Πέμπτη 26 Νοεμβρίου 2015

ΕΝΤΥΠΩΣΙΑΚΗ Η ΟΜΙΛΙΑ ΜΑΡΚΟΠΟΥΛΟΥ

                                             ΕΝΤΥΠΩΣΙΑΚΗ Η ΟΜΙΛΙΑ ΜΑΡΚΟΠΟΥΛΟΥ
ΣΤΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ

Μέσα σε μια κατάμεστη από συμπολίτες πνευματικούς ανθρώπους, υπηρέτες των γραμμάτων και των τεχνών αλλά και απλών φιλότεχνων πολιτών μίλησε ο συμπολίτης πρώην Σχολικός Σύμβουλος Δημήτρης Μαρκόπουλος με θέμα: «Ο Νίτσε,θαυμαστής του αρχαιοελληνικού πνεύματος».
To ομιλητή παρουσίασε ο πρόεδρος της Εταιρείας  Λεωνίδας Μαργαρίτης ο οποίος σκιαγράφησε την προσωπικότητα του ομιλητή και με λίγα λόγια, φώτισε την προσφορά του στα γράμματα.
Ο κ.Μαργαρίτης μεταξύ των άλλων σημείωσε και τα εξής: Ο ομιλητής γεννήθηκε στην πόλη μας όπου και διαμένει μόνιμα. Σπούδασε παιδαγωγικά στη Μαράσλειο έτυχε μετεκπαιδεύσεως  στο Πανεπιστήμιο Αθηνών   ενώ παράλληλα σπούδασε Πολιτικές επιστήμες στο Πάντειο Πανεπιστήμιο  και κατέστη πτυχιούχος του.
Ακολούθως  φοίτησε για δυο χρόνια στη Θεολογική Σχολή χωρίς ωστόσο να ολοκληρώσει τις σπουδές του αυτές. 
Υπηρέτησε στη Δημοτική εκπαίδευση σε σχολεία των νομών Ηλείας και Αχαΐας ενώ το 1981 επιλέχθηκε Επιθεωρητής Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης και υπηρέτησε  στην περιφέρεια Τριφυλίας. Μετά την κατάργηση του θεσμού έγινε Σχολικός Σύμβουλος και υπηρέτησε αρχικώς στην  Περιφέρεια Λεχαινών και στη συνέχεια  στην αντίστοιχη  των Πατρών από όπου και συνταξιοδοτήθηκε.
Ωστόσο δεν έμεινε μόνο στα διδακτικά και διοικητικά του καθήκοντα, υπήρξε συνεργάτης  εφημερίδων και περιοδικών τα οποία δημοσίευαν    κείμενά του, κοινωνικού, παιδαγωγικού και φιλοσοφικού περιεχομένου,
 Έχει πραγματοποιήσει  πλήθος ομιλιών προσκαλεσμένος από  πολιτιστικούς και επιστημονικούς φορείς.
Είναι μέλος της Ένωσης Καθηγητών για την προαγωγή της  Φιλοσοφίας στην εκπαίδευση, της ΄Ένωσης Καθηγητών και διανοουμένων  ακόμη  συνεργάτης του περιοδικού «ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΚΑΙ ΠΑΙΔΕΙΑ».
Ακολούθως ο πρόεδρος της Εταιρείας έδωσε το λόγο στον ομιλητή ο οποίος αφού αρχικώς ευχαρίστησε την εταιρεία Λογοτεχνών και τον πρόεδρο της αναφέρθηκε διεξοδικά αρχικά στον εορτασμό της Παγκόσμιας Ημέρας της Φιλοσοφίας και ακολούθως ανάπτυξε το θέμα του όπως είχε προγραμματισθεί.
Ο ομιλητής είπε μεταξύ άλλων και τα εξής:
 «O γερμανός φιλόσοφος Νίτσε, επικαλούμενος το αρχαιοελληνικό πνεύμα, πιστεύει ότι  τη ζωή τη διαμορφώνουν δύο ιδεώδη: Το Διονυσιακό & το Απολλώνειο. Ο Νίτσε προτιμά ν’ ακολουθήσει το δρόμο του Διονύσου, γιατί είναι μια ζωή εκστατική, αντιφατική, που γκρεμίζει και ξαναχτίζει χωρίς κανέναν ηθικό καταλογισμό μια ζωή που μας αποκαλύπτει το πάσχειν, τη σκληρότητα, τον τρόμο και τη φρίκη που συνυπάρχουν στον πυρήνα της κοσμικής ύπαρξης, γεγονός που κάνει τον άνθρωπο να συναισθάνεται μέσα του την έννοια και της δικής του τραγικότητας. Ο Διόνυσος γι’ αυτόν συμβολίζει την τραγική υπέρβαση του προσωπικού στοιχείου γι’ αυτό και υπήρξε η κεντρική μορφή στη σκέψη του Νίτσε από την εποχή που έγραψε τη «Γέννηση της τραγωδίας», έως την τελική παρανοϊκή του ταύτιση με τον Θεό, το όνομά του οποίου χρησιμοποιούσε για να υπογράψει τις επιστολές του.
Δεν απαρνιέται όμως και τον Απόλλωνα, που στολίζει τη ζωή με ομορφιά και λεπτότητα με μουσικότητα και αρμονία. Καλλιτέχνης είναι και ο ίδιος. Μουσικός συνθέτης και ποιητής. Για ένα πράγμα εναντιώνεται στον Απόλλωνα. Γι’αυτό που είναι χαραγμένο στην είσοδο του ναού του στους Δελφούς. Για το  «Μηδέν άγαν!» Τραγικός και δυναμικός καθώς είναι απεχθάνεται το μέτρο. Θέλει η δύναμή του να φτάνει στα άκρα, εκεί που τον οδηγεί η ιδέα του υπεράνθρωπου. Υπαρξιακός φιλόσοφος είναι, που αναζητά διαρκώς τις υπερβάσεις του στης ζωής του τον αγώνα. Πως θα επιτύχει αν πειθαρχήσει στο «μηδέν άγαν» του Απόλλωνα και στο «μέτρον άριστον» του Σωκράτη και του Αριστοτέλη;
Ο Νίκος Καζαντζάκης που είχε μελετήσει πολύ τον Νίτσε και είχε επηρεαστεί αρκετά από τις ιδέες του, τοποθετώντας τον εαυτό του στην ίδια μοίρα, έγραψε στο πρωτοσέλιδο του βιβλίου του «Αναφορά στον Γκρέκο» για τρεις ψυχές που προσεύχονται:
Η πρώτη ψυχή λέει: «Δοξάρι είμαι στα χέρια σου Κύριε. Τέντωσέ με αλλιώς θα σαπίσω». Η δεύτερη ψυχή λέει: «Μη με παρατεντώσεις Κύριε, θα σπάσω» Και η Τρίτη: «Παρατέντωσέ με Κύριε, κι ας σπάσω!» Αυτή η Τρίτη προσευχή ήταν το μήνυμα που του ΄στελνε ο Νίτσε.

Κανείς φιλόσοφος δεν μελέτησε σ’ όλο το βάθος και το πλάτος τον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό όσο ο Νίτσε. Γνώστης της ελληνικής γλώσσας μελέτησε όλους τους φιλοσόφους, τους ποιητές, τους καλλιτέχνες, το θέατρο, την παιδεία και γενικά τον όλο πολιτισμό που αναπτύχθηκε στην ευλογημένη τούτη χώρα. Έκφραση του θαυμασμού του προς το αρχαίο ελληνικό πνεύμα ήταν το γεγονός πως η εναρκτήρια πανεπιστημονική του ομιλία είχε ως θέμα «Ο Όμηρος και η κλασική φιλολογία».
Στους φοιτητές του δίδαξε όλους τους κλασικούς ποιητές, τους προσωποκρατικούς φιλοσόφους, ανάλυσε τους Πλατωνικούς διαλόγους, μίλησε ιδιαίτερα για τον Σωκράτη και τον Αριστοτέλη, για τους σοφιστές και τους στωικούς, τους μίλησε για το αρχαίο ελληνικό θέατρο υμνώντας ιδιαίτερα τους τραγικούς Αισχύλο και Σοφοκλή, τους μύησε στην ελληνική τέχνη και αρχιτεκτονική, τους γνώρισε τη θαυμαστή ελληνική Μυθολογία και τους έκανε να αγαπήσουν την κλασική ελληνική παιδεία, που πέτυχε την αρμονική ανάπτυξη της ψυχής και του σώματος πλάθοντας τους «καλούς και αγαθούς πολίτες».
Η φιλοσοφία του έχει τις ρίζες της στο αρχαίο ελληνικό πνεύμα. Τα περισσότερα από τα βιβλία του αναφέρονται αποκλειστικά στην ελληνική αρχαιότητα όπως είναι: «Η γέννηση της φιλοσοφίας στα χρόνια της ελληνικής τραγωδίας», «Η γενεαλογία της ηθικής», «Οι διθύραμβοι του Διονύσου», «Η γένεση της τραγωδίας», «Κείμενα για την Ελλάδα», δοκίμια για τον Δημόκριτο, τον Θεόγνη και τον Διογένη Λαέρτιο κ.α.  Σε ορισμένα βιβλία του γράφει με το στυλ των Πλατωνικών διαλόγων.
Και για να καταστήσω σαφέστερο τον θαυμασμό του Νίτσε προς την Ελλάδα θα σας  αναφέρω μερικά αυτούσια αποσπάσματα του λόγου του, έτσι όπως τα βρήκα διάσπαρτα διαβάζοντας τα βιβλία του. Γράφει:
«Όλοι, όσοι σε κάποια ευτυχισμένη στιγμή εμπνεύσεως, ένιωσαν βαθιά πόσο μοναδική και απρόσιτη είναι η ελληνική αρχαιότητα και πάλεψαν ύστερα δυνατά με τον εαυτό τους για να κρατηθούν στην πεποίθησή τους αυτή, ξέρουν ότι η πρόσβαση σ’ αυτή τη φώτιση είναι ανοικτή μόνο για λίγους».
«Θέλουμε μια παιδεία με ανώτερους στόχους, που να στηρίζεται στους στύλους της ελληνικής αρχαιότητας, που εξασφαλίζει τις απολυτρωτικές δυνάμεις για μεγαλύτερα πετάγματα. Οδηγείστε τους μαθητές σας προς τα πίσω, στον ατέλειωτο μακρινό δρόμο της Ελλάδας, στην αυθεντική πατρίδα της παιδείας!»
Και αλλού: «Πώς θα σας φαινόταν η μόρφωση του ανθρώπου, αν μπορούσατε να την σταθμίσετε με τρία κριτήρια: Πρώτον, την έφεσή του για την φιλοσοφία, δεύτερον, το ένστικτό του για την τέχνη και τέλος τη σχέση του με την ελληνική αρχαιότητα, που είναι η χειροπιαστή κατηγορική προσταγή κάθε πνευματικού πολιτισμού! Αν αφαιρέσετε τους Έλληνες, τη φιλοσοφία και την τέχνη, από ποία σκάλα λογαριάζετε να ανεβείτε στην κορφή της ζωής σας;»
«Αν θέλετε να γίνεται άξιοι φιλόλογοι, έλεγε στους φοιτητές του, θα πρέπει να μάθετε την ελληνική γλώσσα και να γνωρίσετε την αρχαία ελληνική γραμματεία. Γιατί κατά την εξέταση του μαθήματος της γερμανικής γλώσσας, δεν μπορέσαμε να βρούμε τίποτα που να θυμίζει το αρχαίο κλασικό πρότυπο, το μεγαλείο της γλωσσικής αγωγής στην ελληνική αρχαιότητα».
 Και απευθυνόμενος πάλι στους Γερμανούς φιλολόγους τους έλεγε:«Πόσο σπάνια ανακαλύπτουμε στη νεότερη γενιά των φιλολόγων το συναίσθημα της ντροπής, ότι μπροστά σε έναν τέτοιο κόσμο, όπως ο ελληνικός, δεν έχουμε καν το δικαίωμα να υπάρχουμε¨ απεναντίας, πόσο αδιάφορα και αδιάντροπα τα κλωσσοπούλια αυτά χτίζουν τις άθλιες φωλιές τους μέσα στους πιο μεγαλόπρεπους ναούς της ελληνικής αρχαιότητας! Πώς τολμούν με τις πολύ λειψές τους δυνάμεις να ξανασηκώσουν το αναποδογυρισμένο άγαλμα της ελληνικής αρχαιότητας, αφού πρόκειται για κολοσσό που τα άτομα σκαρφαλώνουν επάνω του σαν νάνοι;»
Μιλώντας για το αρχαίο ελληνικό κράτος, τονίζει: «Για τον ΄Έλληνα το κράτος δεν ήταν μόνο φρουρός, ρυθμιστής, επιτηρητής του πολιτισμού του, αλλά μπρατσωμένος σύντροφος και συναγωνιστής, που βγαίνει με τ’ άρματα στη μάχη, για ν’ ανοίξει μέσα από την κακοτράχαλη πραγματικότητα τον δρόμο στο Διαλεχτό, στο Ευγενικό και στο Ουράνιο».
«Ο κόσμος μπορεί να είναι όσο θέλει σκοτεινός, όμως αρκεί να παρεμβάλουμε ένα κομμάτι ελληνικής ζωής για να τον φωτίσει αμέσως άπλετα».
«Όλοι οι λαοί γεμίζουν ντροπή, όταν αναφέρεται κανείς σε μια τόσα θαυμαστά ιδανικοποιημένη κοινωνία φιλοσόφων: Εκείνη των πρώτων Ελλήνων δασκάλων του Θαλή, του Αναξίμανδρου, του Ηράκλειτου, του Παρμενίδη, του Αναξαγόρα, του Εμπεδοκλή, του Δημόκριτου και του Σωκράτη. Είναι όλοι τους στη μεγαλειώδη μοναξιά τους, οι μόνοι που στην εποχή τους ζούσαν μόνο για τη γνώση. Κατέχουν όλοι τους εκείνη την ενάρετη ενεργητικότητα, που κανένας μεταγενέστερος λαός δεν μπόρεσε να τη φτάσει».
Και μιλώντας για την τέχνη και το θέατρο λέει: «Οι Έλληνες με το αρχαίο δράμα κατόρθωσαν να δημιουργήσουν ένα είδος συνολικής τέχνης συγχωνεύοντας αρμονικά τις μεμονωμένες τέχνες, όπως είναι η ποίηση, η μουσική, ο χορός, η κίνηση και η ηθοποιία προσφέροντας στους Αθηναίους ένα μορφωτικό εξαίσιο θέαμα. Μέσα σε μια ηλιόλουστη μέρα, δίχως κανένα από τα μυστηριώδη εφέ του βραδιού και των λαμπών της εποχής μας, έβλεπες έναν τεράστιο ανοιχτό χώρο γεμάτο ανθρώπους να ρουφούν αχόρταγα τις τραγωδίες του Αισχύλου και του Σοφοκλή ή τις σάτιρες του Αριστοφάνη. Μ’ αυτά τα αριστουργήματα της ελληνικής αρχαιότητας έχει μπολιαστεί εθελούσια και η σύγχρονη τέχνη».
Αν το γνήσιο γερμανικό πνεύμα δε νοιώσει πρώτα την ευγενικότατη ανάγκη να πιαστεί από το χέρι του ελληνικού πνεύματος, σαν από στήριγμα γερό μέσα στο ρεύμα της βαρβαρότητας, αν από το γερμανικό πνεύμα δεν ξεπηδήσει μια διάπυρη λαχτάρα για τους Έλληνες, αν η θέα της ελληνικής πατρίδας που με τόσο κόπο κατακτήθηκε και δρόσισε την ψυχή του Σίλερ και του Γκαίτε δεν γίνει τόπος προσκυνήματος των πιο προικισμένων ανθρώπων, ως τότε ο στόχος της παιδείας μας, για κλασική παιδεία θα φτερουγίζει άπιαστος εδώ και εκεί στον αέρα.
Και τελειώνω με τον πιο χαρακτηριστικό του λόγο: «Δεν υπάρχει λαός στον κόσμο που να έχει προσφέρει τόσα πολλά στην ανθρωπότητα όσα ο ελληνικός και να έχει καταπολεμηθεί τόσο πολύ, από τόσους πολλούς λαούς, οι οποίοι δεν πρόσφεραν τίποτε στην ανθρωπότητα».-


Το τέλος της ομιλίας του κ. Μαρκόπουλου ακολούθησαν παρατεταμένα χειροκροτήματα δείγμα της ικανοποίησης των ακροατών. Η εκδήλωση ολοκληρώθηκε με τοποθετήσεις και παρατηρήσεις ακροατών οι οποίοι επικροτούσαν στην ουσία τα όσα προηγουμένως άκουσαν.
Μια ομιλία που άφησε απόλυτα ικανοποιημένο το κοινό των Φιλολογικών βραδινών.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου