Δευτέρα 4 Φεβρουαρίου 2019

ΟΜΙΛΙΑ ΒΙΒΙΑΝ ΦΑΡΜΑΚΗ ΣΤΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ


Εταιρεία Λογοτεχνών Ν.Δ. Ελλάδος
Δημοτική Βιβλιοθήκη Πατρών

22 Οκτωβρίου 2018
Φιλολογικά Βραδινά της Δευτέρας

Ομιλήτρια: Βίβιαν Φαρμάκη
Φιλόλογος Δρ Φιλολογίας Πανεπιστημίου Ιωαννίνων

Θέμα: «Οι Οικουμενικές Διαστάσεις της Ποίησης του Άγγελου Σικελιανού»
Προλογίζει και συντονίζει ο Πρόεδρος της Εταιρείας, κ. Λεωνίδας Μαργαρίτης
Απαγγέλλει ποιητικά αποσπάσματα η Φιλόλογος – Εκπαιδευτικός,
κα Μαίρη Σιδηρά

Το χαρακτικό του Κ. Γραμματόπουλου, 1940 («Νέα Εστία», 1951)

Ο Παλαμάς ηγετική φυσιογνωμία της γενιάς του 1880 απευθύνεται στη πλούσια και λυρική προσωπικότητα του Άγγελου Σικελιανού.
SCOPCABCCI018101816372_0001.jpgSCOPCABCCI018101816371_0001.jpg
ΣΤΟΝ ΑΓΓΕΛΟ ΣΙΚΕΛΙΑΝΟ
Της μυγδαλιάς τολόανθο το κλωνάρι
μέσ’ στο νυχτερινό μου το κελλί
σε φώς αυγερινό φεγγοβολεί,
γραφή σου, Αλαφροΐσκιωτε Λυράρη!

Μέσα στο εργαστήριό του, στη βιβλιοθήκη και το ησυχαστήριό του ο ποιητής Άγγελος Σικελιανός θεμελιώνει πνευματικά τα ποιητικά του οράματα.
Εκεί, συγκροτεί τη συνείδησή του, για να ορίσει την αποστολή του, όχι, ως εκλεγμένος ταγός, που έχει την «εξουσία», αλλά, ως «χρισμένος ιερουργός…».
Ο Λόγος του ποιητή, εύρωστος, ρωμαλέος, ως την αφετηρία αυτής της αναζήτησης, συναρθρώνει την αποκαλυπτική αναφορά που καταγράφεται στην εισαγωγή της ποιητικής του σύνθεσης, στο έργο του:
Θυμέλη, τόμος Α΄: «…κατά την εποχή που δεν υπάρχουν οι προφήτες και δεν υπάρχουν οι Πυθίες, ο ποιητής χρωστά ν’ ανάγει τον καιρό του και το λαό του, ως προς την υπέρτατη αξία, την καθαρή Αλήθεια, που διεκδικεί τη σφαιρική ολοκλήρωση του Ανθρωπισμού μας και που τίποτα στον κόσμο δε δικαιούται να την αγνοήσει, να τη συσκοτίσει ή να της ασεβήσει …».
Οραματικός και λυρικός ο ποιητής, κατά τη διαχρονία των ποιητικών δημιουργιών, διαγράφει δυναμικές μεταβάσεις του δραματικού οράματός του.
Έμφορτη η σκέψη του Σικελιανού από φυσικές εικόνες, συνυφασμένες με την υποστύλωση της Μεταφοράς, υφολογικού στοιχείου, μετουσιώνεται ποιητικά στη σχέση αλληλεπίδρασης του φυσικού κόσμου και της ψυχής του ανθρώπου, ακολουθούσα τη δονούμενη ατμόσφαιρα.
Ακούγεται ο λόγος του ποιητή:
« … την αστραψιάν αντάμωσα/πριν βγει απ’ το σύγνεφο. Στο κρότο/του κεραυνού αντιχτύπησε/ το χτυποκάρδι της χαράς μου πρώτο·/ στ’ ανάλαφρα ξυπνήματα,/ σε ξαφνικό ένα θρο των φύλλων,/ στο ξέχειλο κουδούνισμα,/ στην απονύχτερη ησυχία των γρύλων…»
Ο γνήσιος, όμως, ποιητής, όπως τον εννοεί ο Σικελιανός είναι εξ ορισμού και βαθύς στοχαστής και οραματιστής και θεωρούσε τα ποιήματά του:
« … ως κάποια χνάρια της υπαρξιακής διαλεκτικής πορείας της ψυχής μου, προς την κεντρική κατάκτηση μιας ενιαίας και μείζονος συνείδησης της ζωής». (Αυθεντικός ο Λόγος του ποιητή)
Ακολουθεί ο εσωτερικός ο μονόλογος του ποιητή:
«Γιατί, το ξέρω πιο βαθιά κι απ’ το πηχτόν αστρόφως/ κρυμμένος σαν αετός, με περιμένει εκεί που πια ο θείος αρχίζει ζόφος,/ ο πρώτος μου εαυτός …» .(Άγγελος Σικελιανός, Ύμνος του μεγάλου νόστου, Αλαφροΐσκιωτος, τόμος Α, Πρόλογος, στ. 504).
Κυρίαρχη η έννοια «κατάκτηση», καθότι  σηματοδοτεί την ανοδικότητα και αγωνιώδη ποιητική πορεία του ποιητή, μύστη και στοχαστή.
Η βιολογική και γνήσια σκοπιά της εσωτερικότητάς του αντλεί το φως και τους ρυθμούς του στοχασμού του από την επίνευση του νου του, προς την επίγνωση της ανάγκης για την ένωση σε βάθος της Ελληνικής παράδοσης και τις οικουμενικές διαστάσεις αυτής ώστε να αποκαλύψει τη μέθοδο προς την κατάγνωση της «μείζονος ζωής»… Εκεί, όπου πραγματώνεται η συνάντηση της ψυχής του ανθρώπου και του κόσμου, στην τελική εποπτεία της ζωής, από την άποψη της μιας και αδιαίρετης ποιητικής Αλήθειας. (Από τον πρόλογο του έργου: Αλαφροΐσκιωτος του Άγγελου Σικελιανού).
Ο ποιητής, ο δημιουργός επινοεί μια δραστική έκφραση, αυτή είναι η πηγαία απαρχή του μύθου, όπως διασώζεται, μέσω της βαθυστόχαστης ρήσης του Αριστοτέλη για την καταγωγή του «μύθου» και τη λειτουργικότητά του στη γνωστική πορεία του ανθρώπου.
Γράφει ο Αριστοτέλης:
«διά γάρ τό θαυμάζειν οί άνθρωποι καί νύν καί τό πρώτον ήρξαντο φιλοσοφείν … ο δ’ απορών καί θαυμάζων οίεται αγνοείν (διό καί ό φιλόμυθος φιλόσοφος εστίν) …».
Με τον Αριστοτέλη στερεώνεται η μακρά παράδοση, η οποία θεωρεί ότι ο ποιητής, ως δημιουργός, γίνεται κι αυτός κάτοχος της σοφίας …
Η σοφία εγκυμονεί στο «μύθο», συνέχει τους μεγάλους ποιητές από τον Όμηρο ως τον Σικελιανό… και εκείθεν …
Η προσέγγιση του «μύθου» από το ποιητή Άγγελο Σικελιανό μετουσιώνεται σ’ ένα ουσιαστικό ορισμό, καθώς και στην αδιατάρακτη, μολονότι περίτεχνη διατύπωση της σοφίας, ως στοχασμού, τα οποία ο ίδιος ο δημιουργός ανακαλύπτει και αναδεικνύει ασφαλώς, μέσω του Λόγου του ώστε να καταστήσει την ερμηνεία του «μύθου», το σημαινόμενον, που διαβλέπει σ’ αυτόν, μια αποκαλυπτική ποιητική πράξη.
Σ’ αυτόν τον χώρον όμως ο ποιητής προχωρούσε μετά από αγώνα εσωτερικό, μετά από συνεχή «μυστική άσκηση και άθληση».
SCOPCABCCI018101816381_0001.jpg
Ο Σικελιανός με την αισθητική του μνήμη, στα ποιήματα της ώριμης δημιουργίας, ανακαλεί από τη μυθολογική παράδοση μορφές της αρχαιότητας. Τούτο το ποιητικό θέλγητρο του «μύθου» μάλιστα το προωθεί στην ιστορία της πατρίδας του και της φυλής του, ως τους θεματοφύλακες της οικουμενικής αιωνιότητας αυτού του «μύθου».
Επίσης, ο αρχαίος «μύθος» στα ποιήματά του δραματοποιείται, μέσω της αλληγορικής γλώσσας το σύμβολο, υπέρμετρον του «μύθου» σε τόλμη και στοχασμού ευρύτερον.
SCOPCABCCI018101816380_0001.jpg
Στην ποίηση του Σικελιανού το Ορφικό στοιχείο από τα μυθικά βάθη των αιώνων αποτελεί αναπόσπαστο μυθικό  σύμβολο.
Ο Σικελιανός τον ήρωα και τον ποιητή μαζί, τον ιδρυτή των μυστηρίων Ορφέα ζωντανεύει στο έργο που ο Ορφικός συμβολισμός που  του αφιέρωσε, τον τελευταίο «Ορφικό διθύραμβο», ή «Διθύραμβο του Ρόδου».
Αν ο Ορφέας είναι μυθολογικό πρόσωπο, όμως οι ήχοι της λύρας του και σήμερα δονούν, ως παράδοση.
Ο Σικελιανός στην τραγωδία, το έργο του: ο «Διθύραμβος του Ρόδου» εξακτινώνει  ποιητικά ολόκληρη την ορφική συμβολική.
Ο Ορφικός συμβολισμός  που είναι παγκόσμιος αποκτά την τέλεια έννοια του: « … μέσα από όλους τους … τύπους όλων των ανθρωπίνων πολιτισμών, τις ιδέες πάντα απλές, αλλ’ απεριόριστα γόνιμες, δημιουργικές Αρχές, της άρτιας Ζωής, της άρτιας Γνώσης και της άρτιας Τέχνης…».
SCOPCABCCI018101816400_0001.jpg
Κα τ πλούτη
Το
κόσμου, τ πλα, ο δόξες, τ χρυσά του
Παλάτια,
λα τος φαίνονται παιχνίδι
Μπρ
ς στ᾿ λέτρι, τ στάρι και τ φλόγα,
Το
γιου νεκρο κληρονομιά, που, αν σως
Ψωμ
δ φτάνουν σήμερα ν δώσουν
Στ
ρφανά του, στο πόνου τους τ μάτια
Γιγαντώνονται, κι α
ριο, λές, θ θρέψουν
Τ
ν πείνα νς λαο

μοια θ νναι
Λίγον καιρ
κι ρφάνια Σας, ν φύγω.
Μ
μυστικ κληρονομιά, πο φήνω
Σ
εσς, ειν᾿ λλη, κι λλη στράτα νος Σας
Θ
πάρει σύντομα π᾿ ατην…. Μ᾿ κοτε;

Ο Διθύραμβος του Ρόδου,
ΘΥΜΕΛΗ Α΄, Ορφέας στ. 23-35

 «Το εκατόφυλλο Ρόδο – Λόγος», συμβολίζει την τέλεια εναρμόνιση των αντινομιών, τη σύζευξη της Διονυσιακής μέθης με την Απολλώνια σοφία κι αποκαλύπτει τον τρίτο βαθμό μύησης, την Άρτια Γνώση…
Ακούγεται ο Λόγος του ποιητή:
« … Το Σύμβολο … αυτό, ξαναγεννημένο, μέσα μου, το υψώνω σήμερα με τον ποιητικό Λόγο ανάμεσα στους αδελφούς μου ανθρώπους …. μες την ατμόσφαιρα της κραδαίνουσας γης από συγκλονισμούς και βίαιους κραδασμούς, της οποίας γης καλείται να δουλέψει από κοινού η εποχή μας … καθώς προσφέρει στους μαθητές το πνεύμα της αυτοβεβαίωσης και της αυτογνωσίας …».
«ρφέα, δώσε
Τ
Ρόδο κα σ᾿ μς, κα δώστο σ᾿ λους,
Τί ε
ν᾿ ζω πικρ π᾿ τν ρα τούτη
Πο
νασασμός του διάβη π μπροστά μας
Κα
δν πλώθη στν γν λη. Δωστο
Τ
όδο στος λαούς, ρφέα. Τί γιος
είν’
γώνας το Κρασιο, πού, ς λιγοστεύουν
Τ
θάρρη τς ψυχς, τ σπρώχνει πάλι
Στο
ς ζωντανος νήφορους. Μ τώρα
Δ
ωσ’ τν γώνα γι τ Ρόδο, ρφέα,
Στο
ς λαούς, γι ν κινήσουνε λοι ντάμα
Πρ
ς τν κορφή, πο λα τ σμίγει σ᾿ να,
Ψυχ
κα σμα, αμα κα πνέμα, χθρότη
Μ
᾿ γάπη, τόπους μ᾿ λλους τόπους, τστρα
Μ
τστρα, ζω μ θάνατο, τος αἰῶνες
Μ
τος αἰῶνες. Δωσ’ στος λαος τ όδο,
ρφέα!»
Ο Διθύραμβος του Ρόδου,
ΘΥΜΕΛΗ Α΄, Ορφέας στ. 404-421
Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΣΙΚΕΛΙΑΝΟΣ
SCOPCABCCI018101816390_0001.jpg

Πολυεδρική η Σικελιανική ποιητική ενότητα, η πνευματική εγρήγορση του ποιητή Σικελιανού ταλαντεύεται, συγκλονίζεται ανάμεσα στα εκκρεμή ρήγματα της εποχής του, την παθολογική υπερτροφία της πόλης που έχει υψώσει θεούς της και θεσμούς της την αμείλικτη βουλιμία υλικού κέρδους, τη φιλαργυρία, τη λαγνεία, την οκνηρία…
 Όμως ο ποιητής δεν πολώνεται στα δόγματα και τις ύπουλες επιταγές της δύναμης του κόσμου αυτής της ποιότητας.
Ο ΑΣΩΜ
Κι αν δεν επέθανεν ολότελα, όπως κάποιοι
το μουρμουρίζουνε, μα εσήκωσε το βάρος,
με το σταυρό του, όλων των άλλων σταυρωμένων,
κι ακόμα ζει και, καθώς λένε, περιμένει …
Τι λεν πολλά … Πως, σα σταυρωθή – χρόνια τώρα-
στα Ιεροσόλυμα, πλερώθη η κουστωδία
που τον φρουρούσε μες στο μνήμα, από τους ίδιους
τους μαθητές του, κι ως δεν του ‘χανε τσακίσει
τα κόκκαλά του, ως τα τσακίσανε στους άλλους,
τον συνεφέρανε· κι αργότερα πως πήρε
με τρυπημένα τα ποδάρια τ’ ανηφόρι
κι ανέβη απάνω στον βουνόν, ώσπου να γιάνουν
βαθιά οι πληγές του· κι από τότε πως βιγλίζει
Βοριά και Νότο, Ανατολή μαζί και Δύση,
την Οικουμένη, όπου έχει στείλει απ’ άκρη σ’ άκρη
τους αποστόλους του το σπόρο του να σπείρουν,
και καρτερεί πότε θ’ ανέβει απάνω ο σπόρος
για το μεγάλο θερισμό π’ ανανωήθη.

ΘΥΜΕΛΗ Β΄, Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΣΤΗ ΡΩΜΗ,
Ο ΑΣΩΜ, στ. 85 - 102

Ο Λυρισμός, ως αισθητική Λόγου, αλλά και, ως αίτημα και σύνθημα ζωής διαγράφεται από τον ποιητή σε πορεία βίου σε μια οργανική αρχή που δίνει τα πρωτεία στην ανθρώπινη αισθαντικότητα … του ανθρωπισμού στην αυθεντική έννοιά του.
Στο Σικελιανό η «μυστική ιδέα» είναι ο Άνθρωπος, ολόκληρο το Ανθρώπινο γένος – αλλά σε μια αόριστη γενικότητα. Είναι ο λαός, πρωταρχικά, βέβαια, ο Ελληνικός λαός.

Η ΣΥΝΕΙΔΗΣΗ ΤΗΣ ΠΡΟΣΩΠΙΚΗΣ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑΣ

ΓΙΑ ΤΟΝ ΚΑΙΝΟΥΡΓΙΟ ΘΕΡΙΣΜΟ
ΤΟΥ ΜΥΣΤΙΚΟΥ ΑΣΤΑΧΥΟΥ

Ω Ιστορία·
Κομμάτι μόνο της γιγάντιας μελωδίας
που βουίζει μες στα βάθη των φλεβών μου,
ακατανίκητος ρυθμός και ωκεανός!

Βαθιά μου μόνο
θ’ αναστήσω τη σβησμένη σου Αρμονία
ακαταδούλωτη κι αντιδονούσα
μέσα στο αίμα μου
το μυστικό σου ασώπαστο παλμό!
Βαθιά μου
και μες στην ανεύφραντη του λαού μου ανάσα
θε να πιω τ’ αντίψυχο του Χάρου
για να στήσω αντίκορμο το πνέμα μου
στον ξεπεσμό!

Η πίστη αυτή στο λαό, δημιουργημένη ποιητικά από τη στάση του απέναντι στα προβλήματα της σύγχρονης ζωής στα μεγάλα ανθρώπινα ιδανικά, την αγάπη του προς το λαό και τον αγώνα του για τη Λευτεριά, την κοινωνική δικαιοσύνη … αλλά και την πίστη του στην τελική νίκη του λαού.
…Και για να σκύψω, τέλος,
Ιεροφάντης,
και να το θερίσω σιωπηλός,
και να το υψώσω ανάμεσα απ’ ολόκληρο το λαό,
το Λαό – Ανθρωπότητα,
αρραβώνα του καινούργιου
νικητήριου πλέον Απόλλωνα,
πάνω απ’ το Φίδι – Χρόνο,
του ανοιχτού αβασίλευτού σου αιώνα,
του καινούργιου σου αρραβώνα
ω Ελλάδα, με τη Ζωή!

Μέσα στη νεοελληνική ποίηση ο ποιητής Σικελιανός, η ιδιοσύσταση της φύσης του, η οραματική του φαντασία, η κοσμοθεωρητική διάθεση, στο χώρο του στοχασμού, μετά από τη συνεχή μυστική άσκηση και άθληση, πραγματοποιεί την υπέρβαση του ατομικού αλλά και του συλλογικού χρόνου. Τοιουτοτρόπως, βεβαιώνει στον κύκλο της βουερής φωνής του όλη την ανθρωπότητα, ιχνηλατεί και διδάσκει την ενότητα, το «αλληλέγγυον» του ανθρώπου με τον άνθρωπο, τη λύτρωσή του από οδυνηρές «ματαιότητες» και τη θέαση προς τις καθολικές αρχές:
Κατάφαση της ζωής. Ομορφιά και θάμβος. Αγάπη. Πίστη στο λαό. Αναζήτηση του ενός. Υπερμάχηση της μοίρας του Ελληνισμού.
Όμως, το αίσθημα της αποστολής του κραδαίνει τη σκέψη του, η ενδοσωτηριακή του πεποίθηση υποχωρεί. Αισθάνεται την ανάγκη της «άνωθεν δύναμης».
Τοιουτοτρόπως, με την εύγλωττη σιωπή του, γίνεται διερμηνευτής της πανεθνικής προσδοκίας, μέσω της διθυραμβικής φωνής του, την οποία μετουσιώνει σε ύμνο στην Παναγιά.

Κ’ εκεί που κάθομαι ψηλά, γαλήνιος, κι ωριμάζω
το νόημα, φέρνει ο άνεμος θαμπούς κυματισμούς
καμπάνας μεσ’ απ’ τα χωριά: λογιάζω κι απεικάζω
που κράζει για της Χάρης Της τους θείους Χαιρετισμούς.

Όλα ως ν’ ανοίγοντ’ άξαφνα με τα’ άκουσμα τα φρένα,
πηγή ο αχός στη μέση τους κι αδιάκοπα σκιρτά,
σήμαντρα, πλάτανοι, νερά, όλα μιλούν σαν ένα:
η Ελλάδα που, τη Χάρη Της, ξυπνάει, και χαιρετά.

Στεριές, νησιά και πέλαγα, μια Κόρη και μια Μάνα,
η Ελλάδα, στην αθάνατη, γονατιστή, πλαγιά
που τρέμει μπρος της η άβυσσο, ακούοντας την καμπάνα,
τα θεόρατα τα μάτια Σου στυλώνει, Παναγιά!

ΘΥΜΕΛΗ Β΄,
Ύμνος στην Παναγιά

Ο αισθητικός άνθρωπος, είτε μυημένος στον σπερματικό Λόγο του Σικελιανού, είτε ο άνθρωπος ο αδρός και ιδρωμένος συνοδοιπόρος της ρωμαλέας και πρισματικής ποιητικής εμπνοής του ποιητή, ανακαλεί το «θαυμάζειν», τη «φιλοσοφική απορία»…
Αναρωτιέται, λοιπόν, ο αναγνώστης …
Σε ποιο χώρο θα τοποθετήσουμε ένα έργο με την πνευματική ατμόσφαιρα κα το ιδεολογικό περιεχόμενο του Σικελιανού;
-          Είναι ίσως αναζωπύρωση ενός πανάρχαιου  θρησκευτικού μύθου η ποίηση αυτή, μήπως είναι σύνθεση φιλοσοφική, θεμελιωμένη σ’ ένα όραμα μεταφυσικό;…
Στους καιρούς μας, η κατακερματισμένη συνείδηση  ενός ασύμμετρου πολιτισμού διασπά το πάθος της κοινωνικής εξάρθρωσης, κλονίζει την αδιαίρετη φύση, την αισθαντικότητα του ανθρώπου.
Ο Σικελιανός αντιστρατεύεται, με δύναμη και ορμή, τον θρυμματισμό του σύγχρονου εν πολλοίς ανθρώπου, ενώ υπερασπίζεται με την επίμονη, την πυρετική σκέψη και της ψυχής τη βιολογική αυτονομία και λύτρωση της αισθαντικότητας του ανθρώπου.
Ο ίδιος χαρακτηρίζει το έργο του: όπως αναφέρθηκε, «πορεία της ψυχής του προς την κατάκτηση της υψηλής ενότητας της ενιαίας και μείζονος συνείδησης ζωής».
Είναι, λοιπόν, θέλει να είναι και Ποιητής και στοχαστής και μυστικός ο Σικελιανός σε ενότητα αρμονική (Αλαφροΐσκιωτος, «Πρόλογος» σ. 838).
Και πράγματι, «σ’ εποχή σαν τη δική μας αξιώνεται, υποστηρίζει ο Σικελιανός μια «ριζική και ουσιαστική μεταστροφή», τέτοιες επαναστάσεις τις ονομάζει ο Ποιητής «επανάσταση του νου», «επανάσταση του πόνου», «επανάσταση του ενστίχτου»…».
Ο Άγγελος Σικελιανός, ο «ένθεος» ήταν πάντα κοντά στο λαό «παντού ο λαός» και « Ω, ο λαός αγαπημένος!».
Υπερήφανος, μεγαλόστομος, λαμπρός μπροστά στους «μεγάλους» απλός και ταπεινός μπροστά στον λαό.
Η σκέψη του η ανθρωποκεντρική αναδύεται με την ποιητική συνάρθρωση των εικόνων, ιδιαίτερα της υπαίθρου:
«…Παντού ο λαός,
γύρα στον κάμπο, στα βουνά
παντού ο αδρός αγρότης,
δίπλα στα αμπέλια ο πιστικός
αγρύπνησε ο δραγάτης
ολούθε ο ιδρωμέτωπος
κυβέρναγε χωριάτης».

Άγγελος Σικελιανός: «Αλαφροΐσκιωτος»
(τόμος Α΄, «Τα γύρα μου», στ. 248 – 261)

Παραπάνω απ’ τον Απόλλωνα κατοικούσε μέσα του ο Χριστός,
SCOPCABCCI018101816360_0001.jpgο ποιητής κατόρθωσε να ενώσει μέσα του σε ομοούσια τριάδα τον Απόλλωνα, το Διόνυσο, τον Χριστό.
Όμως, ο Σικελιανός, το ουσιώδες «εν Χριστώ» παρά μόνο περί το τέλος του βίου του, βίωσε, και ανέστησε ο νους και η ψυχή του.
Συγκεκριμένα, από την εχθρική Κατοχή (1941 – 1944) η ποίηση του Σικελιανού σημειώνει μια ουσιαστική και ριζική μεταστροφή.
Ο ποιητής, κάτω από τον ασφυκτικό κλοιό της πείνας, του πολέμου, της αγριότητας και του ανθρώπινου κινδύνου, νιώθει την ανάγκη της Αντίστασης. Η δημιουργική του προσωπικότητα διαιρείται σ’ ένα βίαιο μετασχηματισμό μιας ποίησης έμμεσα λυτρωτικής και συγχρόνως αντιστασιακής.
Επιλέγεται, το ηχηρό πνευματικό εμβατήριο, έργο του Ποιητή ως τη βουερή αντήχηση μέσα στο ιστορικό κλίμα της Αντίστασης, την ποιητική έμπνευση, σύμβολο της ελευθερίας της ιστορικής εποχής του Ελληνισμού 1944.
SCOPCABCCI018101816411_0001.jpg
ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟ   ΕΜΒΑΤΗΡΙΟ
…Κι απ’ την Αγάπη, απ’ τη μεγάλη δημιουργόν Αγάπη,
νά πού η ψυχή μου εσκλήρυνεν, εσκλήρυνε, και μπαίνει
ακέρια πιά μέσα στη λάσπη και μές στο αίμα Σου, να πλάσει
τη νέα καρδιά πού χρειάζεται στο νιό Σου αγώνα, Ελλάδα!
τη νέα καρδιά πού κιόλας έκλεισα στα στήθη,
και κράζω σήμερα μ’ αυτή προς τους συντρόφους όλους:
«Ομπρός·βοηθάτε να σηκώσουμε τον ήλιο πάνω απ' την Ελλάδα·
ομπρός, βοηθάτε να σηκώσουμε τον ήλιο πάνω από τον κόσμο!
Τι, ιδέτε εκόλλησεν η ρόδα του βαθιά στη λάσπη,
κι α, ιδέτε, χώθηκε τ' αξόνι του βαθιά μες στο αίμα!
Ομπρός, παιδιά, και δε βολεί μονάχος του ν' ανέβει ο ήλιος·
σπρώχτε με γόνα και με στήθος, να τον βγάλουμε απ' το γαίμα.
Δέστε, ακουμπάμε απάνω του ομοαίματοι αδερφοί του!
Ομπρός, αδέρφια, και μας έζωσε με τη φωτιά του
ομπρός, ομπρός, κι η φλόγα του μας τύλιξε, αδερφοί μου!...».

Πάτρα, 22/10/2018

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου