Πέμπτη 11 Φεβρουαρίου 2016

ΟΜΙΛΙΑ ΗΛΙΑ ΣΤ.ΔΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΥ ΜΕ ΘΕΜΑ: "Ο Στρατηγός Γεώργιος Οδ. Βλαχογιάννης και η Πάτρα"




                            ΟΜΙΛΙΑ ΗΛΙΑ ΣΤ.ΔΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΥ
 ΣΤΟ ΦΙΛΟΛΟΓΙΚΟ ΒΡΑΔΙΝΟΤΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ  ΛΟΓΟΤΕΧΝΩΝ
ΣΤΗ ΔΗΜΟΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ  ΤΗ ΔΕΥΤΕΡΑ 8η ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 2016 
ΜΕ ΘΕΜΑ: "Ο Στρατηγός Γεώργιος Οδ. Βλαχογιάννης και η Πάτρα"




             Η αναφορά στο όνομα Βλαχογιάννης, τουλάχιστον στους πνευματικούς κύκλους, σαφώς παραπέμπει στον μεγάλο λογοτέχνη- ιστοριοδίφη Γιάννη Βλαχογιάννη τον Επαχτίτη, όπως κατακυρώθηκε στην πνευματική Επετηρίδα της νεότερης Ελλάδας.
Όπως συμβαίνει σε αρκετές περιπτώσεις, η διασημότητα ενός μέλους μιας οικογένειας, έρχεται να επισκιάσει άλλα μέλη της ίδιας οικογένειας, που κι αυτά διέπρεψαν στον τομέα τους. Από αυτόν τον κανόνα δεν ξέφυγε και ο μεγαλύτερος αδερφός του Γιάννη Βλαχογιάννη, ό ένδοξος Στρατηγός Γεώργιος Βλαχογιάννης του Οδυσσέα.
Ας ανατρέξουμε κατ’ αρχάς στα βιογραφικά, στις ρίζες της οικογένειας Βλαχογιάννη, ώστε στη συνέχεια να επικεντρωθούμε στον Στρατηγό.
Η οικογένεια των αδερφών Βλαχογιάννη είναι το κράμα, το σμίξιμο, της Ρουμελιώτικης λεβεντιάς και της Σουλιώτικης δόξας και προέκυψε κάτω από τις ακόλουθες συνθήκες.
Ευθύς, με την απελευθέρωση της Ναυπάκτου από τον τουρκικό ζυγό, στις 18 Απριλίου 1829, πολλοί αγωνιστές κατέβηκαν από την ενδοχώρα της Ναυπακτίας και εγκαταστάθηκαν  στην πολίχνη τότε της Ναυπάκτου.
Μεταξύ αυτών ήταν  και παιδιά του στρατιωπολιτικού παράγοντα της Επανάστασης του 1821,του Γιάννη Βλάχου από το χωριό Τερψιθέα Ναυπακτία, για τον οποίο κάποιες πηγές αναφέρουν ότι η απώτερη καταγωγή ήταν από τη Μακεδονία ή την Ήπειρο. Εγγονός λοιπόν αυτού του Γιάννη Βλάχου ήταν και ο Οδυσσέας, που γεννήθηκε στη Ναύπακτο το 1834 και ήδη το επίθετο, όπως συνέβαινε σε πολλές περιπτώσεις, μετεξελίχθηκε από Βλάχος σε Βλαχογιάννης. Ο Οδυσσέας ασκούσε στη Ναύπακτο το επάγγελμα  του σανδαλοποιού (επισκευές τσαρουχιών). Είχε το πλεονέκτημα να τον έχει βαπτίσει η μεγαλύτερη αδερφή του Νίκου Τζαβέλλα, η Αγγελική, κι αυτό του προσέδιδε μια καλύτερη κοινωνική αναγνώριση. Το όνομα ‘’Οδυσσέας’’ το χάρισε για να τιμήσει τον ήρωα Οδυσσέα Ανδρούτσο, με τον οποίο ο γενάρχης Γιάννης Βλάχος συνδεόταν με στενή φιλία.
Επίσης το 1829, πάντοτε με απόφαση του Κυβερνήτη Ιωάννη Καποδίστρια, εγκαταστάθηκαν στη Ναύπακτο 129 οικογένειες των μπαρουτοκαπνισμένων Σουλιωτών, που αριθμούσαν συνολικά 446 ψυχές (Μποτσαραίοι, Τζαβελλαίοι, Φωτομάρα, Βέικοι, Κίτζου, Ζέρβα κ.α. (υπάρχει η σχετική ονομαστική κατάσταση).
Με την αίγλη των αγώνων και την περηφάνια που διέκρινε τους Σουλιώτες, αυτοί κατέλαβαν τα καλύτερα σπίτια και υποστατικά, που άφησαν οι Τούρκοι στο τμήμα της κυρίως πόλης, που περικλειόταν μέσα στο κάστρο.
Η κατάσταση αυτή προκάλεσε σφοδρές αντιδράσεις από τους ντόπιους, που κράτησαν αρκετά χρόνια και σε ορισμένες περιπτώσεις έφτασαν μέχρι και σε ένοπλες αντιπαραθέσεις.
Σ’ αυτή τη Σουλιώτικη παροικία γεννήθηκε και μεγάλωσε η Αναστασία (1847- 1911) κόρη του ήρωα Παπαζαφείρη και εγγονή της χήρας ηρωΐδας της εξόδου του Μεσολογγίου, Δημήτρως Λάμπρο Γκιώναινας (1804 – 1894). Η Λαμπρογκιώνενα σε ηλικία 22 ετών διασώθηκε στην έξοδο του Μεσολογγίου, κρατώντας στα χέρια της την τρίπτυχη εικόνα που είχε φέρει από το Σούλι.
Κάτω απ’ αυτές τις συνθήκες ο Οδυσσέας Βλαχογιάννης παντρεύτηκε τη Σουλιώτισσα της Ναυπάκτου πλέον, Αναστασία Παπαζαφείρη.
Από το γάμο αυτό γεννήθηκαν οκτώ παιδιά εκ των οποίων επέζησαν τα πέντε, τρία αγόρια και δύο κορίτσια :
Γεώργιος (1864), περί του οποίου ο λόγος
Ιωάννης, (1867), ο μετέπειτα λογοτέχνης
Χαράλαμπος
Βασιλική άγαμος, απεβίωσε το 1938 στην Αθήνα
Αγγελική άγαμος, απεβίωσε επίσης το 1956 στην Αθήνα
Μαζί με την οικογένεια συγκατοικούσε και η προγιαγιά των παιδιών η Δημητρογκιώνενα. Αυτή έμελλε να γίνει η «κιβωτός» του 1821 κι απ’ αυτή «κοινώνησαν» το μεγαλείο του 21 τα νεαρά βλαστάρια του Βλαχογιανναίικου σπιτιού.
Το Βλαχογιαναίικο σπίτι διατηρείται και σήμερα στο κέντρο της Ναυπάκτου (οδός Ιλάρχου Κώστα Τζαβέλλα) και φέρει ανάλογη επιγραφή σε εντοιχισμένη μαρμάρινη πλάκα προς τιμήν του Γιάννη Βλαχογιάννη του Επαχτίτη.
Ζώντας αυτά τα παιδιά όχι απλώς στη σκιά, αλλά στην ποδιά της προγιαγιάς τους Γκιώνενας, μέθυσαν από τις ηρωικές ιστορίες που τους διηγούταν για τους ατελείωτους αγώνες των Σουλιωτών, αλλά και γύρω από το Μεσολόγγι και την ηρωική έξοδο κατά την οποία επέζησε. Αυτό το μπόλιασμα έφερε τους καρπούς του, τόσο με τη μοναδική προσφορά του Γιάννη Βλαχογιάννη όσο και με την προσφορά του Στρατηγού.
Όσον αφορά τον τρίτο γιο, τον Χαράλαμπο, αυτός  δεν είχε την πορεία των δύο άλλων αδελφών του, διακρινόταν περισσότερο ως γλεντζές και τραγουδιστής των ηρωικών αγώνων του 1821, παρά για τις επιδόσεις του στα γράμματα.
Ο μεγαλύτερος λοιπόν γιος, ο Γεώργιος Βλαχογιάννης, σε ηλικία 18 ετών, στις 12 Μαΐου του 1882   κατατάχτηκε ως εθελοντής στον Ελληνικό στρατό και συγκεκριμένα στο Πεζικό, αρχικά ως Υπαξιωματικός. Τοποθετήθηκε στα αποσπάσματα κυρίως κοντά στη οροθετική γραμμή των βόρειων συνόρων, για καταδίωξη των συμμοριών και των διαφόρων ληστών που ήταν μια φοβερή μάστιγα. Να σημειωθεί το φαινόμενο της ληστοκρατίας μπορεί κάπως να αμβλύνθηκε από το 1870 και μετά, αλλά συνέχισε για δεκαετίες ακόμη να ταλανίζει την ύπαιθρο. Κάπως χαλάρωσε με την «εξαγωγή» πολλών καταζητούμενων στην Αμερική, κάνοντας τα στραβά μάτια το επίσημο κράτος…
Ο Γεώργιος Βλαχογιάννης ξεχώρισε από νωρίς για τα πλούσια προσόντα του. Ανδρείος, αποφασιστικός, με φυσικές αντοχές και εύστροφο μυαλό, με ικανοποιητικές  γραμματικές γνώσεις για την εποχή, στοιχεία που προοιώνιζαν μια λαμπρή καριέρα.
Την πρώτη δεκαετία της καριέρας του  τον βρίσκουμε στους κάμπους και τα βουνά ειδικά της Θεσσαλίας, η οποία  πρόσφατα είχε ενσωματωθεί (1880) στο Ελληνικό κράτος και υπέφερε από συμμορίες ληστών, εισβολές τούρκων κακοποιών, αλλά και Ρουμάνων πρακτόρων που προπαγάνδιζαν στους βλαχόφωνους πληθυσμούς την εξάρτησή τους από την Ρουμανία.
Το 1891, ενώ έχει προαχθεί στον βαθμό Ανθυπολοχαγού, έχει αναχθεί σε υπ’ αριθμόν ένα διώκτη της ληστοκρατίας και των πάσης φύσεως συμμοριών, η φήμη του είχε απλωθεί παντού. Θα λέγαμε ότι ήταν ένας άριστος κατ’ εξοχήν Αξιωματικός της άτυπης στρατοφυλακής, με τα σημερινά δεδομένα.
Εδώ στην Πάτρα τον εντοπίζουμε για πρώτη φορά το 1896. Έφερε το βαθμό του Ανθυπολοχαγού και με τη σπουδαία εμπειρία που διέθετε στην δίωξη ληστοσυμμοριών τοποθετήθηκε στην Αστυνομία Πατρών από την 1η Σεπτεμβρίου 1896. Γράφει ο ΝΕΟΛΟΓΟΣ Πατρών :  

Σύντομη ήταν η παραμονή του στην Αστυνομία Πατρών. Οι ανάγκες πολλές και το καθήκον τον καλούσε στα βουνά και τους κάμπους της Θεσσαλίας.
Αν και ολιγόχρονη η παραμονή του στην Πάτρα σ’ αυτή τη φάση, ήταν όμως αρκετή να αφήσει το αποτύπωμά του για τα πλούσια προσόντα του. Χαρακτηριστική είναι η έκθεση αξιολόγησης του προϊσταμένου της Αστυνομίας Πατρών,  Α. Στυμφαλιάδη, όπως είναι καταχωρημένη  στον ατομικό του φάκελο του Βλαχογιάννη.
«Διαπρέπει εν τη εκπληρώσει των Αστυνομικών αυτού
 καθηκόντων, κέκτηται γραμματικάς γνώσεις αρκετάς προς περαιτέρω τελείαν  μόρφωσιν. Γνωρίζει άριστα τους κανονισμούς, είναι ευπρεπής, φιλότιμος και αγαπά το καθήκον εν γένει και είναι πιστός και φιλότιμος Αξιωματικός».
Στη Θεσσαλία το όνομα Βλαχογιάννης είχε πάρει τη μορφή του προστάτη « Αγγέλου». Το όνομά του ενέπνεε εμπιστοσύνη στους φιλήσυχους κατοίκους. Και για του λόγου το αληθές ας ερανισθούμε ορισμένα δημοσιεύματα από τον τύπο της εποχής. 
Γράφει η Αθηναϊκή εφημερίδα ΕΜΠΡΟΣ το καλοκαίρι του 1897 : Στην Καλαμπάκα εγκαταστάθηκε απόσπασμα του στρατού υπό τον Ανθυπολοχαγό Γεώργιο Βλαχογιάννη. Και συνεχίζει στο φύλλο της 10ης Ιουλίου 1897 «σώμα στρατιωτικόν υπό τον ανθ/γόν Βλαχογιάννη αναχαίτησε την ορμήν των Γκέκηδων, πειραθέντων να λεηλατήσουν χωρίον τι παρά την Καλαμπάκαν». Και την επομένη δημοσιεύει η ίδια εφημερίδα : «Εις το διαμέρισμα Καλασιάς και Μαλακασίου ευρίσκετο ο υπολοχαγός Βλαχογιάννης μετά εκατό στρατιωτών. Ιδού οι δι’ ούς οι Γκέκηδες δεν ηδυνήθησαν να εισέλθωσιν εις τον ιστορικόν Ασπροπόταμον».
Τον Οκτώβριο του 1897 εξουδετέρωσε τη μεγάλη ληστοσυμμορία του Ψύλλια στις υπώρειες του Κόρακα κοντά στη Σαρακίνα.
Το 1901 τον συναντάμε  στον Αμβρακικό κόλπο επικεφαλής δύο πλοιαρίων, όπου με ειδική διαταγή του Υπουργείου Εσωτερικών του ανατέθηκε η δίωξη του λαθρεμπορίου. 
Το 1902 πάλι με διαταγή του Υπουργείου Εσωτερικών τοποθετήθηκε ως αποσπασματάρχης στην Επαρχία της Βόνιτσας.
Μεστός πλέον εμπειριών, από το 1903 ο Γ. Βλαχογιάννης εισέρχεται σε άλλους ρόλους. Τον έχει ανάγκη η Μακεδονία που κινδυνεύει να Βουλγαροποιηθεί. Αρχίζουν οι προετοιμασίες για τον Μακεδονικό αγώνα.
Ο Μακεδονικός Αγώνας θα μείνει στη μνήμη των περισσοτέρων ως ένας ανορθόδοξος πόλεμος ελληνικών και βουλγαρικών ενόπλων σωμάτων μέσα στην τουρκική επικράτεια. Σκοπός των ελληνικών σωμάτων ήταν να περιφρουρήσουν το εθνικό φρόνημα των χωριών, ν’ αποκαταστήσουν την τάξη σε όσα χωριά είχαν σημειωθεί αποσκιρτήσεις μετά από πιέσεις των αντιπάλων, να εξουδετερώσουν τις ένοπλες ομάδες και να περιορίσουν τη δράση των ληστρικών σωμάτων, τα οποία κινούνταν μεταξύ παρανομίας και εθνικού αγώνα, ταλαιπωρώντας τους αγροτικούς πληθυσμούς.
Ο αγώνας αυτός άρχισε ουσιαστικά το 1903 και πήρε τέλος το 1908, όταν πλέον θεσπίστηκε το τουρκικό σύνταγμα με το κίνημα των Νεότουρκων.
Παρά τον διμέτωπο αγώνα, εναντίον Βουλγάρων και Τούρκων, τα ελληνικά σώματα κατόρθωσαν σταδιακά να περιορίσουν τα βουλγαρικά ερείσματα και ν’ αποκαταστήσουν την εθνολογική ισορροπία, 2151 αξιωματικοί, Οπλαρχηγοί, οπλίτες και γενικά Έλληνες χρειάστηκε να δώσουν το αίμα τους για να σωθεί η Μακεδονία.
Ο Γεώργιος Βλαχογιάννης τον Ιούλιο 1903 ήταν στα Τρίκαλα όπου  βοήθησε αποτελεσματικά να περάσει στη Μακεδονία το πρώτο σώμα των Κρητικών Μακεδονομάχων υπό τον Τσόντο  (Δ. Βάρδας).
Στα Τρίκαλα, π τν μέριμναν τς θνικς ταιρείας κα μ τν βοήθεια το πολοχαγο το Πεζικο Γεωργίου Βλαχογιάννη, καθς κα το ατρο άμου, ξοπλίσθησαν κα κατόπιν τούτου, στς 13 ουνίου το 1903, νοπλοι πλέον, περνον τ λληνοτουρκικ σύνορα». Γράφει εφημερίδα της εποχής.
Μπαίνοντας το 1904 διατέθηκε στο Υπουργείο Εξωτερικών, τυπικά στην Χαρτογραφική (σημερινή Γεωγραφική) Υπηρεσία, στην ουσία, όμως, τοποθετήθηκε στο Προξενείο της Θεσσαλονίκης, όπου Πρόξενος ήταν ο ευπατρίδης Λάμπρος Κορομηλάς (1856- 1923). Εκεί είχε το ρόλο του συνδέσμου και της εποπτείας των ομάδων του Μακεδονικού αγώνα.
Τον επόμενο χρόνο, το 1905, εγκαταλείπει το μυστικό ρόλο, και επικεφαλής 45 ανδρών αναλαμβάνει αρχηγός σώματος με Υπαρχηγό τον Δ. Βάρδα με το ψευδώνυμο «Οδυσσέας», δηλαδή τ’ όνομα του πατέρα του, αλλά και με συμβολισμό την εξυπνάδα του πολυμήχανου Οδυσσέα της Ιθάκης. Συνεργάστηκε κυρίως με το σώμα του Μακρή.
Αρκετές είναι οι αναφορές για τη δράση του Βλαχογιάννη στη Δυτική Μακεδονία.
Το 1906 υπηρετεί στο 6ο Σύνταγμα στο Μεσολόγγι. Η Κυβέρνηση με Πρωθυπουργό τον Γεώργιο Θεοτόκη είχε θέσει θέμα τιμής το χτύπημα της  ληστείας και την επιβολή της τάξης.
Στην γειτονική Ηλεία πραγματικά αφεντικά της ζωής των κατοίκων της Ολυμπίας ήταν οι αρχιληστές Χριστόπουλος και Καράμπελας, που ηγούνταν μεγάλων συμμοριών, σε τέτοιο βαθμό που χλεύαζαν το επίσημο κράτος.
Η Κυβέρνηση ανέθεσε προσωπικά στον Βλαχογιάννη με στρατιωτική δύναμη ν’ απαλλάξει την Ηλεία απ’ αυτή τη μάστιγα. Δεν χρειάστηκε πολύς καιρός για τον Βλαχογιάννη να εξοντώσει τον ιδιαίτερα αιμοδιψή Χριστόπουλου και την συμμορία του.
Στις 7 Ιουλίου 1906, ένα δημοσίευμα στο ΝΕΟΛΟΓΟ με τίτλο «Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ» ήταν και έμελλε να είναι ένας ύμνος για τον Υπολοχαγό Γεώργιο Βλαχογιάννη. Πρόκειται για τέτοια περιγραφή, που δεν χρειάζεται τίποτα παραπάνω να αναστηλωθεί τέλεια η προσωπικότητα, τα προσόντα, το ύφος και το ήθος αυτού του αξιωματικού. Αξίζει της προσοχής να απολαύσουμε αποσπάσματα του δημοσιεύματος :
«Οι δύο κύριοι της περιουσίας και της ζωής των Ολυμπίων και των Ηλείων, ο Χριστόπουλος και ο Καράμπελας επί τρία συνεχή έτη ηψήφουν την καταδίωξη των στρατιωτικών αποσπασμάτων, εφόνευαν τα όργανα της εξουσίας, ηχμαλώτιζαν και εκρεούργουν τους δυστυχείς κατοίκους…
Ο Πρωθυπουργός εύρε τον άνθρωπον, ο οποίος ηδύνατο να εκπληρώσει τας προσδοκίας του… Και ο άνθρωπος αυτός ήταν ο Υπολοχαγός Πεζικού Γ. Βλαχογιάννης. Η εκλογή του αρίστη…
Ο Βλαχογιάννης έχει θέλησιν ισχυρά. Όσον προσηνής, γλυκύς, φιλομειδής, συμπαθής ως άτομον, τόσον, αυστηρός, επιβλητικός, πείσμων ως Αξιωματικός. Δεν υποχωρεί προς της ανατιθέμενης αυτώ υπηρεσίας. Προχωρεί μετ’ αυτής μέχρι ότου ή την φέρει εις πέρας ή συγκαταστραφεί μετ’ αυτής. Την υποχώρησιν, την επιείκειαν, την ελαστικότητα εις αποφάσεις, την χαλάρωσιν ενεργειών, τας θεωρεί ως δειλίαν. Δεν αναβάλλει δι’ αύριον ό,τι δύναται να πράξει σήμερον. Η αφοσίωσή του προς το καθήκον, την υπηρεσίαν είναι παροιμιώδης….
Υψηλός με ψαράν κόμη με Ναπολεόντιον προτομήν, με επιβλητικόν παράστημα, με σπινθηροβόλους οφθαλμούς, με βαρύ βάδισμα. Αλλά στερεάς αποφάσεις συγκεντροί εις το πρόσωπό του την εκτίμησην και την εμπιστοσύνην.
Δεν διεκρίθη μόνον εν τω στρατώ ο γενναίος  εκ Ναυπάκτου και εν τη εσωτερική υπηρεσία του κράτους. Έδρασε και αλλαχού. Εις πατριωτικάς αποστολάς. Και αιμάτωσε το σπαθί του με αίμα εχθρικό (Βουλγαρικόν), εκεί που συγκεντρούται από δύο ετών η προσοχή ολόκληρου του ελληνισμού.
… Εν τη Βουλή εγένετο προχθές εύφημος μνεία του ονόματος του Βλαχογιάννη και συνεστήθη στην Κυβέρνησιν  η ηθική αμοιβή του γενναίου αξιωματικού… ». 
Και πράγματι η σιγουριά του συντάκτη του δημοσιεύματος δεν άργησε να επαληθευτεί. Μετά την εξόντωση του Χριστόπουλου, στις 19 Αυγούστου κατάφερε να συλλάβει ζωντανό τον σκληροτράχηλο Καράμπελα. Μάλιστα, κατά την σύλληψη του, κινδύνευσε άμεσα τη ζωή του. Συγκεκριμένα πληροφορήθηκε ο Βλαχογιάννης ότι ο Καράμπελας βρισκόταν, σε σπίτι συγγενούς του, στο χωριό Κωνσταντινού της Καλαμάτας. Ο ληστής αιφνιδιασμένος μέσα στο αγουροξύπνημα επιτέθηκε στον Βλαχογιάννη, ο οποίος, όμως, πρόλαβε και του κατάφερε χτύπημα στο κεφάλι με τον υποκόπανο του όπλου του. Ο Καράμπελας καίτοι ζαλισμένος από το κτύπημα, τράβηξε το περίστροφό του και πυροβόλησε τον Βλαχογιάννη που ευτυχώς αστόχησε. Ο Βλαχογιάννης τελικά συνέλαβε τον Καράμπελα και δεμένο τον παρέδωσε στις αρχές της Καλαμάτας.
Το 1907, Λοχαγός στο βαθμό, υπηρετεί στο 12ο Σύνταγμα, στην Πάτρα. Είχαν προκηρυχθεί Αυτοδιοικητικές εκλογές για την Κυριακή 1η Ιουλίου. Ήταν οι τελευταίες εκλογές που έγιναν με σφαιρίδια. Κι όπως πάντα μέσα σε πάθη, επεισόδια και τις σχετικές νοθείες.
Η Κυβέρνηση ανήσυχη και για την περιοχή Ηλείας, όπου το σταφιδικό αλλά και απομεινάρια ληστών απειλούσαν να διαταραχθεί σοβαρά το κλίμα. Η λύση για την εξασφάλιση της τάξης και της ηρεμίας, άκουγε στο όνομα Λοχαγός Γ. Βλαχογιάννης.
Με διαταγή της Κυβέρνησης ορίστηκε ονομαστικά ο Λοχαγός Βλαχογιάννης ως επικεφαλής  ενός λόχου του 12ου Συντάγματος να μεταβεί στην Ηλεία και να επιβλέψει την τάξη. Η άριστη τήρηση της τάξης, η επιβολή και το κύρος του Βλαχογιάννη αποτυπώνεται στο δημοσίευμα του ΝΕΟΛΟΓΟΥ της 10ης Ιουλίου 1907.
«Εις τον Πύργον κατά τας πονηράς ημέρας των εκλογών είχεν αποσταλεί εις λόχος του ενταύθα συτντάγματος του πεζικού υπό τον λοχαγόν κ. Βλαχογιάννην.
Το Υπουργείον των Στρατιωτικών μάλιστα ωρισμένως διέτασσεν όπως του μεταβησομένου λόχου τεθεί επικεφαλής ο λοχαγός Βλαχογιάννης. Ο λόχος ούτος επέστρεψε χθες, επιτέλεσε το καθήκον του μετά πάσης αυστηρότητος, συντείνας κατά πολύ εις την τήρησιν της τάξεως εκείθεν.
Οι Πύργιοι έμειναν κατενθουσιασμένοι από την διαγωγήν των αξιωματικών και οπλιτών του λόχου τούτου, ιδιαίτερα δε με την αυστηρότητα και αμεροληψίαν του λοχαγού κ. Βλαχογιάννη».
Από ένα άλλο περιστατικό πληροφορούμαστε ότι την ίδια χρονιά (1907) ο Γ.Β. διετέλεσε και Φρούραρχος των φυλακών Ρίου. Συγκεκριμένα στις αρχές του Οκτωβρίου 1907 τον επισκέφθηκε ο αδερφός του, ο γνωστός λόγιος Γιάννης Βλαχογιάννης, πού ήρθε από την Αθήνα και πήγαν παρέα για κυνήγι στην περιοχή του Ρίου. Εκεί, απρόκλητα τους επιτέθηκε αιφνιδιαστικά κάποιος χωρικός με άγριες διαθέσεις. Που να γνώριζε, όμως, ότι έχει να κάνει με τον «γητευτή» τόσων ληστών. Αλλά καλύτερα ας δούμε αυτούσιο το δημοσίευμα.
«Προχθές ο φρούραρχος Ρίου λοχαγός κ. Βλαχογιαννης εξήλθεν εις κυνήγιον μετά του αδελφού του Ιωάννου, ενός εκ των διακεκριμένων λογίων μας, γνωστού υπό το ψευδώνυμον ‘’Γιάννης Επαχτίτης’’.
Ενώ δε ούτοι ανύποπτοι περιφέροντο εις τα πέριξ του Ρίου, εξαίφνης είδον να τους πλησιάζει κάποιος χωρικός ονόματι Γεώργιος Πράτσικας, όστις δι’ απειλητικού τρόπου τους προκάλεσε, σκοπών να επιτεθεί κατ’ αυτών. Ο κ. Γ. Βλαχογιάννης κατόρθωσεν να συλλάβει τον χωρικόν επί του οποίου εύρε και κατέσχε μίαν πελώριαν μάχαιραν και περίστροφον. Αφού δε τον αφόπλισεν, εξηκολούθησαν το κυνήγιον του χωρίς να έχει τον φόβον, ότι θα υποστεί επίθεσιν εκ μέρους εκ μέρους του χωρικού».
Όπως συνέβαινε παντού όπου περνούσε, έτσι και το πέρασμά του από Φρούραρχος των φυλακών του Ρίου, όχι μόνο δεν πέρασε απαρατήρητο, αλλά έγραψε ιστορία, κι αυτό δεν είναι ένας αυθαίρετος εγκωμιαστικός χαρακτηρισμός. Η ευχαριστήρια επιστολή της επιτροπής των κρατουμένων προς τις εφημερίδες της Πάτρας είναι ένας άλλος ύμνος για τον Βλαχογιάννη και καλό είναι τέτοιες περιπτώσεις  να παρατίθενται αυτούσιες.
Παραθέτω επιλεκτικά ορισμένα αποσπάσματα της επιστολής
Κύριε Συντάκτα….
Καθήκον επιβαλλόμενον εις ημάς είναι να εκφράσωμεν και δημοσία την ανεφάλειπτον και βαθυτάτην ευγωμοσύνη μας προς τον Λοχαγόν Γ. Βλαχογιάννην, φρούραρχον των ενταύθα φυλακών και των Γ. Τζαβέλαν επιστάτην των φυλακών, οίτινες μετ’ ιδιαζούσης όλως επιμελείας και δια συνεχών ιστορικών θεωριών κατόρθωσαν, εντός βραχυτάτου χρονικού διαστήματος να εξημερώσουν και τους πλέον θρασείς και απογοητευμένους  καταδίκους και να παραδώσωσι απαξάπαντες οι κατάδικοι τα οπωσδήποτε ευρισκόμενα εν ταις φυλακαίς ημών φονικά όργανα…
Επικρατεί δε τελεία τάξις και νηνεμία εις το πνεύμα ημών…
Και συνεχίζει η επιστολή :
Είθε τα διαβήματα ταύτα να μιμηθώσι και οι εν ταις λοιπές φυλακές του κράτους φρούραρχοι και επιστάται, ίνα βασιλεύση παντού η ησυχία και  καταστώσιν, όσοι εκ των κρατουμένων επιζήσωσι, να εξέλθουσι χρήσιμοι δια το πολύτιμον και μόνον ιδανικόν όνειρον της Πατρίδος.
Φυλακαί Ρίου 6 Οκτ. 1907
Ο Πρόεδρος της επιτροπής
Βασίλειος Χρ. Σπυρόπουλος
Δεν πρόλαβε καλά – καλά να ηρεμήσει στην Πάτρα και περί το τέλος του 1907, έκτακτη αποστολή του ανατίθεται από την Κυβέρνηση, προκειμένου να μεταβεί με απόσπαση στο 3ο Ευζωνικό Τάγμα στην περιοχή  Τρίκαλα - Καλαμπάκα. Η θανάσιμη απειλή του ντόπιου πληθυσμού τώρα άκουγε στο όνομα «Οι Σκουμπραίοι», Επρόκειτο για πολυμελή τρομοκρατική ομάδα ληστών που εισχωρούσε τακτικά από το τουρκικό έδαφος και ήταν όργανο της Ρουμανικής προπαγάνδας για ανακίνηση Βλαχικού ζητήματος. Οι μέχρι τότε προσπάθειες των στρατιωτικών δυνάμεων είχαν αποβεί άκαρπες.
Έτσι η Κυβέρνηση αποφάσισε την αποστολή του Βλαχογιάννη, του γνωστού ληστοφάγου Λοχαγού, όπως εξάλλου και οι ντόπιες αρχές ζητούσαν, γιατί στο παρελθόν είχε υπηρετήσει εκεί και είχε επιβάλλει το νόμο και την τάξη.
Δεν πέρασε καιρός και η απειλή Σκουμπραίοι έμεινε μια κακή ανάμνηση.

Επί τέλους το 1908 επανήλθε  στο 12ο Σύνταγμα. Όμως την έκθεση αξιολόγησής του, για το Α΄ Εξάμηνο του 1909, την υπογράφει ο Αρχηγός Χωροφυλακής Δ. Βακάλογλου, πράγμα που σημαίνει ότι για κάποιους μήνες είχε αποσπαστεί στη Χωροφυλακή.
Το 1910 αναλαμβάνει τη διοίκηση  Λόχου του 12ου Συντάγματος
εδώ στην Πάτρα. Ο διοικητής του Συντάγματος, Συνταγματάρχης Αναγνωστόπουλος, γράφει στην έκθεση αξιολόγησης του Βλαχογιάννη το Δεκέμβριο του 1910 :
«Εκπληροί τα καθήκοντά του μετά πολλού ζήλου και προθυμίας, είναι τίμιος και αξιοπρεπής και είναι πολύ ικανός και δια την υπηρεσίαν της δημόσιας Ασφάλειας».
Το 1910 σε ηλικία 46 ετών παντρεύτηκε την Κατίνα Δ. Σταυροπούλου , κόρη επιφανούς οικογένειας, με αδερφό τον Σπύρο ιατρό και τον Ανδρέα. Η οποία επέδειξε και κοινωνική δράση, αλλά δεν απέκτησαν απογόνους.
Την ίδια χρονιά προήχθη κατ’ εκλογή σε Λοχαγός και έλαβε  τον Χρυσούν Σταυρόν του Σωτήρος.
Στις 8 Οκτωβρίου 1911, μετά την ορκωμοσία  των νεοσυλλέκτων, είχε επαφές για εθνικούς σκοπούς με τον Εθνεγέρτη Ποιητή Σπύρο Ματσούκα, με τον οποίον γευμάτισε στο Ξενοδοχείο Αγγλία, γράφουν οι εφημερίδες της εποχής.
Το 1912 εν όψει της μεγάλης εθνικής εξόρμησης ο Βλαχογιάννης έχει εναρμονιστεί περισσότερο προς τις επιχειρησιακές απαιτήσεις του τακτικού Πεζικού, αφού διέγραψε τη λαμπρή πορεία  στη δίωξη του εγκλήματος. Χαρακτηριστική είναι η έκθεση αξιολόγησής του από τον Διοικητή του 12ου  Συντάγματος, Συνταγματάρχη Αναγνωστόπουλου, με ημερομηνία 15 Απριλίου 1912 :
«Χαρακτήρας αρίστου, αξιοπρεπής, πειθαρχικός, επιμελής και πρακτικώτατος, υπεισήλθεν εις το πνεύμα των κανονισμών, εξετέλεσε κατά το παρελθόν έτος τα καθήκοντα Υπασπιστού Τάγματος λίαν επιτυχώς, ήδη διοικεί τον λόχον του μετά συνέσεως, επιμελείας και πρακτικότητος, αρίστης υγείας και ταχείας αντιλήψεως ,αντέχει εις κακουχίας, ευδοκίμησε δε σε εις υπηρεσίας δημοσίας ασφαλείας, προαχθείς εις τον Χρυσούν σταυρόν του Σωτήρος και εις τον βαθμόν του Λοχαγού κατ’ εκλογήν.
Δεν θα μπορούσε να λείψει από τη μεγάλη εξόρμηση του 1912 – 1913. Μέσα από τις γραμμές του 12ου Συντάγματος έλαβε μέρος το 1912 στις μάχες Ελασσόνος, Σαραντάπορου, Όστροβου, Γιανντιτσών, Ντίτσινας κτλ.
Στον Ελληνοβουλγαρικό πόλεμο του 1913 ως ανώτερος Αξιωματικός, έλαβε μέρος στις μάχες Αβρέτ, Ισάρ, Κιλκίς, Δοϊράνης, Ραμπρόβου ή στενών Μπέλες  και Ούρπλιανης κατά την οποία και τραυματίστηκε στο πόδι.
Στα χρόνια του διχασμού, αν και Φιλοβενιζελικών αισθημάτων, διαφαίνεται προσπάθησε να κρατήσει ουδέτερη στάση, τονίζοντας πάντα την ανάγκη η Ελλάδα να παραμείνει ενιαία.
Το πρώτο εξάμηνο του 1915 είναι Υποδιοικητής 12ου Συντάγματος, ενώ το Β΄ εξάμηνο του και μέχρι τον Ιούλιο του 1916 είναι Διοικητής του 4ουΕυζωνικού Συντάγματος και την έκθεση αξιολόγησή του την υπογράφει στη Νάουσα ο Υποστράτηγος Λεωνίδας Παρασκευόπουλος (ο μετέπειτα Αρχιστράτηγος στην Μικρά Ασία).
Στο αποκορύφωμα του διχασμού, τον Μάρτιο του 1917 προήχθη σε Συνταγματάρχης και στις 22 Ιουνίου 1917, αμέσως με την πλήρη επικράτηση του Βενιζέλου, αναλαμβάνει Διοικητής του 12ου Συντάγματος. Στη συνέχεια τον Αύγουστο του 1918 τοποθετήθηκε Διοικητής Πεζικού της 3ης Μεραρχίας, θέση στην οποία παρέμεινε μέχρι  τον Αύγουστο του 1920, οπότε ανέλαβε Διοικητής της Β΄ Αναπληρωματικής Περιφέρειας.
 Μάλιστα στον πατρινό τύπο συναντώνται στιγμιότυπα που στις 28/2/1920 προπέμπει το 12ο Σύνταγμα που αναχωρεί για Μικρά Ασία.
Μετά τις μοιραίες εκλογές του 1920, όπως αναμενόταν, αποστρατεύτηκε το Φεβρουάριο του 1921, ως Συνταγματάρχης με  σύνταξη 682 δρχ. και παρέμεινε στην Πάτρα.  
Μετά την Επανάσταση των Πλαστήρα -  Γονατά, ως απόστρατος, στις 5 Σεπτεμβρίου τέθηκε επικεφαλής Επαναστατικής Επιτροπής στην Πάτρα και προκάλεσε μεγάλη συγκέντρωση- συλλαλητήριο για να εκφραστεί η συμπαράσταση στην Επαναστατική Κυβέρνηση. Μίλησε με θερμά και πατριωτικά λόγια ο ίδιος ο Βλαχογιάννης από τον εξώστη των γραφείων του δικηγορικού Συλλόγου στην Πλατεία Γεωργίου Α΄ μπροστά σε αρχές και ενθουσιώδες πλήθος. Εκδόθηκε ψήφισμα και στάλθηκε στον Αρχηγό της Επανάστασης. Η επιτροπή με πρόεδρο τον Γ. Βλαχογιάννη απαρτιζόταν από τους Α. Τσάμη, Γ. Γκλαβά, Θεόδ. Στεφανόπουλο, Σ. Δογάνη, Δημ. Χαραλαμπόπουλο, Φώτη Σιδηροκαστρίτη και Κ. Αδαμόπουλο.
Στις 29 Σεπτεμβρίου ανακλήθηκε κατόπιν αιτήσεώς του στην ενέργεια και ανέλαβε Διοικητής της 2ης  Στρατιωτικής Περιοχής. Από τη θέση αυτή εξέδωσε επανειλημμένες εγκυκλίους για την διατήρηση της τάξης, ενώ έκανε παρέμβαση με συστάσεις στους εργοδότες για αύξηση των θέσεων εργασίας και καλή μεταχείριση των εργαζομένων.
Τον Μάρτιο (21/3) του 1923 προήχθη σε Υποστράτηγος και αποστρατεύτηκε οριστικά. Ήταν ήδη 59 ετών.
Ως απόστρατος, εδώ στην Πάτρα απολάμβανε μεγάλης κοινωνικής αναγνώρισης,  τον συναντάμε τον Μάρτιο του 1926 και ως Πρόεδρο του Συλλόγου αστικών ιδιοκτησιών Πάτρας, θέση την οποία διατήρησε για πολλά χρόνια, αλλά και φανερώνει ότι ήταν ιδιοκτήτης ακινήτων.
Στις δημοτικές εκλογές της 4ης  Αυγούστου 1929, κατέβηκε ως  υποψήφιος Δημοτικός Σύμβουλος με την παράταξη του Κ. Γκότση. Συγκέντρωσε 2225 σταυρούς και κατέλαβε τη θέση του αναπληρωματικού, με δεδομένο ότι δεν κέρδισε ο συνδυασμός του Γκότση.
Το καλοκαίρι του 1935 ο Βλαχογιάννης έπαιρνε τον καφέ του στο Ρίο, κοντά στον σιδηροδρομικό σταθμό. Εκεί σε κλίμα χαλαρότητας χαριεντιζόταν με την παρέα του και ιδιαίτερα με τον φίλο του ονόματι Αργυριάδη για τα πολιτικά και πολιτειακά πράγματα της εποχής. Οι θέσεις του  Βλαχογιάννης, ως ένθερμος δημοκρατικός που ήταν, στρέφονταν   εναντίον των πολιτικών αντιπάλων.
Σε παρακείμενο τραπέζι βρισκόταν κάποιος ονόματι Πήττας, αντιθέτων πολιτικών φρονημάτων, ο οποίος αιφνιδιαστικά εγειρόμενος κατάφερε πολλά κτυπήματα στο κεφάλι του Στρατηγού, ο οποίος αιμόφυρτος μεταφέρθηκε στο σπίτι του.
Από το επεισόδιο προκύπτει ότι διέθετε σπίτι στο Ρίο προικώο από τη γυναίκα του Κατίνα Δ. Σταυροπούλου και τα πάθη ήταν πάντα σε έξαρση, ως γνήσιοι Έλληνες… γαρ.
Ενάμιση χρόνο μετά, σε ηλικία 73 ετών, σήμανε η ώρα να εγκαταλείψει τα εγκόσμια. Την τελευταία του πνοή την άφησε  στις 4 Φεβρουαρίου 1937, στο σπίτι του, στην διασταύρωση των οδών Κορίνθου και Πατρέως.
Ατέλειωτες ουρές σχηματίστηκαν για να τιμήσουν τη μνήμη ενός στρατιώτου ανδρείου, ενός ανθρώπου εντίμου, ενός ήρωα του καθήκοντος. Όλες αυτές οι αρετές ήταν κτήμα του Γεωργίου Βλαχογιάννη. Και το σπουδαιότερο, τις αρετές του εξήραν εντονότερα εκείνοι οι οποίοι διΐσταντο προς αυτόν πολιτικώς.
Τιμητική φρουρά ήταν ο Αντισυνταγματάρχης Πεζικού Βάος και οι Ταγματάρχες Καμάρας και Γεωργακόπουλος.
Η εξόδιος ακολουθία τελέστηκε στον Μητροπολιτικό Ναό της Ευαγγελίστριας με τις προβλεπόμενες τιμές αν και το πολιτικό κλίμα δεν ήταν και τόσο φιλικό έναντι του.
Επικήδειους λόγους εκφώνησε ο συμβολαιογράφος Τιμολέων Βοΐλας και ο Λ. Δογάνης και αποτέλεσαν τον τελευταίο  ύμνο για τον Στρατηγό Γεώργιο Βλαχογιάννη
Είπε μεταξύ άλλων ο Τιμολέων Βοΐλας :
« Δεν σε πρέπουν εσένα κλάματα και μοιρολόγια ! Γιατί ένας ήρωας, σαν και εσένα, δεν πεθαίνει, αλλά ζη αιώνια μέσα στις ψυχές και τις θύμησες της γεννεάς του…»
Πολλά τα στεφάνια, πολλές προσφορές και εξ ίσου πολλά τα ψηφίσματα που εκδόθηκαν στη μνήμη του.  Ξεχωρίζουμε της Ένωσης Αποστράτων Αξιωματικών Στρατού Ξηράς,, του Συνδέσμου Ναυπακτίων Πάτρας, του Συλλόγου Αιτ/νων Πάτρας, της Ενώσεως Αστικών Ακινήτων.
Μπορεί η ψυχή του να πέταξε, αλλά για μέρες μετά  δημοσιεύματα και εγκωμιαστικά σχόλια ακολούθησαν
Το πέρασμα από τη ζωή του Βλαχογιάννη κλείνει με μνημειώδη νεκρολογία του από τον Άγγελο Κ. Ρηγόπουλο, που αξίζει να  ακούσουμε ορισμένα αποσπάσματα.


ΓΕΩΡΓΙΟΣ  ΒΛΑΧΟΓΙΑΝΝΗΣ
Παλληκαριά, σύνεσις, πατριωτισμός, ευθυκρισία, ειλικρίνεια, ανώτερα ιδεώδη, γενναιοψυχία, τιμή, αισθηματισμός, καθήκον, συμπόνια και ή τις άλλη αρετή και καλωσύνη ιδού η χορεία ή διέπουσα τον Γεώργιον Βλαχογιάννην εν τη ζωή…  
Δεν είνε δυνατόν εις μίαν σκιαγραφίαν ως η παρούσα να ζωγραφισθή η μακρά και παντοειδής σταδιοδρομία του Γεωργίου Βλαχογιάννη ως στρατιωτικού, πολίτου, πατριώτου και ανθρώπου. Τούτον μόνο λέγομεν ότι είνε ευτυχείς οι λαοί, που έχουν τοιούτους άνδρας και επιτακτική είνε η υποχρέωση του λαού αυτού να στέκεται εις προσοχήν προ αυτών και να αντλή εκείθεν ζωήν, θάρρος και δύναμιν δια το οραματισθέν και διαγραφέν παρ’ αυτών μέλλον. Οι άνδρες αυτοί είναι οι προφήται, οι οδηγηταί, οι πρωτοπόροι προς το ιδανικόν, το μέγα και το αληθινόν.
Ό,τι υπήρξεν ο Στρατηγός Γεώργιος Βλαχογιάννης ήτο δικό του δημιούργημα του εαυτού του, σαρξ εκ της σαρκός και οστούν εκ των οστών του. Δεν ανήκεν εις σχολήν ουδέ εφήρμοζε προδιαγεγραμμένα καλούπια, ουδέ έλαβε το σπαθί παρά τινος, διότι ο ίδιος ήτο και σχολή και τύπος και σπαθί.
Η ληστεία εύρεν εν τω προσώπω του τον δράκοντα διώκτην της, ο Μακεδονικός αγών τον ισάξιον του Παύλου Μελά σταυραετόν του, οι Ελληνικοί πόλεμοι τον πολέμαρχον και η ειρήνη τον άγρυπνον Κέρβερον της ηθικής και της πολιτικής αξιοπρεπείας.
Ο λόγος του Βλαχογιάννη δεν ήταν ποτέ ματαιολογία δια το σπρώξιμο της ανίας των αργοσχολούντων τραπεζορρητόρων. Ο λόγος του Βλαχογιάννη ήτο εποικοδομητικός, επουλωτικός, επανορθωτικός και ουδέποτε κατά το ελάχιστον χαλαρός έστω και χάριν αστειότητος ή κοινωνικής διπλωματίας.
Διότι εφρόνη – και είνε τούτο αληθές – ότι μόνο δια της αληθείας υψώνονται οι λαοί, ο δε συμβιβασμός των αντιθέσεων, όταν αύται ως εκ της φύσεών των είναι ασυμβίβαστοι προάγει την έκλυσιν της κοινωνίας και απεργάζεται την εξαφάνισιν αυτής.
Ο Στρατηγός Γεώργιος Βλαχογιάννης έζησε και απέθανε με ζωηρόν τον παλμόν υπέρ της πατρίδος. Ποιος θα του αρνηθεί τούτο ; Ουδέ εις
Και να μην ξεχνάμε την συνέχεια της ελληνικότητά μας. Λίγες ημέρες μετά την κηδεία, δημοσιεύτηκε επιστολή Συνταγματάρχη ε.α. Γεωργίου Κόλια που  καυτηριάζει την άθλια εικόνα που παρουσίαζαν οι τέσσερις ατημέλητοι ίπποι, που αποτελούσαν την νεκροφόρα της εποχής.
Όπως αναφέρθηκε ο ΝΕΟΛΟΓΟΣ το 1906 είχε δημοσιεύσει έναν διθύραμβο για τον Υπολοχαγό Γ. Βλαχογιάννη, και τώρα 30- 31 χρόνια μετά, δημοσιεύει ως νεκρολογία ένα αφιέρωμα που είναι ένας άλλος ύμνος, γεγονός που σημαίνει ότι τα εγκώμια στο πρόσωπό του δεν ήταν υστερόβουλα, αλλά απηχούσαν την αντικειμενική πραγματικότητα, αν αναλογιστούμε ότι πόσες πολιτικές ανακατατάξεις μεσολάβησαν και τώρα ως ηλικιωμένος απόστρατος, διατηρούσε την υστεροφημία του.  
Με την ανάδειξη του Στρατηγού Γεωργίου Βλαχογιάννη, αν μη τι άλλο φρονώ ότι έφερα πιο κοντά και από ιστορικής πλευράς την Ναυπακτία με την Πάτρα και αναμένονται περισσότερα σε λίγες ημέρες που θα έχουμε στα χέρια μας το Βιβλίο του Ναυπακτιακού Συνδέσμου Πατρών με τίτλο
«Ο εν Πάτραις Ναυπακτιακός Σύνδεσμος – 1892» και υπότιτλο
Η  ναυπακτιακή παρουσία στην Πάτρα από τον 19 αιώνα.


Πηγές :
ΝΕΟΛΟΓΟΣ ΠΑΤΡΩΝ
ΝΑΥΠΑΚΤΙΑΚΑ τ. Ζ΄ (Α΄ ΣΥΜΠΟΣΙΟ ΝΑΥΠΑΚΤΙΑΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ, 1994), περιοδική έκδοση Εταιρείας Ναυπακτιακών Μελετών (Ε.ΝΑ.Μ.)
Γιάννη Μήλιου, Γιάννης Βλαχογιάννης ο Επαχτίτης «Ένας αληθινός Έλληνας», Αθήνα 2000
Περιοδικό «η δάφνη» τ.27/2013Α (Χαρ. Χαραλαμπόπουλος)
Εργασία Χαρ. Δ. Χαραλαμπόπουλου στην Εφημερίδα ΝΑΥΠΑΚΤΙΑΚΗ ΦΩΝΗ φ71/Ιούνιος 2014
ΦΩΤΟ : ανατύπωση από εργασία Χαρ. Δ. Χαραλαμπόπουλου, «η δάφνη» τ.27








Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου