Παρασκευή 31 Οκτωβρίου 2014

«OI ΦΩΝΕΣ ΤΩΝ ΒΡΑΧΩΝ»



ΓΙΑΝΝΗ ΝΙΚΟΛΟΠΟΥΛΟΥ: «OI ΦΩΝΕΣ ΤΩΝ ΒΡΑΧΩΝ»

               Σημείωμα Λεωνίδα Γ.Μαργαρίτη




Ο Γιάννης Νικολόπουλος γεννήθηκε στον Πύργο της Ηλείας το 1948.Μετά τις εγκύκλιες σπουδές του παρακολούθησε μαθήματα δημοσιογραφίας στη Σχολή Δημοσιογραφίας  Σπύρου Μελά στην Αθήνα. Είναι μέλος της Ενώσεως Ιδιοκτητών Εβδομαδιαίου Τύπου Εκδίδει επί 33 χρόνια την εβδομαδιαία εφημερίδα ΠΑΡΑΤΗΡΗΤΉΣ. Είναι δ/ντής του Δημοτικού Ραδιοφώνου Πύργου . Συνεργάτης τακτικός του τοπικού τηλεοπτικού σταθμού ΟΡΤ. Είναι συνεργάτης των εφημερίδων ΠΑΤΡΙΣ, ΠΡΩΙΝΗ, ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ και όλων των επαρχιακών εφημερίδων. Διετέλεσε  Υποδιευθυντής της ΝΕΛΕ τη διετία 1977-1979.Διετέλεσε Νομαρχιακός Σύμβουλος Ηλείας   την περίοδο 1977-1979.Διετέλεσε Δ/ντής  Γραφείου Τύπου του Υπουργού Προεδρίας της Κυβέρνησης το 1991-1992.Είναι μέλος της Εταιρείας Λογοτεχνών Ν. Δ. Ελλάδος, της Εταιρείας Ελλήνων Λογοτεχνών ιδρυτής του Φιλολογικού Συλλόγου «ΗΛΕΙΑΚΟΣ ΠΑΡΝΑΣΣΟΣ» .Εξέδωσε το έτος 1974 την Πανελλήνια Λογοτεχνική Εφημερίδα «ΦΙΛΟΛΟΓΙΚΉ» και από το 1991 εκδίδει και επιμελείται το Φιλολογικό περιοδικό «ΝΟΥΜΑΣ». Για το συγγραφικό του έργο έχει βραβευθεί από πολλά πολιτιστικά σωματεία.
Έχουν κυκλοφορήσει τα εξής βιβλία του:
 «ΜΟΝΑΞΙΑ» Ποιήματα.  Aθήνα 1967
 «ΩΡΕΣ ΑΓΑΠΗΣ» Ποιήματα. Πύργος 1972
 «ΔΟΞΑΣΤΙΚO» Ποιήματα. Εκδόσεις «ΦΙΛΟΛΟΓΙΚΗ» Πύργος 1974
 «ΡΩΓΜΕΣ» Ποιήματα.  Πύργος  1981
«ΤΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ» (Γυμνό Τοπίο -Ρωγμές- Ώρες αγάπης-Μοναξιά)Ποιήματα. Εκδόσεις Παλμός. Πύργος 1990.
«Θρησκεία η καταφυγή του Ανθρώπου».Δοκίμιο.Εκδόσεις Παλμός. Πύργος 1991
«ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ»(Ανθολογία) Εκδόσεις «ΝΟΥΜΑΣ»  Πύργος 2001,
 «ΠΟΙΗΣΗ  Της Μοναξιάς και της Αγάπης».Ποιήματα .  Εκδόσεις «ΝΟΥΜΑΣ» Πύργος 2004.
«ΤΟ ΣΙΩΠΗΛΟ ΑΣΤΕΡΙ» Διηγήματα. Εκδόσεις «ΝΟΥΜΑΣ»  Πύργος 1994 
 «OI ΦΩΝΕΣ ΤΩΝ ΒΡΑΧΩΝ»  Διηγήματα. Εκδόσεις «Βεργίνα»
O Γιάννης Νικολόπουλος είναι κατά κανόνα ποιητής. Αυτή η ενασχόλησή του με την ποίηση δεν μας στερεί τη δυνατότητα να τον απολαμβάνουμε και ως πεζογράφο και δοκιμιογράφο.
  Η λογοτεχνία είναι ένα φαινόμενο που από την αρχαιότητα μέχρι την εποχή μας  δεν παρουσιάζεται με  τρόπο ενιαίο και ομοιόμορφο αλλά μπορεί να διαχωριστεί και να ταξινομηθεί σε πολλές επί μέρους κατηγορίες. Έτσι και ο αγαπητός μας Γιάννης  θητεύει στα γράμματα με πολλά είδη του λόγου.  Τα λογοτεχνικά  έργα του  δεν είναι όλα τα ίδια υπάρχουν διάφορες αναφορές στη   λυρική ποίηση το  διήγημα το δοκίμιο.
  «OI ΦΩΝΕΣ ΤΩΝ ΒΡΑΧΩΝ» είναι μια συλλογή δεκαεπτά   Διηγημάτων. Που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις   Εκδόσεις «Βεργίνα».
Το διήγημα είναι μαζί με τη νουβέλα και το μυθιστόρημα,  ένα από τα τρία βασικά είδη της αφηγηματικής πεζογραφίας. Οι ρίζες του χάνονται στη λογοτεχνία της αρχαιότητας. Με τη μορφή όπως που το γνωρίζουμε σήμερα εμφανίσθηκε στη λογοτεχνία μας  στις αρχές του 19ου αιώνα και κυρίως από το 1830 και μετά. Πολλά από τα χαρακτηριστικά του διηγήματος καθορίσθηκαν από το γεγονός ότι για μεγάλο χρονικό διάστημα, τα διηγήματα δημοσιεύονταν κυρίως στις εφημερίδες που τα ζητούσαν επίμονα γιατί είχαν μεγάλη ανταπόκριση στο αναγνωστικό κοινό τότε δεν υπήρχαν τα σημερινά γνωστά  σήριαλ. Ενθυμούμαι επί των ημερών μου ακόμη η εφημερίδα ΑΚΡΟΠΟΛΙΣ δημοσίευε σε συνέχειες μισθιστορήματα  ενώ στα φύλλα της γνωστής μας ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ ειχαν δημοσιευθεί σε συνέχειες τα μυθιστορήματα του συμπατριώτη μας Γεράσιμου Μακραδήμα  ΑΥΓΗ και ΠΟΥΛΙΑ.
 Το πρώτο χαρακτηριστικό  των διηγημάτων του φίλου μας κ.Νικολοπουλου   είναι η συντομία του. Η έκταση κάθε διηγήματος    μπορεί να ποικίλει αλλά σε γενικές γραμμές έχουμε να κάνουμε με μια σύντομη αφήγηση. Αυτή η συντομία  μας οδηγεί  και στο δεύτερο χαρακτηριστικό του διηγήματος που είναι ένας συνδυασμός λιτότητας και πυκνότητας τόσο  στη γλώσσα όσο και στο περιεχόμενο. Ο  μύθος, η ιστορία δηλαδή  κάθε διηγήματος  επικεντρώνεται  γύρω από το βασικό γεγονός ,με ένα κεντρικό ήρωα. Κάθε διήγημα αποτυπώνει ένα επεισόδιο από τη ζωή του πρωταγωνιστή στο οποίο όμως αποδεικνύεται ιδιαίτερα σημαντικό  για τη ζωή και τη μοίρα του και γι’ αυτό αξίζει  προσεχθούν ιδιαίτερα όλα τα διηγήματα ..
Το βασικό πρόβλημα που έχει να αντιμετωπίσει ο διηγηματογράφος είναι ακριβώς να μπορέσει να περάσει από το ειδικό στο γενικό  μέσα δηλαδή από την αφήγηση ενός μεμονωμένου επεισοδίου να μπορέσει να προσφέρει στο αναγνώστη μια πλήρη ηθογραφία και ψυχογραφία του πρωταγωνιστή καθώς και μια συνολική αίσθηση της ζωής του και αυτό το καταφέρνει ο Γιάννης. Βεβαίως τη γραφή του   διακρίνει  μια  λιτότητα και μια  πυκνότητα. Είναι επιλεκτικός  στα θέματα που τον απασχολούν   αφού ένα επιτυχημένος συνδυασμός αφήγησης διαλόγου και περιγραφής η  σωστή χρήση της γλώσσας, και η  αρχιτεκτονική διάρθρωση της πλοκής  φέρουν τα αποτελέσματα που απολαμβάνει ο αναγνώστης . Για παράδειγμα ένα διήγημά του  μπορεί να περιλαμβάνει και κάποια δευτερεύοντα πρόσωπα η επεισόδια τα οποία όμως θα είναι πολύ σύντομα και θα έχουν ως βασικό τους στόχο να φωτίσουν το βασικό γεγονός η να συμπληρώσουν την ψυχογραφία του πρωταγωνιστή.
Τα διηγήματα του Νικολόπουλου  μπορούν  να καταγραφούν σε ηθογραφικά, ρεαλιστικά ,κοινωνικά και  ψυχολογικά.  Στην παραδοσιακή τους μορφή  όλα τα διηγήματα του Νικολόπουλου  παρουσιάζουν όλα τα χαρακτηριστικά που  συναντάμε στην πεζογραφία, αληθοφάνεια, συγκεκριμένο χρόνο και τόπο θέματα από την καθημερινή ζωή κτλ. Βέβαια το σύγχρονο διήγημα πολύ συχνά αμφισβητεί όλα αυτά τα παραδοσιακά γνωρίσματα.

 
Κυκλοφόρησε πρόσφατα σ’ ένα επιμελημένο τόμο από τις εκδόσεις «ΒΕΡΓΙΝΑ» το τελευταίο βιβλίο του Ηλείου Γιάννη Νικολόπουλου με τον τίτλο: «ΟΙ ΦΩΝΕΣ ΤΩΝ ΒΡΑΧΩΝ». Πρόκειται για μια συλλογή από 17 μικρής έκτασης διηγημάτων , ο τίτλος του εβδόμου αποτέλεσε και τον τίτλο της συλλογής.
Ο Γιάννης Νικολόπουλος συνεχίζει επάξια τη δημιουργική πορεία της Ηλειακής πνευματικής ζωής. μια πνευματική παράδοση, που θεμελίωσαν ο αείμνηστος πεζογράφος και ποιητής ο ερημίτης του Πύργου Τάκης Δόξας ,ο πατριάρχης της επαρχιακής δημοσιογραφίας Αύγουστος Καπογιάννης και ο ακάματος λαογράφος και ερευνητής Ντίνος Ψυχογιός .
Ο Γιάννης Νικολόπουλος πνευματικό παιδί του αείμνηστου λογοτέχνη Τάκη Δόξα είναι από τους ελάχιστους σήμερα πνευματικούς ανθρώπους που παραμένουν πιστοί στον τόπο τους και φυλάνε Θερμοπύλες στην επαρχεία. Ταξιδευτής της ζωής , αμετανόητος πατριδολάτρης και αμετακίνητος από τη γενέτειρα του. Το τελευταίο του έργο της πνευματικής παραγωγής του Ηλείου λογοτέχνη και πνευματικού Δημιουργού «ΟΙ ΦΩΝΕΣ ΤΩΝ ΒΡΑΧΩΝ» αποτελεί μια κατάκτηση στην πεζογραφία της χώρας μας
Τα διηγήματα της τελευταίας συλλογής του κ. Νικολόπουλου διακρίνονται για το ευσύνοπτο και σαφές των διανοημάτων του ενώ είναι έντονος ο ψυχισμός των ηρώων του. Θέματα της καθημερινότητας, που τα αντιμετωπίζουμε χωρίς να τους δίνουμε ιδιαίτερη σημασία, για το Γιάννη Νικολόπουλο γίνονται έμπνευση και πλέκεται ο μύθος γύρω από τον οποίο θα διαπιστωθεί πόσο μόνος και απομονωμένος είναι ο σημερινός άνθρωπος από το διπλανό του, πόσο η μέριμνα των βιοτικών αναγκών απορροφά τον άνθρωπο και δεν του αφήνει περιθώρια να σκεφθεί και το γείτονά του.
Είναι έκδηλη αυτή η περιρρέουσα ατμόσφαιρα στο πρώτο διήγημα «Ο ΓΥΑΛΙΝΟΣ ΚΟΣΜΟΣ» εκεί που ανακαλύπτει συμπτωματικά πως οι συνταξιδιώτες είναι γείτονες απλώς τους χωρίζει ένας τοίχος. «..Ένας γυάλινος κόσμος, ψυχρός και ισοπεδωμένος κόσμος που πνίγεται στην λανθάνουσα μοναξιά, στη λανθάνουσα κατάσταση ζωής , στη λανθάνουσα τραγικότητα των φαινομένων….»
Και στα 17 διηγήματα της συλλογής ο Νικολόπουλος μας απεικονίζει τη μοναξιά των ανθρώπων, την μελαγχολία που κατακλύζει τα πάντα. Χαρακτηριστική η τελευταία παράγραφος του Διηγήματος «Οδός Λασκάρεως 40»: «…Πονάω, πονάω, σας παρακαλώ είπε ξανά και γέρνοντας το κεφάλι σωριάστηκε στο έδαφος. Στο κοντινό νοσοκομείο του Διεθνούς Οργανισμού που μεταφέρθηκε, επιβεβαιώθηκε η ασθένειά του: χρόνια κατάθλιψη. Ήταν άλλωστε, τόσο μόνος και περίλυπος, 40 χρόνια ολόκληρα….»
Εκεί που θα σταθεί ιδιαίτερα ο αναγνώστης του βιβλίου είναι στη διήγημα που έδωσε το όνομα του στον τίτλο της συλλογής «ΟΙ ΦΩΝΕΣ ΤΩΝ ΒΡΑΧΩΝ»  Eδώ, δύο πρόσωπα διαλέγονται δίπλα στη θάλασσα :« Είμαστε, της είπε σιγά, δυο μεγάλες πέτρες και σώπασε…Ο καιρός μας συντρίβει αλύπητα, Ελπίζαμε απελπισμένα .Δεν μπορούσε ν’ αλλάξει τίποτε. Δεν κερδίζαμε ποτέ . Όλα είναι μια επανάληψη, ΄Όπως αρχίσαμε, ήταν βέβαιο πως θα μέναμε μετέωροι κάπου.» Μεγάλες κουβέντες που δεν απεικονίζουν ατυχώς μια πραγματικότητα που ζούμε οι περισσότεροι των ανθρώπων…Η αγάπη σου ήταν για μένα πανικός. Δεν μπορώ να ζήσω με τον κίνδυνο της παρουσίας σου στη ζωή. ΄Έζησα στην απουσία και στη μοναξιά…Νιώθω στην ψυχή μου μια τρικυμία. Κατάλαβέ με αν θες…Είσαι ένας κόσμος ανέσπερος, δεν μου ανήκεις. Ξέρεις να νιώθεις, ξέρεις να μετράς τους ήχους, όλους τους ήχους της ζωής. Με την αφή σου ζεις κι εξουσιάζεις. Εσύ έχεις παντού ανοιξιάτικο ουρανό..» Ένα διήγημα με ιδιαίτερα προσεγμένη δυναμική, με εξάρσεις και αναβαθμούς στις καρδιές των πρωταγωνιστών ,με λίγες φράσεις που λένε πολλά. Το κείμενο τούτο εντυπωσιάζει και συγκινεί.
Και τα 17 διηγήματα(Γυάλινος κόσμος, Ενοικιάζεται δωμάτιο, ΄Ένας θάνατος, ΄Έξοδος Κινδύνου, Το θύμα, Η πληγή, Οι φωνές των βράχων, Βοήθεια, Οδός Λασκάρεως 40, Η μεγάλη έκρηξη, Η πρωτοχρονιά του Αλέξανδρου, Μικρή νυχτωδία. Η δίψα της ζωής, Το κύμα, Τα δένδρα, Βροχή στη νύχτα και Χριστουγεννιάτικη συμφωνία) αποτελούν πολύτιμα πετράδια που κοσμούν την νεοελληνική πεζογραφία μας και το ένα δεν έχει να ζηλέψει τίποτε από το άλλο. Όλα μαζί είναι προορισμένα για κοσμήματα της τέχνης.
Γνωρίζαμε τις ικανότητες του λογοτέχνη Γιάννη Νικολόπουλου στο στίχο, στο δοκίμιο και στο διήγημα όμως το τελευταίο του έργο μπορώ να πω πως μας αιφνιδίασε ευχάριστα. Ένα έργο που κοσμεί την νεοελληνική γραμματεία μας και τιμά το δημιουργό του. Μπράβο Γιάννη…


Δεν  μπορώ να μην αναφερθεώ με την ευκαιρία αυτή  στην πληθωρική πνευματική  παρουσία του Γιάννη Νικολόπουλου   μια και   είναι  συνεχιστής της έκδοσης του «ΝΟΥΜΑ», μετά τον αοίδιμου εμπνευστή  του   Δημήτρη Ταγκόπουλο.Αποτελεί η έκδοσή μου  ορόσημο και πραγματικό  άθλο  στον «Παρνασσό» της ελληνικής  επαρχίας ,  και τίτλο τιμής  για  την ιδιαίτερη πατρίδα του τον Πύργο. Τα διηγηματά του  αποτελούν πολύτιμες συνθέσεις, που εστιάζουν στον αλλοτριωτικό χαρακτήρα των ανθρώπινων σχέσεων, στην απώλεια της ηθικής μας ευαισθησίας, ως θλιβερός απότοκος της παθογένειας της  εποχής μας.Μιάς εποχής που τα πάντα έχουν ισοπεδωθεί μετά την πλήρη και ολοκληρωτική  οικονομική υποδούλωση  της πατρίδας μας. Οι φωνές των ηρώων της συλλογής καταβάλουν   εναγώνιες προσπάθειες  να  αναδείξουν    τις μύχιες σχέσεις πνεύματος και σαρκός  και επιδιώκουν να επικυρώσουν  την πνευματική παρουσία των  συνανθρώπων  στην αχανή λεωφόρο του χρόνου,  και να  διερμηνεύσουν   την ανθρώπινη μοίρα. Τα διηγήματα του συγγραφέα ξεχωρίζουν για την ηθική τους ένταση που κρατά σε διαρκή εγρήγορση τον αναγνώστη και τα κάνουν να διαβάζονται άνετα, την αρχιτεκτονική τους δομή, αφού με την ευρυχωρία τους καίτοι τόσο πυκνά νοηματικά, ξεκουράζουν τον αναγνώστη και τον ταξιδεύουν σε ηθικές σφαίρες απροσέγγιστης πνευματικής ανάτασης, αλλά για την εκφραστική τους πολυμέρεια, που αναδεικνύουν τον Νικολόπουλο σε μεγάλο γνώστη  της ελληνικής γλώσσας. Ο λόγος του είναι δομημένος τόσο ως προς την αρχιτεκτονική του ανάπτυξη, όσο και ως προς την εκφορά του. Με την ηθική του εμπνοή, αλλά και την γλωσσική του πληρότητα , καθηλώνει τον αναγνώστη και κατορθώνει να τον εισάγει μέσα από μια ευλύγιστη και λαγαρή γλώσσα, στα μείζονα ερωτήματα, που αφορούν την ανθρώπινη ύπαρξη. Αυτή είναι η μαγεία, και η επίζηλη συνάμα συγγραφική αρετή του Νικολόπουλου. Να σε τέρπει αισθητικά με την πολυδύναμη γλώσσα του, να σε προβληματίζει με τις υψηλές διανοητικές του προσεγγίσεις και να σε ταξιδεύει τελικά στον ακήρατο ουρανό, μιας ανεκλάλητης ηθικής ευτυχίας. «…Ταξίδευαν συχνά. Στην  πόλη τους τα πράγματα ήσαν αμετάθετα. Η ίδια σύνθεση, η ίδια στάση, η ίδια διάθεση. Το κλίμα των κινουμένων σχεδίων, της ακαμψίας των αισθημάτων, της κοινωνίας της επιφάνειας. Ούτε μια καλημέρα, ούτε ένα αληθινό χαμόγελο για τους άλλους, για τον διπλανό, ούτε ένας χαιρετισμός με γνησιότητα στο γνώριμο, στο φίλο στο συγγενή. Ένας κόσμος φιλύποπτος, ιδιοτελής και φαρισαϊκός σε όλα, διαβιούσε όπως διαβιούσε ένα πλήθος-αγέλη, που έβρισκε την ύπαρξή του στα μεγάλα ποδοσφαιρικά γήπεδα, στις σκοτεινές αίθουσες των βραδινών κέντρων της αλλοτριωμένης αγαλλίασης και των αγνώστων ενστίκτων …». Και το δεύτερο «Πήραν διαφορετικό ταξί ο καθένας. Ώσπου, ήρθε η μεγάλη έκπληξη. Συναντήθηκαν στο ίδιο ανσασέρ, κατέβηκαν στον ίδιο όροφο κι χτύπησαν τα δυο διπλανά διαμερίσματα … - Ώστε είμαστε γείτονες, ε; είπε ο ένας. –Έτσι φαίνεται, απάντησε ο άλλος. Και πρόσθεσε. Είμαστε αυτό που θέλουμε κι αυτό που δεν μπορούμε να γίνουμε αλλιώς… Ένας γυάλινος κόσμος, ψυχρός και ισοπεδωμένος κόσμος, που πνίγεται στη λανθάνουσα μοναξιά, στη λανθάνουσα κατάσταση ζωής, στη λανθάνουσα τραγικότητα των φαινομένων…Ελπίζω να μην διαφωνείτε μαζί μου …Και βέβαια, πως μπορούσε να διαφωνεί …». Χωρία που με παραστατική ενάργεια, διανοητική ευστοχία και αισθητική αρτιότητα, αποτυπώνουν υποδειγματικά τον ξεπεσμό  και τον αλλοτριωτικό χαρακτήρα των ανθρωπίνων σχέσεων. Έχουν την σφραγίδα , ενός σπάνιου τεχνίτη του γραπτού λόγου και οξυδερκούς συνάμα μελετητή, της κοινωνικά άρρωστης και στρεβλής εποχής μας, από την ευμάρεια της ύλης, τον  χωρίς χαλινό  καταναλωτισμό και τον δεσποτισμό της μηχανής. Μας παραδίδουν έτσι μια σειρά διηγημάτων που η εκδοτική τους φροντίδα, συνάδει με το έξοχο αισθητικά περιεχόμενό τους.  Τα συνιστώ ανεπιφύλακτα στους φίλους της τέχνης που αποζητούν την  ποιότητα  που περισσότερο από ποτέ προβάλλει το ζητούμενο  του   γραπτού  λόγου. Τέλος εκφράζω τα συγχαρητήριά μου στον  αγαπητό μου Γιάννη Νικολόπουλο, που επιμένει σε καιρούς χαλεπούς να μας θυμίζει  ιδέες, αξίες, ιδανικά, αλλά και την χαμένη μας ανθρώπινη αθωότητα.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου