαλέξεις.
Για το σύνολο του πνευματικού του έργου είχε αποσπάσει εγκωμιαστικά σχόλια και κριτικές από διακεκριμένες προσωπικότητες του Ελλαδικού χώρου.
Τέλος υπηρέτησε με πάθος και αγάπη την Τοπική Αυτοδιοίκηση, όπου για μια 20ετία εκλεγόταν Δημοτικός Σύμβουλος Κρεστένων και είχε διατελέσει επίσης για μια 4ετία Πρόεδρος του Δημοτικού Συμβουλίου.
Από τις τελευταίες δημόσιες αναγνωρίσεις ήταν το 2014, όταν βραβεύτηκε με τιμητική πλακέτα, σε ειδική εκδήλωση από τον Σύνδεσμο Εφέδρων Αξιωματικών Ν. Ηλείας, για το σύνολο του λογοτεχνικού του έργου. Στην ίδια εκείνη εκδήλωση είχαν επίσης τιμηθεί ο Δικηγόρος - Λογοτέχνης Νίκος Φραγκογιαννόπουλος και η εφημερίδα "ΑΥΓΗ" Πύργου.
Η  "ΑΥΓΗ"  Πύργου Ηλείας, που τόσο την αγάπησε κι εμείς προσωπικά τον αποχαιρετούμε με ιδιαίτερη αγάπη, στο μεγάλο του ταξίδι προς την αιωνιότητα και τους ατέλειωτους ανθόκηπους του Πνεύματος και του Φωτός.
Συλλυπούμαστε θερμά την εκλεκτή σύζυγό του Φανή, που του συμπαραστάθηκε με αυταπάρνηση και στις δύσκολες στιγμές του, καθώς επίσης και την μονάκριβη κόρη του Πέννυ, που ακολουθεί επαξίως τα βήματά του στην Δικηγορία και την Ποίηση. Επίσης την αγαπημένη του αδελφή Μαγδαληνή. Πριν από έξι χρόνια είχε χάσει τον αγαπημένο του αδελφό Χρήστο, επίσης Ποιητή.
Αγαπητέ μας Στάθη θα σε θυμόμαστε πάντα.
Αιώνια η μνήμη σου.

Αντρέας ΑΥΓ. Καπογιάννης - ΑΝΚ