(Η παρουσίαση εγινε στην αίθουσα της Δημοτικής Βιβλιοθήκης στα πλαίσια των φιλολογικών βραδινών της Εταιρείας Λογοτεχνών Νοτιοδυτικής Ελλάδος την Δευτέρα 10 Οκτωβρίου 2016.)
Εισήγηση-παρουσιαση από το Συνθέτη-Πιανίστα Ανδρέα Αδαμόπουλο
Από
την αρχή θα πρέπει να πω ότι δεν είμαι φιλόλογος, ζωγράφος ή συγγραφέας, ούτε
καν βιβλιοφάγος αφού αρκετά χρόνια τώρα, δεν διαβάζω βιβλία.
Παλιότερα όμως το
έκανα, και αυτό, ενδεχομένως, με «νομιμο-ποιεί»
στον αποψινό μου ρόλο, να μιλάω για ένα
αξιόλογο βιβλίο. Ως απλός αναγνώστης λοιπόν,
θα πω τα λιγοστά μου. Λέω αναγνώστης αν και το
διάβασμα του βιβλίου που σήμερα κάνει την επίσημη εμφάνιση του –έχει πρεμιέρα- δεν είναι απλά ανάγνωση είναι και θέαση, αφού αποτελεί, ταυτόχρονα και ισότιμα, εγχείρημα ποιητικό
και εικαστικό.
Θα πω τα
λιγοστά μου, επομένως, ως αναγνώστης-θεατής
αλλά και ως ακροατής, θα μπορούσα να
πω, γιατί διαβάζοντας το, ταυτόχρονα, άκουγα. Δηλαδή, διαβάζοντας τα ποιήματα
της Ρεγγίνας Δημητροπούλου, ταυτόχρονα, άκουγα
και βλέποντας τις εικόνες της Χριστίνας Δημητροπούλου, επίσης άκουγα. Τι
άκουγα; Αυτά που το βιβλίο μου δημιουργούσε, παίρνοντας μου τη σκέψη, τη
φαντασία, τα αισθήματα……. Δεν ξέρω αν
αυτό ακούγεται περίεργο, αλλά όλοι ξέρουμε ότι όπως κάποτε συμβαίνει το: «μιλάω
και δεν ακούς» άλλο τόσο συμβαίνει και το αντίθετο: «σε ακούω κι ας μη μιλάς». - Εν προκειμένω, έχουμε μπροστά μας ένα βιβλίο
στο οποίο, η κατά Σιμωνίδη, «λαλούσα ζωγραφία» που είναι η Ποίηση και η
«σιωπώσα ποίηση» που είναι η ζωγραφική (όπως το αναφέρουν στον πρόλογο τους οι
δράστες του πονήματος), ποίηση και
ζωγραφική «εγένοντο σάρκα μία» και αποτελούν πλέον, οριστικά και
αμετάκλητα, οντότητα μία και ενιαία.
Εμείς, βέβαια, εδώ στην παρουσίαση του βιβλίου, θα μιλήσουμε χωριστά για καθένα
από αυτά, χωρίς όμως να τα χωρίσουμε.
ΡΕΓΓΙΝΑ ΔΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΥ-ΑΝΔΡΕΑΣ ΑΔΑΜΟΠΟΥΛΟΣ
Εγώ
θα πω κυρίως, για τα ποιήματα του βιβλίου, χωρίς να είμαι ειδικός και ο κ. Θεόδωρος Μάλλιος, με το ιδικό του
κύρος, κύρος ειδικού, για τις εικόνες. Πριν προχωρήσω όμως, θα πρέπει να πω
ότι ως μουσικός θα έπρεπε να απέχω από αυτή την παρουσίαση, διότι εδώ έχει
διαπραχθεί… Απιστία. Τι εννοώ; Εξηγούμαι.
Η ποίηση συνήθως συμπράττει και «παντρεύεται»
με τη μουσική και από την ένωση τους, όλοι το ξέρουμε, έχουν γεννηθεί και
γεννιούνται συνεχώς, υπέροχα τραγούδια. Εδώ η ποίηση άλλαξε παρτενέρ, «πλαγιάζει» με άλλον, τη Ζωγραφική. Άρα, «Απιστία».
Από
την ένωση τους όμως αυτή, γεννήθηκε το «ζωγραφίζοντας το λόγο» και ο καρπός αυτός,
αυτής της «απιστίας» με άγγιξε δυνατά. Οπότε, γρήγορα ξεπέρασα τα «θεματάκια»
μου και να ‘μαι παρουσιαστής. Ενθουσιασμένος, μάλιστα και ευτυχής που θα μιλήσω
για κάτι που αγαπώ. Γι αυτό και ευχαριστώ θερμά για την τιμή και τη χαρά που
μου εδόθη, να μιλάω, εδώ απόψε, γι αυτό το ιδιαίτερα αξιόλογο, κατ’ εμένα,
βιβλίο.
Ασφαλώς, τα περί απιστίας,
που ανέφερα παραπάνω, δεν είναι παρά τεχνάσματα αφού πολλά είναι τα ποιήματα που
εμπνέονται από ζωγραφικά έργα και το αντίθετο. Επίσης δεν είναι λίγοι και οι ζωγράφοι που γράφουν
ποίηση καθώς και ποιητές που ζωγραφίζουν.
Η ζωγραφική και η ποίηση σε συμβίωση,
διατηρούν πάντα ανοιχτό τον εσωτερικό τους διάλογο.
Αφήνοντας
πίσω τα αστειάκια και τα «καμώματα» όμως, ας «βουτήξουμε» πιο μέσα στο
«ζωγραφίζοντας το λόγο» της Ρεγγίνας και Χριστίνας Δημητροπούλου όπου η λιτή,
υποβλητική και ατόφια γραφή, κατ’ευθείαν
από μέσα, σε καθηλώνει ευθύς. Γίνεται
ελάχιστη χρήση καλλωπιστικών στοιχείων ή άλλων τεχνικών και μέσων έκφρασης που,
ασφαλώς, μία καλή φιλόλογος και μία καλή
ζωγράφος έχουν στη φαρέτρα τους και όμως δεν προσφεύγουν σε αυτά. Οι καλλωπισμοί
βέβαια, οι τεχνικές και τα μέσα, συχνά εντυπωσιάζουν, συναρπάζουν, γοητεύουν, είναι
δυνατά όπλα έκφρασης και απαιτούν μαεστρία από τον χρήστη. Η υπερβολική χρήση
τους όμως μπορεί και να δηλώνει, έλλειψη ικανότητας του δημιουργού: με λίγα
να πει πολλά ή να δείχνει τάσεις
εντυπωσιασμού εκ μέρους του, να σου λέει «θαυμάστε με», «υποκλιθείτε» μου. - Αυτό,
προδήλως, είναι έξω από τις προθέσεις των
κυριών που συνέπραξαν στη δημιουργία αυτού του βιβλίου, οι οποίες εκφράζονται
σε εξομολογητικό και προσωπικό τόνο,
επιδιώκοντας μία αληθινή και εσωτερική
επικοινωνία, άγγιγμα, μοίρασμα με τον αναγνώστη-θεατή τους………. και μεταξύ
τους, βέβαια.
-
Το α. του βιβλίου κεφαλαιογραφείται: Λόγος θαλασσινός.
Εγώ θα έλεγα, Λόγος θαλασσινός όσο και
ερωτικός.
-
Το
β. του βιβλίου κεφαλαιογραφείται: Λόγος
ερωτικός.
Εγώ
θα έλεγα Λόγος ερωτικός όσο και θαλασσινός.
Γιατί;
Μα διότι, όπως δίνονται εδώ, στο «ζωγραφίζοντας το λόγο»,
η θάλασσα είναι Έρωτας και ο Έρωτας θάλασσα.
«Η θάλασσα
είναι σαν τον έρωτα:
μπαίνεις και δεν ξέρεις αν θα βγεις.
Αλίμονο αν προδώσουμε τη θάλασσα
Γιατί έχει τρόπους να μας καταπίνει.
Η θάλασσα είναι σαν τον έρωτα:
χίλιοι τη χαίρονται – ένας την πληρώνει.»
μπαίνεις και δεν ξέρεις αν θα βγεις.
Αλίμονο αν προδώσουμε τη θάλασσα
Γιατί έχει τρόπους να μας καταπίνει.
Η θάλασσα είναι σαν τον έρωτα:
χίλιοι τη χαίρονται – ένας την πληρώνει.»
-Ντίνος Χριστιανόπουλος, «Η ΘΑΛΑΣΣΑ» Οι αυτών εξοχότητες -έρως &
θάλασσα- αιφνιδίως εμφανίζονται στη ζωή μας και το ίδιο «άνετα» και αστραπιαία
αποσύρονται. Αποχωρούν από τις καρδιές μας που είναι οι κρυψώνες τους. Μας εμπλέκουν,
χωρίς να μας ρωτούν, σε μάχες τιτάνιες και όποιος αντέξει. Σε τέτοιες ώρες ,όμως,
εμπλοκής και δοσοληψιών με θαλασσινούς βυθούς και βέλη ερωτικά, εμφανίζονται λυτρωτικά οι Τέχνες, να μας προσφέρουν σανίδα σωτηρίας.
Κάποιοι– λιγοστοί, βέβαια – καταφέρνουν αυτή την εσωτερική και άνιση
αναμέτρηση, να την κάνουν ποίηση , ζωγραφική, όπως, εν προκειμένω, στο
«ζωγραφίζοντας το λόγο», να την εκφράσουν μέσα από την τέχνη τους, για τον
εαυτό τους κατ’ αρχήν, και ύστερα να βοηθούν κι εμάς τους λοιπούς, τους
«αναγνώστες», να αντιλαμβανόμαστε ορθότερα, τι συμβαίνει μέσα μας σε τέτοιες
«περιστάσεις» και να καταφέρνουμε τελικά, να βγαίνουμε αλώβητοι ή και
κερδισμένοι, από τέτοιες δυνατές ερωτοθαλασσομαχίες. «Θάλασσα λανθασμένη δε γίνεται» (Ελύτης) «Τη θάλασσα τη θάλασσα ποιος θα μπορέσει να
την εξαντλήσει;» (Σεφέρης)
Αυτό το «αλάθητο» και «ανεξάντλητο» της θάλασσας, μέσα από μικρές,
προσωπικές στιγμές , σου μεταδίδει, ως φεγγαρόχαρη κιθάρα ο λόγος της Ρεγγίνας: ανάγνωσμα 1. Ποίημα, του ανέμου χορός, σελ 6
Δες πως χορεύουνε τα φύκια
στη μουσική του ανέμου, --κυκλικά
και ασύμμετρα-
Θυμίζει ο χορός τους αυτούς
που για καιρό Αφήνονται
Στη δίνη Ανεκπλήρωτων
ερώτων.
Η απλότητα του «ζωγραφίζοντας το
λόγο», η καθαρότητα, η εσωτερικότητα και η αλήθεια του, σου επιβάλλονται τόσο
αβίαστα και διακριτικά που γίνεται κάτι δικό σου. Κάτι που μπαίνει μες στην καρδιά και το
κύμα, ο έρως, ο άνεμος, η νοσταλγία από τα ποιήματα της Ρεγγίνας Δημητροπούλου,
γίνονται τραγούδι ανακαλώντας μου κάποιους στίχους του Κ. Καβάφη:
Τραγούδι
τρυφερό η θάλασσα μας ψάλλει,
τραγούδι που έκαμαν τρεις ποιηταί μεγάλοι,
ο ήλιος, ο αέρας και ο ουρανός.
τραγούδι που έκαμαν τρεις ποιηταί μεγάλοι,
ο ήλιος, ο αέρας και ο ουρανός.
Οι
περασμένοι έρωτες κρυφομιλούνε,
αισθήματα λησμονημένα ξαναζούνε
μες στων κυμάτων τον γλυκόν ανασασμό.
αισθήματα λησμονημένα ξαναζούνε
μες στων κυμάτων τον γλυκόν ανασασμό.
Από το «ζωγραφίζοντας το λόγο».
ανάγνωσμα 2. Ποίημα, παράδεισος σελ 8
Ο λόγος είναι απλός, γυμνός από κάθε
στολίδι, λιτός, εδώ κι εκεί υπαινικτικός.
Ανάγνωσμα
3. Ποίημα, Αγάπη είναι, σελ. 14
Ποιήματα ολιγόστιχα, κάποιοι στίχοι
τους μέχρι και μονολεκτικοί. γραφή μοντερνιστική, αφαιρετική, με
ελαχιστοποιημένο (λανθάνοντα) λυρισμό,
σε ελεύθερο στίχο, χαμηλόφωνα αποκαλυπτική, λεπτή και κρυστάλλινη.
Ανάγνωσμα
4. Ποίημα, Κύμα σελ. 16
Δεν κλαίμε, ε;
απαγορεύεται η ρίψις δακρύων.
Είναι που είναι από μόνη της αλμυρή (η θάλασσα )
(ΔΗΜΟΥΛΑ, απόσπασμα)
Είναι που είναι από μόνη της αλμυρή (η θάλασσα )
(ΔΗΜΟΥΛΑ, απόσπασμα)
Ανάγνωσμα
5. Ποίημα, Ήλιος και έρως, σελ 24
Ανάγνωσμα
6. Ποίημα, Έρως Αντιποιητικός, τελευταίο
Και ο Αλιγκέρι Δάντης το ‘χε πει: «Αγαπά πολύ λίγο, όποιος μπορεί
να διηγηθεί τον έρωτά του»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου