Κυριακή 25 Μαρτίου 2018

ΔΗΜΗΤΡΗ ΜΑΡΚΟΠΟΥΛΟΥ:Η ΦΑΙΝΟΜΕΝΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ


Η ΦΑΙΝΟΜΕΝΟΛΟΓΙΑ
ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ


Το θέμα που επέλεξα να σας αναπτύξω απόψε είναι λεπτό και δύσκολο. Ωστόσο, είναι ένα θέμα γενικού ενδιαφέροντος που απασχόλησε τον άνθρωπο από τότε που άρχισε να σκέπτεται. Η δομή της ομιλίας μου περιλαμβάνει τις εξής ενότητες:
§                Μια ιστορική αναδρομή στην ανθρώπινη ελευθερία.
§                Αναφορά στις κυριότερες μορφές της ελευθερίας.
§                Παρουσίαση των φιλοσοφικών θεωριών για την ύπαρξη ή μη της ελευθερίας του ανθρώπου.
§                Κριτική των θεωριών αυτών και διατύπωση της προσωπικής μου γνώμης.
§                Και θα καταλήξω με τον σωστό ορισμό της έννοιας της ελευθερίας.
Μα πρώτα από όλα, θα ΄θελα να υμνήσω το υπέροχο αυτό ιδανικό, που ο Θεός φύτεψε στων ανθρώπων τις ψυχές, αφού, «Ελευθέρους αφήκε πάντας ο Θεός, ουδένα δούλον η φύσις πεποίηκεν» κατά τον ρήτορα Αλκιδάμα.
Να υμνήσω θέλω τη λευτεριά που λάτρεψαν όλων των αιώνων οι άνθρωποι, είτε φτωχοί ήσαν είτε πλούσιοι, είτε μορφωμένοι, είτε αμόρφωτοι, είτε σκλάβοι, είτε ελεύθεροι.
Θα ’θελα πιστός προσκυνητής να γονατίσω μπροστά στον ιερό βωμό της, που στο διάβα των αιώνων τον άγιασαν με το αγνό τους αίμα χιλιάδες υπερασπιστές και μάρτυρες και μέσα από τα τρίσβαθα της ψυχής μου να αναφωνήσω τα λόγια του εθνομάρτυρα ποιητή μας «Καλύτερα μιας ώρας ελεύθερη ζωή παρά σαράντα χρόνια σκλαβιά και φυλακή!»
Η ελευθερία είναι ότι πιο ιερό έχουμε στη ζωή μας. Γι’ αυτό και οι σπουδαιότεροι φιλόσοφοι και διανοούμενοι την ελευθερία λάτρεψαν σαν Θεό τους. «Θεός και ελευθερία είναι η προσευχή μου», είπε κάποτε ο Βολταίρος. Και παλιότερα ο Πλάτωνας διακήρυξε πως «Ελευθερία ηγεμονία βίου εστί, αυτοκράτειρα επί παντί,» που σημαίνει πως η ελευθερία είναι η ανώτατη αρχή της ζωής, η μόνη που έχει πλήρη δύναμη στο «καθε τί.»
Και οι σπουδαιότεροι ποιητές σ’αυτήν αφιέρωσαν τα πιο ωραία ποιήματά τους. Ο Κάλβος έγραψε «Την ωδή προς την ελευθερίαν,» ο Σολωμός «Τον ύμνο της Ελευθερίας» που έγινε και Εθνικός Ύμνος της Πατρίδας μας. Κι ας μη ξεχνάμε τους στίχους του Ελύτη:
«Του κόσμου η πιο σωστή στιγμή σημαίνει ελευθερία. Για σένα θα δακρύσει από χαρά και ο ήλιος».
Την ελευθερία στον άνθρωπο χάρισε ο Θεός από την ημέρα που τον δημιούργησε. Κατά την θρησκευτική παράδοση, όπως διαβάζουμε στη Γένεση της Παλαιάς Διαθήκης, ο Θεός είπε στον Αδάμ: Από παντός δέντρου του Παραδείσου ελευθέρως θέλεις φάγει. Από δε του ξύλου της γνώσεως ου θέλεις φάγει απ’ αυτού. Διότι, καθ’ην ημέρα φάγεις απ’ αυτού, θέλεις εξάπαντος αποθάνει!»
Στην ολιγόλογη αυτή συμβουλή του ο Θεός τρεις φορές αναφέρει τη λέξη «θέλεις». Αυτό σημαίνει ότι δώρισε στον άνθρωπο την ελευθερία της θέλησής του. Δεν τον προστάζει. Τον συμβουλεύει. Και τον αφήνει ελεύθερο να επιλέξει, ή να τηρήσει την συμβουλή του ή να την παραβεί.
Ο Θεός, λοιπόν, κατέστησε τον άνθρωπο ελεύθερο και όχι δούλο. Όμως υπήρξαν εποχές παλιότερα, αλλά και σήμερα που πολλοί άνθρωποι δεν απολάμβαναν και δεν απολαμβάνουν την ελευθερία τους.
Μια σύντομη αναδρομή στο παρελθόν θα μας πείσει πως σε πολλούς λαούς οι άνθρωποι είχαν χωριστεί σε αφέντες και δούλους. Κι’ αλίμονο στους δούλους! Αυτοί μεταβιβάζονταν από τον έναν αφέντη στον άλλον και επωλούντο αντί ενός ευτελούς τιμήματος. Αν μεταφερθούμε με τη φαντασία μας σε ένα τέτοιο δουλοπάζαρο θα μας καταλάβει ντροπή και φρίκη ατενίζοντας τον ξεπεσμό της ανθρώπινης ύπαρξης. Φανταστείτε τα αξιοθρήνητα εκείνα ανθρώπινα πλάσματα να περιφέρονται ημίγυμνα και ανυπόδητα έχοντας κρεμασμένη απ’ το λαιμό τους την ταμπέλα της διατίμησής τους. Και οι αγοραστές  είχαν, λέει, το δικαίωμα να τους απογυμνώνουν τελείως για να εξακριβώσουν την αρτιμέλεια και την ευρωστία τους, προκειμένου να παζαρέψουν την τιμή τους. Φοβερό και απαίσιο!
Δυστυχώς δούλοι και είλωτες υπήρξαν κατά την αρχαιότητα και στην πατρίδα μας και μάλιστα κατά την εποχή του χρυσού αιώνα, γεγονός που αποτελεί ασφαλώς το μελανό του στίγμα, γιατί πως μπορούμε να μιλάμε για Αθηναϊκή Δημοκρατία, όταν υπάρχουν δούλοι;
Η ανθρωποδουλεία συνεχίστηκε και κατά τους ρωμαϊκούς και Μεσαιωνικούς χρόνους. Οι γαιοκτήμονες δεν χρησιμοποιούσαν στις εργασίες τους τα ζώα, παρά μόνο δούλους,  που τους θεωρούσαν πραγματικά κτήνη. Και κάτι τρομερότερο. Οι αφεντάδες τους τους έριχναν στα θηριοτροφεία και διασκέδαζαν στα αμφιθέατρα, βλέποντας να κατασπαράζονται από τα άγρια θηρία.
Και μήπως και στα μέσα του περασμένου αιώνα οι Γερμανοί Ναζί δεν έκαιγαν ζωντανούς τους αιχμαλώτους στα κρεματόρια του Νταχάου και του Άουσβιτς. Τι τρομερό και απάνθρωπο!
Αλλά και σήμερα ακόμη υπάρχουν σκλαβοπάζαρα σε αφρικανικές χώρες και σε άλλες περιοχές. Μια έρευνα που πραγματοποιήθηκε το 2016 απέδειξε ότι περισσότεροι από 40 εκατομμύρια άνθρωποι σ΄όλο τον κόσμο εκ των οποίων το ¼ παιδιά είναι αυτή τη στιγμή σκλάβοι. Η σύγχρονη σκλαβιά περιλαμβάνει ανθρώπους που υποχρεώνονται σε καταναγκαστική εργασία, γυναίκες που οδηγούνται δια της βίας στην πορνεία ή σε ανεπιθύμητους γάμους, παιδιά που αντί να φοιτούν στο σχολείο περιφέρονται στους δρόμους επαιτώντας υποκινούμενοι  από τους γονείς τους και άλλοι που η φτώχεια τους αναγκάζει να γίνουν υποχείρια σκληρών αφεντάδων.
Πόσο αλήθεια ταπεινώνεται ο άνθρωπος από τον συνάνθρωπό του! Μνημειώδης έμεινε η φράση των Ρωμαίων: «Homo homini lupus», που σημαίνει πως καμιά φορά ο άνθρωπος γίνεται λύκος για τον συνάνθρωπό του.
Γι’ αυτό ακριβώς αξίζει να αφιερώσουμε το σημερινό μας φιλολογικό βραδινό στη βαθύτερη εξέταση του φαινομένου της ανθρώπινης ελευθερίας, που αποτελεί το υπέρτατο αγαθό της ζωής.
Ας αναφέρουμε, λοιπόν, μερικές από τις κυριότερες μορφές της.

Η πνευματική ελευθερία

Όταν λέμε πνευματική ελευθερία εννοούμε τo αναφαίρετο δικαίωμα του ανθρώπου να σκέπτεται και να εκφράζεται ελεύθερα, να διατυπώνει τις σκέψεις και τις ιδέες του χωρίς κανένα εμπόδιο και να μπορεί ελεύθερα να τις μεταδίδει στους συνανθρώπους του.
Η ελευθερία του πνεύματος εμπεριέχει το δικαίωμα της αμφιβολίας για οποιαδήποτε επικρατούσα ιδεολογία. Όπου υπάρχει πνευματική ελευθερία δεν υπάρχει φραγμός στην επιστημονική έρευνα, στην ιδεολογική τοποθέτηση, στην πνευματική δημιουργία και στην ελευθερία του τύπου.
Ο στωϊκός Επίκουρος μιλώντας για την πνευματική ελευθερία λέει χαρακτηριστικά: «Η περιουσία μου δεν είναι δική μου. Οι συγγενείς, οι οικείοι, οι φίλοι, οι γνώριμοι τόποι, όλα αυτά είναι ξένα. Τι είναι λοιπόν δικό μου; Το να χρησιμοποιώ τις σκέψεις μου χωρίς κανένα κώλυμα και εξαναγκασμό. Ουδείς δύναται να με εμποδίσει, ουδείς δύναται να εφαρμόσει βίαν επάνω μου για να χρησιμοποιώ τις σκέψεις μου κατ’ άλλον τρόπο και όχι όπως εγώ θέλω. Η πνευματική ελευθερία είναι ιδιοκτησία μου».
Ο πολύς Μπέντ θα πει: «Το σώμα μου μπορεί να βρίσκεται αλυσοδεμένο ανάμεσα στους τοίχους της φυλακής. Ο νους μου όμως ποτέ! Η σκέψη είναι ελεύθερη». Θυμηθείτε τα λόγια του Βολταίρου: «Μπορεί να μη συμφωνώ με ό,τι υποστηρίζεις. Μα θα υπερασπίζομαι μέχρι θανάτου το δικαίωμά σου να διατυπώνεις ελεύθερα τις απόψεις σου».
Δυστυχώς όμως, πολλοί άνθρωποι και σήμερα ακόμη δεν απολαμβάνουν το δικαίωμα αυτό. Το ζήσαμε κι εμείς στα χρόνια της Χούντας και το ζουν σήμερα όσοι βρίσκονται σε χώρες που τις κυβερνούν δικτάτορες.
Ποιος, αλήθεια, βορειοκορεάτης μπορεί να διατυπώσει την αντίθετη γνώμη για τον τρόπο με τον οποίο κυβερνά τη χώρα του ο ιδιόρρυθμος Κιμ Γιούνγκ; Αν το τολμήσει σίγουρα τον περιμένει ο θάνατος.
Και η άλλοτε κομμουνιστική Ρωσία αρνήθηκε να υπογράψει τον «Καταστατικό χάρτη των δικαιωμάτων του ανθρώπου» κατά την συνέλευση του ΟΗΕ, δικαιολογώντας την άρνησή της δια του τότε υπουργού των εξωτερικών Βισίνσκι, λέγοντας: «Η ΕΣΣΔ είναι της γνώμης ότι δεν δύναται να διαδίδονται ελεύθερα και ανεμπόδιστα όλες οι ιδέες και δια τούτο δε θα ψηφίσει το κείμενο της Διακήρυξης των δικαιωμάτων του ανθρώπου. Εμείς στην πατρίδα μας πιστεύουμε πως όποιος είναι αντίθετος προς την κομμουνιστική ιδεολογία, είναι πράκτορας των ιμπεριαλιστών!»
Τις περιπτώσεις αυτές βλέποντας ο Ευάγγελος Παπανούτσος είπε τούτο το χαρακτηριστικό: «Μέσα στα κλουβιά καμωμένα με παράξενες ιδέες και πάθη κλείνουν, δυστυχώς, τους ανθρώπους εκείνοι που μας κυβερνούν!»

Η θρησκευτική ελευθερία
Το θρησκευτικό συναίσθημα είναι ταυτόσημο με την ανθρώπινη ύπαρξη. Κάθε άτομο, μη μπορώντας να συλλάβει με τις αισθήσεις του και το νου του όλα τα θαυμαστά μυστήρια της φύσης και της ζωής, αισθάνεται την ανάγκη να πιστέψει σ’ ένα υπέρτατο δημιουργικό Ον, σ’ έναν Θεό. Συνέπεια της ανάγκης αυτής υπήρξε η δημιουργία των θρησκειών, που η καθεμιά  διδάσκει σε ποιο Θεό πρέπει να πιστεύεις και με ποιο τρόπο πρέπει να τον λατρεύεις. Εδώ θα πρέπει να τονίσουμε ότι η θρησκευτική πίστη και η ύπαρξη διαφόρων θρησκειών είναι ένα ανθρωπογεωγραφικό γεγονός. Σ’ όποια χώρα θα γεννηθείς την επικρατούσα θρησκεία στη χώρα αυτή, κατά κανόνα, θα ακολουθήσεις.
Σήμερα τα περισσότερα κράτη έχουν συνταγματικά κατοχυρώσει τη θρησκευτική ελευθερία. Και μόνο οι φανατισμένοι Μουσουλμάνοι, που η χειρότερη έκφρασή τους είναι οι Τσιχαντιστές, εναντιώνονται προς τους αλλόθρησκους και δεν διστάζουν να τους αποκεφαλίζουν ή να τους σκοτώνουν με διάφορους τρόπους, που όλοι μας γνωρίζουμε, αναφωνώντας περήφανα «Ο Αλλάχ είναι μεγάλος».
Αντίθετα ο Χριστιανισμός είναι υπέρμαχος της θρησκευτικής ελευθερίας. Την ωραιότερη διακήρυξη  της την έκανε ο ίδιος ο Ιησούς, όταν απευθυνόμενος στους ανθρώπους τους έλεγε: «Όστις θέλει οπίσω μου ακολουθείν, απαρνησάτω εαυτόν και αράτω τον σταυρόν αυτού και ακολουθήτω μοι».
Προέταξε, δηλαδή, την ελευθερία της θέλησης, έναντι της θρησκευτικής πίστης. Όποιος θέλει να πιστέψει σε μένα ας έλθει κοντά μου. Τι υπέροχη, τι θαυμάσια κλήση, που φανερώνει το αυτεξούσιο του ανθρώπου!

Κοινωνική ελευθερία

Σύμφωνα μ’αυτή, όλα τα μέλη μιας κοινωνίας είναι ισότιμα μεταξύ τους. Οι άνθρωποι δε χωρίζονται σε κλειστές ομάδες ανώτερης και κατώτερης κατηγορίας, που πολλές φορές αντιμάχονται μεταξύ τους.
Εν ονόματι της κοινωνικής ισότητας κάθε άτομο από οποιαδήποτε κοινωνική τάξη και αν προέρχεται, έχει το δικαίωμα να εξελιχθεί επαγγελματικά, οικονομικά, επιστημονικά και να ανέλθει στα ύπατα της κοινωνίας αξιώματος, φτάνει να είναι ικανό για αυτό.
Για να περιγράψω με ένα χαρακτηριστικό τρόπο το δικαίωμα της κοινωνικής ελευθερίας θα μου επιτρέψετε να αναφερθώ σ’ένα περιστατικό που σχετίζεται με τον Γέρο της Δημοκρατίας, τον Γεώργιο Παπανδρέου.
Εκπροσωπούσα τον Σύλλογο των Δασκάλων της Πάτρας σε μια Γενική Συνέλευση του Κλάδου. Εκεί ήρθε να χαιρετήσει τους εκπαιδευτικούς ο τότε αρχηγός της Ένωσης Κέντρου. Μεταξύ των άλλων είπε τα εξής εντυπωσιακά:
«Ήμουν μαθητής του Δημοτικού Σχολείου Καλετζίου. Ήμουν καλός μαθητής. Αλλά πιο καλός ήταν ο Κωστής. Μυαλό ξυράφι! Ήμουν παπαδοπαίδι και ο πατέρας μου έτυχε να μετατεθεί στην Πάτρα. Τον ακολούθησε η οικογένεια. Κι εγώ συνέχισα τη μόρφωσή μου στο 2ο Γυμνάσιο Πατρών. Αργότερα στο Πανεπιστήμιο. Και σήμερα είμαι αρχηγός της Ένωσης Κέντρου. Αντίθετα ο Κωστής δεν είχε την ίδια τύχη. Μη μπορώντας ο πατέρας του να τον σπουδάσει τον έκανε αγρότη. Συχνά τα καλοκαίρια πήγαινα στο Καλέτζι. Μια φορά συνάντησα τον Κωστή να κατηφορίζει με την τσάπα του στον ώμο. Χαιρετηθήκαμε φιλικά και μου είπε με κάποιο παράπονο.
-Ακουσε, Γιώργο, εκεί που είσαι σήμερα εσύ έπρεπε να είμαι εγώ. Κι εκεί που είμαι εγώ να είσαι εσύ. Συγκλονίστηκα. Τον χτύπησα στη πλάτη και του είπα:
-Έχεις απόλυτο δίκιο, Κωνσταντή!
Και συνέχισε:
-Από τότε έθεσα ως σκοπό, σαν πολιτικός που είμαι, να εξασφαλίσω όσο μπορώ την κοινωνική ελευθερία και ισότητα των πολιτών. Και πέτυχα να ιδρύσω δυο βασικούς θεσμούς: Το ΙΚΥ, το Ίδρυμα Κρατικών Υποτροφιών για να μπορούν να σπουδάσουν όσοι έχουν «τη σφραγίδα της δωρεάς του πνεύματος» και τον ΟΓΑ για την κοινωνική ασφάλιση των αγροτών. Το κράτος οφείλει να εξασφαλίζει τα κοινωνικά δικαιώματα όλων των πολιτών και να παρέχει τη δυνατότητα να ανέλθουν στα ύπατα αξιώματα της πολιτείας εφόσον είναι ικανοί γι’αυτό.
Και το ακροατήριο, φυσικά, τον καταχειροκρότησε.

Πολιτική ελευθερία

Η ελευθερία αυτή διαφέρει από την κοινωνική. Εδώ πρόκειται για τη δυνατότητα του κάθε πολίτη να λαμβάνει μέρος στη διαχείριση των κοινών υποθέσεων του κράτους. Οι άνθρωποι ελεύθερα οργανώνονται σε ομάδες, συγκροτούν τα πολιτικά κόμματα που διατυπώνουν τις ιδεολογίες τους και τα προγράμματά τους. Η ύπαρξη πολιτικών κομμάτων αποτελεί βασική προϋπόθεση για την πραγμάτωση της πολιτικής ελευθερίας. Και είναι ευνόητο ότι αυτή εξασφαλίζεται μόνο στις δημοκρατικές χώρες. Όπου επικρατούν αυταρχικά καθεστώτα παύει να υπάρχει πολιτική ελευθερία. Τα κόμματα μένουν ανενεργά, οι εκλογές, που αποτελούν τη δυνατότητα έκφρασης της πολιτικής ελευθερίας, καταργούνται και οι πολίτες δε μπορούν να εκλέγουν ελεύθερα τους άρχοντές τους.
Εδώ χρειάζεται ένα σχόλιο. Η εφαρμογή της πολιτικής ελευθερίας για να έχει καλά αποτελέσματα υπέρ του λαού και της πατρίδας, θα πρέπει οι πολίτες να σκέπτονται αντικειμενικά, απαλλαγμένοι από τον κομματικό φανατισμό και προπαντώς να μην πλανώνται από τις απατηλές υποσχέσεις των λαϊκιστών πολιτικών, οι οποίοι προκειμένου να προσετεριστούν τις ψήφους τους τάζουν ΄΄λαγούς με πετραχίλια΄΄, όπως συμβαίνει συχνά στη χώρα μας και μάλιστα σε υπέρτατο βαθμό λίαν προσφάτως.
Αυτές είναι οι κυριότερες μορφές της ατομικής ελευθερίας. Πέραν αυτών υπάρχουν και άλλα είδη ελευθερίας, όπως είναι η οικονομική ελευθερία, το δικαίωμα της απόκτησης ιδιοκτησίας και πλούτου, η ελευθερία του συνέρχεσθαι και μετακινείσται και γενικά η ελευθερία του ανθρώπου να πράττει αυτό που θέλει.
Ο περιορισμένος χρόνος της ομιλίας δε μας επιτρέπει να αναφερθούμε αναλυτικότερα σε όλες τις μορφές της ελευθερίας. Άλλωστε είναι τόσο ευνόητες οι ελευθερίες αυτές που δε χρειάζονται ιδιαίτερη ανάλυση.
Όμως πάνω από τις ατομικές ελευθερίες στέκεται η συλλογική ελευθερία, η ελευθερία του Έθνους, για την οποία θα πρέπει να αναφερθούμε κάπως ειδικότερα.
Εθνική ελευθερία
Η έννοια της εθνικής ελευθερίας από νομική άποψη ταυτίζεται με την εθνική κυριαρχία και συνίσταται στη νομική εκείνη κατάσταση κατά την οποία, μια χώρα, ένα κράτος, δεν υπόκειται στην αυθαίρετη βούληση και στις εξαναγκαστικές επιταγές αλλοτρίου κράτους.
Όταν υπάρχει εθνική ελευθερία, το ίδιο το κράτος αποφασίζει για την οργάνωσή του, καθορίζει τα ιδανικά και τους στόχους του, λαμβάνει τα μέτρα για την πρόοδό του χωρίς κανέναν εξωτερικό καταναγκασμό. Αυτό και μόνο αυτό και με ελεύθερη τη βούλησή του αποφασίζει για το «δέον γενέσθαι».
Δυστυχώς τα τελευταία χρόνια η πατρίδα μας έχει απωλέσει την εθνική της κυριαρχία και βρίσκεται σε μια κατάσταση κηδεμονίας. Άλλοι παράγοντες, μνημόνια και παραμνημόνια, τρόϊκες και κουαρτέτα επιβάλλουν, δυστυχώς, στη χώρα μας το τι πρέπει να πράξει.
Αξιολογικά θα λέγαμε πως η εθνική ελευθερία στέκεται υπεράνω πάσης ατομικής ελευθερίας. Γιατί, αν η χώρα απωλέσει την ελευθερία της, τότε ούτε τα άτομα μπορούν να βιώσουν τις ατομικές τους ελευθερίες. Γι’ αυτό, όταν η χώρα κινδυνεύει να χάσει την ελευθερία της εξ’ αιτίας  εμπόλεμης κατάστασης με άλλη χώρα, τότε τα μέλη της πρόθυμα αποφασίζουν να περιορίσουν τις ατομικές τους ελευθερίες για να ριχθούν στη μάχη και να θυσιαστούν ακόμα, προκειμένου να υπερασπιστούν την ελευθερία της πατρίδας τους. Γιατί: «Μητρός τε και πατρός τε και των άλλων προγόνων απάντων τιμιότερον εστί η πατρίς και σεμνότερον και αγιότερον και εν μείζονι μοίρα και παρά θεοίς και παρ’ ανθρώποις τοις νουν έχουσι», σύμφωνα με τη σκέψη του Σωκράτη. Και πολύ παλιότερα ο Όμηρος διακήρυξε «Εις οιωνός άριστος αμείνεσθαι περί πάτρις». Το ίδιο τόνισαν αργότερα και οι Ρωμαίοι «Salus populi suprema lex esto», η σωτηρία του Έθνους είναι ο υπέρτατος νόμος.
Και η πατρίδα μας στη μακραίωνη ιστορία της έχει δώσει σκληρούς αγώνες για την απόκτηση ή για την διατήρηση της εθνικής της ελευθερίας.

Πάνω στο πρόβλημα της ανθρώπινης ελευθερίας η φιλοσοφία έθεσε τούτο το βασικό ερώτημα «Είναι ο άνθρωπος ελεύθερος να πράττει στη ζωή του ό,τι θέλει;»
Απαντώντας στο ερώτημα αυτό οι φιλόσοφοι και οι διανοούμενοι στοχαστές διατύπωσαν τρεις διαφορετικές θεωρίες.
-Τη θεωρία της απόλυτης ελευθερίας.
-Τη θεωρία της απόλυτης ανάγκης και
-Τη θεωρία της δυνατότητας της ελεύθερης επιλογής.
Ας αναλύσουμε, όσο σύντομα μπορούμε τις τρεις αυτές θεωρίες.

Η θεωρία της απόλυτης ελευθερίας

Κατά τη θεωρία αυτή ο άνθρωπος είναι απόλυτα ελεύθερος να πράττει ανεμπόδιστα ό,τι θέλει. Τίποτα δε μπορεί ν’αντισταθεί στις αποφάσεις και στις δράσεις του. Και αν παρεμβληθούν εμπόδια μπορεί να τα ξεπεράσει. Η θέληση για δύναμη (Νίτσε) είναι πανίσχυρη και δεν υποκύπτει σε κανέναν εξωτερικό ή εσωτερικό εξαναγκασμό.
Πρότυπο τέτοιου ανθρώπου είναι γι’αυτούς ο Προμηθέας, έτσι όπως μας τον παρουσιάζει ο Αισχύλος στην τραγωδία του «Ο Προμηθέας δεσμώτης». Εκεί ο ήρωας του αντιπαραβάλλει την ελεύθερη θέλησή του ακόμα και με τη δύναμη του Δία.
Εμφορούμενος από την αγάπη προς τους ανθρώπους, αποφασίζει να κλέψει από τον ουρανό τη φωτιά, παρά την απαγόρευση του Δία και να την φέρει σ’αυτούς, προκειμένου να αναπτύξουν τις τέχνες, να παράγουν περισσότερα αγαθά και να κάνουν τη ζωή τους ευτυχισμένη. Και ο Δίας, γι’αυτό το «έγκλημά»του, τον δένει στα βράχια του Καυκάσου με τα φοβερά επακόλουθα.
Κι όταν ο Ερμής, ο υπηρέτης των Θεών, τον απειλεί με νέες βαριές τιμωρίες που του ετοιμάζει ο Δίας, αυτός αγέροχα του απαντά:
«Τίποτα δε θα με κάνει να λυγίσω. Ας με κτυπήσουν όλα τα φοβερά βέλη της θύελλας! Ας σκεπαστεί ο ουρανός μέσα σε φωτιές και ανεμοστόβιλους! Ας ταραχθεί η γη απ’ τα συθέμελά της. Ας ρίξει ο Δίας το σώμα μου στα σκοτεινά σπλάχνα του Άδη. Ό,τι και να κάνει ο Δίας, εγώ θα επιζήσω και θα κάνω πάντα αυτό που θέλω!»
Έτσι έπραξε και έτσι μίλησε ο Προμηθέας, που πίστευε στην απόλυτη ελευθερία της θέλησής του.
Οι υποστηρικτές της θεωρίας αυτής στηρίζονται στα εξής δεδομένα:
α) Αν ο άνθρωπος δεν είναι απόλυτα ελεύθερος να πράττει αυτό που θέλει, αλλά το πράττει κατ’ ανάγκη, τότε δεν έχει απολύτως καμιά ευθύνη για τις ανορθόδοξες πράξεις του και καμιά τιμωρία δεν πρέπει να του επιβάλλεται από την ανθρώπινη ή την θεία δικαιοσύνη.
β) Το γεγονός ότι ο άνθρωπος ύστερα από μια κακή του πράξη αισθάνεται συχνά να τον ελέγχει η συνείδησή του και να νιώθει την ανάγκη της μεταμέλειας, μαρτυρεί ότι έδρασε με ελεύθερη τη θέλησή του και
γ) Η αμφιβολία και ο βασανισμός της σκέψης του προκειμένου να σταθμίσει τα υπέρ και τα κατά της πράξης που θα εκτελέσει, μαρτυρούν ότι αποφάσισε ελεύθερα γι’αυτό που θα πράξει.
Την απόλυτη ελευθερία του ανθρώπου αποδέχεται και ο Χριστιανισμός, όπως τονίσαμε όταν αναφερθήκαμε στη θρησκευτική ελευθερία. Ο ιερός Χρυσόστομος είπε πως «Ανάγκη και βία ουδένα προσάγεται ο Θεός». Ο Γρηγόριος ο Νύσσης τονίζει ότι «Η προαίρεση είναι αδούλωτον τι χρήμα εις την ελευθερία της διανοίας του κείμενον». Και ο Κλήμης ο Αλεξανδρεύς θα πει: «Ούτε οι έπαινοι, ούτε οι κατακρίσεις θα ήσαν δικαιολογημένες, εάν ο άνθρωπος δεν είχε την εξουσία να τείνει ελεύθερα προς κάτι».
Κατά την αρχαιότητα την ελεύθερη βούληση του ανθρώπου υποστήριξαν ο Αντισθένης, ο Σωκράτης, εν μέρει ο Πλάτωνας και ο Αριστοτέλης και πολλοί άλλοι, ενώ κατά τους νεότερους χρόνους ο Καντ, ο Ρουσσώ, ο Νίτσε, ο Γιάσπερ και άλλοι.

Η θεωρία της απόλυτης ανάγκης

Η θεωρία αυτή είναι εντελώς αντίθετη από την θεωρία της απόλυτης ελευθερίας. Υποστηρίζει ότι στις πράξεις του ανθρώπου ισχύει ο νόμος της αιτιότητας, όπως ακριβώς συμβαίνει στα φαινόμενα της φύσης.
Η ανθρώπινη ελευθερία είναι πάντοτε ένα μηχανικό αποτέλεσμα εσωτερικών και εξωτερικών αιτίων και παρορμήσεων.
Την άποψη της αιτιοκρατίας που λέγεται και θεωρία του υπερεξούσιου και διεθνώς ντετερμινισμός, υποστήριξαν κατά την αρχαιότητα οι Στωϊκοί και οι Επικούριοι φιλόσοφοι και κατά τη νεότερη φιλοσοφική σκέψη ο Μπέϊκον, ο Γαλιλαίος, ο Καρτέσιος, ο Σπινόζα και οι Γάλλοι υλιστές του 18ου αιώνα.
Οι οπαδοί της θεωρίας αυτής προβάλλουν ένα απλό ερώτημα: «Μπορώ να θέλω, ό,τι θέλω να θέλω;» Θα ήθελα πχ να γίνω ζωγράφος. Μπορώ όμως να θέλω κάτι τέτοιο, αφού μου είναι αδύνατο να το πραγματοποιήσω εξ αιτίας της αχρωματοψίας μου; Ή θα ήθελα να γίνω τενόρος της Λυρικής Σκηνής. Μα ούτε αυτό μπορώ να το θέλω γιατί είναι αδύνατο να το πετύχω, αφού είμαι φύσει παράφωνος. Ή το πιο σύνηθες. Θα ήθελα να θεραπευτώ από μια χρόνια και ανίατη ασθένεια που με βασανίζει. Μα όση θέληση και δύναμη να έχω δε μπορώ να το κατορθώσω. Στις περιπτώσεις αυτές η θέληση μου είναι ανίσχυρη, ενώ το αίτιο πανίσχυρο!
Ο Σπινόζα μας λέει ότι «Η πίστη μας ότι είμαστε ελεύθεροι, προκύπτει από την άγνοια των αιτίων  από τα οποία εξαρτώνται οι πράξεις μας.  Ο άνθρωπος πιστεύει ότι όταν πεινάει, ζητά ελεύθερα να φάει, ενώ απλά υπακούει στην αναγκαία ορμή της πείνας που νιώθει μέσα του». Η ανάγκη είναι αυτή που καθορίζει τις πράξεις μου καιόχι η ελεύθερία μου.
Ο Διονύσιος ο Αλικαρνασεύς θα μας πει πως «Η ανάγκη είναι ισχυρότερη από την ανθρώπινη φύση και την ανθρώπινη θέληση» και ο Ευριπίδης θα τονίσει «Δεν υπάρχει τίποτα δυνατότερο από την ανάγκη». «Ανάγκα και Θεοί πείθονται» έλεγαν οι αρχαίοι πρόγονοί μας.
Ο Χιουμ επικαλείται και έναν άλλο παράγοντα που καθιστά τον άνθρωπο ανελεύθερο. Την ιδιοσυγκρασία του χαρακτήρα του. Γνωρίζοντας τον χαρακτήρα ενός ανθρώπου, προβλέπουμε και σχεδόν πάντα σωστά, τις ενέργειες και τις πράξεις που θα κάνει. Είναι εξάρτημα του χαρακτήρα του! Κι αυτός ο χαρακτήρας είναι διαμορφωμένος από την ημέρα που γεννήθηκε. Μας το επιβεβαιώνει αυτό ο Γκαίτε μ’ένα μικρό ποίημα του. Γράφει:
«Καθώς η μέρα που είδες το φως του κόσμου
κι ο ήλιος ανέβαινε για να χαιρετήσει τους πλανήτες αμέσως μεγάλωσες οριστικά κι ατέλειωτα
σύμφωνα με τον νόμο που άρχισες!
Αυτή η μέρα δε θα ξεφύγει από τον εαυτό σου!
Κανένας χρόνος, καμιά δύναμη δεν σπάζει
την αποτυπωμένη μορφή σου, τη μέρα που γεννήθηκες, και αναπτύσσεται στο διάβα της ζωής σου!»
Κάτι παρόμοιο υποστήριξαν και μερικοί των αρχαίων προγόνων μας όταν είπαν: «Φύσεως αποστείναι χαλεπόν» και «Φύσιν πονηράν μεταβαλλείν ου ράδιον».
Η ιστορία, ισχυρίζονται οι ντετερμινιστές, μας το επιβεβαιώνει αυτό. Δέστε από τη μία μεριά το χαρακτήρα ου Αντωνίνου, του Ανδριανού και του Τίτου κι από την άλλη μεριά του Καλιγούλα, του Νέρωνα και του Δομιτιανού.
Οι πράξεις τους ήταν αποτέλεσμα του χαρακτήρα τους. Μήπως ο Αλκιβιάδης δεν υπήρξε μαθητής του Σωκράτη, ο Σενέκας δεν ήταν δάσκαλος του Νέρωνα και ο Ιούδας μαθητής του Χριστού. Όλοι αυτοί έπραξαν εξαρτώμενοι και υποκινούμενοι από το χαρακτήρα τους και όχι από όσα τους δίδαξαν οι δάσκαλοί τους.
Οι αιτιοκράτες προβάλλουν και ένα άλλο σοβαρό ερώτημα. «Πως είναι δυνατόν να συμβιβάζεται η απόλυτη ελευθερία  του ανθρώπου με την πρόνοια και την πρόγνωση του Θεού, που τα πάντα καθορίζονται άνωθεν; «Ήταν θέλημα Θεού να γίνει αυτό» λέμε συνήθως για γεγονότα που ποτέ η θέλησή μας δε θα ΄θελε να πράξει. Αφού «το μοιραίον φυγείν αδύνατον», πως εγώ μπορώ να μην το πράξω;
Με τη θέση αυτή φαίνεται να συμφωνεί και ο θρησκευτικός ηγέτης, ο Λούθηρος, λέγοντας τα εξής: «Πάντα όσα γίνονται, παρ’ όλο ότι φαίνονται σε μας να επιτελούνται κατά μεταβλητό και ελεγχόμενο τρόπο, στην πραγματικότητα γίνονται κατ’ανάγκη και αμετάβλητο τρόπο, εφ’όσον αποβλέπουν στη βούληση του Θεού». Είναι, άραγε, αιρετική η άποψη αυτή; Ποιος θα μας δώσει τη σωστή απάντηση;  

Η θεωρία της ελεύθερης επιλογής

Η θεωρία αυτή έρχεται να συμβιβάσει τις προηγούμενες αντιτιθέμενες απόψεις. Πιστεύει πως ο άνθρωπος δεν είναι ούτε απόλυτα ελεύθερος να πράξει ότι θέλει , αλλά ούτε και απόλυτο εξάρτημα του νόμου της αιτιότητας και του καταναγκασμού.
Η ζωή, ενίοτε, παρουσιάζει δύσκολες περιπτώσεις, που ο άνθρωπος πρέπει να αποφασίσει ποια από τις ανεπιθύμητες πράξεις που η ανάγκη του προβάλλει, πρέπει να εκτελέσει. Τη λύση στο δίλημμα αυτό θα δώσει το δικαίωμα της ελεύθερης επιλογής. Εδώ η αναγκαιότητα και η ελευθερία συνυπάρχουν.
Άπειρες είναι οι περιπτώσεις τέτοιων διλημμάτων. Θα αναφερθώ σε δύο. Στην περίπτωση του Σωκράτη και στην περίπτωση του Αθανάσιου Διάκου.
Ο πρώτος διερωτήθηκε: «Τι είναι προτιμότερο να πράξω; Να πεθάνω πίνοντας το κώνιο ή να δραπετεύσω, αφού ο Κριτίας έχει εξασφαλίσει την επιτυχή δραπέτευσή μου;» Και επέλεξε το θάνατο, για να φανεί συνεπής προς τη διδασκαλία του, που δίδασκε πως πρέπει να υπακούμε και να τηρούμε τους νόμους και τις αποφάσεις του Κράτους και της Δικαιοσύνης.
Κι ο δεύτερος, ο Αθανάσιος Διάκος, όταν ο βασανιστής του τον απείλησε πως αν δεν αλλάξει την πίστη και την καταγωγή του θα τον σουβλίσει ζωντανό, έκανε και αυτός ελεύθερα την επιλογή του και απάντησε «Εγώ Γκρεκός γεννήθηκα, Γκρεκός και θα πεθάνω!»
Σκεφθείτε πόση δύναμη έχει η ελεύθερη επιλογή αφού φτάνει στο σημείο ν’ απαρνηθεί ο άνθρωπος και τη ζωή του ακόμα, χάριν των αξιών και των ιδεών του που πρέπει να τηρεί και να υπερασπίζεται στη ζωή του.
Τη θεωρία αυτή υποστήριξαν οι περισσότεροι φιλόσοφοι, όπως είναι ο Πλάτων, ο Αριστοτέλης, ο Ξενοφώντας, ο Κλήμης ο Αλεξανδρεύς, ο Αυγουστίνος, ο Μπέρξον, ο Νατόρπ, ο Γουλιέλμος Τζαίιμς και άλλοι.
Εκείνος όμως που την τεκμηρίωσε με θαυμαστό τρόπο είναι ο Γερμανός φιλόσοφος Κάντ. Στο έργο του «Κριτική του καθαρού λόγου», βλέποντας την αντίφαση μεταξύ της απόλυτης ελευθερίας και της καταναγκαστικής αιτιότητας  και σκεπτόμενος διαλεκτικά, κατορθώνει να τις συμβιβάσει. Και το επιτυγχάνει αυτό στηριζόμενος στη διάκριση του αισθητού από του νοητού κόσμου. Ο άνθρωπος, λέει, είναι διφυές ον. Ως έμπειρο ανήκει στον κόσμο της αισθητικής φαινομενικότητας στην οποία ισχύει η αιτιοκρατία. Αλλά ως πολίτης του νοητού κόσμου εισέρχεται στο βασίλειο της ελευθερίας. Αυτός επιλέγει ελεύθερα τι θα πράξει σύμφωνα με τη λογική του και την ηθική του συνείδηση.
Αυτές είναι οι τρεις βασικές θεωρίες που διατυπώθηκαν από τη φιλοσοφική σκέψη σχετικά με το πρόβλημα της ανθρώπινης ελευθερίας.
Η υφιστάμενη μεταξύ τους αντίθεση, φανερώνει πως ίσως το πρόβλημα να μην βρήκε ακόμα την  οριστική του λύση. Χρέος μας είναι να διατυπώσουμε και την προσωπική μας γνώμη, με την ελπίδα πως ίσως βρούμε την απάντηση που ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα.
 Για να το πετύχουμε όμως αυτό  είναι απαραίτητο να αναφερθούμε πρωτίστως  σε δύο βασικές έννοιες που έχουν άμεση σχέση με την ελευθερία του ανθρώπου: Στην κοινωνική του υπόσταση και στην ηθική του συνείδηση.  
Και χρειάζεται να μιλήσουμε για την κοινωνική του υπόσταση, αφού όλες οι ενέργειες της βούλησής του και όλες οι πράξεις του συντελούνται μέσα στην κοινωνία στην οποία ζει.
Ο Φερνάντο Σαβατέρ μιλώντας κάποτε με τον γιό του, του είπε: «Αν μπορούσες να είχες πολλά χρήματα, ένα σπίτι πλουσιότερο και από παλάτι, τα καλύτερα ρούχα, τα πιο εκλεκτά τρόφιμα, τα πιο πολύτιμα αντικείμενα και όλα τα καλά του κόσμου, αλλά όλα αυτά με κόστος να μην ξαναδείς και να μη σε ξαναδούν άνθρωποι, θα ήσουν ευτυχισμένος; Πόσο καιρό θα μπορούσες να ζήσεις έτσι χωρίς να τρελαθείς; Δεν είναι τρέλα να έχεις όλα τα αγαθά του κόσμου με κόστος τη στέρηση της ανθρώπινης σχέσης;»
Γι’αυτό και ο Αριστοτέλης έθεσε την κοινωνία υπεράνω του ατόμου. «Και πρότερον τη φύσει πόλις. Το γαρ όλον πρότερον αναγκαίον είναι του μέρους. Αναιρουμένου δε του όλου(του σώματος εν προκειμένου)ουκ έσται πους ουδέ χειρ.»
Δέστε πως κατευθύνει την ελεύθερη βούλησή του ο Μοντεσκιέ αποβλέποντας την ευτυχία της ευρύτερης κοινωνίας και ολόκληρης της ανθρωπότητας.
«Αν ήθελα, λέει, κάτι που ήταν για μένα χρήσιμο, αλλά επιβλαβές για την οικογένειά μου, θα το έδιωχνα από τον νου μου.
Αν ήθελα κάτι που θα ήταν χρήσιμο για την οικογένειά μου και δεν ήταν χρήσιμο για την πατρίδα μου, θα προσπαθούσα να το ξεχάσω.
Αν ήθελα κάτι χρήσιμο για την πατρίδα μου και ήταν επιβλαβές για την Ευρώπη, ή ήταν χρήσιμο για την Ευρώπη και επιβλαβές για την ανθρωπότητα, δε θα ΄θελα ποτέ να το πράξω, γιατί το θεωρώ έγκλημα! Επειδή είμαι πρωτίστως και πάνω απ’όλα άνθρωπος, ενώ Γάλλος είμαι κατά τύχη.»
Τι θαυμάσια στάση και τι υπέροχη συμπεριφορά!
Και αυτός ακόμα ο Ρουσσώ, ο μέγας υπέρμαχος της ατομικής ελευθερίας, στο «Κοινωνικό του Συμβόλαιο» υπερθεματίζει την αρμονική συνύπαρξη των ανθρώπων και χαρακτηρίζει ελεύθερο το άτομο εκείνο που με τις πράξεις του αποβλέπει στην ευδαιμονία της κοινωνίας.
Και ας έρθουμε στη δεύτερη βασική προϋπόθεση της ελευθερίας του ανθρώπου: Στην ύπαρξη μιας ηθικής συνείδησης που θα κατευθύνει τις πράξεις του προς το σωστό και το δίκαιο.
Υπέρτατο χρέος του ανθρώπου είναι να διαμορφωθεί σε μια ηθική προσωπικότητα, γιατί τότε και μόνο τότε καθίσταται ελεύθερος, γιατί ηθική χωρίς ελευθερία δε νοείται. Το ηθικώς πράττειν είναι πηγαία έκφραση της ελεύθερης βούλησης του ανθρώπου. Ο δρόμος της αρετής και ο ηθικός βίος δεν έχουν καμιά απολύτως σχέση με τον εξαναγκασμό.
Όταν προσπαθώ να απαλλαγώ από τα πάθη και τις αδυναμίες μου, όταν με τον σκληρό μου αγώνα αποφασίζω να κόψω τα δηλητηριώδη κεφάλια της Λερναίας Ύδρας, που πολλές φορές φωλιάζουν στο νου και στην ψυχή μου, τότε νιώθω να είμαι ελεύθερος. Ο Νίτσε το ξεκαθάρισε αυτό λέγοντας: «Πραγματικά ελεύθερος είναι αυτός που έγινε κύριος του εαυτού του».
Όπως μας έχει διδάξει η διαλεκτική από τον Ηράκλειτο ως τον Έγελο και τον Γιάσπερ, χωρίς αυτόν τον αγώνα η ψυχή μας θα είχε καταδικαστεί σε αδράνεια και η θέλησή μας θα ήταν άχρηστη κολλημένη στο τέλμα της ουδέτερης στασιμότητας. Ο άνθρωπος θα ήταν ένα τελειωμένο ον χωρίς προοπτική μετάπλασης και ανέλιξης. Με άλλα λόγια χωρίς μέλλον.
Εδώ χρειάζεται να ανοίξουμε μια παρένθεση: Πρέπει να τονίσουμε πως η πραγματική, η αληθινή ηθική του ανθρώπου πρέπει να είναι απαλλαγμένη από τον φόβο της τιμωρίας του νόμου και από την υστερόβουλη ελπίδα της ανταμοιβής του Παραδείσου.
Μια τέτοια ηθική που ξεκινάει από την ιδιοτέλεια κι’ απ’ το απώτερο συμφέρον, είναι μια «Ηθική-Ανήθικη», όπως χαρακτηριστικά σημειώνει ο πανεπιστημιακός καθηγητής Δημήτρης Ζάχαρης στο βαθυστόχαστο βιβλίο του «Ο θρίαμβος της ιδιοτέλειας και το ελληνικό πρόβλημα». Αυτό, ασφαλώς υπονοούσε και ο Καζαντζάκης όταν έλεγε: «Δεν φοβάμαι τίποτα»(προφανώς την τιμωρία του νόμου), «δεν ελπίζω τίποτα» (δηλαδή την ανταμοιβή του Θεού) «είμαι ελεύθερος!» Που σημαίνει: Να κάνεις το καλό και το πρέπον γιατί πιστεύεις και θέλεις πως έτσι πρέπει να κάνεις.
Ύστερα από αυτές τις δύο βασικές προϋποθέσεις που εξέθεσα ας διατυπώσω την προσωπική μου άποψη.
Πιστεύω πως ούτε η θεωρία της απόλυτης ελευθερίας, ούτε η θεωρία της απόλυτης αναγκαιότητας μπορούν να διεκδικήσουν την ορθή απάντηση στο πρόβλημα.
Σε ότι αφορά στην απόλυτη ελευθερία δεν μπορείς απερίφραστα και ασυλλόγιστα να λες: Είμαι ελεύθερος να κάνω ότι θέλω».
Γιατί, απλούστατα, αν μπορούσες να κάνεις ό,τι θέλεις θα ήσουν παντοδύναμος, ενώ από τη φύση σου είσαι απλά δυνατός. Η παντοδυναμία είναι ιδιότητα του υπέρτατου όντος. Θα ήταν καλύτερα να λες: «Είμαι ελεύθερος να πράττω ό,τι μπορώ να κάνω». Και θα πρόσθετα ακόμη αυτό που έχει αναγραφεί στην είσοδο του Πανεπιστημίου της Ουψάλας «Το να είσαι ελεύθερος να κάνεις ό,τι μπορείς είναι ωραίο. Το να πράττεις όμως αυτό που πρέπει είναι θαυμάσιο».
Γιατί αν ενεργείς έτσι ποτέ η ελευθερία σου δεν θα φθάσει στην αναρχία. Δεν έχεις το δικαίωμα να γίνεις Ρουβίκονας και να καταστρέφεις τα πάντα. Η ελευθερία δεν είναι αυθαιρεσία, είναι αυτονομία. Ο Γιάσπερ, διατύπωσε μια φοβερή προφητεία: «Το τέλος του ανθρώπινου γένους θα προκύψει ως συνέπεια της άμετρης ελευθερίας του.»
Σχετικά, τώρα, με τη θεωρία της απόλυτης ανάγκης, θα λέγαμε, ότι πράγματι υπάρχουν γεγονότα που η ελευθερία του ανθρώπου υποτάσσεται σε καταναγκαστικά εξωτερικά και εσωτερικά αίτια. Ας μην αναφέρουμε παραδείγματα. Αλλά οι μεμονωμένες αυτές περιπτώσεις δε μπορεί να γενικεύσουν τον κανόνα και να λέμε ότι πάντοτε ο άνθρωπος ενεργεί κατ’ ανάγκην. Η απολυτοποίηση της θεωρίας του ντετερμινισμού δεν ευσταθεί, αφού ο αγωνιζόμενος άνθρωπος έχει τη δυνατότητα να αποτρέψει τα δυσμενή αίτια που παρουσιάζονται στη ζωή του, είτε αυτά είναι εξωτερικά είτε είναι εσωτερικά. Τρανό παράδειγμα ο Δημοσθένης. Ποιος μπορούσε να φανταστεί πως αυτός ο άνθρωπος που η φύση τον επιβάρυνε με σωματικές ατέλειες, όπως ήταν η παράξενη κίνηση των ώμων του όταν μιλούσε και ο γνωστός τραυλισμός του στο γράμμα ΄΄ρο΄΄, θα εξελισσόταν στον μεγαλύτερο ρήτορα της αρχαιότητας; Κι όμως χάρη στη δύναμη της θέλησής του και με τη συνεχή του άσκηση κατανίκησε τα αρνητικά φυσικά του αίτια καταρρίπτοντας έτσι η θεωρία της απόλυτης ανάγκης.
Αλλά και η άλλη άποψη των ντετερμινιστών, ότι ο χαρακτήρας του ανθρώπου είναι εκείνος που καθορίζει τις πράξεις του δεν έχει απόλυτη ισχύ. Γιατί ο αγωνιζόμενος άνθρωπος έχει τη δύναμη να μεταλλάξει τον χαρακτήρα του. Τρανό κι εδώ παράδειγμα ο ιερός Αυγουστίνος, που στα νεανικά του χρόνια, όπως ο ίδιος ομολογεί, ήταν έρμαιο παθών σφοδρότατων και ηδονών της κολάσεως και πράξεων αμαρτίας και καμιά αισχύνη δεν αισθανόταν γι’αυτά. Κι’ όμως, μελετώντας τους αρχαίους φιλοσόφους και ερχόμενος εις εαυτόν, απαρνείται τον μέχρι τότε χαρακτήρα του και οδεύει προς την οδό της αγιότητας! Αξίζει να διαβάσει κανείς τις εξομολογήσεις του. Άλλωστε οι δύο φράσεις που επικαλούνται οι οπαδοί της απόλυτης ανάγκης που πηγάζει από τον χαρακτήρα ότι «Φύσεως αποστήναι χαλεπόν» και «Φύσιν πονηράν μεταβαλλείν ου ράδιον» δεν υποδηλώνουν το αδύνατον. Γιατί οι λέξεις «ου ράδιον» και «χαλεπόν» σημαίνουν το μη εύκολο και το δύσκολο και όχι το αδύνατο.
Και τέλος δεν θα πρέπει να αφήσουμε ασχολίαστη τη θρησκευτική άποψη των ντετερμινιστών που υποστήριξε και ο Λούθηρος, ότι ο άνθρωπος πράττει σύμφωνα με τη θέληση του Θεού γεγονός που σημαίνει ότι δεν είναι ελεύθερος, αφού δεν λειτουργεί με τη δική του θέληση.
Εδώ έχουμε δύο θρησκευτικές αλήθειες:
α) Ότι ο άνθρωπος κατά τη χριστιανική θρησκεία είναι προικισμένος με ελεύθερη βούληση, όπως τόνισα, πολλές φορές στην ομιλία μου και
β) Ότι ο Θεός γνωρίζει με απόλυτη ακρίβεια και σαφήνεια, όλα όσα πρόκειται να συμβούν στο μέλλον, είτε φυσικά γεγονότα είναι, είτε ανθρώπινες πράξεις.
Εδώ, λοιπόν, υπάρχει μια αναμφισβήτητη απορία. Πως συμβιβάζεται, λογικά η μια πρόταση με την άλλη; Δεν βρίσκονται σε μια αντίφαση αφού η αλήθεια της μιας επιφέρει το ψεύδος της άλλης;
Στην αγωνιώδη αυτή απορία του ανθρώπου προσπάθησε να απαντήσει ο ιερός Αυγουστίνος με τον εξής συλλογισμό:
«Όταν λέμε πως θα θελήσω να πράξω ό,τι προβλέπει ο Θεός» φανερώνει πράγματι πως δεν είμαι ελεύθερος. Αν όμως, διαφοροποιήσω την διατύπωση της πρότασης και πω: «Ο Θεός προβλέπει ό,τι εγώ θα θελήσω να πράξω» τότε δεν υπάρχει πρόβλημα, γιατί απλά ο Θεός προβλέπει τη χρήση της ελευθερίας μου που θα κάνω για να αποφασίσω να πράξω αυτό ή εκείνο. Ο Θεός  προβλέπει επειδή θα θελήσω να πράξω και όχι επειδή θα με αναγκάσει να το θελήσω. Οι πράξεις μου είναι δικές μου. Με το ότι τις προβλέπει ο Θεός δεν σημαίνει πως είναι δικές του! Επομένως, ούτε η θεωρία της απόλυτης ελευθερίας, ούτε η θεωρία της απόλυτης αναγκαιότητας έχουν καθολική και απόλυτη ισχύ. Η πιο σωστή άποψη βρίσκεται, κατά την γνώμη μου, στη θεωρία της ελεύθερης επιλογής.
Από την στιγμή που έχω την δυνατότητα και στις πιο κρίσιμες περιπτώσεις να επιλέγω τις πράξεις μου είμαι ελεύθερος. Φτάνει να έχω συνειδητοποιήσει ότι η ελευθερία μου δεν ταυτίζεται μόνο με το θέλω αλλά και με το πρέπει.
Μέσα στο δικαίωμα της ελεύθερης επιλογής μου, η θεωρία της απόλυτης ελευθερίας και της απόλυτης ανάγκης «συμφιλιώνονται». Η αιτιότητα δεν είναι εχθρός μου. Είναι φίλος μου, καθώς μου δίνει τη δυνατότητα να εκτιμήσω την πραγματικότητα και στις δύσκολες περιστάσεις να πω το μεγάλο ΝΑΙ, ή το μεγάλο ΟΧΙ, όπως λέει ο Καβάφης σ’ ένα ποίημα του, επιλέγοντας ελεύθερα αυτό που θα πράξω.
Και αυτό το μεγάλο ΝΑΙ ή το μεγάλο ΟΧΙ δεν θα το επιλέξω γιατί με προστάζουν οι νόμοι του Κράτους ή άλλοι ξένοι παράγοντες, αλλά γιατί μου το υπαγορεύουν οι νόμοι και οι αξίες που φωλιάζουν στο δικό μου νου, και στη δική μου ψυχή. Οι νόμοι, οι απαγορεύσεις και οι περιορισμοί θεσπίζονται για τους ανελεύθερους, γι’αυτούς που είναι σκλάβοι του εαυτού τους.
Ο άνθρωπος που έχει κοινωνική και ηθική συνείδηση, που είναι απαλλαγμένος από τα πάθη και τις αδυναμίες του εαυτού του είναι ο πραγματικά ελεύθερος. Αυτός και μόνο αυτός μπορεί να προσανατολίζει ελεύθερα την πυξίδα των πράξεων του στο δρόμο του ωραίου, του δικαίου και του αγαθού.
Κάπου εδώ τελειώσαμε. Ύστερα από όσα υπόθηκαν επιβάλλεται να κλείσω την ομιλία μου διατυπώνοντας τον ορισμό της πραγματικής ελευθερίας.
Ο Κάντα όρισε ως εξής την έννοια της «Η ελευθερία του ανθρώπου τελειώνει όπου αρχίζει να βλάπτει τον άλλον, γιατί μονάχα τότε εγγυάται την αρμονική συμβίωση όλων των μελών της κοινωνίας και την προϋπόθεση να απολαμβάνει και ο άλλος τη δική του ελευθερία».
Ο Κάντ προσέδωσε μια ευρύτερη έννοια «Ελευθερία σημαίνει να πράττεις έτσι, ώστε οι πράξεις σου να μπορούν να ισχύουν σαν ένας παγκόσμιος νόμος».
Μα εγώ βρίσκω πιο αναλυτικό και ολοκληρωμένο τον ορισμό που έδωσε ο αείμνηστος φιλόλογος της πόλης μας ο Νίκος Λαμπέτης, έτσι όπως τον διατύπωσε στο βιβλίο του «Χρυσή κληρονομιά», λέγοντας: «Ελευθερία είναι η φυσική, κοινωνική και ηθική εκείνη μορφή και κατάσταση της ζωής του ανθρώπου, κατά την οποία αυτός ζει, σκέπτεται, ενεργεί και δρα, άνευ τινός εξωτερικού καταναγκασμού ή εσωτερικής τινός αιτίας και πάθους, προσαρμοζόμενος πάντοτε εις τα κοινοπαράδεκτα δεδομένα της Επιστήμης, της Δικαιοσύνης και της Ηθικής».

Εύχομαι σε όλους μας την ελευθερία αυτή να τηρούμε και να απολαμβάνουμε πάντοτε στη ζωή μας, για να αισθανόμαστε όχι μόνο εμείς ευτυχισμένοι, αλλά και ολόκληρη η ανθρωπότητα!

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου