Το νόημα της πνευματικής ζωής*
Toυ Ηρακλή Καλλέργη Ομότιμου Καθηγητή Πανεπιστημίου Πατρών
1. Εισαγωγικά –
Εννοιολογικές διευκρινίσεις
Ο Αμερικανός στοχαστής Emerson
έχει γράψει στο γνωστό του βιβλίο Δοκίμια:
«Πίστεψέ με, αναγνώστη μου, το σύμπαν είναι μηδέν, το παν είσαι εσύ». Νομίζω
ότι ο αφορισμός αυτός –χωρίς φυσικά το ρητορικά απαξιωτικό περιεχόμενο του
πρώτου μέρους– έχει ήδη γίνει κοινή συνείδηση των διανοουμένων της εποχής μας.
Μιας εποχής, που –παρά τα θριαμβευτικά επιτεύγματα στους χώρους της επιστήμης
και της τεχνολογίας– μαστίζεται από βαθιά ηθική κρίση, τρομακτική υπαρξιακή
ανεστιότητα και πρωτόγνωρη πνευματική δυστυχία, η οποία βρίσκει την έκφρασή της
όχι μόνο στη διανόηση και στην τέχνη, αλλά και στα βλέμματα των απλών ανθρώπων.
Το γεγονός αυτό καθιστά επιτακτική την ανάγκη επιστροφής στον εαυτό μας,
στις έσχατες ρίζες της πολυδύναμης ύπαρξής μας, προκειμένου να καθορίσουμε εκ
νέου τη σχέση μας με τον κόσμο και να αναπροσαρμόσουμε την πορεία μας στο
ιστορικό γίγνεσθαι. Αυτό ισοδυναμεί με την προσπάθεια γνωριμίας του πνεύματος,
η οποία θα μας επιτρέψει να ζήσουμε σύμφωνα με τη νομοτέλειά του. Το νόημα της
πνευματικής ζωής, δηλαδή ο πνευματικός άνθρωπος, ιδού το θέμα που επέλεξα
ανταποκρινόμενος στην πρόσκληση του φίλου κ. Λεωνίδα Μαργαρίτη, προέδρου της
Εταιρείας Λογοτεχνών Δυτικής Ελλάδος. Το θέμα αυτό, που ασφαλώς υπερβαίνει τις
δυνάμεις μου, ομολογώ ότι το πλησίασα με δέος, για να αντιληφθώ πολύ γρήγορα
ότι είχα βρεθεί στο κέντρο μιας παλαιάς φιλοσοφικής διαμάχης. «Η ιστορία της
φιλοσοφίας –επισημαίνει ο Toynbee–
ταυτίζεται με την προσπάθειά της να καθορίσει τη φύση και τη νομοτέλεια του
πνεύματος».
Μέσα από τον κυκεώνα των
αντικρουόμενων θεωριών και απόψεων, θα επιχειρήσω να δώσω κάποιες βασικές
συνιστώσες της πνευματικής ζωής –που ανταποκρίνονται όμως στη δική μου
βιοθεωρία και επομένως διατηρούν το χαρακτήρα των προσωπικών θέσεων–,
παρέχοντας αρχικά ορισμένες εννοιολογικές διευκρινίσεις.
Αν και πρόκειται για πολυσήμαντο όρο, πνεύμα –σύμφωνα με την κυριαρχούσα
άποψη– είναι μια δημιουργική αρχή, της οποίας κυριότερες εκφάνσεις στον
πολιτισμό είναι η επιστήμη, η τέχνη και η ηθική. Κατά τον Έγελο, πνεύμα είναι
το υποκείμενο, που αντικειμενοποιείται, καθώς δημιουργεί τον πολιτισμό. Ο
Χρήστος Μαλεβίτσης,
φιλόσοφος που χάθηκε πολύ πρόωρα, στο βιβλίο του Προοπτικές –ένα από τα πιο αποκαλυπτικά κείμενα των τελευταίων
δεκαετιών του περασμένου αιώνα– διατυπώνει μια θεμελιακή για το θέμα μας άποψη:
«Το πνεύμα –γράφει– έχει ένα διπολικό πάθος. Άλλοτε αναδιπλώνεται στον εαυτό
του, ανυψώνει τον άνθρωπο σε ύψιστη αξία, και άλλοτε τον παραμερίζει σαν
άχρηστη παρεμβολή στην προσπάθειά του να γνωρίσει τον αντικειμενικό κόσμο. Από
το πρώτο πάθος τέμνονται οι αξίες, που δίνουν το υπέρτατο νόημα της ζωής και
την κάνουν άξια να τη ζει κανείς. Από το δεύτερο πάθος προέρχονται οι γνώσεις
καθαυτές, που δεν είναι βέβαια αξίες ηθικού τύπου, μα που ωστόσο είναι
πολύτιμες, εφόσον συνδέονται με την προαγωγή της επιστήμης και συμβάλλουν στην
υλική πρόοδο και ευημερία του ανθρώπου. Δεν απαιτούν όμως ανάλογη με τις ηθικές
αξίες ανάταση και εσωτερική ένταση».
Οι σκέψεις αυτές, όπως και όλη η σχετική φιλολογία γύρω από το επίμαχο
θέμα, μας βοηθούν να αντιληφθούμε ότι το πνεύμα δεν είναι κάτι απλό και
μονοσήμαντο. Η ανθρώπινη ύπαρξη είναι πολύ πιο στοιχειακή, πιο δυναμογόνος απ’
ό,τι νομίζουμε. Ή ίσως πιο απλή. Αλλ’ η απλότητα αυτή εδρεύει τόσο βαθιά, που
την καθιστά σκοτεινή και ανεξιχνίαστη. Και μόνο όταν εκδηλώνεται στην ιστορική
επιφάνεια, προσλαμβάνει μια φαντασμαγορική ποικιλία εκφάνσεων.
Το νόημα, επομένως, της πνευματικής ζωής δεν εξαντλείται με την
προσπάθεια να δαμάσουμε τη γνώση, να γίνουμε άριστοι επιστήμονες χωρίς κανένα
υποστασιακό βάθος. Ούτε μπορεί να θεωρηθεί πνευματικός άνθρωπος αυτός που
απλουστεύει το νόημα της ζωής σε μερικές συνταγές ηθικής ή ο καλλιτέχνης, που
νομίζει ότι εκπληρώνει το χρέος του δημιουργώντας έργα, τα οποία σε καμιά
περίπτωση δεν έχουν σχέση με την ουσία του ανθρώπου, δεν αγγίζουν το ανθρώπινο
πρόβλημα, αποτελώντας μάλλον εκδηλώσεις ενός νοσηρού ναρκισσισμού και μιας
αφόρητης εγωλατρίας με το ένδυμα του λυρισμού.
Πνευματική ζωή σημαίνει να ζούμε το πνεύμα σ’ όλη την πολυσήμαντη ενότητά
του, σ’ όλες τις εκφάνσεις του, χωρίς ποτέ να ξεχνούμε αυτό που είπε ο Σίλλερ,
ότι δηλαδή «ο άνθρωπος είναι ον μεθοριακό, που εφάπτεται του πεπερασμένου και
του αιωνίου».
2. Ανατομία
της πνευματικής ζωής
Αλλ’ είναι ανάγκη να εξετάσουμε κάπως λεπτομερέστερα το νόημα της
πνευματικής ζωής, για να δούμε ποιος είναι ο αληθινός πνευματικός άνθρωπος και
ποια είναι η αποστολή του μέσα στη σημερινή κοσμογονική εποχή.
α) Αλήθεια
Ο πρώτος νόμος της πνευματικής ζωής είναι η αλήθεια. Και την αλήθεια ο
πνευματικός άνθρωπος αγωνίζεται να κατακτήσει πρώτα στο χώρο του επιστητού,
δημιουργώντας τον πολιτισμό στις ποικίλες μορφές του.
Αλλά το φαινόμενο του πολιτισμού το απαρτίζουν δύο στοιχεία. Το πρώτο
είναι το αντικείμενο, δηλαδή τα πολιτισμικά προϊόντα, το δεύτερο είναι το
υποκείμενο, δηλαδή η ψυχική και πνευματική δυναμικότητα του ανθρώπου στη
δημιουργική και ζώσα μορφή του.
Το στοιχείο αυτό δεν το αποτελούν οι ιδέες που έχουν τα υποκείμενα, αλλά
η ικανότητά τους να δημιουργούν ιδέες και να επηρεάζονται από αυτές. Όταν ο
αντικειμενοποιημένος πολιτισμός δεν μπορεί να ξαναγυρίσει στη δημιουργό αρχή
του, να λειώσει τις φόρμες του στο εργαστήριο του υποκειμένου, οδηγείται στην
πτώση.
Η αλήθεια, λοιπόν, μόνο στη διαλεκτική σχέση υποκειμένου και αντικειμένου
είναι δυνατό να νοηθεί. «Τα ιδεολογικά συστήματα –τονίζει ο Jaspers–, που κινούνται στο διχοτομημένο
χώρο του υποκειμένου και αντικειμένου καταλήγουν σ’ έναν ταυτολογικό κύκλο». Η
αλήθεια, θα μας πει ο Berdyaef,
είναι μάλλον μια δημιουργική ανακάλυψη παρά μια ανακλασμένη γνώση του
αντικειμένου.
Με όλα αυτά θέλουμε να τονίσουμε δυο πράγματα: 1) Το πνεύμα είναι
αυτόνομο και ο ρόλος του στη δημιουργία του πολιτισμού είναι κυριαρχικός. 2) Οι
μορφές του πολιτισμού, ως επιγέννημα του πνεύματος, δεν μπορούν ν’ αποχωριστούν
από αυτό και, προπαντός, δεν μπορούν να γίνουν αυτοσκοπός. Εάν πιστέψουμε το
τελευταίο, τότε συνειδητά αναγνωρίζουμε τη δουλεία του πνεύματος στα
δημιουργήματά του, πράγμα που αποτελεί δεινή ύβρι στην αξιοπρέπεια του
ανθρώπου.
β) Ελευθερία
Η ελευθερία είναι ένας άλλος νόμος της πνευματικής ζωής, απόλυτα σχετικός
με την αλήθεια. Ο Berdyaef,
στο βιβλίο του Πνεύμα και πραγματικότητα,
μας δίνει έναν αποκαλυπτικό ορισμό της: «Ελευθερία είναι η αντίθεση προς την
αντικειμενοποίηση». Δηλαδή η αντίθεση του πνεύματος στα επιγεννήματα της
δημιουργικής δραστηριότητάς του. Το πνεύμα καταβάλλει μιαν αέναη προσπάθεια να
δαμάσει τον κόσμο που το περιβάλλει, να δώσει μορφή και ρυθμό στο χάος και την
αρρυθμία. Πρέπει όμως να παραμένει αδέσμευτο και να μην ταυτίζεται με τα
δημιουργήματά του. Αυτό είναι μια πρώτη μορφή ελευθερίας, που φανερώνει την
πίστη στην αυτονομία και αξιοπρέπεια της πνευματικής φύσης του ανθρώπου.
Αλλ’ ο άνθρωπος αγωνίζεται να δαμάσει και το χαώδη εσωτερικό του κόσμο
και να υποτάξει τα βιολογικά ένστικτα και τις ορμές του σε κάποιες ανώτερες
δυνάμεις. Ο αγώνας αυτός είναι προϋπόθεση της εσωτερικής μας ελευθερίας. Η ίδια
η ελευθερία δημιουργεί τις προϋποθέσεις για να υπάρξει. Με την περιχαράκωση του
χαώδους εσωτερικού κόσμου, η ανθρώπινη ύπαρξη δυναμώνει, προσλαμβάνει νόημα και
υψώνεται, όπως υψώνεται η στάθμη των υδάτων, όταν φράσσονται τα περάσματά τους.
Η ελευθερία, λοιπόν, στην ηθική της μορφή δεν είναι αφηρημένη αρχή, είναι
μια βαθύτατα υπαρξιακή επιταγή, που στις αιματηρές της προσβάσεις σπάζει ακόμη
και το βιολογικό της σκεύος, αν χρειαστεί.
Ο πνευματικός άνθρωπος είναι ηθικά ελεύθερος, γιατί το πνεύμα είναι η
ουσία της ζωής του, η βαθύτερη λαχτάρα του, δεν είναι περιέχον, αλλά
περιεχόμενο. «Το πνεύμα, γράφει ο Κάφκα, δεν γίνεται ελεύθερο, παρά μόνο εφόσον
πάψει να είναι περιέχον».
Διαφορετικά, ο άνθρωπος ξεπέφτει σε έναν ωμό υλισμό με κάποια επίφαση, με
ένα βερνίκι πνευματικότητας. Ηθικά μετέωρος, το πιθανότερο είναι να μιμηθεί
τυφλά το σύνολο, να γίνει ένα με τη μάζα, που υποτάσσεται είτε στη θέληση των
δυνατών είτε στις διάφορες τυραννικές ιδεολογίες. Τότε, ο άνθρωπος παύει να
έχει προσωπικότητα, μέσα στη γιγαντιαία αστική οργάνωση γίνεται νούμερο: στη
δημοκρατία είναι ίσος με μία ψήφο, στο στρατό με ένα τουφέκι, στα μέσα μαζικής
μεταφοράς με ένα εισιτήριο. Με την εξαφάνιση όμως του προσωπικού στοιχείου,
αποδυναμώνεται η συνείδηση της προσωπικής ευθύνης έναντι της ιστορίας και του
Θεού. Ο Κίρκεγκωρ γράφει: «Η εποχή μου με φονεύει ως πρόσωπο, ως συγκριμένη
μονάδα με προσωπική ευθύνη πνεύματος και ύστερα διδάσκει την αθανασία του
γενικού, της αφηρημένης γενικότητας». Τυπική εκδήλωση του φαινομένου έχουμε στα
απολυταρχικά καθεστώτα, όπου ο άνθρωπος είναι επιφαινόμενο μέσα στο βασικό
φαινόμενο της οικονομικής κοινωνίας και της κρατικής εξουσίας.
Το νόημα της ελευθερίας είναι πολύ βαθύ και δεν εξαντλείται ασφαλώς με τα
λίγα αυτά. Τούτο μόνο θα ήθελα να τονίσω και πάλι: Ο πνευματικός άνθρωπος είναι
ελεύθερος πνευματικά και ηθικά. Αυτό σημαίνει ότι έχει τεθεί σε σωστή σχέση
προς τις γνωστικές και ηθικές αξίες και προς τους συνανθρώπους του. Δεν
εκτρέπεται στον ατομικισμό –στον «ατομικό ιμπεριαλισμό», όπως τον χαρακτηρίζει
ο Γάλλος Julien Benda–
ούτε υποτάσσεται στη μάζα και στις ιδεολογίες που σκοτώνουν την προσωπικότητά
του. Συμμετέχει δημιουργικά στη διαδικασία του πολιτισμού, αλλ’ έχει συνείδηση
της μοναξιάς του αναδιπλώνεται στον εαυτό
του, στις μυστικές πηγές της ύπαρξής του, για να πάρει –σαν άλλος Ανταίος–
δύναμη. Είναι μαχητής αλλά και αναχωρητής, μέσα στον πολύβουο κόσμο δεν παύει
να έχει ως κύριο μέλημά του το «λαμπρόν θέαμα του κόσμου», την ενατένιση της
θεότητας, του «όντως όντος» κατά Πλάτωνα. Γνωρίζει ο πνευματικός άνθρωπος ότι η
ηθική ελευθερία χωρίς την πίστη σε ένα Θεό γίνεται εξαιρετικά αβαρής και
ευρίσκεται σε κίνδυνο.
γ) Θρησκευτικότητα
Και με τις σκέψεις αυτές προσεγγίζουμε ήδη έναν τρίτο, επίσης σπουδαίο,
νόμο της πνευματικής ζωής, τη θρησκευτικότητα. «Το πρώτο κινούν του πολιτισμού
–σημειώνει ο Heidegger–
είναι το υπαρξιακό τραύμα για την ελλειμματικότητα του ανθρώπου». Η προσπάθεια
για τη λύτρωση είναι συλλογική, αλλ’ ο έσχατος σκοπός είναι, και πρέπει να
είναι, η λύτρωση κάθε ατόμου, που είναι μοναδική και ανεπανάληπτη παρουσία στην
ιστορία. Αλλά τα ανθρώπινα ιδεολογικά συστήματα δεν ικανοποιούν και ο καθένας
νιώθει ότι η λύτρωση είναι χρέος προσωπικό, ευθύνη ατομική.
Καθώς αναδιπλώνεται μέσα του, νιώθει ο συγκεκριμένος άνθρωπος την ορμή
της ύπαρξης για το αιώνιο και αθάνατο, θέλει να ενωθεί με αυτό. Αυτός είναι ο πλατωνικός έρως, ο βαθύτατος πόθος της
ψυχής να ενωθεί με την ιδέα του αγαθού, να προχωρήσει από το μερικό στο γενικό.
Τότε μόνο η ύπαρξή μας αποκτά διάρκεια και σταθερότητα και η ηθική μας
ελευθερία θεμελιώνεται. «Η διαίρεση, που διακρίνει τον κόσμο των πλασμάτων
–γράφει ο αείμνηστος καθηγητής Ιωάννης Θεοδωρακόπουλος–, αίρεται μέσα σ’ αυτή
τη θεία ενότητα, χωρίς να καταργείται ο άνθρωπος ως προσωπική παρουσία
πνεύματος. Μέσα στο Θεό το πνεύμα αναπαύεται, η σχέση με τη θεότητα είναι
ελεύθερη και αυτενέργητη σχέση του πεπερασμένου με το άπειρο».
Το φαινόμενο αυτό της θρησκευτικότητας είναι παγκόσμιο, πανανθρώπινο. Ο
αείμνηστος καθηγητής Νικόλαος Λούβαρις έγραφε κάποτε στο βιβλίο του Μεταξύ δύο κόσμων: «Τα θρησκευτικά και φιλοσοφικά
συστήματα και οι μεγάλοι θρύλοι, όλα εξωτερικεύσεις των μύχιων πόθων της ψυχής
της ανθρωπότητας, είναι μυριόστομοι εκφράσεις της ακαταλύτου ορμής του ανθρώπου
προς διασκέλισιν των ορίων, εντός των οποίων κρατεί αυτόν δέσμιον η ατομική ζωή
και η φύσις». Και προσθέτει: «Η τάσις αυτή προς κάτι ανώτερον και καθαρώτερον
είναι εκ των γνησιωτέρων γνωρισμάτων πνευματικότητος».
Αλλά πρέπει να τονιστεί μια αλήθεια, που συχνά διαφεύγει από τους
διανοούμενους. Η πίστη είναι ένα άλμα πέρα από τη νόηση. Στο σημείο αυτό θα
ξαναδώσω το λόγο στο Νικόλαο Λούβαρι: «Υπάρχουν διοράσεις του μεταφυσικού, αλλ’
εις ταύτας οδηγεί όχι η νόησις, αλλ’ η κίνησις της ζωής, τα μεταφυσικά
συναισθήματα, τα βιώματα τα οποία γεννούν εις τον άνθρωπον αι αντινομίαι της
υπάρξεως, η εσωτερική διάσπασις, η πάντοτε ανικανοποίητος τάσις προς τον
απεριόριστον, τον ευρύτερον, τον συνολικόν εκείνον κόσμον».
Η προσπέλαση του υπερβατικού απαιτεί μια ιδιαίτερη γνώση των συμβόλων,
που δυστυχώς μας λείπει, όπως παρατηρεί ο Άγγελος Τερζάκης: «Η ατραπός των
συμβόλων είναι η μόνη που μας οδηγεί στη Θεότητα. Και εφράχθη».
Αυτός είναι ο παραλογισμός της εποχής μας: η πλησμονή της λογικής. Το
διαλυτικό πνεύμα του ξηρού επιστημονισμού έχει εισχωρήσει και στο χώρο του
υπερβατικού. Ο Θεός έγινε λογική έννοια με ορισμένο περιεχόμενο και με σαφώς
περιγεγραμμένες ιδιότητες. Αλλά, όπως τονίζει ο Berdyaef, αυτό δεν μπορεί να έχει σχέση
με την πίστη, που είναι μια κατάσταση τόσο απεγνωσμένη, όσο και η ανταρσία κατά
του Θεού. Ο χώρος του υπερβατικού είναι χώρος σιωπής και προσευχής. Ο
πνευματικός άνθρωπος, αυτός που έχει ανοιχτά τα μάτια της ψυχής του,
συλλαμβάνει με αμεσότητα, χωρίς την παρεμβολή της λογικής, τα μηνύματα της
αιωνιότητας γνωρίζοντας ότι τα σύμβολα δεν ερμηνεύονται, διατηρώντας διαχρονικά
την εγκυρότητά τους.
Πιστεύω ότι η ουσία στο θέμα της θρησκευτικότητας αποκαλύπτεται στη ρήση
του Ηράκλειτου: «Ο άναξ, ου το μαντείον το εν Δελφοις, ούτε λέγει ούτε κρύπτει,
αλλά σημαίνει».
δ) Δημιουργία
Η δημιουργία νέων μορφών πολιτισμού είναι επίσης από τα βασικότερα
γνωρίσματα της πνευματικής ζωής, ένας ουσιωδέστατος νόμος της.
Κάθε άνθρωπος έχει τη δυνατότητα να δώσει το δικό του νέο μήνυμα στον
κόσμο, ιδιαίτερα όμως αυτό αποτελεί το προνόμιο και το χρέος του πνευματικού
ανθρώπου. Αυτός, προπάντων, απαλλαγμένος από τα δεσμά της αυθεντίας, καλείται
να συμβάλει με τις προσπάθειές του στη δημιουργία νέων μορφών πολιτισμού. Αυτό
όμως προϋποθέτει να συγκεράσει μέσα του όλες τις εμπειρίες του παρελθόντος,
αλλά και όλη τη γνώση και την αξιοσύνη του καιρού του.
Δεν μπορεί ο πνευματικός δημιουργός να αγνοήσει το παρελθόν. Βέβαια, το
πρόβλημα της ζωής θα το θέσει εξυπαρχής μέσα του, όμως η ιστορική μνήμη θα τον
βοηθήσει να αποφύγει τις αυθαιρεσίες και την εξαλλοσύνη. Το παρελθόν είναι
σίγουρα αυτό που μας συνδέει δια του παρόντος με το μέλλον. Και, όπως γράφει ο
Σεφέρης στις Δοκιμές του, «σβήνοντας
ένα κομμάτι από το παρελθόν, σβήνει κανείς και ένα αντίστοιχο κομμάτι από το
μέλλον».
Ο σεβασμός όμως της παράδοσης δεν σημαίνει άγονη μίμηση. Η δημιουργική
ζωή είναι μια συνεχής έξοδος από την παράδοση, δηλαδή όχι αποκοπή, αλλά
περαιτέρω εξέλιξη και ανανέωση. Η παράδοση είναι ένα ζωντανό πνεύμα, όχι
αποστέωση, είναι μια απειροδύναμη ζωή, που πρέπει να τη βιώσουμε στην ουσία της
αναπτύσσοντας, στη συνέχεια, τη δική μας αυτόνομη και αυθεντική ζωή.
Αναπτύσσοντας τη δική μας ζωή, θρεμμένοι από το δικό μας πολιτισμό, θα
στραφούμε πάλι προς τις πηγές μας με αυτοπεποίθηση και όχι με συνείδηση
περιδεή. Τότε, το παρελθόν μάς αποκαλύπτεται σε όλη την πληρότητα και τη
ζωογόνο πνοή του. Αυτή η αέναη βίωση του παρελθόντος και του παρόντος, η
αφομοιωτική επεξεργασία των στοιχείων της παράδοσης και η δημιουργία νέων
μορφών ζωής και πολιτισμού, είναι το γνώρισμα των ελευθέρων προσωπικοτήτων.
3. Προς τις πηγές
της πνευματικής ζωής
Νομίζω ότι απ’ όσα ειπώθηκαν ως τώρα έγινε φανερό ότι η έννοια του
πνευματικού ανθρώπου είναι πολύ πλατιά. Αν θέλαμε να δώσουμε ένα συνοπτικό
ορισμό του, θα λέγαμε ότι είναι η αληθινή προσωπικότητα. Και η αληθινή
προσωπικότητα παρουσιάζει ενότητα και αξιοκρατία. Αυτά τα δύο είναι απαραίτητα,
για να υπάρξει πραγματική πνευματική ζωή. «Αυτό που έχει σημασίαν –γράφει ο
αείμνηστος σπουδαίος φιλόλογος Ιωάννης Συκουτρής– είναι να εύρωμεν ολόκληρον
τον άνθρωπον, την ολόκληρον και ομόρρυθμον πνευματικήν ζωήν».
Όπως είναι γνωστό, η υλοποίηση του οράματος αυτού υπήρξε η σταθερή
επιδίωξη της αρχαιοελληνικής σκέψης. Πρώτοι οι αρχαίοι Έλληνες προχώρησαν σ’
ένα ιεραρχημένο και σοφό σύστημα αξιών δίνοντας προτεραιότητα στον άνθρωπο, για
την αξία του οποίου δεν είχαν καμιά αμφιβολία, αδιάφορο αν είναι τόσο μικρός σ’
ένα τόσο μεγάλο σύμπαν. Ο χριστιανισμός, αργότερα, μετά την υπέρβαση των
αρχικών αντιθέσεων με τον ελληνισμό, αξιοποίησε δημιουργικά την ελληνική σοφία,
ώστε να αποτελεσθεί το σύστημα εκείνο των αξιών, στο οποίο στηρίζεται ολόκληρο
το οικοδόμημα του ευρωπαϊκού πολιτισμού.
Δεν πρόκειται να επεκταθώ περισσότερο επαναλαμβάνοντας πράγματα γνωστά
και χιλιοειπωμένα. Θέλω μόνο να τονίσω τούτο: Το σύστημα αυτό των αξιών
διαχρονικά διατηρεί όλη την αίγλη του, άσχετα αν η αναξιότητα και η υποκρισία
κάποιων εκκλησιαστικών ταγών το αμαύρωσαν ή αν η ανίερη εκμετάλλευσή του από
τυραννικά καθεστώτα, όπως αυτό της επταετίας με το ολέθριο εκείνο έμβλημά της,
«Ελλάς Ελλήνων Χριστιανών», το κλόνισε προσωρινά στις συνειδήσεις των πολλών.
Εξακολουθεί, επομένως, το σχήμα των αξιών του ελληνοχριστιανικού
πολιτισμού, που διαρρέει όλη την ιστορία του ευρωπαϊκού πνεύματος, να αποτελεί
το σταθερό έδαφος, στο οποίο μπορεί να στηριχθεί η παιδεία, ιδιαίτερα, η
ελληνική, για να πλάσει τις ολοκληρωμένες προσωπικότητες, που όλοι
ονειρευόμαστε.
4. Αναφορά στη σύγχρονη εποχή
Αλλά γεννάται πελώριο το ερώτημα: Ποιο είναι το πνευματικό περιεχόμενο
της εποχής μας και ποια η αποστολή του πνευματικού ανθρώπου μέσα σ’ αυτήν;
Ήδη έχω κάμει κάποιους υπαινιγμούς, ωστόσο πρέπει να εξετάσω
διεξοδικότερα –οπωσδήποτε όμως
συνοπτικά – το καίριο αυτό θέμα.
Η εποχή μας είναι αναμφισβήτητα ένας σταθμός. Είναι μια εποχή μεγάλη,
κοσμοϊστορική, γιατί έδειξε με τα επιτεύγματα της επιστήμης και τα διαστημικά
κατορθώματα το μεγαλείο του ανθρώπινου νου. Είναι όμως και «ανθελληνική», για
να χρησιμοποιήσω την έκφραση του Κώστα Τσιρόπουλου. Ανθελληνική, με την έννοια
ότι απουσιάζει η ισορροπία μεταξύ των αξιών του πολιτισμού, η οποία ήταν βασικό
γνώρισμα της ελληνικής αρχαιότητας. Το δράμα της εποχής μας έγκειται στο ότι
παρουσιάζει μια ανισορροπία εξουθενωτική με ανάπτυξη ασύμμετρη και πρόοδο
κακοήθη, αφού ο άνθρωπος δεν προλαβαίνει να εξοικειωθεί με αυτήν και να της
δώσει νόημα πνευματικό.
Στον αρχαίο ελληνισμό της ακμής, μια άγρυπνη συνείδηση είχε κρίσιμη
σημασία, φώτιζε μια ολόκληρη εποχή. Σήμερα, ο εξαστισμός και η μαζοποίηση έχουν
αναιρέσει την αξία της προσωπικότητας, που είναι συνθετική ολοκληρία. Σήμερα,
δεν υπάρχει ο πόθος για την παιδεία, δηλαδή την αγωγή του όλου ανθρώπου, αλλά για
την μάθηση που εκφράζεται με το πάθος της ειδίκευσης. Η ειδίκευση, η
αποκλειστική και στενή, είναι βέβαια μια αδήριτη ανάγκη, αλλά ταυτόχρονα και
μια πρόκληση, εγκυμονεί κινδύνους για την ηθική ακεραιότητα του ατόμου. «Ο
καταμερισμός –παρατηρεί ο Συκουτρής– προάγει εις έκτασιν το ανθρώπινον πνεύμα,
μειώνει όμως το βάθος της ανθρωπίνης προσωπικότητος. Αντικαθιστά τον
πολιτισμόν, όπως τον έξησαν οι αρχαίοι Έλληνες, με τον επαγγελματισμόν της
ερεύνης».
Η εποχή μας χαρακτηρίζεται ακόμη από ένα στυγνό ατομικισμό. Ο καθένας
προχωρεί στο δρόμο του αδιαφορώντας για την ύπαρξη του άλλου. Και όχι μόνο
αυτό, το κράτος και το άτομο βρίσκονται σε μια συνεχή αντιδικία. Ο αρχαίος
Έλληνας, αντίθετα, εντάσσεται σε μια πολιτεία, που είναι ολοκληρωτική σύνθεση
των αξιών
είναι η τροφός της προσωπικότητας.
Αλλά το τραγικότερο γνώρισμα τα μεγάλης κατά τα άλλα εποχής μας είναι ο
πρακτικός υλισμός, η διάσταση θεωρίας και πράξης. Είμαστε ιδεολόγοι στη θεωρία,
αλλά υλιστές στην πράξη. Στόχος μας είναι η ευημερία, η αύξηση του εισοδήματος,
η άνεση. Η άνεση, που ναρκώνει τις συνειδήσεις και οδηγεί σ’ έναν πνευματοκτόνο
εφησυχασμό. Μας λείπει ο συνεχής διάλογος με τις ιδέες, η αγωνία για τα μεγάλα
προβλήματα της ύπαρξής μας.
Ζητούμε την ευτυχία έξω από τον εαυτό μας, ενώ μόνο στην αληθινή
συμφιλίωση με τον εαυτό μας μπορούμε να τη βρούμε. Ευτυχία είναι πλήρωση ψυχής,
είναι ησυχασμός της λυτρωμένης συνείδησης, είναι η βαθύτερη εξοικείωση με όλα
εκείνα που συνθέτουν τη ζωή μας και γίνονται η καθημερινή μας εμπειρία.
Ζούμε χωρίς οραματισμούς, χωρίς βαθύτερες ελπίδες, χωρίς εξάρσεις
πνευματικές. Ιδανικό μας είναι η ελευθερία. Αλλά μια ελευθερία, που είναι συχνά
αναρχία, ένας μυστικός μηδενισμός. Εν ονόματι αυτής της ελευθερίας, δικαιώνουμε
την πνευματική μετακίνησή μας από αρχή σε αρχή, από ιδανικό σε ιδανικό. Είναι,
με άλλα λόγια, η εποχή μας τραγικά διεσπασμένη και αντιφατική, χωρίς ενότητα
και αξιοκρατία.
Μέσα σ’ αυτή την εποχή, καλείται ο πνευματικός άνθρωπος, όπως τον
σκιαγραφήσαμε, να λάβει μια υπεύθυνη θέση. Στις κρίσιμες στιγμές του πολιτισμού,
ο κόσμος όλος στρέφεται στους ανθρώπους του πνεύματος. Αυτοί καλούνται να
γίνουν οι οδηγοί. «Τίποτε δεν μπορεί να μας βοηθήσει τόσο –γράφει ο Jaspers–, όσο μια φωτισμένη
συνείδηση».
Έχω πει και σε άλλη ομιλία μου ότι ο πνευματικός άνθρωπος δεν προσπαθεί
να χαθεί μέσα στην ανωνυμία. Περπατεί στις κορυφογραμμές, είναι ο σύντροφος της
ιστορίας. Δεν είναι ο ρόλος του να εκφράζει απλώς, να περιγράφει την εποχή του.
Τότε, δεν είναι άξιός της. Είναι μόνο ο φωτογράφος της. Οι άξιοι εκφράζουν και
το δέον κάθε εποχής.
Έχει χρέος ο πνευματικός άνθρωπος να αποκαλύψει στους πολλούς, που τόσα
περιμένουν από αυτόν, τις αλήθειες του πνεύματος, το νόημα της ευτυχίας, να
διδάξει με τα λόγια και τα έργα του, τον αληθινό ανθρωπισμό, που είναι
θεοκεντρικός, δηλαδή έχει στόχο τον άνθρωπο αλλά κέντρο τον Θεό. Αυτός ο
ανθρωπισμός είναι το μέγα αίτημα εποχής μας.
Όταν ο Θεός απουσιάσει, ο άνθρωπος ως προσωπικότητα βουλιάζει. Οι
θηριωδίες και οι εκατόμβες αίματος του τελευταίου παγκοσμίου πολέμου και των
πολέμων των ημερών μας, η βαρβαρότητα των ηθών και η βάναυση περιφρόνηση της
αξίας της ανθρώπινης ζωής, που καθημερινά ζούμε σ’ όλα τα μήκη και πλάτη της
γης, ο εκχυδαϊσμός της δημόσιας ζωής και η καταπάτηση όλων των θεσμών, που
συγκροτούν τον κοινωνικό ιστό, είναι καρπός αυτού του ανθρωπισμού, που
καλλιεργεί τις κλασσικές σπουδές, λατρεύει τη μουσική, τις τέχνες, τη
λογοτεχνία, αλλά, που, αθετώντας τον Θεό, αθετεί και τον άνθρωπο ως
προσωπικότητα.
Συμπερασματικά, ο πνευματικός άνθρωπος πρέπει να αποκαταστήσει την
κλονισμένη πίστη στην αξιοπρέπεια του ανθρώπου διδάσκοντας τους άλλους,
πρωτίστως με το παράδειγμά του, με τη συνέπεια λόγων και έργων. Ας
συνειδητοποιήσουμε κάποτε ότι το κύριο καθήκον ενός κόσμου που επιθυμεί
μεγαλοσύνη και διάρκεια είναι να επιχειρήσει την αναστήλωση του ανθρώπου.
Είναι βαριά η αποστολή του πνευματικού ανθρώπου στην εποχή μας. Έχει
συνείδηση της μοναξιάς του, βλέπει συχνά ότι ζει μέσα στην ένδεια, αλλά ποτέ
δεν παρασύρεται από τον πυρετό της ευδαιομονίας. Η ακοίμητη έγνοια του είναι το
πνεύμα, όχι η ύλη. Οι ιδέες δεν είναι γι’ αυτόν πολυτέλεια, είναι ανάγκη ζωής.
«Ο πνευματικός άνθρωπος –γράφει ο Emerson– είναι ο μόνος που υψώνεται επάνω από τις προσωπικές
ιδιοτέλειες και ζει και αναπνέει στη σφαίρα του εποπτικού και μεγαλόπνοου
στοχασμού. Είναι το μάτι του κόσμου. Είναι ακόμα η καρδιά του κόσμου».
5. Επιλογικά
Κυρίες και
κύριοι,
«Τον κόσμο τον συνθέτουν δύο υλικά: η Σιωπή και το Σκότος –τα έσχατα
μυστικά του σύμπαντος…. Τον κόσμο τον ανασυνθέτουν δύο υλικά: ο Λόγος και το
Φως –αιφνίδια εξαγγέλματα αθανασίας». Με τα λόγια αυτά ο Χρήστος Μαλεβίτσης,
στο βιβλίο του Προοπτικές, εκφράζει
την πίστη του στον κυριαρχικό ρόλο του πνεύματος επάνω στις δυνάμεις της ύλης.
Νομίζω ότι είναι καιρός να πιστέψουμε στη δύναμη του πνεύματος. Η
σημερινή εποχή αναζητεί το πνεύμα, το παντοδύναμο και κυρίαρχο, που θα
ανακαλύψει ανάμεσα στον τρομακτικό συμφυρμό των αγελαίων μονάδων τον άνθρωπο
και θα τον τοποθετήσει στο πρώτο του βάθρο. Υπάρχουν πολλοί, που πιστεύουν ότι
η μάχη του πνεύματος είναι χαμένη, ότι η πνευματική ζωή ρυθμίζεται εκ των κάτω
και όχι εκ των άνω, ότι οι άνθρωποι του πνεύματος αφομοιώνονται τελικά από τη
μάζα και εγκαταλείπουν τα υψηλά οράματα. Δεν συμμερίζομαι την απαισιόδοξη αυτή
άποψη. Η μάχη του πνεύματος δεν κρίνεται σε διάστημα δύο ή τριών γενεών, είναι
μια μάχη εν εξελίξει, είναι θα έλεγα το περιεχόμενο όλης της ιστορίας του
ανθρώπου.
Και ήδη φτάνω στο τέλος της ομιλίας μου. Οφείλω, πριν τελειώσω, να κάμω
μια διευκρίνιση. Γνωρίζω ότι πιθανόν να υπάρξουν αντιρρήσεις και ως προς τον
τρόπο διαπραγμάτευσης του θέματος και ως προς τις θέσεις που υποστήριξα. Αυτό
το βρίσκω φυσικό για ένα θέμα τόσο βασικό και πολύπλοκο. Δεν ήταν, εξάλλου,
πρόθεσή μου να εκθέσω δογματικά αμετακίνητες απόψεις, αλλά περισσότερο να
εκφράσω ένα ιδανικό μου.
Και τώρα, καθώς βλέπω τον εαυτό μου κάτω από αυτό το υψηλό όραμα του
πνευματικού ανθρώπου, νιώθω αληθινή συντριβή.
Με παρηγορεί όμως η σκέψη ότι οι ώρες που διέθεσα στο αγαπημένο μου όραμα
αποτέλεσαν μια λυτρωτική φυγή από την εφιαλτική πραγματικότητα.
Έχω τη γνώμη πως, στις κρίσιμες στιγμές που περνούμε, η ανάταση στους
καθαρούς χώρους του πνευματικού ουρανού γαληνεύει και γεμίζει το είναι μας με
φως και ομορφιά. Ιδιαίτερα στις ημέρες μας διατηρεί όλη την επικαιρότητά του, ο
στίχος του εθνικού μας ποιητή:
«Γλυκό είναι της παράδεισος να μελετάς τα κάλλη».
*Oμιλία στον κύκλο των φιλολογικών βραδινών της Εταιρείας Λογοτεχνών στη Δημ.Βιβλιοθήκη Πατρών
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου