Τετάρτη 8 Δεκεμβρίου 2021

BIBIAN ΦΑΡΜΑΚΗ ΙΕΡΟΛΟΧΙΤΕΣ

 Γράφει η Βίβιαν Φαρμάκη

                                               Ομιλία της Βίβιαν Φαρμάκη στη Δημοτική Βιβλιοθήκη | Πεμπτουσία                       

 Επιβιώσαντες Ιερολοχίτες μέλη τής Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας

 

ΙΕΡΟΛΟΧΙΤΕΣ 

Ζωοποιόν δύναμιν… αποθέσατε

ΜΑΧΟΥ ΥΠΕΡ ΠΙΣΤΕΩΣ ΚΑΙ ΠΑΤΡΙΔΟΣ

              (Αλεξάνδρου Υψηλάντη, προκήρυξη 24 Φεβρουαρίου 1821, 

                                                                                                        Ιάσιο Μολδοβλαχίας)   

                                                                             

 

    Η ώρα ήλθεν ω άνδρες Έλληνες!... ήχησε η πολεμική κραυγή του Αλέξανδρου Υψηλάντη, προσκλητήριο ελευθερίας, και συγχρόνως η αυτοσυνειδησία μιας εθνικής συλλογικότητας, προσδεδεμένης σε «στενή κοίτη», ορμώντας ακάθεκτα προς τα μπρος

     Ήταν η στιγμή, για τον ελληνισμό, το 1821, της δικής τους εξέγερσης.

    Ένα Έθνος, οι Έλληνες, για χρόνια «θαμμένοι» κάτω από βίαιους εξισλαμισμούς, απαγχονισμούς, γενιτσαρισμούς, εξανδραποδισμούς! Το «πάσχον» έθνος μετουσιώνεται, «εις μέγα παράδειγμα, θείας δυνάμεως», απαιτούσης απόλυτον σεβασμόν προς την ανθρώπινην αξιοπρέπειαν, την τιμήν και την ελευθερίαν του Έθνους του. 

Σε αυτές τις υπάρχουσες συνθήκες όπου το όραμα της ελευθερίας κραδαίνει την εκρηκτική φύση των Ελλήνων επαναστατών, στρατιωτικών αρχηγών, πειθαρχημένων εμπειροπολέμων σωμάτων, ο Αλέξανδρος Υψηλάντης, πρίγκιπας και υπασπιστής του Τσάρου Αλεξάνδρου, οργανώνει τη διεξαγωγή του Αγώνα. Ως καταλληλότερος χώρος για την κήρυξη της επανάστασης, εν μέσω συγκέντρωσης των σημαντικότερων στελεχών της Εταιρείας, κρίνεται η Μολδοβλαχία (Οκτώβριος 1820), ενώ ο ίδιος ο Αλέξανδρος Υψηλάντης μεταβαίνει στο Ιάσιο, το σχέδιο αυτής της στρατιωτικής επιχείρησης προέβλεπε τη διεκπεραίωση του στρατού στη Βαλκανική με στόχο την άφιξή του στην Ελλάδα.

    Στις 22 Φεβρουαρίου ο Αλέξανδρος Υψηλάντης, συνοδευόμενος από τους αδελφούς του Γεώργιο και Νικόλαο, διέβη τον Προύθο, όπου τον περιμένει η φρουρά του ηγεμόνα της Μολδαβίας Μιχαήλ Σούτσου. 

    Είναι μηδενικός ο χρόνος για την ανθρώπινη ψυχή του αρχηγού των Ελλήνων επαναστατών Αλεξάνδρου Υψηλάντη, και η στιγμή είναι έτοιμη για τον Έλληνα ήρωα επαναστάτη του ’21 να «μπήξει» το μαχαίρι στο απάνθρωπο βλέμμα της Τουρκικής τυραννίας, που τέτμηκε βίαια την «απωλεσθείσα» συνέχεια του Ελληνικού πολιτισμού. 

          Ο Σολωμικός στίχος συλλαμβάνει την καταλυτική της ορμητικότητα:    

    «Σε γνωρίζω από την κόψη του σπαθιού την τρομερή, /σε γνωρίζω από την όψη που με βιά μετράει τη γη…».

    «…. Ηχηρός εθνεγερτικός ο λόγος Υψηλάντη: Η Ευρώπη προσηλώνουσα τους οφθαλμούς της εις ημάς απορεί δια την ακινησίαν μας… Ίδετε την ελεεινήν μας κατάστασιν!... Ίδετε … τους οίκους μας ελεεινά ανδράποδα!... Ας καλέσωμεν, εκ νέου, ω ανδρείοι και μεγαλόψυχοι Έλληνες, την ελευθερίαν εις την κλασσικήν γην της Ελλάδος!... Το αίμα των τυράννων είναι δεκτόν εις την σκιάν του Επαμεινώνδα Θηβαίου και του Αθηναίου Θρασυβούλου, οίτινες κατετρόπωσαν τους τριάκοντα τυράννους…».                       (αποσπάσματα από την προκήρυξη του Α. Υψηλάντη)

    Η κύρια μέριμνα του Α. Υψηλάντη υπήρξε η οργάνωση στρατού, ως αρχηγού των Ελλήνων επαναστατών στη Μολδαβία και τη Βλαχία.

    Το κήρυγμα αυτού προς τους Έλληνες εγείρει το αγωνιστικό σθένος της ανθρώπινης φύσης των Ελλήνων επαναστατών, και των άλλων εθνοτήτων της Μολδοβλαχίας, Βουλγάρων, Σέρβων, καθώς και ομάδες εθελοντών Ελλήνων από τις παροικίες της Ν. Ρωσίας. 

     Ο Υψηλάντης ήταν γενναίος άνδρας, αλλά μειονεκτούσε στην ικανότητα στρατιωτικής και πολιτικής ηγεσίας.

    Η πρώτη στρατιωτική συγκρότηση από τον Υψηλάντη συνιστά στη δημιουργία δύο μοιρών, τριών ανεξαρτήτων λόχων, μίας ίλης ιππικού και Ιερού Λόχου στη Φωξάνη, πόλη στα όρια της Μολδαβίας με τη Βλαχία. Τούτο θεωρείται δε, ως το πρώτο συντεταγμένο στρατιωτικό σώμα στην ιστορία της Νεώτερης Ελλάδας, της Ελληνικής Επανάστασης με αρχηγό το Γεώργιο Κατακουζηνό. 

    Το μέγα «κήρυγμα» του Ελληνικού αγώνα απηχεί ένα ρίγος φιλελεύθερης έξαρσης, επάνω στους «βάρβαρους» και την κραυγαλέα φωνή πατριωτισμού επί της «βίας».

    Οι δυνάμεις του Υψηλάντη προελαύνουν στο έδαφος της Μολδοβλαχίας σε μια εργώδη αντιμαχία κατ’ αρχάς με τους πασάδες των φρουρίων του Δούναβη, ακολούθως δε με τα επιτελεία των Οθωμανικών στρατευμάτων. Η εξέλιξη αυτή σε συνδυασμό με τις καταρρακτώδεις βροχές εκείνων των ημερών ανέκοψε την απειλή για τους Έλληνες επαναστάτες.

    Η πρώτη μεγάλη μάχη, εκτός των συνεχών συμπλοκών, που επιλέγει να δώσει ο Υψηλάντης είναι στην κωμόπολη του Δραγατσανίου, σε μια πυκνόφυτη χαράδρα, εν μέσω της εγκαταστημένης ισχυρής φρουράς των Τούρκων με το ιππικό, κατάλληλη τοποθεσία για ορμητήριο μιας επίθεσης από τους Έλληνες.

… Η αρχή είναι η στιγμή! Ο χρόνος κυλάει χωρίς χρονόμετρο!... Τότε όλα συμβαίνουν αυτόματα, χωρίς τη μεσολάβηση της έλλογης σκέψης!... 

    Αιφνιδιαστική η επίθεση των Τούρκων, πριν την έξοδο αυτών των οχυρωμένων στο Δραγατσάνι, οι Έλληνες ιππείς βρέθηκαν σε «δεινή» θέση, υπέστησαν «σοβαρές απώλειες». Ο κύριος όγκος του Ελληνικού στρατού δεν κινήθηκε, οι ηγέτες αυτού Καραβιάς και Νικόλαος Υψηλάντης, μπροστά στο Δραγατσάνι, βιώνουν την αγωνία να υπάρξουν μέσα στο χώρο, δεν αναρωτιέται πια κανένας μαχητής που «πάω»… η τραγική αναγκαιότητα είναι θεμελιωμένη, ως το αναπότρεπτο… 

    Αυτό το βίωμα του ναυαγισμού, προοικονομεί την τελευταία πράξη του δράματος, το πρόωρο τέλος της Ελληνικής επανάστασης στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες.

    Όταν όλα τα τουρκικά σώματα συνενώθηκαν και περικύκλωσαν, στο Δραγατσάνι, το επίλεκτο σώμα των Ιερολοχιτών, οι απειροπόλεμοι νέοι, εθελοντές σπουδαστές των ελληνικών παροικιών της Μολδοβλαχίας και της Οδησσού, τότε εκείνοι βρέθηκαν μόνοι τους σε αναπεπταμένο πεδίο.

    Με προμετωπίδα τη σημαία του «Ιερού Λόχου», τρίχρωμη, το άσπρο, το μαύρο και το κόκκινο, αντίστοιχα το πρώτον με τη σημασία της αθωότητας της δικαίας ημών επιχειρήσεως κατά των τυράννων και το κόκκινο την αυτεξουσιότητα του Ελληνικού λαού, οι Ιερολοχίτες θεώνται την πραγματικότητα να δοκιμάζονται, πάνω στα όρια της ύπαρξής τους. Οργανώθηκε μεγαλοπρεπής τελετή ορκωμοσίας κατά την τσαρική εθιμοτυπία. ο Υψηλάντης με ενθουσιασμό παρέδωσε τη Σημαία του Ιερού Λόχου στον αρχηγό του Λόχου Γεώργιο Καντακουζηνό. Οι ιερολοχίτες, ακολούθως παρέλασαν με βήμα στρατιωτικό, υπό τον ήχον του θουρίου, έργο του Αδαμάντιου Κοραή:

    «Φίλοι μου συμπατριώται, δούλοι ν’ άμεθα ως πότε; …. Η κοινή πατρίς φωνάζει, / με τα δάκρυα μας κράζει! / … δράμετ’ άνδρες τε και νέοι / η είπατε μεγαλοφώνως … / έως πότε η τυραννία; / Ζήτω η Ελευθερία!».

    Ο ήρωας, ο νέος Ιερολοχίτης, θέτει τον εαυτόν του εις τα όρια της ανθρώπινης δυνατότητας, όμως ενταγμένος ο ίδιος μαχητής στον αγώνα οφείλει να εκπληρώσει «εκών» … την πράξη της «ανταρσίας του», γνώρισμα της νεανικής συνείδησης, πράξη «ανδρός αγαθού».

    Η γνώση αυτή τον ενισχύει εις την προσπάθειάν του  να πορευθεί προς την «αριστείαν» και να απαλλαγεί από την «αμηχανίαν», θανασίμως θραύουσα το μεγαλείον της ανθρώπινης ψυχής. 

    Είναι, βεβαίως, αληθές ότι οι μαχητές Ιερολοχίτες θεώνται εαυτούς εις την τραγικότητα αγνώστου κινδύνου έναντι οκταπλάσιων εχθρών. Παρ’ όλα αυτά, παρέμειναν στις θέσεις τους (πλην ελαχίστων) πολεμώντας με ιδιαίτερον θάρρος. Χρησιμοποίησαν και τα πυροβόλα τους, αλλά μικρό το όφελος, εξαιτίας της ανεπάρκειας πυρομαχικών.

    Οι Τούρκοι ιππείς εξαπέλυσαν ομαδόν εφόδους ώστε να διασπάσουν τις γραμμές τους, καθώς οι Ιερολοχίτες συγκεντρωμένοι γύρω από τον αρχηγό τους τις απέκρουαν ακόμη και με τις λόγχες.

    Η αδυναμία του εύψυχου Ιερολοχίτη, οι δυνατότητες αυτού, η ιδιαιτέρα θέση του θανάτου εις την ζωήν του ανθρώπου, η θεία παρουσία και η μεταβολή των πραγμάτων – όλα αδελφώνονται εις ένα συνειδησιακόν αγωνιστικόν σθένος.

    Εδώ υπάρχει ο χώρος για όλους, … εκεί όπου κάτι θα συμβεί…, αυτή είναι η αγωνία για να υπάρξω μέσα στο χώρο, η οποία εγγράφεται ως εύγλωττη σιωπή του Ιερολοχίτη, …. όμως, χωρίς το φόβο, το δισταγμό, είτε την αμφιταλάντευση της όποιας επιλογής άμυνας, απέναντι στους καταιγισμούς του πολέμου. 

    Οι προσδοκίες δεν ορίζονται από τα δρώντα, νεανικά πρόσωπα, μέσω της λογικής και «του συνειδητού» διαλόγου εντός της ομάδας των Ιερολοχιτών.                     

    Δεν υπάρχουν εμπόλεμοι που συμπορεύονται στην πορεία του αγώνα της μάχης…

    Είναι η σπαρακτική φωνή της ψυχής των Ιερολοχιτών κατά της τυραννίας, αυτού που μας ξεπερνά, του υπερβατικού, το «πάθος» κατά του «εγωισμού» και της ανθρώπινης σκληρότητας κατά της ασφυκτικής πίεσης του περιβάλλοντος, αντίρροπος δύναμη του «αγαθού ανδρός» απέναντι σε κάθε πράξη υπό την κυριαρχίαν της ανάγκης…, «αύτη δεν χαρακτηρίζει τον άνθρωπον “ηθικώς”»

    Εις τη συνείδησιν των Ιερολοχιτών, ως δρώντων προσώπων, συνειδησιακός ο εσωτερικός μονόλογος, συγκλονιστικός, απορηματικός: πώς ο μαχητής στην ιστορική αυτή στιγμή θα «δυνηθή» να κρατηθή προ των «απάνθρωπων» δυνάμεων εις την ανθρώπινή του αξιοπρέπειαν» μέσω της πάλης για την ζωή, την πατρίδα και την ελευθερίαν;

    Ο επαναστατικός ενθουσιασμός των μαχητών, των Ιερολοχιτών ερείδεται στην επίγνωση του σκοπού, και πραγματώνεται στη συλλογική αγωνιστικά δράση, που διαμορφώνεται, μέσω της οικειοποίησης της «ιδέας» της εθνικής επανάστασης…. Οι απειροπόλεμοι εθελοντές, η μικρή αυτή δύναμη με το χαλυβδωμένο προσωπικόν τους κύρος, ήσαν ολοκληρωτικά ταγμένοι, ενώ τα καταιγιστικά πυρά του εχθρού συνέχιζαν ν’ αραιώνουν τις τάξεις του… [«… Ήταν άνθρωποι πολλοί / πολλοί άνθρωποι… /

 Κι όταν σκοτείνιασε /

 Ύστερα μείναν λίγοι άνθρωποι /

 Κι ύστερα ακόμα πιο λίγοι…»].
         (Μαν. Αναγνωστάκης, «Ήταν άνθρωποι»)    

    Οι ήρωες Ιερολοχίτες ενωμένοι, «θαρσούντες», ελεύθερη κι η όψη τους «κλυδωνίζεται» στη φθορά της από την οποίαν αρύεται το αμείλικτο πρόβλημα των δύο δυνατοτήτων: αγαθός – κακός με κριτήριον την επιτυχίαν ή αποτυχίαν του «ανθρώπου». Τούτο καθορίζει και την ευδαιμονίαν αυτού εις αυτήν την ηρωικής συλλήψεως συνείδησιν… υψώνεται εύρωστος μαχητής ο νέος Ιερολοχίτης στην ιστορική αυτή περίσταση, γνωρίζει ότι ο αγών δια την «αρετήν» είναι δυσάμβατος, όμως η πολεμική του δράση εμψυχωμένη κινείται, εμφορούμενη από την «ηχώ» του θαυμαστού «παιάνα» τον θούριον… η εσωτερική φωνή της συνείδησης γράφει το σκοπό!... εμάχοντο υπέρ της «ελευθερίας» της Πατρίδας! 

    Σ’ αυτό το χρονόμετρο, όταν ο νέος ήρωας οδηγείται στον άγνωστο κίνδυνο που επέρχεται, ούτε φόβος, ούτε δισταγμός, ούτε οι ψυχικές αμφιταλαντεύσεις καταγράφονται… 

    Η πολιτική πράξη των Ιερολοχιτών με τη γνώση σε ενσυνείδητη αποφασιστικότητα, αποτελεί τη διαδραστική αντιφώνηση της μεγαλοφυίας του ιστορικού Θουκυδίδου:

    «Κράτιστοι δ’ αν την ψυχήν δικαίως κριθείεν οί τα τε δεινά και ηδέα σαφέστατα γιγνώσκοντες και δια ταύτα μη αποτρεπόμενοι εκ των κινδύνων…» (Θουκυδίδου, Επιτάφιος, κεφ. 3-4).

    … Έτσι, ο ένας μετά τον άλλον φονεύθηκαν, ένα μέρος από τους επιζώντες υποχώρησε προς την είσοδο της χαράδρας…

    Ο επίλογος των νέων Ιερολοχιτών με σθεναρή την έννοιαν του καθήκοντος και το υψηλό ηθικό κρίθηκαν, ως παράδειγμα αυτοθυσίας και ευψυχίας, ωθούμενοι από το φλογερό πατριωτισμόν αυτών.

    «… Εμείς δε γονατίσαμε σκυφτοί / τα πόδια να φιλήσουμε του δυνατού, / σαν τα σκουλήκια που πατείς μας…».

 (Κωστής Παλαμάς, ο Δωδεκάλογος του γύφτου).   

 

Δευτέρα 6 Δεκεμβρίου 2021

ΣΩΤΗΡΗ Ι.ΝΙΚΟΛΑΚΟΠΟΥΛΟΥ: ΣΤΡΟΥΘΙΑΣ ΤΙΜΩΝΑΣ ‘’ Η Μουσικότητα των Στοίχων ’’

 

ΣΤΡΟΥΘΙΑΣ ΤΙΜΩΝΑΣ

‘’


Η Μουσικότητα των Στοίχων ’’

 


 

Φιλολογικό ψευδώνυμο  του Γεωργίου Π. Πετροπούλου. γεννήθηκε το 1915 στο Μιντιλόγλι Πατρών. Πτυχιούχος της Μαρασλείου Παιδαγωγικής Ακαδημίας. Και συνέχισε  παρακολουθώντας  κύκλους Φιλολογίας και Γαλλικού Πολιτισμού (Σορβόννη, Μπορντώ, Πουατιέ). Πτυχιούχος Πανεπιστημίου Μπορντώ. 

Ήταν Κοσμήτορας του Μουσείου Τύπου Πατρών. Αξιώθηκε του Α΄ Βραβείου ποίησης του Πανελληνίου Ποιητικού Διαγωνισμού 1976 της Ένωσης Ελλήνων Λογοτεχνών για την ανέκδοτη συλλογή «Άλγος του Μεσημεριού». Μέλος της Ε.Ε.Λ. και Ιδρυτικό

μέλος και μέλος της Διοίκησης της Εταιρείας Λογοτεχνών Ν.Δ. Ελλάδος. Ήταν από χρόνια τακτικός  συνεργάτης του Επαρχιακού Τύπου. Υπεύθυνος για πολλά

χρόνια της Φιλολογικής σελίδας: «Η Φιλολογική μου γωνιά» της εφημερίδας «ΑΛΛΑΓΗ».

Είχε δημοσιευμένες συνεργασίες  του σε περιοδικά του κέντρου και της επαρχίας, καθώς και σε εφημερίδες. Ασχολήθηκε ιδιαίτερα και με την κριτική βιβλίου και της τέχνης.

Έργα του δημοσιευμένα στον τύπο Ποίηση, δοκίμια, μικρά και μεγάλα .

Βιβλία  του:  «Στους σπασμένους ήλιους» Ποίηση, Αθήνα 1972 ,

«Με των σχημάτων τα κύματα» Δοκίμια, Αθήνα 1973,

«Δέκα και οχτώ στροφές του Καλοκαιριού» (Σύνθεση).

«Χελιδονάγγελος Σταυρωμένος.

 Δώδεκα Λόγοι για την Ειρήνη και τον Άνθρωπο»

«Ήταν στον Κόσμο»(Σύνθεση)

«Τετράχορδα» «Καλάβρυτα Καθημαγμένα(Χορικό ) κ.α.

Ένας αριθμός δοκιμίων μικρών και μεγάλων για  πρόσωπα, ιδέες, μορφές, καταστάσεις  κ.α. του λόγου και της τέχνης με γενικούς τίτλους: «Στο περιθώριο της Δευτέρας», 

«Η επιφυλλίδα μας», 

«Πάτρα Μικρό οδοιπορικό της μεγάλης Πόλης του Μοριά» κ.α. 

 Ποιήματά του περιλαμβάνονται και σε ανθολογίες.

Κατοικούσε στην Πάτρα μέχρι του θανάτου του  (1-9-1995). Πριν αρχίσω την παρουσίαση της ποίησης ενός ποιητή αγνώστου παντελώς για μένα, ποιητή θέλω να πω ότι Φιλοσοφικοί στοχασμοί,  και σκέψεις, του Τίμωνα Στρουθιά είναι ότι ακολουθεί με ταπεινότητα απέναντι στο λόγο που εκφράζει και μας τον δίνει με ένα δικό του μοναδικό τρόπο

Ας δούμε λίγο από την γραφή του

 

          OXI

 

Σταυρωμένος

ο Λόγος

Και ο ήλιος

στην κλαγγή των βαρβάρων,

 

Πληγωμένες

οι θάλασσες

Και τα λουλούδια

στα ποτάμια του αίματος.

 

Αλύγιστες

οι υδρίες

των σπασμένων δακρίων

στους ορίζοντες της ερήμου.

 

Λόγχισαν

τ’ αστέρια

το μαύρο σύννεφο

στο Θρήνο των Χελιδονάγγελων.

 

Φωνή

της Ειρήνης

των αφανισμένων  ακτίνων

στο σύνορο των φεγγαριών

 

Φωνή

του Ανθρώπου

τη μεγάλη αυγή

στις φωλιές του Κόσμου.

 

Φωνή

της Λευτεριάς

των σκοτωμένων Θεών

στην άρνηση της οδύνης.

 

Σκότωσαν

την Ειρήνη

και τον άνθρωπο.

 

Αναμμένη

η φωτιά

στο αλύγιστο σίδερο.

 

Σκότωσαν

τη Λευτεριά

στον πικρό Πλανήτη.

 

Όχι,

τα τύμπανα

των αγιασμένων χωμάτων.

 

Όχι

ο άνεμος

των συντριμμένων φτερών.

 

Όχι

οι σάλπιγγες

των αθώων ψυχών.

 

Ή Ιδιομορφία της ποίησης του Τ. Στρουθιά είναι φανερή με την πρώτη ματιά. Μια δεύτερη ματιά και μια τρίτη, δείχνει πώς ή μορφή των στροφών του ποικίλλει, δεν είναι στατική.

Ή κοφτή του μουσικότητα, πού χρησιμοποιεί απλώς τις λέξεις, κινείται ελεύθερα, σε σκληρούς έστω τόνους, πού κάποτε αφήνουν να ξεφύγουν εικόνες απλές, απλές λεκτικές πλοκές γεγονός πού δείχνει πώς είναι σκόπιμο το ότι τις Εγκαταλείπει. Το αποτέλεσμα ας το κρίνει ό αναγνώστης. "Ας σημειωθεί ακόμη ή, από τον Κάλβο ξεκινημένη σαν έμπνευση, τονικότητα, πού δεν αφήνει καμιά από τις συνηθισμένες τεχνητές βοήθειες γι’ αυτή την ποίηση. Θα μας πει ο Σωκράτης Σκαρτσής προλογίζοντας τον στο βιβλίο  ‘’Στους Σπασμένους Ήλιους’’ και ο λόγος του στο Requiem.

 

Μέσα

στων τυμπάνων

τα κύπελλα μια Άνοιξη

σκοτωμένη.

 

Εκεί

στων μετεώρων τις άρπες ενα Καλοκαίρι

αρπαγμένο.

 

Εδώ

ατών παιδιών

τούς παπύρους ένα Φθινόπωρο

τρομαγμένο.

 

Πάνω

στων γάτων

τα μάτια ένας Χειμώνας

ρημαγμένος.

 

Τώρα

ατών αθώων

το αίμα ένας κρίνος

πνιγμένος.

 

Ύστερα ατών πτωμάτων

τη στάχτη μια κόλαση

αναστημένη.

 

Κάτω

στων θρήνων

τούς κάμπους μια ανθοφορία

οργισμένη.

 

Πάντα

στων ανθρώπων

τα σύνεργα μια ειρήνη

θαμμένη.

 

Στο βιβλίο του Σπασμένοι Ήλιοι οι κατακτήσεις του εκτείνονται σε βάθος ενώ κερδίζουν και σε ένταση. Ο λόγος του, γυμνός από επισημότητες, διαθέτει μια σπάνια λειτουργικότητα. Η λιτότητα των εκφραστικών του μέσων δεν εμποδίζει να αποδοθούν βαθύτατες καταστάσεις. Τα πράγματα εδώ έχουν αποκτήσει ένα γήινο βάρος. Μπροστά μας αναπτύσσεται ένας κόσμος κλειστός αλλά διακεκριμένος…Μας λέει στο ποίημα του Μασκες

 

Ψηλά

Μάσκες αλύτρωτες

Κλειδί σαγήνης τυχάρπαστης

Έντιμα

Ρίξτε

 

Κάτω

Κροκόδειλους μοιρολογήτες

Σάρκες νεκρές τυμβωρύχων

Άκλαυτα

Εξοντώστε

 

Πέρα

Σκουλήκια καταχθόνια

Συμπληγάδες εξαθλίωσης βέβηλης

Ορθωμένα 

Τυφλώστε

 

Παντού

Καταφύγια εχθρών

Αιχμή απελπιστικού εντόμων

Αδίστακτα

σφυροκοπήστε

 

Ο Στρουθιάς έχει δημιουργήσει ένα δικό του κόσμο, με θεμέλια, αρχιτεκτονική διάρθρωση, ενότητα ύφους και περιεχόμενο. Έναν αποκλειστικά δικό του κόσμο, Μπορείς να τον αναγνωρίσεις όχι μόνον από οποιοδήποτε ποίημα αλλά κι από οποιονδήποτε στίχο. Ο κόσμος του Στρουθιά φαίνεται κλειστός και σε μερικούς,ίσως στενά ατομικός. Κι όμως συνεχώς υπάρχει μια ευαίσθητη ακοή που

αφουγκράζεται, κι ένα μάτι που βλέπει άγρυπνα, ό,τι γίνεται απ' έξω…Στο ποίημα του Lucius Mumius

Αιώνες κορινθιακοί

Σφαίρας παιχνίδι άμοιρο

Άδοξα

Επιζητούν

 

Εσένα

Πολιτείες σκυλεμενες

Εναγώνιων παγιδευμένων γενεών

Ανεπανόρθωτα

Αποστερούνται

 

Εσένα 

Πολίτη Ρωμαίε

Καταβολής κόσμων απάνθισμα

πάρεργα τυμπανίζουν.

 

Εσένα

Τεχνίτη μεγάλε

Σφαγιασμού κειμήλιο ανόθευτο

Ανεπανάληπτα

Τυμπανίζουν

 

Φράσεις που δεν έχουν πόνο αλλά προσμονή σαν περιγραφές της περιπλάνησης αλλά και πάλι δεν είναι περιπλάνηση είναι περιήγηση και προσεκτική παρατήρηση στο λαβύρινθο  της ζωής.

Έτσι λοιπόν ευχαριστώτον Τίμωνα που μπαίνει σε αυτές τις ζώνες κινδύνου για να μου δείξει αυτά που εγώ δεν μπορώ να δω. Μένει εκεί – σταθερά – μαρτυρικά – υπομονετικά – στωικά - ήρεμα και σαν κοσμοκαλόγερος παρατηρεί, γράφει και καταγράφει το ελάχιστο. Εμένα με βοηθά. Γιατί μου καταδεικνύει το σημείο βρασμού. Ενώ εγώ βολεύομαι στο να βλέπω την φασαρία των υδρατμών. Ακόμα μια του έκφραση στο Vignette

 

’Αναστήλωσα φωλιά άνεμοτάραχτη 

δυο παλάμες δοκιμασία ήλιο κατάστηθο κατακόρυφα

άναπλέοντας.

 

Ξεθεμέλιωσαν σπόνδυλο σταγόνας ψίχουλο 

άφθαρσίας ηλιόχαρης σπιθαμή έταλύχνια άνεξιλέωτα

μετεωρίζοντας.

 

Ποντοπορουν σκιές χεριών πρόκληση στο Σόμπαν 

διεκφυγή έπιμηθεϊκή άνεπανάληπτα

άερολάμνοντας.

 

Ή αξία των συγκεκριμένων ποιημάτων είναι άλλο θέμα. "Όπως και να το κάνουμε, ό ποιητής αρχίζει με το να βρεθεί σ’ ένα χώρο αλλότριο από’ τον συμβατικό, στο χώρο τής άλλης θέας, τής γύμνιας μέσα στον κόσμο και τη ζωή, πού γυρεύει ένδυμα λευκό και μουσική φωνή για τον ταλαιπωρημένο εαυτό και για τούς ανθρώπους γύρο σου κι ας μην το ξέρουν καν αυτοί. Ότι γράφω εδώ  για τον άγνωστο μου Τίμωνα είναι να θυμίσω ποιος ήταν  -δουλειά τού αναγνώστη είναι να κρίνει, όσο μπορεί τελικά κι υπεύθυνα.. Ακόμα ένα ποίημα του από το βιβλίο του ‘’Στους Σπασμένους Ήλιους’’

Ζωΐλοι.

 

Ήρθαν οι Ζωίλοι

κα6άλα στα ηλιοτρόπια 

άλγηδόνων ποταμοί

συνετά

κορυβαντιώντας.

 

’Έφτασαν οι κιβδηλοποιοί

κιθάρας χορδές άνύποπτες 

σπάζοντας.

 

Πλησίασαν οι

Θερσίτες

στοχασμών άναδρομές επίπεδες 

ψιθύρων πλέγματα

ύποπτα σημαδεύοντας.

 

Πρόφτασαν οι κάπηλοι

θορυβοποιών τύμπανα κατάκλειστα 

λεωφόρων άπογύμνωση

ταράζοντας.

 

Η ποίηση του απηχεί την πραγματικότητα της ζωής που βιώνει καθημερινά ο δημιουργός. Ποίηση – κυρίως - του ελεύθερου στίχου που συγχρονίζεται με τα κοινωνικά δρώμενα της εποχής του Ο ποιητής ενδεδυμένος, με ό,τι η Ζωή τον εμπεριέχει και τον εκπροσωπεί. Στον ευγενέστερο χρόνο της ποίησης, εναποθέτει τους αρμούς της καρδιάς του, κάνοντας το συναίσθημα, ένα ευρύτερο πεδίο ποιητικής ανταπόκρισης. Ειλικρινής – απλός - και περιεκτικός - κάνει την ποίησή του ένα πολλαπλό οδοιπορικό - βιωματικής πορείας, που στοιχειοθετεί την προσωπική του απολαβή στα γεγονότα και την προσωπική του προμήθεια στη σιωπή, στις αγωνίες και στην αναμονή της ελπίδας που φέρει το καινούργιο της ζωής. Πηγαίος και αυθόρμητος, με φανερή προσήλωση στη φύση και στο πολύ συνεκτικό στοιχείο, ενός δυνατού συναισθήματος που καθορίζει όλο το εύρος της ποιητικής του εξέλιξης, Ποιητής υπερρεαλιστής  μιας εναλλασσόμενης πραγματικότητας, που δεν κρύβεται και δεν αποσιωπά την εξέλιξη και το στοιχείο της προσωπικής του οδοιπορίας. Και κάτι ακόμα χαρισμένο στον Ludwig Beethoven 

 

Θεέ

Πάνα αρκαδικέ

ανάδυση πανδαισίας ήχο πρισμάτων φτερούγες φωταψιών

σεραφικά

φυτρώνουν,

 

Μουσαγέτη

κύκνε υπερβόρειε

άρματα χαλκοξύλινα πάλλευκα

δόνηση θαλερή

αντρειωμένα

διαφεντεύεις.

 

Θνητέ

δορυάλωτε έλικώνιε 

οργή αθανάτων άπληστη

χορδή χερουβική

άγρυπνά

συγκλονίζεις.

 

Καταχτητή

Θύελλα δρυμών

νύφες τρίτωνες φλογέρες

αστραπόβροντα έπιχθόνια

πλησίστια

αφηνιάζουν

 

Ο λυρισμός αναμεταδίδεται από στίχο σε στίχο, από ποίημα σε ποίημα. Η λεπτομέρεια και το εικαστικό – αποσπασματικό είδωλο του ατόμου ή της φύσης ή της κοινωνίας, είναι το συνθετικό πλέγμα ενός έντονου υπερρεαλισμού, με πολλαπλά βιώματα, που κραυγάζουν υπόκωφα (ή δεν ακούγονται κάποτε), που συντομεύουν την ανάγκη της προσωπικής επικοινωνίας με τα δρώμενα της ζωής και την ουσία των πραγμάτων. Μας λέει στο ποίημα του

 Ληστές

Διαβαίνουν 

Ληστές αγεφύρωτοι

Νύχτας ανώδυνης φονιάδες

Υπάρξεις απυρόβλητες

Λαφυραγωγώντας

 

Δεκατίζουν 

δολοφόνοι τιμητές

ειρκτής ανόσιας καλλιπλοκαμης

ίχνη αβροδίαιτα

εγκαταλείποντας

 

Ξεριζώνουν

Κροτάλισμα σπινθήρων

Ιδρώτα καταδρομείς άμεμπτοί

Πλανήτες κωφάλαλοι

Γαληνεύοντας

 

Αποθαυμαζουν 

Θανάτους αδάκρυτους

Βανδαλισμού μελέτη ανόσια

Στηλιτευτές ασύνετοι

Καταγελώντας.

 

Ένα σπαρακτικό χαμόγελο ποίησης, σαρκώνεται αρκετές φορές στον στίχο. Ένα χαμόγελο «Πορτατίφ» στιγμιαίας ή συμπαντικής αποτύπωσης χρόνιων καταστάσεων της ζωής, που σε στιλ ειδησεογραφικής – ποιητικής – κοινωνικής ανταπόκρισης, βγαίνουν στο φως, αποκρύπτοντας όμως επιμελώς (τις περισσότερες φορές) την φωτοποίηση της  καταγραφής. Το μέγιστο σωστικό της ανταπόκρισης και της ποίησής  είναι η σποραδική κατατομή των στίχων του ποιήματος, που το αναδιατάσσουν στιχουργικά και ηχητικά, χωρίς να χάνει την ουσιωδέστερη ποιότητα του μηνύματος που εκφέρει.  Σου δίνεται κάποτε η έκπληξη της πρώτης ανάγνωσης, διαπιστώνοντας ότι το ποίημα δεν έχει στίχους, αλλά κλειδωμένες εικόνες ψυχής, άλλοτε αιμορραγούσες, άλλοτε αβούλιαχτες στο σύνορο της μέρας, άλλοτε να διασπαθίζουν την επικαιρότητα, άλλοτε να γλιστρούν αθέατες ή απροστάτευτες ή χαμηλώνοντας το φως των ματιών τους, άλλοτε μ’ ένα μειδίαμα γλυκό της θύμησης, άλλοτε μ’ ένα επιμελώς κρυμμένο κλειδί εξερεύνησης και ερμηνείας. 

Κομμάτια ενός ποιήματος μπορούν να χωρέσουν σ’ ένα άλλο. Έτσι διαφαίνεται ο σφιχτός ειρμός, ο πεπαιδευμένος οίστρος και το ψυχικό μεγαλυνάρι να κωπηλατεί την ποίηση προς κάθε μέρος του χρόνου ή του ορίζοντα, ή της μνήμης. 

Ας νοιώσουμε ακόμα από το ποίημα του

 

 ‘’Επωδων Κύμβαλα’’

 

Κατάδικο 

Του κρότου

Στοχασμών λύκων εφήμερων

Με αγρίμια 

Έζησαν

 

Απρόσκλητοι 

Των χαμαιλεόντων

Δώρων  μωρίας φτηνών

Μια ψυχή

Πούλησαν

 

Απρόθυμοι 

Των λυγμών

Χρονουφορτιο στεγανό

Στα σκοτάδια

Άδειασαν

 

Ανόθευτοι

Της δυσφορίας

Φέγγους λευκού αγκαλιά

Στον ορίζοντα

Πέταξαν

 

Η κάθε λέξη του Τίμωνα Στρουθιά είναι και στίχος Και διαβάζεται πάντα σε μίαν αναπνοή. Αισθάνομαι  ότι ο

ποιητής σκύβει επάνω στο καθημερινό για να το ενώσει με το αιώνιο , στο ατομικό για να το κάνει οικουμενικό και σ αυτό που ο ίδιος εμφανίζει στα ποιήματά του τη λέξη συμπαντικό . Πόσες φορές στο κλάμα μας μέσα δεν νιώσαμε ότι «μόνο εγώ κλαίω» «μόνο εγώ πονάω» και ότι ο πόνος είναι τόσο μεγάλος που δεν τον χωρά η γη. Τα δάκρυα με ανακουφίζουν. Κι ας έχει άλλη πρόθεση … Τα ποιήματα του έχουν Φράσεις που δεν έχουν πόνο αλλά προσμονή σαν περιγραφές της περιπλάνησης .αλλά και πάλι ..δεν είναι περιπλάνηση είναι περιήγηση και προσεκτική παρατήρηση στο λαβύρινθο  της ζωής.  Μας λέει στο ποίημα του

 

 Prelude

 

Τότε

ήλιους όρθιους

με μαχαίρια πρωτεϊκά 

ποτάμια νυχτιάς

κατασπάραξαν.

 

Εκεί 

φλόγες πληγωμένες

με φτερούγες φαρμακερές βαλτοτόπια ημερινά 

εξαφάνισαν

Ο γνωστός μου πλέον Τίμωνας, μέσα από την ποίηση του, έστεκε εκεί – σταθερά – μαρτυρικά – υπομονετικά- στωικά- ήρεμα και  παρατηρούσε, έγραφε και κατέγραφε το ελάχιστο . Εμένα με βοηθά. Γιατί μου καταδεικνύει το σημείο βρασμού. Ενώ εγώ βολεύομαι στο να βλέπω την φασαρία των υδρατμών.

Κλείνοντας αυτό τον ελάχιστο λόγο για αυτόν τον άνθρωπο, που συμπωματικά μιλώντας για ποίηση, τον ανέφερε ο ανιψιός του Νίκος Μπότσαρης και μου χάρισε τα βιβλία του και τον ευχαριστώ γι αυτό. 

Διαβάζοντας τα ποιήματα του με πήρε από την πλανερή καθημερινότητα και με το μαγικό του μανδύα, μου επίτρεψε την είσοδο στον κόσμο των ιδεών, όπου η αλήθεια και το συναίσθημα συναντώνται σε μια μουσική αρμονία, που μόνο αυτός καταφέρνει να συνθέσει. Εγώ  τον ευγνωμονώ και τον ευχαριστώ  για αυτές τις στιγμές τέρψης που μου προσφέραν οι στίχοι του.